Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Αρθούρος Ρεμπώ (Arthur Rimbaud, 1854-1891). Αφιέρωμα



Ο Ρεμπώ. Φωτογραφία του Καρζά (Σεπτέμβριος 1871).

  
Τι παράξενα θα σου φανούν όταν πια δε θα 'μαι 'δω, όλα όσα έχεις υποφέρει! Όταν πλέον δε θα 'χεις το μπράτσο μου πάνω από το κεφάλι σου, ούτε την καρδιά μου για αποκούμπι, μήτε τούτα το χείλια πάνω στα μάτια σου. Γιατί θα πρέπει να φύγω μακριά, πολύ μακριά μια μέρα. Πρέπει να βοηθήσω κι άλλους: είναι χρέος μου. Αν και δεν μου είναι καθόλου ευχάριστο ... ακριβή ψυχή μου...
 
Αρθούρος Ρεμπώ, Μια Εποχή στην Κόλαση


Υπογραφή του Ρεμπώ, Σεπτέμβριος 1870.

 
Αρθούρος Ρεμπώ, ο Οραματιστής, ο Ποιητής
Πως να σκιαγραφήσεις ένα πορτρέτο του Ρεμπώ! Τι να πρωτογράψεις γι' αυτόν τον άγγελο που διέσχισε τη γη με το μεθυσμένο του καράβι, περνώντας μέσα από υγρά υπόγεια, σοφίτες, νυχτωμένες ερήμους, ξεχασμένα δάση, αλλά και κάμαρες γεμάτες έρωτα, που πότισε τη ζωή από νωρίς με όλα το νηπενθή φάρμακα, αλκοόλ, χασίς, όπιο, αψέντι.
Πως να μιλήσει κανείς για τον ποιητή που στην ηλικία των είκοσι ετών είχε συγγράψει ένα έργο που άλλοι γράφουν ως τα βαθιά τους γεράματα. Και μετά σιωπή. Μια σιωπή τόσο βαθιά και απέραντη που δεν μπορούμε εύκολα να του τη συγχωρέσουμε. Και τι δεν θα δίναμε για μια συνέχεια. Αν είχε τουλάχιστον βρει το στόχο της η σφαίρα του Βερλαίν, αν είχαμε να μιλήσουμε για μια αυτοκτονία! Αλλά όχι, αυτός επέλεξε να γίνουν αλλιώς τα πράγματα, μοιράζοντας τη ζωή στα δυο. Σε εκείνη του ποιητή, και σε εκείνη του περιπλανώμενου τυχοδιώκτη που τραβά στα πέρατα της γης για να μιλήσει πλέον μόνο με τη σιωπή. Όταν το 1879 ο Delahaye τον επισκέπτεται και τον ρωτά αν ασχολείται πάντα με τη λογοτεχνία, του απαντά: «Δεν την σκέφτομαι πια». Στην αδελφή του θα πει: «Σταμάτησα γιατί αλλιώς θα τρελαινόμουν».
Τούτος ο ακατέργαστος έφηβος, ο έκπτωτος άγγελος, ο προχριστιανός προειδωλολάτρης, γι’ αυτό και τόσο σύγχρονος, θα παραμείνει ο μεγάλος ποιητής που μας λέει ότι θέλει: «Ν' αδράξει την αλήθεια μέσα σε μια ψυχή και σ' ένα σώμα». Μας τονίζει ότι: «Βρέθηκε η αιωνιότητα! Είναι η θάλασσα ανάμικτη με τον ήλιο». Ενώ μας έχει συνταράξει λέγοντας «ΕΓΩ είμαι ένας άλλος». Τούτος ο οραματιστής έζησε πάντοτε «ζητώντας από τη ζωή περισσότερα απ όσα εκείνη μπορούσε να προσφέρει».
«Ήταν» γράφει η Ματθίλδη σύζυγος του Βελαίν στα απομνημονεύματά της, «ένα ψηλό, δυνατό αγόρι, με κόκκινα μάγουλα, ένας χωριάτης. Έμοιαζε με μαθητούδι που είχε μεγαλώσει πρόωρα, γιατί απ' το κοντό πια παντελόνι του φαίνονταν οι πλεχτές μάλλινες κάλτσες της μάνας του. Μαλλιά αγροίκου, δεμένη γραβάτα, ατημέλητο ντύσιμο. Είχε μάτια μπλε, αρκετά όμορφα, αλλά με μια ύπουλη έκφραση, που με επιείκεια τη χαρακτηρίσαμε ντροπαλότητα». Το μεγαλείο του Ρεμπώ είναι αυτό που μας υποχρεώνει αδιάκοπα μαζί του να βάζουμε ξανά σε αμφισβήτηση όχι μονάχα ό,τι πιστεύουμε, ότι ξέρουμε για τον κόσμο, αλλά και τον ίδιο τον κόσμο.
Όμως για να κατανοήσουμε τον Ρεμπώ δεν έχουμε να κάνουμε τίποτ' άλλο από το να διαβάσουμε Ρεμπώ.


