Σάββατο 23 Απριλίου 2011

“ΜΗΔΕΙΑ 2” Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ


"Ήλιος". Σκηνή από την ΜΗΔΕΙΑ 2. Φωτογραφία του René Habermacher
 
Η ΑΛΛΗ ΜΗΔΕΙΑ
Η Μήδεια του Ευριπίδη είναι το έργο μιας βαθύτατης ιστορικής κρίσης. Είναι το πρώτο από τα τέσσερα μονόπρακτα που παρουσίασε ο Ευριπίδης στο δραματικό αγώνα των Μεγάλων Διονυσίων, την άνοιξη του 431, ακριβώς με την έναρξη του πελοποννησιακού πολέμου. Η σύλληψη το γράψιμο και οι δοκιμές της Μήδειας, και των άλλων τριών έργων που δε σώζονται («Φιλοκτήτης», «Δίκτυς», Θερισταί»), συνέπεσαν με την κρισιμότατη διετία, όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα που προετοίμασαν τον πόλεμο, και που θα καταγράψει εκ των υστέρων ο Θουκυδίδης.
Η Μήδεια δηλαδή είναι το μόνο σωζόμενο έργο από εκείνη την περίοδο έντασης του πολεμικού πυρετού, που κατέληξε στην έναρξη ενός αιματηρού, μακροχρόνιου αδελφοκτόνου πολέμου.
Στη Μήδεια του Δημήτρη Παπαϊωάννου (πρώτη παράσταση 1993), το υγρό στοιχείο κυριαρχεί, όπως κυριαρχεί ένα παγερό και ψυχρό τοπίο. Τα πάντα πλέουν πάνω σε μια θάλασσα σαν αυτή που έφερε την Μήδεια στον παρόντα τόπο, όταν αυτή ακολούθησε ερωτευμένη τον Ιάσονα, σκοτώνοντας για χάρη του τον αδελφότης και προδίδοντας την πατρίδα της. Αλλά είναι και αυτό που έφερε τον Ιάσονα στον δικό της τόπο.
Το δίπολο, Έλλογο, που εδώ το εκπροσωπεί ο Ιάσων και το Άλογο, που το εκπροσωπεί η Μήδεια είναι παρόντα και στην παράσταση του Παπαϊωάννου. Πρώτος διδάξας ο σπουδαίος Πιέρ Πάολο Παζολίνι που μετέφερε μοναδικά στην μεγάλη οθόνη την τραγωδία με την μοναδική Κάλλας στο ρόλο της Μήδειας. Αλλά ο έρωτας γίνεται μίσος. Το μίσος είναι ακριβώς και το ψυχολογικό κλίμα της όλης τραγωδίας του Ευριπίδη που ο Παπαϊωάννου αφήνει υπόγεια να ποτίσει την παράστασή του. Δυο πρόσωπα, δυο ιστορίες δυο πολιτισμοί, ενταγμένα όλα στο επίπεδο των ανθρώπινων σχέσεων, δηλαδή σε ένα ζευγάρι, που φέρει όλα τα καίρια χαρακτηριστικά του ψυχολογικού κλήματος, την κρίσιμη εκείνη ώρα του χωρισμού, με απόλυτη ακρίβεια.
Όπως στα όνειρα έτσι και σε τούτη την μεταφερμένη πάνω στο νερό τραγωδία, όλα τα στοιχεία της πραγματικότητας υπάρχουν, χωρίς να είναι απαραίτητα διαρθρωμένα κατά την ίδια λογική συνέπεια. Ο σύνδεσμός τους είναι συνεπείς προς την ενάργεια την ένταση, προς την έκταση μιας όρασης που πάλλεται από τους ίδιους τους παλμούς της καρδιάς του ανθρώπινου συνόλου, που αναπνέει στον ίδιο ρυθμό, σφυγμομετρεί και συλλαμβάνει καθαρά τους πόθους, τα μίση, τους φόβους, τους πόνους, εν τέλει τη ζωή.
Μετατεθειμένα σε μια ελευθερία ονείρου, αλλά αρμοσμένα σε μια σκληρή διαύγεια ενός υπαρκτού κόσμου, τα γεγονότα και οι καταστάσεις ακολουθούν μια πορεία για να φτάσουν σε ένα τέρμα προφητικά τραγικό, που μαρτυρά την καθαρότατη διαίσθηση της βαθύτατης ανάγκη του δημιουργού να παραμείνει πιστός στο μύθο.
Σήμερα με τα μάτια της καινούργιας του εμπειρίας, ο Παπαϊωάννου επανέρχεται με τη Μήδεια 2”, μια παράσταση που κοιτάζει εκ νέου την ιστορική και δοκιμασμένη αυτή δουλειά και μας την παρουσιάζει με ένα ολοκαίνουργο καστ.
Όλες οι φωτογραφίες που υπάρχουν σε αυτή την ανάρτηση είναι του René Ηabermacher, στον οποίο το Υπουργείο Πολιτισμού ανέθεσε τη φωτογράφιση της παράστασης "Μήδεια 2" του Δημήτρη Παπαϊωάννου.
Κείμενο: gayekfansi.blogspot.
 
