Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

«Τρεῖς τρόποι σιωπῆς», ἕνα ποίημα τοῦ Ron Schreiber








ΤΡΕΙΣ ΤΡΟΠΟΙ ΣΙΩΠΗΣ

Ι     σὲ φώναζα συνέχεια χτὲς τὴ νύχτα,

       ἀλλὰ ἐσὺ

       δὲν ἔλεγες τίποτα.

ΙΙ   ὅταν κάνουμε ἔρωτα ποτὲ
       δὲν ψιθυρίζω μὲς στ' αὐτί σου, ποτέ,

       δὲν σοῦ μiλῶ ἢ δὲν μοῦ ξεφεύγουν ἧχοι
       λέξεων, ἐσὺ καμιὰ φορὰ μουρμουρίζεις

       ἢ κάπως ἔτσι θυμᾶμαι
       ὅταν κάναμε ἔρωτα

       μαζί, ἀλλὰ δὲν μιλᾶμε
       πιὰ τώρα γι' αὐτό.

ΙΙΙ  καθὼς ἐρχόμασταν ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον
       στὴν ἀνοιχτὴ ἀκρογιαλιά, ὁ ἥλιος

       ἔλαμπε, ἤρεμη ἡ θάλασσα – πράγμα σπάνιο
       ἀνάμεσά μας ἕνα σημεῖο σιωπς

       ποὺ μπαίνουμε μαζὶ
       ταυτόχρονα.



Πηγή

Ἀμερικάνικη ὁμοφυλόφιλη ποίηση, μετ. Ἀντρέας Ἀγγελάκης, ἐκδόσεις Ὀδυσσέας, Ἀθήνα 1982.


Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ, «Παῖδες» - MANOS HADJIDAKIS, «Boys»







Παῖδες, πρὶν δεκαπέντε χρόνια μὲ μιὰν ἄλλη μουσική, σᾶς εἶχα πεῖ πῶς θὰ ξαγρυπνῶ ἔξω ἀπ' τὰ σπίτια σας γιὰ νὰ μαζεύω τὰ ὄνειρά σας.
Τώρα κουράστηκα.
Ἐσεῖς, εἴτε ὀνειρεύεστε, εἴτε ὄχι, μπορετε καὶ ζετε χωρὶς ἐμένα.
Δὲν ἀνήκω οὔτε στὴ ζωή σας οὔτε στὰ ὄνειρά σας.
Ἀκόμη κουράστηκα νὰ πλέκω μουσικὲς ἀπ' τὸ ὑλικὸ τῶν ματιῶν σας κι ἀπ' τὴν ἐπιθυμία τῶν σωμάτων σας. Προτιμ νὰ φύγω μακριά σας γιὰ πάντα.
Ἴσως συναντηθῶ μὲ μερικοὺς σοφοὺς ποὺ δὲν τοὺς ἔνιωσα ὅταν κι ἐγὼ ἤμουν νέος.
Γειά σας παῖδες... γειά σας!


Μάνος Χατζιδάκις, «Παδες», 1977.





ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ, (Ξάνθη, 23 κτωβρίου 1925 – θήνα, 15 ουνίου 1994)

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

ΟΙ ΤΥΡΑΝΝΟΚΤΟΝΟΙ ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΩΝ, αφιέρωμα




Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων. Μαρμάρινο αντίγραφο του χάλκινου πρωτότυπου έργου των γλυπτών Κριτίου και Νησιώτη (477-476 π.Χ.). Νάπολη, Αρχαιολογικό μουσείο. Φωτο: gayekfansi.blogspot.gr
 
 

Αρμόδιος και Αριστογείτων, αφιέρωμα στους Τυραννοκτόνους
 
Προλεγόμενα
Δεν θα ξεκινούσα το παρόν αφιέρωμα στην ιστορία του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα, των δυο εραστών που σκότωσαν τον Ίππαρχο, έναν από τους τυράννους της Αθήνας, το 514 π.Χ., αν δεν διάβαζα στο διαδίκτυο πλήθος ανιστόρητων κειμένων, ανακριβειών και αυθαίρετων συμπερασμάτων για το όλο θέμα. Αλλά όπως μπορεί να διαπιστώσει και μόνος του κανείς, στη χώρα μας έχουμε «δωρίσει» τα ιστορικά θέματα σε άτομα που φλερτάρουν αγρίως με τα άκρα της πολιτικής -τη φλερτάρουν δηλαδή έχουν σταθερή σχέση χρόνια τώρα, για να μην πω πως έχουν γίνει ένα σώμα και μια ψυχή- με το φόβο πως αν κανείς ασχοληθεί με τα θέματα αυτά, κινδυνεύει να του κρεμάσουν την ταμπέλα του εθνικιστή ή του εθνοαιματολόγου, που αναζητά μακρινούς συγγενείς. Μάταια όμως, μια και οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες μάς έμαθαν ότι, το να είσαι Έλληνας, είναι θέμα αγωγής και όχι καταγωγής. «Ἓλληνὲς εἰσι οἱ μετέχοντες τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας», για να το πω όπως ακριβώς το είπε ο Ισοκράτης.
Από την άλλη, βέβαια, τούτο το μέσω δεν φημίζεται για την τεκμηρίωση των όσων αναγράφονται σε αυτό. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να γίνει κάτι τέτοιο, όταν μάλιστα ο οποιοσδήποτε μπορεί να γράψει ό,τι θέλει, ό,τι νομίζει -ή θέλει να το νομίζει και να το θεωρεί ακραιφνή αλήθεια- χωρίς να παραπέμπει σε καμιά πηγή, προκειμένου ο αναγνώστης να έχει την ευχέρεια, ανατρέχοντας εκεί, να διαπιστώσει, του γράφοντος, του λόγου το αληθές;
Αλλά ας επιστρέψω στο αφιέρωμά μας και να πω -χωρίς να θέλω να βλογήσω τα γένια μου, που δεν έχω άλλωστε- ότι παρουσιάζω εδώ ένα άκρως αναλυτικό, τεκμηριωμένο και πληρέστατο αφιέρωμα, που λίγο ακόμα να δουλευτεί, μπορεί κάλλιστα να κυκλοφορήσει σε ένα βιβλιαράκι, έτσι για να υπάρχει και να πετιέται στα μούτρα του οποιοδήποτε ανιστόρητου παραχαράκτη και εθνοπατέρα. Αλλά οι πλειοψηφία των εκδοτικών οίκων αρμενίζουν στον γιαλό των συναισθηματικών μυθιστορημάτων που η κάθε ατάλαντη/ος συγγραφίσκη/σκος μας πλασάρει για σπουδαία λογοτεχνία -τρομάρα της/του. Προχωρώντας λίγο τούτη την προσωπική παρένθεση να πω και να παροτρύνω για το ακόλουθο: Διαβάστε τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς μάγκες και αφήστε τους σημερινούς. Είναι σχεδόν όλοι τους ατάλαντοι. Διαβάστε τούς παλιούς, είναι οι μόνοι που μπορούν να σάς κάνουν να σκέφτεστε, να σάς κρατούν εν εγρηγόρση και να σας εμφυσήσουν παιδεία. Διαβάστε τους αρχαίους συγγραφείς, είναι πρώτο πράμα σάς λέω...
Ας ξεκινήσουμε να δούμε την ιστορία των Αρμόδιου και Αριστογείτων, κάνοντας μια βασική διαπίστωση.
Να ξεκαθαρίσουμε δηλαδή από την αρχή, ότι τα κίνητρα των δυο Τυραννοκτόνων ήταν καθαρά προσωπικά, και όχι πολιτικά. Οι δυο άντρες δηλαδή δεν είχαν ενεργή ανάμιξή στην πολιτική ζωή τής τότε Αθήνας, και βασικός σκοπός τους δεν ήταν να την απαλλάξουν από την τυραννία του Ίππαρχου και του Ιππία, γιων του Πεισιστράτου που είχαν αναλάβει μετά το θάνατο του πατέρα τους την εξουσία, αλλά κινήθηκαν και οργάνωσαν ένα σχέδιο δολοφονίας των δύο τυράννων, ορμώμενοι από προσωπικούς λόγους.
Ο όλος σχεδιασμός βέβαια έγινε όχι μόνο από τους δυο άντρες, αλλά συμμετείχε ένας πολύ στενός κύκλος φίλων τους, και -φυσικά- δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα τού να υπήρχαν εκεί και άτομα που μισούσαν το καθεστώς, και να έβλεπαν στην όλη προσπάθεια την ανατροπή του. Όπως και να έχουν τα πράγματα, το ουσιαστικό είναι ότι η πράξη αυτή των δυο Τυραννοκτόνων θα τύχει θετικής πρόσληψης από το λαό, και ο Αθηναϊκός λαός είναι που θα τους δοξάσει και θα τους κάνει παράδειγμα πολίτη που αντιστέκεται στην τυραννία. Πάμε όμως τώρα να δούμε -όπως κάθε φορά- το ιστορικό πλαίσιο της εποχής στην οποία διαδραματίζονται τα γεγονότα.