Βερλαίν και Ρεμπώ, λεπτομέρεια του πίνακα του Ανρύ Φαντέν-Λατούρ «Η άκρη του τραπεζιού», (1872)


Επτά επιστολές του Αρθούρου Ρεμπώ 
 
Ο Ρεμπώ στο Θεόδωρο ντε Μπανβίλ
Σαρλβίλ (Αρδένες), 24 Μαΐου 1870
Αγαπητέ Δάσκαλε.
Διανύουμε τον μήνα του έρωτα· είμαι δεκαεφτά χρονών. Στην ηλικία των ελπίδων και των χειμερών καθώς λένε, -και να που βάλθηκα παιδί που τ' άγγιξε το δάχτυλο της Μούσας, - συγγνώμη για την κοινοτοπία,- να πω το πιστεύω μου, τις ελπίδες μου, τα αισθήματά μου, όλ' αυτά τα πράγματα που λεν οι ποιητές. Αυτό εγώ τ' ονομάζω ανοιξιάτικη διάθεση. Αν σας στέλνω μερικούς από αυτούς τους στίχους, - τους άφησα στον Αλφ. Λεμέρ, τον καλό εκδότη – είναι γιατί αγαπώ όλους τους ποιητές, όλους τους καλούς Παρνασσιακούς, ερωτευμένος με την ιδανική ομορφιά. Έτσι γιατί στο πρόσωπό σας αγαπώ, πολύ απλοϊκά, έναν απόγονο του Ροσσάρ, έναν αδελφό των δασκάλων μας του 1830. Έναν αληθινό ρομαντικό, έναν αληθινό ποιητή. Να γιατί. - Μα δεν είναι κουτό;
Σε δύο χρόνια, σ' ένα ίσως, θα είμαι στο Παρίσι. Κι εγώ κύριοι εκδότες ανήκω στους Παρνασσιακούς! - Δεν ξέρω τι έχω να δω να ... που θέλει ν' ανυψωθεί...-
Ορκίζομαι, αγαπητέ Δάσκαλε, ότι θα λατρεύω πάντα τις δύο Θεές, τη Μούσα και την Ελευθερία.
Μη σταρβομουτσουνιάσεται καθώς θα διαβάζεται αυτούς τους στίχους:... Θα τρελαινόμουν από χαρά και ελπίδα αν δίνατε, αγαπητέ Δάσκαλε, στο ποίημά μου που επιγράφεται «Credo in Unam» μια μικρή θέση ανάμεσα στους Παρνασσιακούς... στην τελευταία σειρά του Παρνασσού: Θα εξέφραζε το πιστεύω των ποιητών!... Ω! Τρελή φιλοδοξία!
Αρθούρος Ρεμπώ
Τα όμορφα καλοκαιρινά βράδια θα πάρω τους δρόμους.
...............................................................................................................
20 Απριλίου 1870 Α.Ρ.
Στο γαλήνιο κατάμαυρο κύμα όπου κοιμούνται τ' αστέρια
...............................................................................................................
15 Μαΐου 1870 Αρθούρος Ρεμπώ
Ο ήλιος, η εστία της τρυφερότητας και της ζωής.
...............................................................................................................
29 Απριλίου 1870 Αρθούρος Ρεμπώ
Ας έβρισκαν αυτοί οι στίχοι κάποια θέση στο σύγχρονο Παρνασσό! Δεν εκφράζουν το πιστεύω των ποιητών;
- Δεν είμαι γνωστός· μα τι σημασία έχει; Οι ποιητές είναι αδέλφια. Αυτοί οι στίχοι πιστεύουν· αγαπούν· ελπίζουν: αυτό αρκεί.
- Αγαπητέ μου, Δάσκαλε; Βοηθήστε με λίγο ν' ανέβω! Είμαι νέος. Δώστε μου το χέρι σας...

(αρ.) Λεπτομέρεια του πίνακα «Η άκρη του τραπεζιού»
(δε.) Σκηνή από την ταινία «Καταραμένη σχέση».