 
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Η Μήδεια ήταν μια παραγγελία του Σπύρου Μερκούρη, αδελφού της Μελίνας. Τη νύχτα που η Μελίνα παρακολούθησε την παράσταση των Τραγουδιών (1991), ήλθε στα παρασκήνια, ανέβασε τα πόδια της στο τραπέζι, άναψε ένα τσιγάρο και είπε: «Αυτού του είδους το κρασί θα ήθελα να εξαγάγω». Δύο χρόνια αργότερα και ενώ ετοιμαζόμασταν για τη φωτογράφηση στο πλαίσιο της προώθησης της Μήδειας, το ραδιόφωνο ανακοίνωσε το θάνατό της.
Η διανομή της Μήδειας ήταν διαφορετική αρχικά. Εγώ θα έπαιζα τη Μήδεια, ο Σταύρος Ζαλμάς τον Ιάσονα και η Αγγελική το ρόλο της Γλαύκης. Ο Σταύρος έφυγε από την ομάδα έπειτα από κανά δυο πρόβες και οι υπόλοιποι αλλάξαμε ρόλους· έτσι το κοινό είχε την ευκαιρία να δει την Αγγελική Στελλάτου στα καλύτερά της πάνω στη σκηνή. Τα δύο στοιχεία που ξεχώριζαν από την παραγωγή ήταν τα σκηνικά του Νίκου Αλεξίου και η εφεύρεσή μου για το κοστούμι της Μήδειας.
Αυτό το έργο έμελλε να γίνει η μεγαλύτερη επιτυχία της Ομάδας Εδάφους. Σηματοδότησε την μετάβασή μας από το εναλλακτικό θέατρο-κατάληψη των εξήντα θέσεων στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου με τις 700 θέσεις, όπου δώσαμε τις πρώτες πέντε παραστάσεις με όλα τα εισιτήρια προ-πωλημένα (τα εισιτήρια για τις δύο τελευταίες παραστάσεις πωλούνταν στη μαύρη αγορά).
Το έργο ήταν συναισθηματικά προσιτό σε όλους, αλλά ταυτόχρονα αρκετά αφαιρετικό. Η επιτυχία του έγκειτο κυρίως στον τρόπο αφήγησης της ιστορίας. Απλό, μεγαλοπρεπές και διακοσμητικό μέχρι τη στιγμή της προδοσίας, το έργο ξαφνικά γίνεται επικίνδυνο και, όταν κυριαρχεί το δράμα, φαίνεται ότι όλα θα καταρρεύσουν μπροστά στα μάτια μας. Ο μύθος συναντά την τραγωδία στη μέση του έργου. Οι χαρακτήρες του έργου παρουσιάζονται σαν αρχετυπικά πρότυπα, ενώ ο χαρακτήρας που επινοήθηκε για τις ανάγκες αυτής της παραγωγής, ο Σκύλος, ενσαρκώνει το σκοτεινό ένστικτο της Μήδειας και δρα σαν ένας αποτρόπαιος τελετάρχης που προστατεύει τη μάγισσα, ενώ την ίδια στιγμή διασφαλίζει ότι όλα οδεύουν προς την τραγική κατάληξη.
Ανεβάσαμε την παραγωγή άλλες τρεις φορές και έτσι είχαμε πρώτον την ευκαιρία να γυρίσουμε τον κόσμο και δεύτερον την τιμή να ερμηνεύσουμε το έργο παρουσία της Pina Bausch.
 