 
Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων. Μαρμάρινο αντίγραφο του χάλκινου πρωτότυπου έργου των γλυπτών Κριτίου και Νησιώτη (477-476 π.Χ.). Νάπολη, Αρχαιολογικό μουσείο. Φωτο: gayekfansi.blogspot.gr


Το ιστορικό πλαίσιο1
Αφιέρωμα στους τυραννοκτόνους Αρμόδιο και Αριστογείτονα δεν νοείται χωρίς αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Διαβεβαιώνω πως δεν είναι ένας τρόπος για επίδειξη γνώσεων και πολυξερίασης από μέρους μου, αλλά είναι εξαιρετικά σημαντικό να δούμε, πριν αφηγηθούμε την ιστορία των δυο Τυραννοκτόνων, για πια ιστορική στιγμή της αρχαίας Ελλάδας μιλάμε. Είναι -για μένα- ένα ουσιαστικό και καίριο κομμάτι τούτου του αφιερώματος. Αν θέλετε μάλιστα, είναι και το σημαντικότερο κομμάτι του παρόντος αφιερώματος, που αν κανείς θα ήθελε να διαβάσει σύντομα, θα μπορούσε κάλλιστα να περιοριστεί σε τούτο και μόνον το κεφάλαιο.
Βρισκόμαστε λοιπόν στην εποχή όπου ο Σόλων έχει νομοθετήσει και αποχωρεί για δέκα χρόνια από την Αθήνα, πιστεύοντας πως τα πράγματα θα πάνε μια χαρά. Όμως τα πράγματα δεν πάνε και πολύ καλά μια και, το 590-589- και το 586-585 π.Χ., ξεσπούν επαναστάσεις που οφείλονται στα τρία κόμματα που ρυθμίζουν την πολιτική της Αθήνας, και που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθούν με την σημερινή τους έννοια. Ψαράδες, τεχνίτες, πολίτες που κατοικούν στις ακτές, και νεώτεροι πολίτες που έχουν έρθει και εγκατασταθεί στην Αθήνα, εμμένουν σταθερά και υποστηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα. Μαζί τους είναι και οι Πεδιεῖς, μεγαλογαιοκτήμονοες που κατοικούσαν στα πεδινά της Αττικής. Τον κίνδυνο αποτελούν οι Διάκριοι, κόμμα που το αποτελούσαν ταραξίες βοσκοί των γύρω περιοχών που ανέμεναν αναδασμό της γης. Αυτοί είχαν την τύχη να αναδείξουν κάποια στιγμή αρχηγό τους τον Πεισίστρατο, έναν μακρινό συγγενή του Σόλωνα.
Ο Πεισίστρατος, επιτήδειος στις πολιτικές μηχανορραφίες κατάφερε να αποκτήσει φήμη, αφού σαν στρατιωτικός μπόρεσε να ξαναπάρει η Αθήνα, τα Μέγαρα και την Σαλαμίνα. Γλυκομίλητος και ευγενικός στους τρόπους του, καταφέρνει λοιπόν να πείσει την εκκλησία του δήμου ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι θέλουν να τον δολοφονήσουν. Η εκκλησία του δήμου αποφασίζει και του παραχωρεί προσωπική φρουρά, με την οποία ο Πεισίστρατος το 560 π.Χ. καταλαμβάνει την Ακρόπολη, με σκοπό να γίνει τύραννος. Τα δυο αντίπαλα κόμματα συμμαχούν και καταφέρνουν να τον εξορίσουν. Με την βοήθεια όμως μισθοφόρων, καταφέρνει να επιβληθεί και τελικά, να γίνει τύραννος.
Τα έργα και ημέρες του Πεισιστράτου δεν θα μας απασχολήσουν εδώ, μια και αποτελούν από μόνα τους ένα αρκετά εκτενές κεφάλαιο. Απλά, εν συντομία να αναφέρουμε ότι, επί τον ημερών του καταγράφηκαν τα ομηρικά έπη, θέσπισε να γιορτάζονται τα Μεγάλα Παναθήναια κάθε τέσσερα χρόνια δίνοντας στην γιορτή μεγάλη λαμπρότητα, προωθήθηκε πολύ το εμπόριο, και ξεκίνησε η ανέγερση του ναού του Ολυμπίου Διός -να αναφέρουμε για την ιστορία πως την ολοκλήρωση του ναού έκανε ο αυτοκράτορας Αδριανός.
Ο Πεισίστρατος λοιπόν πέθανε γέρος πια -από φυσικό θάνατο- το 528/7 π.Χ. και τον διαδέχτηκαν οι δυο γιοί του, Ιππίας και Ίππαρχος, που συνέχισαν την πολιτική του. Με την ανάληψη της εξουσίας από τους Πεισιστρατίδες, όπως ονομάστηκε η δυναστεία τους, ο Ιππίας ανακάλεσε από την εξορία τους Αλκμεωνίδες -που τους είχε στείλει ο πατέρας του Πεισίστρατος- σαν χειρονομία συμφιλίωσης για να κλείσει το χάσμα ανάμεσα στους ευγενείς και τους τυράννους. Με την επιστροφή τους στην Αθήνα οι Αλκμεωνίδες κέρδισαν την εύνοια του δελφικού Απόλλωνα, αφού ανοικοδόμησαν τον ναό του που είχε καταστραφεί από φωτιά.
Αν θέλαμε να κάνουμε ένα γρήγορο σκίτσο των δυο τυράννων, θα λέγαμε ότι από τους δυο, ο Ίππαρχος, που ήταν ο νεότερος, εμφανιζόταν περισσότερο στο προσκήνιο σαν ηγεμών και σαν ιδιώτης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μιαν κατά κάποιον τρόπο μοναρχική ηγεμονία μιας οικογένειας τυράννων, την οποία ασκούσαν συμπληρώνοντας πετυχημένα ο ένας τον άλλον, ο περισσότερο δραστήριος και πρακτικός Ιππίας και ο Ίππαρχος με τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα.
Το 514 π.Χ. όμως είναι η χρονολογία που μας ενδιαφέρει περισσότερο εδώ, μια και είναι η η χρονιά όπου ο τύραννος Ίππαρχος πέφτει δολοφονημένος από δυο Αθηναίους πολίτες, τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα. Το γεγονός αυτό άλλαξε τον χαρακτήρα της τυραννίδας στην Αθήνα προς το χειρότερο, μια και ο εναπομείναν τύραννος Ιππίας, που συνέχισε να κυβερνά, έγινε καχύποπτος, σκληρός και τύραννος με την σημερινή κακή έννοια της λέξης -εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος τώρα, υπάρχει και καλή έννοια της λέξης; Θα έλεγα πως αν μελετήσουμε την περίοδο του Πεισιστράτου θα δούμε πως το χέρι του έπεφτε βαρύ πάνω στους ευγενείς, που αν δεν υπάκουαν εξορίζονταν και η γη τους μοιραζόταν στους φτωχούς αγρότες, και όχι μόνο αυτό, τους έδινε και τα σπορικά τους καθώς και ζώα για να σπείρουν, δεν είναι καθόλου τυχαία ότι η ευημερία των αγροτών συνεχίστηκε καιρό μετά το πέρας της τυραννίας της οικογένειας του Πεισιστράτου. Τέλος πάντων, όταν εξετάζουμε μια ιστορική περίοδο πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, και να μην αναγάγουμε δικές μας προβολές και σημερινές έννοιες σε καιρούς και άτομα που δεν τις είχαν ακριβώς έτσι ενσωματωμένες στη ζωή τους. Αλλά ας επανέλθουμε, μια και ο Ιππίας, μετά τη δολοφονία του αδελφού του, εξόρισε τους Αλκμεωνίδες και πάλι, έτσι αυτοί προσπάθησαν με τη βοήθεια των Βοιωτών να γυρίσουν δυναμικά στην Αθήνα, αλλά ηττήθηκαν όμως στο Λειψύδριο το 513 π.Χ.