 
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗΔΕΙΑ
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Αν και πρόκειται για Ομάδα «Εδάφους», ο Δημήτρης Παπαϊωάννου επιλέγει για τη Μήδεια το στοιχείο του νερού….
Νησίδες μιας βυθισμένης πολιτείας είναι τα τραπέζια και οι καρέκλες του σκηνικού. «Το νερό και τα όνειρα»….Νερά κοιμισμένα και μελαγχολικά με κυματιστές ανταύγειες· θάλασσα πλους των αργοναυτών· του Ελλησπόντου και της Κασπίας, της μάγισσας και του καθαρμού· νερό γάλα μητρικό του παιδοκτόνου· νερό θηλυκό της βάρβαρης του έρωτα· της εγγονής του ωκεανού και του ήλιου.
Η υδάτινη Μήδεια της Ομάδας Εδάφους, δεν αποτελεί χοροθεατρική εκδοχή της τραγωδίας του Ευριπίδη. Δεν επικεντρώνεται στην εκδίκηση της ηρωίδας, αλλά ξετυλίγει το μίτο του μύθου της: από την αργοναυτική εκστρατεία και τα μαγικά φίλτρα στην Κολχίδα, στα ευτυχισμένα χρόνια στην Κόρινθο, και από την προδοσία και παιδοκτονία στην ανάληψη. Ο χορογράφος αντλεί τους ήρωες από τη μυθολογία – οι τρεις του ερωτικού τριγώνου, ο θεός Ήλιος, ο χορός των Αργοναυτών – και προσθέτει μια δική του σύλληψη , το Σκύλο, ευτυχές εύρημα όχι μόνο ως σύλληψη, αλλά και ως εκτέλεση από το Γρηγόρη Λαγό. Ήλιος και σκύλος αποτελούν ίσως τις δύο όψης της ίδιας θεότητας: ο ένας είναι ο ωραίος Απόλλων του φωτός της μουσικής, της νεότητας και της μαντικής, που όλα λαμβάνουν χώρα κάτω από το άγρυπνο μάτι του, ενώ ο άλλος πιστός υπηρέτης-σκοτεινό ένστικτο της μάγισσας, κινεί τα χθόνια νήματα της δράσης. Αυτή η Μήδεια θα προδοθεί πριν ο κύων αλυχτήσει τρεις φορές…
Οι ζωόμορφες (όπως στην αιγυπτιακή μυθολογία) αναφορές επεκτείνονται και στα άλλα πρόσωπα. Με φόρεμα-φτερά άγριου κύκνου ή λευκής νυχτερίδας και ουρά παγωνιού παρουσιάζεται η Μήδεια. Την ελαφράδα και την αθωότητα του ελαφιού έχει η Γλαύκη. Από τον κόσμο του Τσαρούχη έλκουν την όψη τους ο Ιάσονας ο θεός Ήλιος και οι Αργοναύτες.
Πάνω από τα νερά, εικόνες ονείρου και εφιάλτη διεκδικούν ένα μερίδιο από τα οικουμενικά αρχέτυπα («Αχ, ομορφιά…»). Βουβό θέατρο, χορός, μουσική, εικαστικές τέχνες προβάλουν το αίτημα της αρμονικής συνύπαρξης. Οι επιδράσεις είναι αρμονικά αφομοιωμένες. Οι χορευτές συνδυάζουν την αφαίρεση με τη μέγιστη ενέργεια και δραματικότητα. Η μουσική από τις όπερες του Μπελίνι προσθέτει το δικό της λυρισμό, χωρίς να καθοδηγεί τα βήματα.
Η Αγγελική Στελλάτου –κεφάλαιο της ομάδας και του χοροθεάτρου εν γένει –ερμηνεύει τη Μήδεια με πρόσωπο-τραγική μάσκα· ένα βουβό ηχείο κινήσεων και εσωτερικών φωνών, δυσοίωνη και δισυπόστατη.
Μια διαύγεια και πυκνότητα διυλισμένης κίνησης, εμψυχώνει το κοστούμι της και το καθιστά αναπόσπαστο μέρος του σώματός της· με μυστηριακές χειρονομίες μιας σκοτεινής ιέρειας του έρωτα όταν σμίγει με τον Ιάσονα.
Προδομένη, ξένη σε μια καρέκλα για πατρίδα, μόνη μέσα στο πέλαγο της συμφοράς μετουσιώνει, καθώς μετακινεί και μετακινείται, από καρέκλα σε καρέκλα, το σκηνικό αντικείμενο σε πλήθος συμβόλων: κόθορνος, πατερίτσα ή ξύλινο πόδι μιας ακρωτηριασμένης του έρωτα. Ένα βουβό κύκνειο άσμα, που εκφράζει την πιο αργή ερωτική επιθυμία, πριν από την συντριβή, αγγίζοντας της τραγικότητα.
Με το δικό του ξεχωριστό σκηνικό εκτόπισμα. Ο Παπαϊωάννου είναι ένας Ιάσονας με κοθόρνους-καράβια· με εκφραστική δύναμη που μαγνητίζει, κυρίως στις στιγμές του έρωτα και της συμφοράς μες το νερό.
Και αν η ομορφιά δε γίνεται «αιτία θανάτου», όπως θα ήθελε ο Πόε, κάθε ένσταση αποδυναμώνεται αυτομάτως χάρη στη ζωντάνια και τη φρεσκάδα του εγχειρήματος και την τελειοθηρική προετοιμασία του.
Γιατί ο πολυτάλαντος Δημήτρης Παπαϊωάννου και οι συνεργάτες του προσθέτουν τη δική τους χοροθεατρική εκδοχή στο πάνθεον των σκηνικών τραγικών ηρωίδων, έχοντας αξιοποιήσει όλα τα μυστικά των φίλτρων της Μήδειας για τη δημιουργία σκηνικής μαγείας.
Δηώ Καγγελάρη, Μια Μήδεια σε νερό
 