Ο δελφικός Απόλλων όμως βοήθησε τους Αθηναίους, μια και κάθε φορά που οι έφοροι της Σπάρτης πήγαιναν να ζητήσουν χρησμό από το θεό, η απάντηση ήταν σταθερή: «Η Αθήνα πρέπει να απελευθερωθεί». Αν αναρωτιέται τώρα κάποιος πώς γίνονταν αυτό, θα αναφέρω ότι γνωρίζουμε περιπτώσεις που το Μαντείο των Δελφών χρησμοδοτούσε δωροδοκούμενο. Διόλου απίθανο λοιπόν -λέμε τώρα κάνοντας μια υπόθεση- πίσω από αυτή τη σταθερή απάντηση του Μαντείου προς τους Λακεδαιμόνιους να βρίσκονταν οι εξόριστοι ευγενείς της Αθήνας. Είναι η εποχή που η Πελοποννησιακή Συμμαχία έχει απλωθεί μέχρι την Αττική και φτάνει πια στα σύνορα της Αθήνας. Η Σπάρτη, που πάντα ορεγόταν την Αθήνα, και είχε τότε βασιλιά τον Κλεομένη, δεν θα είχε αντίρρηση να βάλει στη συμμαχία και την Αθήνα, έστω και με αυτόν τον τρόπο -απελευθερώνοντάς την δηλαδή από την τυραννίδα του Ιππία.
Ο Κλεομένης λοιπόν, επικεφαλής μιας δύναμης Πελοποννησίων, ενωμένες με εκείνες των Αλκμεωνιδών και της φατρίας τους, πολιορκούν την Αθήνα και αποκλείουν τον Ιππία στην Ακρόπολη. Ο Ιππίας, πολιορκημένος στην Ακρόπολη της Αθήνας παρέα με μια ομάδα υποστηρικτών του, αναγκάστηκε να έρθει σε συμφωνία, όταν, τα παιδιά των πολιορκημένων προσπαθώντας να ξεφύγουν μέσα από τις γραμμές των πολιορκητών, πιάστηκαν αιχμάλωτα. Ο Ιππίας παραδόθηκε με τον όρο να τον αφήσουν να αποσυρθεί από τη χώρα. Αυτό και έγινε. Έτσι η τυραννίδα των Πεισιστρατίδων έληξε το 510 π.Χ.
Αξίζει να αναφέρουμε πως ο Ιππίας κατέφυγε αρχικά στο Σίγειον, κατόπιν στην Λάμψακο κοντά στον Αιαντίδη, και από εκεί στην αυλή του Πέρση βασιλιά Δαρείου, προσφέροντάς του τις υπηρεσίες του. Δεν είναι τυχαίο που σκοπός των Περσών στην πρώτη τους εκστρατεία το 490 π.Χ. ήταν -μέσα σε πολλά άλλα- να ξανακάνουν κυβερνήτη της Αθήνας τον Ιππία. Γι' αυτό δούλευε εξάλλου και ο Ιππίας στην αυλή του Πέρση βασιλιά, που προσπαθούσε να τον πείσει πως πρέπει να επιστρατεύσει κατά της Ελλάδας, να την υποτάξει να τον τοποθετήσει και πάλι τύραννο.
Το «παλληκάρι» λοιπόν -τον Ιππία εννοώ- τον συναντάμε ξανά, γέρο πια, να οδηγεί τα στρατεύματα των Περσών κατά της Αθήνας. Για την ακρίβεια, όταν το 490 π.Χ. οι Πέρσες ήρθαν για να υποτάξουν τους Έλληνες, πολιόρκησαν πρώτα την Ερέτρια προκειμένου να την εκδικηθούν μια και μαζί με την Αθήνα ήταν οι μόνες ελληνικές πόλεις που είχαν στέλει βοήθεια στους Ίωνες όταν αυτοί επαναστάτησαν κατά των Περσών. Η πόλη της Ερέτριας λοιπόν μετά από έξι ημερών πολιορκία, παραδόθηκε από δυο κατοίκους της. Λεηλατήθηκε, όλος ο πληθυσμός αιχμαλωτίστηκε και μετά -ακόμα και την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα- σύρθηκαν αιχμάλωτοι στην Περσία όπου και πουλήθηκαν σκλάβοι. Μετά λοιπόν την καταστροφή της Ερέτριας ο ηλικιωμένος Ιππίας είναι αυτός που οδήγησε τα περσικά στρατεύματα και πέρασαν απέναντι, στο Μαραθώνα. Η επιλογή του τόπου από τον Ιππία δεν ήταν τυχαία, μια και νόμιζε πως εκεί θα έβρισκε συμμάχους και οπαδούς, αφού ήταν μια περιοχή όπου οι Πεισιστρατίδες είχαν δύναμη. Η συνέχεια μάς είναι γνωστή, μια και οι Έλληνες -οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς για την ακρίβεια- κατατρόπωσαν τους Πέρσες στον Μαραθώνα, γράφοντας την Ιστορία που ακολούθησε. Να είμαστε σίγουροι πως αν συνέβαινε το αντίθετο, η πορεία της ευρωπαϊκής ιστορίας θα ήτα πολύ διαφορετική· σκοτεινή και δυσοίωνη.
Επανερχόμαστε όμως για να δούμε λίγο τα πράγματα μετά την πτώση του Ιππίας από την τυραννίδα. Με την πτώση λοιπόν του Ιππία, οι εξόριστοι ευγενείς επανήλθαν και άρχισαν να κυβερνούν υπεροπτικά. Αναθεώρησαν τους καταλόγους των πολιτών κατά πως τους βόλευε, σβήνοντας τα ονόματα πολλών Αθηναίων πολιτών που τα ονόματά των προγόνων τους είχαν καταχωρηθεί από τον Σόλωνα και τον Πεισίστρατο. Σκοπός τους ήταν να εξασφαλίσουν τον πολιτικό έλεγχο και να επαναφέρουν τα αριστοκρατικά ιδανικά. Έτσι το 508 π.Χ. εκλέγουν άρχοντα έναν δικό τους, τον Ισαγόρα. Αλλά υπολόγιζαν χωρίς τον λαό της πόλης των Αθηνών, μια και ο Αλκμεωνίδης Κλεισθένης, γιος της Αγαρίστης από τη Σικυώνα, αρνούμενος να υποταχθεί σε μια τέτοια εξευτελιστική μορφή πολιτεύματος, απευθύνθηκε στο λαό που είχε χάσει τα πολιτικά του δικαιώματα και είχε διαγραφεί από τους καταλόγους, υποσχόμενος να του τα ξαναδώσει. Ο λαός ανταποκρίθηκε. Ναι! ήταν άλλες εποχές τότε, ο λαός ανταποκρινόταν όταν έβλεπε να τον καταδυναστεύουν. Έτσι ο Ισαγόρας εξορίστηκε. Αλλά το βασικό πρόβλημα του Κλεισθένη ήταν να αποτρέψει την επιστροφή των νικημένων και να εγκαταστήσει το λαό στην εξουσία. Να του δώσει δηλαδή να καταλάβει, πια είναι η ειδική θέση του, και να τον ξεκολλήσει από την προσκόλλησή του στην τυραννίδα, που σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να επανέλθει.
Θα τελειώσουμε τούτη τη μικρή αναφορά μας στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής λέγοντας πως, ο Κλεισθένης αποδείχτηκε ένας σπουδαίος πολιτικός και ένας γνήσιος δημοκράτης. Θα ήταν αδικία να μην του αποδώσουμε τον τίτλο του ιδρυτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Αλλά ποιοι ήταν ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, αυτοί οι δυο Αθηναίοι πολίτες που κατάφεραν να υψώσουν το ανάστημά τους και να δολοφονήσουν έναν ηγέτη, για την ακρίβεια έναν τύραννο;



 
Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων. Μαρμάρινο αντίγραφο του χάλκινου πρωτότυπου έργου των γλυπτών Κριτίου και Νησιώτη (477-476 π.Χ.), όπως παρουσιάστηκε σε περιοδική έκθεση στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα.


Αρμόδιος και Αριστογείτων
Ο Αριστογείτων ήταν Αθηναίος πολίτης (Ἀριστογείτων, ἀνὴρ τῶν ἀστῶν, μέσος πολίτης) μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης. Είχε λοιπόν για ερωμένο του (ἐραστὴς ὢν εἶχε αὐτόν) τον όμορφο (ὥρα ἡλικίας λαμπροῦ) και καλοφτιαγμένο Αρμόδιο. Ο νεαρός Αρμόδιος όμως άρεσε και στον Ίππαρχο, τον έναν από τους τυράννους που θα τον πολιορκήσει ερωτικά, για να εισπράξει την άρνηση του Αρμόδιου, που θα μιλήσει γι' αυτή την ερωτική πολιορκία στον εραστή του Αριστογείτονα.
Η ανεπιτυχής συνεχής πολιορκία του νεαρού Αρμόδιου από τον ερωτευμένο Ίππαρχο θα έχει σαν αποτέλεσμα ο τύραννος Ίππαρχος να εκδικηθεί τον Αρμόδιο για την άρνησή του να γίνει εραστής του. Σκαρφίζεται λοιπόν το εξής: Στην κορυφαία γιορτή των Μεγάλων Παναθηναίων καλεί την ανύπαντρη αδελφή του Αρμόδιου να συμμετέχει στην ιερή πομπή ως κανιστροφόρος. Να σημειώσουμε ότι, σε τούτη τη πολύ-πολύ μεγάλη γιορτή της Αθήνας, οι φυλακισμένοι απελευθερώνονταν, επιτρεπόταν στους δούλους να γιορτάζουν κι αυτοί μαζί με τους κυρίους τους, διεξάγονταν αγώνες δρόμου, πολεμικοί χοροί με πλήρη οπλισμό, αθλητικοί αγώνες κ.ά. Σχηματίζονταν μεγάλη πομπή από ελεύθερους πολίτες, ιερείς, αξιωματούχους, εφήβους, κορίτσια, και το λαό λαμπροφορεμένο, έφιππο και πεζό που μετέφεραν διάφορα αντικείμενα και σκεύη για θυσίες. Κεντρικός σκοπός της όλης τελετουργίας ήταν να φέρουν τον πέπλο της θεάς Αθηνάς που είχε υφανθεί και κεντηθεί από επίλεκτα κορίτσια. Αυτή η πομπή περνούσε από την πόλη και ανηφόριζε προς την Ακρόπολη για να καταλήξει μπροστά από το βωμό της θεάς. Οι ενδιαφερόμενοι ας ρίξουν μια ματιά στα ανάγλυφα της ζωφόρου του Παρθενώνα, όπου ο Φειδίας αποθανάτισε μια τέτοια πομπή. Ότι και να πει κανείς γι' αυτό το παγκόσμιο έργο είναι ελάχιστο, γι' αυτό συνεχίζουμε την εξιστόρηση του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα.
Κάνιστρα λοιπόν στις πομπές έφεραν μόνο νεαρές παρθένες. Έτσι ο Ίππαρχος, μπροστά σε όλους, καθώς η πομπή ανηφόριζε για τον βωμό της θεάς πάνω στην Ακρόπολη, προσέβαλλε δημόσια την κοπέλα ότι δεν είναι ικανή να μεταφέρει κάνιστρο και να συμμετέχει στη μεγάλη πομπή, γιατί δεν τις αξίζει τέτοια τιμή, μια και δεν είναι τίμια για γι' αυτό τον υψηλό σκοπό· και την απέπεμψε. Η προσβολή είναι μεγάλη, έτσι ο Αρμόδιος σε συνεργασία με τον Αριστογείτονα αποφασίζουν να εκδικηθούν. Συνωμοτούν παρέα με έναν μικρό κύκλο φίλων να σκοτώσουν τους τυράννους. Πράξη τολμηρή που απαιτεί θάρρος, ανδρεία και ψυχικό σθένος. Η όλη συνωμοσία θα έχει σαν αποτέλεσμα να σκοτώσουν τον Ίππαρχο αλλά να σκοτωθούν και οι δυο εραστές, σχεδόν επιτόπου, από τους δορυφόρους του τυράννου.
Εκεί που πολλοί μπερδεύουν τα πράγματα είναι ότι ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας δεν κατάφεραν να σκοτώσουν και τον τύραννο Ιππία, έτσι ώστε η τυραννία να καταλυθεί άμεσα. Μια και ο Ιππίας μετά το γεγονός αυτό -όπως αναφέραμε παραπάνω- θα σκληρύνει τη στάση του απέναντι στον Αθηναϊκό λαό, για να εξοβελιστεί τελικά τρία χρόνια αργότερα από τους Λακεδαιμόνιους και να καταλήξει στην αυλή του Δαρείου, και, γέρος πια να έρθει πάλι στην Ελλάδα καθοδηγώντας τους Πέρσες, σαν προδότης, όταν αυτοί ήρθαν για πρώτη φορά και κατατροπώθηκαν από τους Έλληνες στον Μαραθώνα.
Την τόλμη του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα ο λαός των Αθηνών δεν θα την ξεχάσει, και θα τους τιμάει σ' ολόκληρη την πορεία της ιστορίας του. Μπορεί βέβαια, να μην κατέλυσαν με την πράξη τους την τυραννία εκείνη τη στιγμή, άνοιξαν όμως το δρόμο να πέσει ο δυνάστης τρία χρόνια μετά. Διατήρησαν θα λέγαμε στη συνείδηση του Αθηναϊκού λαού την αγάπη για τη δημοκρατία· αφύπνισαν τις δημοκρατικές συνειδήσεις.
Η πράξη τους δεν θα αργήσει να γίνει σύμβολο της αθηναϊκής ελευθερίας. Τα εγχειρίδια του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα που εξουδετέρωσαν τον Ίππαρχο, έπληξαν καίρια την τυραννίδα του Ιππία. Η αίσθηση της ελευθερίας δεν μπορούσε πια να καταπιεστεί όσο και αν ο τύραννος έσφιγγε το χαλινάρι της εξουσίας. Οι μέρες του ήταν πια μετρημένες.