 
Η Μήδεια της Ομάδας Εδάφους προτείνει ένα κινηματογραφικό όνειρο ερμηνευμένο από ολόλευκα βαμμένους χορευτές-μίμους Χορεύουν σε αργή κίνηση που ξαφνικά εκρήγνυται σε συναισθηματικά ξεσπάσματα. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου σκηνοθέτης-χορογράφος, είναι αξιοπρόσεκτα συνεπής στο ύφος και το όραμά του. […] Δεν έχει ούτε μια στιγμή παραφωνίας στον τόνο της αφήγησής του.
Ως Ιάσονας και Μήδεια τη νύχτα του γάμου τους, ο ίδιος και η Αγγελική Στελλάτου σπαρταρούν επάνω σε ένα τραπέζι με εξαιρετικό πάθος. Μετά την απιστία του Ιάσονα, η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της, σπάζοντας σε θρύψαλα δυο γύψινες κούκλες.
Τα κόκκινα σωθικά τους πέφτουν στα ρηχά νερά της πισίνας, της «θάλασσας» την οποία διέσχισε ο Ιάσονας, ένας αλαζών ναύαρχος του 19ου αιώνα.
Η ένταση ολόκληρης της ομάδας είναι εντυπωσιακή, και οι ηχογραφήσεις του Μπελίνι είναι απρόσμενα ταιριαστές με την όλη ατμόσφαιρα.
Anna Kissegoff, THE NEW YORK TIMES, 17ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1999
 
 
Η επαν-ανακάλυψη της Ελλάδας
Η Μήδεια που δημιουργήθηκε το 1993, θυμίζει βουβό θέατρο και παντομίμα περισσότερο από χορό, θυμίζει και κινούμενα σχέδια μερικές φορές, και μας εκπλήσσει με την ομορφιά των απόλυτων και σοφιστικέ εικόνων της. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου μας κάνει να επαν-ανακαλύψουμε με πολύ φαντασία μια ιστορία γνωστή σε όλους, διατηρώντας όμως το σασπένς της… […]
[…] Η αφήγηση του Παπαϊωάννου συνεπαίρνει με την ευρηματικότητά της και με τη δύναμη των εικόνων. Οι χαρακτήρες από μάρμαρο έρχονται σε αντίθεση με το θλιμένο γκρίζο ρεαλιστικό των σκηνικών αντικειμένων. Ο σκηνοθέτης φαντάζεται με χιούμορ τον Ιάσονα ναρκισσευόμενο γόη, τον υπηρέτη της Μήδειας δεμένο με λουρί και τον Απόλλωνα όμορφο όπως τον θεό Ήλιο, πρόγονο της Μήδειας που εποπτεύει συμπάσχοντας όλη τη δράση.
[…] Οι ερμηνευτές ταυτίζονται ιδανικά με τους ρόλους και κινούνται αβίαστα, σε τέλεια αρμονία με τη μουσικά του Μπελίνι.
René Sirvin, LE FIGARO, 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1998
 
 
Με τη Μήδεια η Ομάδα Εδάφους επιτυγχάνει μια γεμάτη δύναμη ερμηνεία αυτού του τραγικού κοκτέιλ φόνου, απιστίας και εκδίκησης […]. Το πλημυρισμένο σκηνικό του Νίκου Αλεξίου σου κόβει την ανάσα […]. Το κινησιολογικό λεξιλόγιο είναι υψηλά αποτελεσματικό […].
Η αργοναυτική εκστρατεία, με το μακρύ υγρό βηματισμό και την τέλεια συμμετρία, προτείνει μια εντυπωσιακή παραλληλία με την είσοδο των κύκνων στη Λίμνη των Κύκνων […]. [Η] ολόγυμνη ερωτική σκηνή με τον Ιάσονα είναι καθαρός ερωτισμός […]. Το δραματικό στοιχείο σ’ αυτή την πανέμορφα σκηνοθετημένη παράσταση εμπλουτίζεται με αποσπάσματα από όπερες του Μπελίνι και είναι θριαμβευτικά θεατρικό μέχρι το κόκκαλο.
Emma Manning, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ THE STAGE, ΜΑΡΤΙΟΣ 1998
 