 
Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων. Μαρμάρινο αντίγραφο του χάλκινου πρωτότυπου έργου των γλυπτών Κριτίου και Νησιώτη (477-476 π.Χ.), όπως παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια περιοδικής έκθεσης στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο τη; Αθήνας.


Οι τιμές από τον Αθηναϊκό λαό
Η αττική δημοκρατία ύμνησε τους δυο Τυραννοκτόνους ψηφίζοντας ειδικά προνόμια για τους απογόνους τους, αλλά δεν ξέχασε να τιμήσει τους δυο άντρες με την τέχνη και με την ποίηση. Τα αγάλματά τους, έργο του γλύπτη Αντήνορου, στήθηκαν στην αγορά και έχαιραν μεγάλης εκτίμησης από τους δημοκρατικούς πολίτες. Με την περσική εισβολή του 480 π.Χ. στην Αθήνα, μετά την μάχη των Θερμοπυλών, τα αγάλματα αρπάχτηκαν και μεταφέρθηκαν στην Περσία, στα Σούσα. Ο Αρριανός.2 αναφέρει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος τα βρήκε και τα επέστρεψε και πάλι στην γενέτηρά τους. Παρά τις σωζόμενες μαρτυρίες, καμιά περιγραφή τους δεν μας είναι γνωστή, έτσι δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη μορφή τους.
Όταν το αρχικό σύμπλεγμα αρπάχτηκε από τους Πέρσες, δόθηκε παραγγελία στους γλύπτες Κριτίο και Νησιώτη προκειμένου να φιλοτεχνήσουν ένα δεύτερο, επίσης από χαλκό (477-476 π.Χ.). Το σύμπλεγμα αυτό στήθηκε στην αγορά στο ίδιο σημείο και παρέμεινε εκτεθειμένο εκεί καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας όπως μας αναφέρει ο Παυσανίας.3 Αξίζει να αναφέρουμε ότι στις ανασκαφές που έχουν γίνει στην Αγορά της Αθήνας, έχει ανευρεθεί ένα κομμάτι από τη βάση με τμήμα της αναθηματικής επιγραφής του εν λόγω συμπλέγματος. Το σύμπλεγμα αυτό πρέπει να έχαιρε μεγάλης φήμης. Αυτό μας δηλώνει το γεγονός των πολλών μαρμάρινων αντιγράφων που του έγιναν κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Μας σώζεται μάλιστα ένα εξαιρετικά καλά διατηρημένο αντίγραφο που είναι της περιόδου του αυτοκράτορα Αδριανού (2ος αι. μ.Χ.), από την έπαυλή του στο Tivoli.
Πριν τελειώσω εγώ την αφήγησή μου για την ιστορία των Τυραννοκτόνων Αρμόδιου και Αριστογείτονα, και δώσω το λόγο στον Θουκυδίδη, και για να γίνει αντιληπτό το πόσο ο Αθηναϊκός λαός εκτιμούσε τους δυο Τυραννοκτόνους, θα πάω στον Ηρόδοτο.
Βρισκόμαστε λοιπόν πριν από την μεγάλη και κρίσιμη Μάχη του Μαραθώνα και ο Μιλτιάδης προσπαθεί να πείσει τους στρατηγούς ότι η μάχη πρέπει να δοθεί εδώ και τώρα, μια και οι γνώμες είχαν διχαστεί και υπήρχε κίνδυνος να περάσει η άποψη που έλεγε πως τα ελληνικά στρατεύματα -των Αθηναίων και των Πλαταιών για να εξηγούμαστε- δεν έπρεπε να ριψοκινδυνέψουν μια απευθείας σύγκρουση στην πεδιάδα του Μαραθώνα με τις πολλαπλάσιες δυνάμεις των Μηδών.
Και όπως το ακούει αυτό κάποιος, αν βάλει κάτω τη λογική αποκομμένη από οποιοδήποτε συναίσθημα, μοιάζει σαν τη μόνη σωστή επιλογή, τη στιγμή μάλιστα που ο εχθρός είναι άγνωστος, πολεμοχαρής, και βέβαια πολύ μεγαλύτερος σε αριθμό. Αλλά ο Έλληνας και το παράλογο πάνε μαζί -όσοι διαφωνούν ας διαβάσουν το πολύ σπουδαίο έργο του E. R. Dodds, Οι Έλληνες και το παράλογο. Κατά την ψηφοφορία λοιπόν των δέκα στρατηγών το αποτέλεσμα ήρθε ισόπαλο. Πέντε λένε μάχη εδώ και τώρα, και πέντε να περιμένουμε και να μην το διακινδυνεύσουμε. Υπάρχει όμως και μια ενδέκατη ψήφος. Αυτή του Καλλίμαχου. Ο Καλλίμαχος ήταν από τις Αφίδνες, ήταν πολέμαρχος των Αθηνών και είχε εκλεγεί με κλήρο γιατί από παλιά η Αθήνα του είχε δώσει το δικαίωμα να ψηφίζει σαν ίσος μαζί με τους δέκα στρατηγούς. Έμενε λοιπόν η δική του ψήφος για να κριθεί μια από τις σημαντικότερες στιγμές της Ελληνικής Ιστορίας.
Πλησιάζει λοιπόν τον Καλλίμαχο ο Μιλτιάδης και του λέει (αντιγράφω από την Ιστορία του Ηροδότου,4 σε δική μου μετάφραση): «Από σένα εξαρτάται τώρα, Καλλίμαχε, είτε να υποδουλωθεί η Αθήνα, είτε εξασφαλίζοντας της την ελευθερία ν' αφήσεις όσο ζουν άνθρωποι μια τέτοια ανάμνηση που δεν άφησαν ούτε ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων. Γιατί ποτέ ως τώρα, από τότε που υπάρχουν οι Αθηναίοι, δεν αντιμετώπισαν τόσο μεγάλο κίνδυνο. Αν σκύψουν το κεφάλι κάτω από τον ζυγό των Μήδων, τα βάσανα που θα περάσουν, όταν βρεθούν κάτω από την εξουσία του Ιππία, έχουν καθοριστεί από τώρα κιόλας· αν όμως η Αθήνα νικήσει, μπορεί να γίνει πραγματικά η πρώτη πόλη στην Ελλάδα». Για την ιστορία να πούμε πως ο Καλλίμαχος ψήφισε να διεξαχθεί η μάχη εδώ και τώρα. Αυτό και έγινε. Όπως πάλι ο Ηρόδοτος μάς αναφέρει: «ο Αθηναίος πολέμαρχος Καλλίμαχος σκοτώθηκε, αφού έδειξε μεγάλη τόλμη και ανδρεία».
Βλέπει κανείς εδώ, στον Ηρόδοτο, τη σήμαινε για τον λαό των Αθηνών οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων.
Κάπου εδώ, εγώ τελειώνω με την αφήγηση της ιστορίας των δυο Τυραννοκτόνων και τις τιμές που η Αθηναϊκή Δημοκρατία τους έκανε. Στη συνέχεια παραθέτω, χωρίς σχόλια, την ιστορία του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα όπως την καταγράφει ο μεγάλος ιστορικός μας, Θουκυδίδης, (εδώ επέλεξα τη σπουδαία μετάφραση του Παπύρου).



 
 
  Λεπτομέρειες από το σύμπλεγμα «Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων». Μαρμάρινο αντίγραφο του χάλκινου πρωτότυπου έργου των γλυπτών Κριτίου και Νησιώτη (477-476 π.Χ.). Νάπολη, Αρχαιολογικό μουσείο. Φωτο: gayekfansi.blogspot.gr


...και ο Θουκιδίδης5
Τὸ τόλμημα τοῦ Ἀριστογείτονος καὶ τοῦ Ἁρμοδίου ἔγινε διὰ λόγους ἐρωτικούς τοὺς ὁποίους ἐγὼ ἀφοῦ ἐκθέσω λεπτομερῶς, θὰ ἀποδείξω ὅτι οὔτε οἱ ἄλλοι Ἕλληνες οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ Ἀθηναῖοι λέγουν τίποτε τὸ ἀκριβὲς περὶ τῶν ἰδικῶν των τυράννων καὶ περὶ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ. Ὅταν δηλαδὴ ἀπέθανεν ὁ Πεισίστρατος, γέρων πλέων καὶ ἐν τῆ ἀρχῆ εὐρυσκόμενος κατάλαβε τὴν ἐξουσίαν ὄχι ὁ Ἵππαρχος, ὅπως νομίζουν οἱ πολλοί, ἀλλ' ὁ Ἱππίας, ὁ ὁποῖος ἧτο πρεσβύτερος. Τὴν ἰδίαν ἐποχὴν ὁ Ἁρμόδιος ἧτο ὡραιότατος εὑρισκόμενος εἰς τὴν ἀκμὴν τῆς ἡλικίας του· τοῦτον ἠγάπησε καὶ τὸν εἶχεν ὡς ἐρωμένον ὁ Ἀριστογείτων, ἐγχώριος Ἀθηναῖος, ἀνήκων εἰς τὴν μεσαίαν τάξην. Τὸν Ἁρμόδιον προσεπάθησε νὰ τὸν κάμη ἐρωμένον ὁ Ἵππαρχος ὁ υἰὸς τοῦ Πεισιστράτου· ἐκεῖνος ὅμως μὴ δεχθεὶς τὰς προτάσεις του τὸν κατήγγειλεν εἰς τὸν Ἀριστογείτονα. Αὐτὸς λυπηθεὶς κατὰ τρόπον ὑπερβολικὸν ὡς ἐρωτευμένος ποὺ ἧτο, καὶ φοβηθεὶς μήπως ὁ Ἵππαρχος, χρησιμοποιῶν τὴν δύναμίν του, προσεταιρισθῆ διὰ τῆς βίας τὸν Ἁρμόδιον, ἀποφασίζει ἀμέσως, καθ' ὅσον ἠδύνατο ὡς ἐκ τῆς θέσεώς του, νὰ καταλύσει τὴν τυραννίδα. Ἐν τῶ μεταξὺ ὁ Ἵππαρχος, ἐπειδὴ δὲν κατόρθωσε νὰ μεταπείση τὸν Ἁρμόδιον, ἄν καὶ τοῦ ἔκαμε πάλιν ἐρωτικὰς προτάσεις, δὲν ἤθελε νὰ μεταχειρισθῆ βίαν, ἀλλὰ παρεσκευάζετο νὰ τὸν προσβάλη μὲ κάποιον κρυφὸν τρόπον τάχα διὰ κάποιαν ἄλλην ἀφορμὴν καί ὄχι διὰ τὸ ὅτι δὲν ἐδέχθη τὰς προτάσεις του. Ὁ Ἵππαρχος δὲν ἧτο μισητὸς εἰς τοὺς πολλοὺς οὔτε διὰ τὸν τρόπον τῆς ἐξασκήσεως τῆς ἐξουσίας του, τὴν ὁποίαν διερρύθμισε κατὰ τρόπον ποὺ νὰ μὴ διεγείρη τὸν φθόνον. Καὶ διὰ πολὺν χρόνον οἱ τύραννοι αὐτοὶ ἐπέδειξαν ἀρετὴν καὶ σωφροσύνην, καὶ ἐνῶ εἰσέπραττον ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους τὸ εἰκοστὸν μόνον ἀπὸ τὰ εἰσοδήματά των, καὶ τὴν πόλιν ἐκαλλώπισαν καὶ τοὺς πολέμους ἐπιτυχῶς διεξήγαγων καὶ εἰς τὰ ἱερὰ ἔθυον. Κατὰ τὰ ἄλλα ἡ ἴδια ἡ πόλις μεταχειρίσετο τοὺς παλαιοὺς νόμους, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ τύραννοι ἐφρόντιζον πάντοτε νὰ ἀναλαμβάνουν ἀξιώματα ἄνθρωποί τους. Καὶ ἄλλοι ἀπὸ τοὺς Πεισιστρατίδας κατέλαβον τὴν ἀρχὴν τοῦ ἐνιαυσίου ἄρχοντος τῶν Ἀθηνῶν καὶ ὁ Πεισίστρατος, ὁ υἱὸς τοῦ τυράννου Ἱππίου, ἔχων τὸ ὄνομα τοῦ παππού του, ὁ ὁποίος ὡς ἄρχων ἀφιέρωσε τὸν ἐν τῆ ἀγορᾶ εὑρισκόμενον βωμὸν τῶν δώδεκα θεῶν καὶ τὸν βωμὸν τοῦ Ἀπόλλωνος εἰς τὸ ἱερὸν τέμενος τοῦ Πυθίου. Καὶ τὸ μὲν ἐπίγραμμα τοῦ ἐν τῆ ἀγορᾶ βωμοῦ ἐξηφάνησε βραδύτερον ὁ δῆμος Ἀθηναίων ἐπεκτείνας τὴν οἰκοδομήν, ἀλλὰ τὸ ἐπίγραμμα εἰς τὸν βωμὸν τοῦ Πυθίου ἀκόμη καὶ τώρα φαίνεται μὲ ἀμυδρὰ γράμματα καὶ λέγει τὰ ἑξῆς:
«Τὸ μνημεῖον αὐτὸ τῆς ἰδικῆς του ἀρχῆς ὁ Πεισίστρατος, ὁ υἱὸς τοῦ Ἱππίου, ἀφιέρωσεν εἰς τὸ τέμενος τοῦ Πυθίου Ἀπόλλωνος».
Το ὅτι δὲ ὁ Ἱππίας ὡς πρεσβύτερος κατάλαβε τὴν ἀρχήν, τὸ ἐπιβεβαιώνω, διότι ἐξ ἀκοῆς γνωρίζω τοῦτο καλύτερον ἀπὸ ἄλλους, ἀλλά δύναταί τις νὰ τὸ κατανοήση καὶ ἀπὸ τὰ ἑξῆς: Μόνον ὁ Ἱππίας, μεταξὺ τῶν γνησίων ἀδελφῶν, ἀπέκτησε τέκνα, ὅπως φανερώνει καὶ ἡ ἐπὶ τοῦ βωμοῦ ἐπιγραφὴ καὶ ἡ στήλη ποὺ ἐστῆθη εἰς τὴν Ἀκρόπολιν τῶν Ἀθηνῶν περὶ τῆς ἀδικίας τῶν τυράννων, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν ἀναγράφεται κανεὶς υἱὸς τοῦ Θεσσαλοῦ, οὔτε τοῦ Ἱππάρχου, ἐνῶ τοῦ Ἱππίου ἀναγράφονται πέντε, τοὺς ὁποίους ἀπέκτησεν ἀπὸ τὴν σύζυγόν του Μύρριναν θυγατέρα τοῦ Καλλίου, υἱοῦ τοῦ Ὑπεροχίδου· φυσικὸν ἦτο νὰ νυμφευθῆ πρῶτος ὁ πρωτότοκος. Εἰς τὴν ἰδίαν στήλην ὁ Ἱππίας ἀναγράφεται πρῶτος μετὰ τὸν πατέρα του, πολὺ εὐκόλως, ἐπειδὴ ἦτο ὁ προσβύτερος μετ' αὐτὸν καὶ ἔγινε τύραννος. Ἐκτὸς τούτων νομίζω ὅτι δὲν θὰ καταλάμβανε ποτὲ ἀμέσως καὶ εὐκολότερα τὴν τυραννικὴν ἀρχὴν ὁ Ἱππίας, ἐὰν ὁ μὲν Ἳππαρχος ἐφονεύετο κατέχων τὴν ἐξουσίαν, αὐτὸς δὲ ἐγκαθίστατο αὐθημερὸν εἰς τὴν ἀρχὴν. Ἀλλὰ διὰ τὸ ὅτι εἶχεν ἐμπνεύσει εἰς μὲν τοὺς πολίτας τὸν φόβον λόγω τῆς μακρᾶς συνηθείας, εἰς μὲν τοὺς δορυφόρους του τὴν αὐστηρὰν πειθαρχίαν, ἐστερεώθη εἰς τὴν ἀρχὴν μὲ πολὺ μεγαλυτέραν, ἀπὸ ὅσην ἐχρειάζετο, ἀσφάλειαν, καὶ δὲν εὑρέθη εἰς δύσκολον θέσιν, ὡς θὰ εὑρίσκετο ἄν ἦτο νεότερος ἀδελφὸς καὶ δὲν εἶχε λάβει προηγουμένως συνεχῆ πεῖραν τῆς ἀρχῆς. Συνέβη δὲ ὥστε ὁ Ἵππαρχος, γενόμενος ὀνομαστὸς διὰ τὸ ἀτυχὲς πάθημά του, νὰ νομισθῆ ὑστερότερα, ὅτι ἔγινε τύραννος.