 
Η σκηνή είναι σκοτεινή. Το λευκό φως βγάζει τις φιγούρες από το σκοτάδι που μοιάζουν σα να έχουν σκαλιστεί σε μάρμαρο. Από την πρώτη στιγμή κιόλας παρασυρθήκαμε σ’ ένα μαγεμένο κόσμο και βρεθήκαμε κατάματα με την ουσία της Μήδειας […].
[…] Μετά κρατήσαμε τις αναπνοές μας, λίγες φορές εγώ υπήρξα μάρτυρας, στην τεράστια και σε αυτή τη φορά κατάμεστη αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου Atatürk, να παρακολουθούμε μια παράσταση σε απόλυτη ησυχία και με τόση συγκέντρωση, σαν να μαγνητιζόταν από τη σκηνή […].
[…] Κάθε ερμηνευτής αυτού του θεατρικού παιχνιδιού μεταμόρφωνε τον εαυτό του και το περιβάλλον γύρω του σε ένα έργο τέχνης, σ’ ένα tableau vivant που ξεχειλίζει από βαθιά ριζωμένο πάθος· πίνακες ζωγραφικής γνήσιας δραματικής δύναμηςΚαθηλώθηκα από τη δύναμη της ερωτικής σκηνής: Στα βάθη της απελπισίας της η Μήδεια, σχίζοντας τις θάλασσες, παραπαίει ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, στις σκέψεις και τα αισθήματά της και στο τέλος μετατρέπει τον πόνο της σε απελπιστική εκδίκηση
Zeyher Oral, MILLIYET 18 ΜΑΪΟΥ 2000
 
 
Μια άλλη διάσταση στο μύθο.
Η διαφορά ανάμεσα στην τραγική Μήδεια και αυτήν του Δημήτρη Παπαϊωάννου, είναι ότι η δεύτερη αποδεσμευμένη από τα δεσμά της αρχαιοελληνικής θεατρικής παράδοσης, αναδύεται ανάλαφρη με μια ειρωνική κριτική διάθεση, σε μια εντελώς απλουστευμένη μορφή παραμυθιού. Διατηρώντας έτσι το φιλοσοφικό ανεύθυνο, η ηρωίδα παρουσιάζεται απαλλαγμένη από το βάρος της κοινής αντίληψης που κατατρύχει το όνομα.
Δεν απομένει πια στο χορογράφο παρά η αποσπασματική αφήγηση της γνωστής ιστορίας την οποία πραγματοποίησε με τρόπο αληθινά αριστουργηματικό. Παραθέτοντας μια έντεχνα συναρμολογημένη σειρά από εικόνες και συμπληρώνον τας της με απλουστευμένη δράση, δένει τον αδιάπτωτο παλμό της κίνησης με ένα άμεμπτο καλαισθητικό στιλιζάρισμα, προσεγμένο στην παραμικρή του λεπτομέρεια.
Με τη θαυμαστή του τέχνη συνέθετε την εικαστική εικόνα με μια καινούργια σημειογραφία και ενέργεια, που πηγάζει από ένα βαθύτερο ρυθμό, τη συνισταμένη στο χώρο. Φαντασία, έμπνευση, καλαισθησία, ακρίβεια και εκφραστική ευστοχία χαρακτηρίζουν την παράσταση της Μήδειας.
Μίρκα Δημητριάδη-Ψαροπούλου, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ΜΑΙΟΣ 1994
 
 
Ο χορογράφος και σκηνοθέτης Δημήτρης Παπαϊωάννου ξετυλίγει το μύθο της τραγικής συνάντησης μεταξύ της μάγισσας Μήδειας και του ήρωα Ιάσονα σαν νένα εικαστικό γήτεμα: Κάθε στοιχείο, από την μαρμάρινη ποιότητα των λευκοβαμμένων σωμάτων των χορευτών μέχρι τα αρχετυπικά αισθήματα που η πλημμυρισμένη σκηνή αναμοχλεύει και από την κυκλικότητα της μουσικής του Μπελίνι ως την πειθαρχία των στυλιζαρισμένων κινήσεων, μοιάζει σαν υλικό μιας μαγικής συνταγής. Ξέρουμε ότι η ιστορία θα τελειώσει μέσα σε ένα ποταμό από δάκρυα και αίμα, αλλά ανήμποροι ν’ αποστρέψουμε το βλέμμα μας γινόμαστε συνένοχοι του αναπόφευκτου. Αυτό είναι ο μοντέρνος χορός στην καλύτερη εκδοχή του, ρηξικέλευθος αλλά και προσβάσιμος την ίδια στιγμή. Μια γιορτή για τα μάτια.
Stefania Bochicchio, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ FOOTLOOSE, ΜΑΡΤΙΟΣ 1998
 
 
Η κατά Παπαϊωάννου Μήδεια είναι ένα διαμάντι, ένα γνήσιο έργο εμπνευσμένης ιδιοφυΐας που ξεπερνά το χρόνο. Στημένο πάνω σε ένα κολλάζ από όπερες του Μπελίνι, η μουσική αναδεικνύει την λυρική διάσταση του έργου, μαλακώνοντας κάποιες αυστηρές υφολογικές λύσεις.
Το μεγαλείο της παράστασης αυτής της χορευτικής ομάδας συνίσταται στην ικανότητα του Παπαϊωάννου να διεισδύει κατευθείαν στην ουσία των δραματικών στοιχείων του αρχαίου δράματος και να αποκρυσταλλώνει συγκροτημένες οπτικές ιδέες της διάταξης του σκηνικού, του φωτισμού και των κουστουμιών οι οποίες υποστηρίζουν τέλεια τις ακριβείς, στυλιζαρισμένες και αργές κινήσεις εμπνεόμενες από τα κλασικά ελληνικά γλυπτά και την ελληνική ζωγραφική. Ο Παπαϊωάννου δημιούργησε κινητικές γλυπτικές εικόνες με έντονη και δεσμευμένη ενέργεια που κινούνται σε ένα προδιεγεγραμμένο δραματικό πλαίσιο ηφαιστιοειωδών διαστάσεων.
[…] Κάθε τίναγμα των δακτύλων της Μήδειας είναι φορτισμένο με ηλεκτρισμένη ενέργεια και η γαμήλια νύχτα του αντρόγυνου είναι ένας μύθος διαυγούς ομορφιάς και πάθους, που ερμηνεύει το ολόγυμνο ζευγάρι. Η διχοτόμηση της σκηνής είναι χαρακτηριστική του ίδιου του έργου, όπου η αποφασιστική επιθυμία και η συγκρατημένη αντικειμενικότητα συνυπάρχουν ταυτόχρονα σε αυτό το υπέροχο έργο τέχνης.
Η παράσταση αυτή διατηρεί μια πρωτότυπη θέση. Αν και από ορισμένες απόψεις ανήκει στην κατηγορία του «χορευτικού θεάτρου» που έφτασε στο αποκορύφωμά του πριν από δύο δεκαετίες, διαβάζεται σωστά με σύγχρονους όρους, συνδέεται με το σήμερα, και θα συνεχίσει να το κάνει για πολύ καιρό ακόμα. Η Μήδεια είναι η δική μου νικήτρια, η κορυφαία παράσταση του χορευτικού προγράμματος του Φεστιβάλ του Ισραήλ και του DancEuropa 2000.
Ora Bratman, JERUSALEM POST, 13 ΙΟΥΝΙΟΥ 2000
 





















Επίσημη ιστοσελίδα του Δημήτρη Παπαϊωάννου: Εδώ
 

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

ΚΑΡΑΒΑΤΖΙΟ (Caravaggio): Ο Νικηφόρος Ομοφυλόφιλος Έρως και η ταινία του Ντέρεκ Τζάρμαν (Derek Jarman)

 

 
Καραβάτζιο: Ο Νικηφόρος Ομοφυλόφιλος Έρως
 
Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο [Michelangelo Merisi da Caravaggio 1571-1610], προκλητικός, σκιώδης, ομοφυλόφιλος, βλάσφημος, βίαιος, μέθυσος, μαχαιροβγάλτης, απλά ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ. Για τη ζωή και το έργο του Καραβάτζιο έχουν γραφτεί πολλά, μελέτες, άρθρα, διατυπώθηκαν διάφορες μεταφυσικές-υπαρξιστικές ερμηνείες, ενώ υπήρξε έντονο ενδιαφέρον για μια ψυχαναλυτική προσέγγιση του έργου του, το ενδιαφέρον των μελετητών όμως μονοπώλησε η σεξουαλικότητα του Καραβάτζιο.
 