Ὁ Ἵππαρχος λοιπὸν προσέβαλε τόν Ἁρμόδιον, ὅπως ἐσκέπτετο, διότι ἀπέρριψε τὰς ἐρωτικάς του προτάσεις. Διότι ἐνῶ εἶχον διατάξει μίαν ἀδελφήν του, ἄγαμον, νὰ ἔλθη εἰς κάποιαν πομπὴν φέρουσα κάνιστρον, τὴν ἀπέπεμψαν λέγοντες ὅτι διόλου δὲν τὴν διέταξαν, ἐπειδὴ δὲν τῆς ἄξιζε. Ἀφοῦ δὲ ὁ Ἁρμόδιος ἡσθάνθη διά τοῦτο μεγάλην προσβολήν, ἐξωργίζετο, ἐξ αἰτίας του, καὶ ὁ Ἀριστογείτων πολὺ περισσότερον. Καὶ ὑπ' αὐτῶν εἶχον γίνει αἱ ἀναγκαῖαι συνεννοήσεις μὲ τοὺς συνεργοὺς των εἰς τὴν πρᾶξιν, ἐπερίμεναν δὲ τὰ μεγάλα Παναθήναια, μόνη μέρα κατὰ τὴν ὁποίαν δὲν ἐπροκάλει ὑποψίας ἡ ἔνοπλος συνάθροισις τῶν συνοδευόντων τὴν πομπὴν πολιτῶν. Εἷχε συμφωνηθῆ νὰ κάμουν ἀρχὴν τῆς πράξεως αὐτοὶ οἱ δύο, οἱ δὲ συνεργοί των νὰ τοὺς βοηθήσουν ἀμέσως εἰς τὸν ἀγῶνα πρὸς τοὺς δορυδόρους. Διὰ λόγους ἀσφαλείας δὲν ἦσαν πολλοὶ οἱ συνομόται, διότι ἤλπιζον ὅτι, καὶ ὅσοι δὲν εἶχον ἐκ τῶν προτέρων γνῶσιν τοῦ πράγματος, ὅσο λίγοι καὶ ἄν τολμήσουν κατὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην, ἐπειδὴ βεβαίως εἶχον ὅπλα, θὰ θελήσουν νὰ τοὺς βοηθήσουν καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν καὶ οἱ ἴδιοι.
Καὶ ὅταν ἤρχισεν ἡ ἐορτή, ὁ μὲν Ἱππίας εὑρίσκετο ἔξω τῆς πόλεως, εἰς τὸν καλούμενον Κεραμεικόν, καὶ μὲ τοὺς δορυφόρους του ἐτακτοποίει τὰς λεπτομερείας τῆς πομπῆς, πῶς ἔπρεπε να προχωρήση, ὁ Ἁρμὸδιος καὶ ὁ Ἀριστογείτων ἔχοντες τὰ ἐγχειρίδια ἐπροχώρουν πρὸς τὴν πρᾶξιν. Ὅταν ὅμως εἶδον ἕνα ἀπὸ τοὺς συνωμότας νὰ συνομιλῆ φιλικῶς μὲ τὸν Ἱππίαν (ὁ δὲ Ἱππίας ἦτο καταδεκτικὸς πρὸς ὅλους), ἐφοβήθησαν νομίσαντες ὅτι κατηγγέλθησαν καὶ ἐντὸς ὀλίγου θὰ συλληφθοῦν. Ἤθελον λοιπὸν πρὶν συλληφθοῦν νὰ τιμωρήσουν πρώτον, ἐὰν ἠδύναντο, αὐτὸν ποὺ τοὺς προσέβαλε καὶ ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου διεκινδύνευον τὰ πάντα, καὶ ὅπως ἦσαν ἐπροχώρησαν ὁρμητικῶς πρὸς τὴν πόλιν καὶ συναντοῦν τὸν Ἵππαρχον πλησίων τοῦ καλουμένου Λεωκορίου. Ἀμέσως ἐπιτεθέντες ἐναντίον του ἀπερισκέπτως καὶ μὰλιστα μὲ ὅσον περισσότερον ὀργὴν ἠδύναντο ὁ μὲν εἷς ἕνεκα τῆς ἐρωτικῆς ἀντιζηλίας, ὁ δὲ ἄλλος ἕνεκα τῆς προσβολῆς ποὺ ἔπαθε, τὸν κτυποῦν ἐπανειλημμένως καὶ τὸν φονεύουν. Καὶ ὁ μὲν Ἀριστογείτων διέφυγε πρὸς στιγμὴν ἀπὸ τὰς χεῖρας τῶν δορυφόρων, διότι ἔτρεξεν ὄχλος πολὺς εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο, συλληφθεὶς ὅμως ἀργότερον ἐφονεύθη κατὰ τρόπον σκληρὸν· ὁ δὲ Ἁρμόδιος ἐφονεύθη ἀμέσως ἐπὶ τόπου.
Ὅταν ἀνηγγέλθη τὸ γεγονὸς εἰς τὸν Ἱππίαν, εὐρισκόμενον εἰς τὸν Κεραμεικόν, αὐτὸς ἐπροχώρησεν ἀμέσως ὄχι εἰς τὸν τόπον ὅπου συνέβη τοῦτο, ἀλλὰ πρὸς τοὺς ἐνόπλους πολίτας τοὺς ἀκολουθοῦντας τὴν πομπὴν, προτοῦ μάθουν τίποτε αὐτοί, διότι ἦσαν μακράν, καὶ λαβὼν τοιαύτην ἔκφρασιν -πλαστὴν- εἰς τὸ πρόσωπόν του, ἀπέναντι τῆς ἐπελθούσης συμφορᾶς, οὕτως ὥστε κανείς δὲν τὸ παρετήρησε, διέταξεν αὐτοὺς νὰ συγκεντρωθοῦν εἰς μίαν τοποθεσίαν, τὴν ὁποίαν τοὺς ἔδειξε, χωρὶς ὅπλα. Καὶ οἱ μὲν πολῖται ἐπῆγαν πρὸς τὰ ἐκεῖ νομίζοντες ὅτι κάτι θὰ τοὺς εἰπῆ, ἐκεῖνος δὲ ἀφοῦ εἶπεν εἰς τοὺς δορυφόρους νὰ ἀρπάσουν τὰ ὅπλα, ἐξεχώρισε ἀμέσως ὅσους ὑποψιάζετο ὡς συνενόχους τῶν δραστῶν καὶ ὅποιον εὕρισκε νὰ ἔχει ἐγχειρίδιον, διότι ἐπεκράτει ἡ συνήθεια νὰ συνοδεύουν τὰς πομπὰς ὡπλισμένοι μόνον μὲ ἀσπίδα καὶ δὸρυ.
Κατὰ τοιοῦτον λοιπὸν τρόπον, ἔνεκα ἐρωτικῆς ἀγανακτήσεως, ἔγινε καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς συνωμοσίας καὶ ἡ παράλογος τόλμη, κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν, ἐκ αἱφνιδίου ὑπερβολικοῦ φόβου τοῦ Ἁρμοδίου καὶ τοῦ Ἀριστογείτονος. Κατόπιν τούτου ἡ τυραννία ἔγινε περισσότερον καταθληπική εἰς τοὺς Ἀθηναίους, καὶ ὁ Ἱππίας κατεχόμενος ἤδη περισσότερον ἀπὸ φόβον ἐφόνευσε πολλοὺς πολίτας καὶ ταυτοχρόνως ἔστρεψε τὴν προσοχήν του πρὸς τὰς ἔξω τῶν Ἀθηνῶν χῶρας, μήπως κάπου εὕρη κάποιαν ἐξασφάλισιν, ἄν ἐγίνετο μεταβολὴ τῆς πολιτικῆς καταστάσεως δι' ἐπαναστάσεως. Δι' αὐτὸ λοιπὸν ἔδωκεν εἰς τὸν Αἰαντίδην, υἱὸν τοῦ Λαμψακηνοῦ Ἱππόκλου, ὡς σύζυγον τὴν θυγατέρα του Ἀρχεδίκην, αὐτὸς ὁ Ἀθηναῖος εἰς ἕνα Λαψακηνόν, ἐπειδὴ κατενόησεν ὅτι αὐτοὶ εἶχον μεγάλην ἰσχύν πλησίον τοῦ βασιλέως Δαρείου. Τῆς Ἀρχεδίκης ὑπάρχει ὁ τάφος εἰς τὴν Λάμψακον μὲ τὸ ἐξῆς ἐπίγραμμα:
«Ἡ σκόνη αὐτὴ κρύβει τὴν Ἀρχεδίκην, θυγατέρα τοῦ Ἱππίου, ἀνθρώπου ὁ ὁποίος ἠρίστευσεν εἰς τὴν Ἑλλάδα μεταξὺ τῶν συγχρόνων του· ἄν καὶ ἦτο κόρη καὶ σύζυγος καὶ ἀδελφὴ καὶ μητέρα τυράννων, ἐν τούτοις δὲν ἀλαζονεύθη δι' αὐτά».
Ἀφοῦ ὁ Ἱππίας ἔμεινεν ἀκόμη τρία ἔτη ὡς τύραννος τῶν Ἁθηναίων καὶ κατὰ τὸ τέταρτον ἐξεθρονίσθη ἀπὸ τοὺς Λακαιδεμονίους καὶ τοὺς ἐξορίστους Ἀλκμαιωνίδας, ἔφυγε κατόπιν συνθηκολογήσεως κατ' ἀρχὰς μὲν εἰς τὸ Σίγειον, κατόπιν δὲ εἰς τὴν Λάμψακον πλησίον του Αἰαντίδου, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ εἰς τὸν βασιλέα Δαρεῖον, ἀπὸ ὅπου, μετὰ εἴκοσιν ἔτη, γέρων πλέον, ἐξορμήσας ἐξεστράτευσε μετὰ τῶν Μήδων εἰς τὸν Μαραθῶνα.