 
Ο ίδιος φρόντισε να μην αφήσει ούτε μια του λέξη γραμμένη σε χαρτί, υπάρχουν δύο βιογραφίες του γραμμένες από δύο συγχρόνούς του που φαίνεται να τον γνώριζαν καλά. Ο ένας, ο Τζούλιο Μαντσίνι, γιατρός από τη Σιένα, συγγραφέας δοκιμίων περί τέχνης και τεχνοκριτικός, συλλέκτης και έμπορος, γνώριζε τον Καραβάτζιο αφού τον φρόντιζε όταν ήταν άρρωστος, ιδιαίτερα την περίοδο κατά την οποία ο Καραβάτζιο βρισκόταν στο παλάτι του καρδινάλιου Ντελ Μόντε στα τέλη της δεκαετίας του 1590. Ακολούθησε η βιογραφία του Τζοβάνι Μπανιόλε, που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Βίοι καλλιτεχνών το 1642. Μια ακόμα βιογραφία του από τον Τζοβάν Πιέτρο Μπελλόρι, γραμμένη λίγο αργότερα τον ίδιο αιώνα, βάσισε το βίο του στη βιογραφία του Μπαλιόνε (όλες έχουν δημοσιευτεί στα αγγλικά, στον Garavaggio του Χάουαρντ Χίμπαρντ).
 
 
Το «In Santa Maria del Popolo» του Τομ Γκαν αποτελεί την ποιητικότερη απόδοση του ομοφυλόφιλου και υπαρξιστή Καραβάτζιο, ενώ το «Il Caravaggio: Ricerche e interpretazione» (1974) του Γερμανού Χέρβαρντ Ρέτγκεν, αναφέρεται εκτεταμένα στην ομοφυλοφιλία του Καραβάτζιο. Άποψη που όπως είναι φυσικό δεν έγινε ποτέ αποδεκτή στην Ιταλία. Το αποκορύφωμα της μη αποδοχής της ομοφυλοφιλίας από τους Ιταλούς, έρχεται με το βιβλίο «Caravaggio and his two Cardinals» (1955) του Κράιτον Γκίλμπερτ, που προσπαθεί να αποδείξει ότι τα ιστορικά ντοκουμέντα για την ομοφυλοφιλία του ζωγράφου είναι εξαιρετικά ισχνά.
   
Το όλο θέμα είναι, ότι στις περισσότερες σύγχρονες βιογραφίες του Καραβάτζιο είναι ευδιάκριτη μια μανία να “αποδείξουν” ή όχι την ομοφυλοφιλία του ζωγράφου, λες και έχουν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα. Τι βγαίνει από όλα αυτά; Βγαίνει το ντοκουμέντο της προκλητικής ζωής ενός μεγάλου καλλιτέχνη, βγαίνει το ντοκουμέντο μιας ζωής γεμάτης ξενύχτια, μεθύσια, φιλονικίες, κακόφημους δρόμους, μονομαχίες, συλλήψεις, συναναστροφές με προαγωγούς και πόρνες, που συχνά χρησιμοποιούσε ως μοντέλα για τους πίνακές του, πίνακες που αντανακλούν μια όλο και πιο βαθιά, έντονη και πρωτότυπη θρησκευτική συνείδηση. Αποκορύφωμα όλων αυτών, η δολοφονία ενός ανθρώπου το 1606. Ακολουθεί μια απεγνωσμένη προσπάθεια να πάρει χάρη από τον Πάπα που δεν δόθηκε ποτέ, για να αναγκαστεί ο ζωγράφος να φύγει από τη Ρώμη για να ζήσει περιστασιακά σε Νάπολη και Μάλτα, προτού έρθει το τέλος; το 1610.
 

 

Η ζωή του Καραβάτζιο μοιάζει περισσότερο με κείνη του Ζενέ και του Παζολίνι, αφού ο ίδιος είχε επιλέξει να την φτάσει στα άκρα. Οι περισσότεροι μελετητές φαίνεται να λησμονούν ότι ο Καραβάτζιο έζησε σε μια ιστορική περίοδο που η θεοκρατική Ρώμη βρίσκεται ουσιαστικά όχι μόνο κάτω από την κυριαρχία του Πάπα και η εβραϊκή ηθική (ο χριστιανισμός δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να την υιοθετήσει πλήρως) καλά κρατεί, αφού δεν επιτρέπει άλλες σεξουαλικές προτιμήσεις τις οποίες μάλιστα θεωρεί θανάσιμο αμάρτημα, αλλά επιπλέον η ομοφυλοφιλία διώκεται και τιμωρείται. Έτσι ντοκουμέντα που να αποδεικνύουν τέτοιου είδους προτιμήσεις είναι σχεδόν αδύνατον να υπάρχουν. Εξάλλου όλοι οι αρνητές της ομοφυλοφιλίας του Καραβάτζιο, ποτέ ως τώρα δεν έδωσαν μια ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα, τι ήταν αυτό που ώθησε τον Καραβάτζιο να ζωγραφίσει πληθώρα γυμνών αντρικών κορμιών εντάσσοντάς τα μάλιστα σε θρησκευτικά θέματα που δεν θα περίμενε κανείς. Το σίγουρο είναι πως ο Καραβάτζιο δεν διστάζει να ζει τη ζωή του φτάνοντάς την στα άκρα, γευόμενος απολαύσεις που η σεμνοτυφία και η θρησκοληψία εμπόδιζε άλλους να χαρούν. Στις απολαύσεις αυτές μας είναι αδύνατον να μην εντάξουμε και την ομοφυλοφιλία, όχι σαν μια απλή δοκιμή, ή γιατί εμείς έτσι βλέπουμε τα πράγματα, αλλά το ίδιο το έργο του Καραβάτζιο καταδεικνύει με τον πιο σαφή τρόπο, την σταθερή σεξουαλική προτίμηση του δημιουργού στο αντρικό φύλο, αφού το ομοφυλοφιλικό στοιχείο είναι έντονο ως κυρίαρχο στο έργο αυτό, γεγονός που κανένας μελετητής δεν μπόρεσε να αρνηθεί. Κοιτάζοντας το έργο του και μόνο, σου γεννιέται έντονα η αίσθηση της ακαταμάχητης ερωτικής έλξης του ζωγράφου για το ίδιο του το φύλο. Ο Βρετανός Ντέρεκ Τζάρμαν (Derek Jarman) αισθανόμενος αρκετά κοντά του το όλο θέμα, για 7 χρόνια δίνει έναν σκληρό αγώνα να γυρίσει μια ταινία με θέμα τον Καραβάτζιο. Προσέξτε όμως, όχι την ζωή του Καραβάτζιο, αλλά την αίσθηση που αφήνει αυτή η ζωή καθώς περιφέρεται στα καταγώγια, στα πορνεία, στους κακόφημους δρόμους, καθώς ξαπλώνει στα στρώματα για να χαρεί των έρωτα πέρα και έξω από κοινωνικές συμβάσεις, καθώς κλείνεται στο εργαστήρι με τα μοντέλα για να ακολουθήσουν ατέλειωτες ώρες δημιουργίας. Ο Τζάρμαν αδιαφορεί για την σκηνογραφική προσέγγιση της εποχής, βλέπουμε αριθμομηχανές, ποδήλατα, ένα αραγμένο αυτοκίνητο, κάπου απεικονίζει τον Καραβάτζιο του σε ένα μπαρ με αναμμένα τα ηλεκτρικά φώτα (αργότερα στον Εδουάρδο Β’ θα ξεπεράσει τα όρια επιμένοντας σε ένα αφαιρετικό σκηνικό, αρνούμενος να αναπαραστήσει έστω και στο ελάχιστο την ελισαβετιανή περίοδο). Προτιμά να μην κάνει μια συμβατική βιογραφία αλλά η όλη ιστορία που μας παρουσιάζει εδώ ο Τζάρμαν, είναι το ερωτικό τρίγωνο μεταξύ του Καραβάτζιο (Nigel Terry) με το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου του που ακούει στο όνομα Ranuccio (Sean Bean), και την τυχοδιώκτρια Λένα (Tilda Swinton) με την οποία ο Τζάρμαν συνεργάζεται για πρώτη φορά.

   

Ο Καραβάτζιο του Τζάρμαν θα ερωτευτεί με πάθος τον Ranuccio, θα εμπνευστεί από αυτόν, θα φτιάξει μαζί του τους καλύτερους πίνακές του, θα πονέσει, θα αναζητήσει αλλού την λησμονιά, έχοντας πλήρη επίγνωση του που τον οδηγεί αυτός ο έρωτας, θα εμπλακεί τελικά μαζί του σε μια βίαιη καταστροφική μονομαχία και όπως όλοι οι μεγάλοι έρωτες θα καταλήξει στον θάνατο, γιατί ως μεγάλος καλλιτέχνης γνωρίζει απόλυτα το γεγονότος, ότι έρωτας και θάνατος είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Τζάρμαν συνθέτει μια μοναδική ταινία αντιμετωπίζοντας με διαύγεια τις σημαντικές σχέσεις του τρίπτυχου βία – τέχνη – σεξουαλικότητα.

© κειμένου: www.gayekfansi.blogspot.com 
 

 

Βιογραφία του Καραβάτζιο στη Βικιπαίδεια: Κλικ εδώ

Ιστοσελίδα για τον Καραβάτζιο: http://caravaggio।com/

Ιστοσελίδα για την ταινία «Καραβάτζιο» του Τζάρμαν στο imdb: Κλικ εδώ

Ο προκλητικός «Έρωτας» του Καραβάτζιο, άρθρο της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΤΟΥ στο Βήμα: Κλικ εδώ