Πηγές


1. Για την σύνταξη και τεκμηρίωση του Ιστορικού πλαισίου αντλήθηκαν στοιχεία από τα παρακάτω βιβλία:
- Μπένγκτσον, Χέρμαν, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, μτφ. Ανδρέα Γαβρίλη, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα, 1979.
- Schuller W. Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, εκδόσεις ΜΙΕΤ. Αθήνα, 2001.
- Botsford & Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, μτφρ. Σωτηρίου Ε. Τσιτσώνη, εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα, 1977.
- H. D. F. Kitto, Οι Έλληνες, μτφρ. Φιλολογική ομάδα Κάκτου, εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα, 2002.
2. [...] πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα κατελήφθη αὐτοῦ, ὅσα Ξέρξης άπὸ τῆς Ἑλλάδος ἄγων ἦλθε, τὰ τὲ ἄλλα καὶ Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος χαλκαῖ εἰκόνες καὶ ταύτας Ἀθηναίοις ὁπίσω πέμπει Ἀλέξανδρος, καί νῦν κεῖνται Ἀθήνησιν ἐν Κεραμεικῶ αἰ εἰκόνες, ἧ ἄνιμεν ἐς πόλιν, καταντιρκὺ μάλιστα τοῦ μητρᾠου, οὐ μακρὰν τῶν Εὐδαμένων τοῦ βωμοῦ. (Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις 3.16.8).
3. Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις - τ. Αττικά, εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1974.
4. Ηρόδοτος, VI, 102-120 σε δική μου μετάφραση.
5. Θουκιδίδου Ιστορία, βιβλίον ΣΤ', μτφ. Φιλ. Παππά, εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 1949.

Κείμενοωτογραφίες: gayekfansi.blogspot.gr.
© κειμένου-φωτογραφιών, gayekfansi.blogspot.gr, με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.



 
Οι Τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων όπως εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο. της Νάπολης, Φωτο: gayekfansi.blogspot.gr

 Λεπτομέρεια του συμπλέγματος των Τυραννοκτόνων Αρμόδιου και Αριστογείτονα. Νάπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο, Φωτο: gayekfansi.blogspot.gr