Ο Ρεμπώ στον Ζωρζ Ιζαμπάρ
Σαρλβίλ, 25 Αυγούστου 1870
Κύριε,
Τι ευτυχής, εσείς που δεν μένετε πια στη Σαρλβίλ! Η πόλη που γεννήθηκα ξεπερνάει σε ηλιθιότητα όλες τις άλλες επαρχιακές πόλεις. Καθώς βλέπεται, δεν έχω πια ψευδαισθήσεις. Γιατί η πόλη μου, βρίσκεται πλάι στο Μεζιέρ, -μια πόλη που κανείς δεν μπορεί να βρει, - και στους δρόμους της σεργιανάνε καμιά διακοσαριά-τρακοσαριά φαντάροι, ένας κόσμος μισοκακόμοιρος που χειρονομεί και καυχιέται ότι είναι μαχαιροβγάλτης, που δεν έχει καμιά σχέση με τους πολιορκημένους του Μετς και του Στρασβούργου! Τι φοβερό! [...] Η παρτίδα μου ξεσηκώνεται!... Εγώ προτιμώ να τη βλέπω να κάθεται στα αυγά της.
Όχι πολεμικές προετοιμασίες! Αυτό πιστεύω.
Τa 'χω χαμένα, είμαι άρρωστος, εξοργισμένος, ταραγμένος· ονειρευόμουν ατέλειωτους περιπάτους, να κάνω ηλιοθεραπεία, να 'χω ώρες αργίας, ταξίδια, περιπέτειες, κοντολογίς μποέμικη ζωή· κυρίως ονειρευόμουν εφημερίδες, βιβλία... Τίποτα! Τίποτα απ' όλα αυτά! Ο ταχυδρόμος δεν στέλνει πια τίποτα στους βιβλιοπώλες. Τι όμορφα που μας κοροϊδεύει το Παρίσι... ούτε ένα καινούργιο βιβλίο: αυτό ισοδυναμεί με θάνατο! [...] Ωραία πράγματα!... να είσαι εξόριστος μέσα στην ίδια σου την πατρίδα!!! [...]
Διάβασα όλα σας τα βιβλία, όλα· εδώ και τρεις μέρες ξανάπιασα τις δοκιμές, κι ύστερα τις Σταχυομαζώχτρες. -Ναι το ξαναδιάβασα και αυτό! Κι ύστερα τίποτα!... Τίποτα πια η βιβλιοθήκη σας, η τελευταία μου σανίδα σωτηρίας, έχει εξαντληθεί!...
Ο Δον Κιχώτης, βγήκε στην επιφάνεια· χτες, επί δύο ώρες ξανακοίταζα τις ξυλογραφίες του Ντορέ: Τώρα δεν έχω πια απολύτως τίποτα! [...]
Α. Ρεμπώ
 
Ο Ρεμπώ και ο Βερλαίν στο Λονδίνο, σχέδιο του F. Régamey.

Ο Ρεμπώ στον Ζωρζ Ιζαμπάρ
Παρίσι, 5 Σεπτεμβρίου 1870
Αγαπητέ Κύριε,
Αυτό που με συμβουλέψατε να μην κάνω, το 'κανα: Πήγα στο Παρίσι εγκαταλείποντας το σπίτι μου. Έκανα αυτό το κατόρθωμα στις 29 Αυγούστου.
Με συνέλαβαν καθώς κατέβαινα απ' το βαγόνι γιατί δεν είχα δεκάρα και χρωστούσα δεκατρία φράγκα για το εισιτήριο· με πήγαν στο τμήμα και σήμερα περιμένω την δικαστική απόφαση στο Μαζάς! Αχ! Ελπίζω σε σας σα να 'σαστε μητέρα μου. Πάντα σταθήκατε αδελφός για μένα. Σας ζητώ επίμονα τη βοήθεια που μου προσφέρατε. Έγραψα στη μητέρα μου, στον εισαγγελέα, στον διευθυντή της αστυνομίας της Σαρλβίλ· αν δεν έχετε κανένα νέο μου μέχρι την τετάρτη, πριν απ' το τραίνο που φεύγει από το Ντουαί για το Παρίσι, πάρτε αυτό το τραίνο, ελάτε εδώ να με υπερασπιστείτε εγγράφως, ή εμφανιστείτε στον εισαγγελέα, παρακαλώντας, εγγυώμενος για μένα, πληρώνοντας ο χρέος μου! [...] Κάντε τα πάντα! Σας αγαπώ σαν αδελφό μου, θα σας αγαπώ σαν πατέρα μου.
Σας σφίγγω το χέρι.
Ο ταλαίπωρος
Αρθούρος σας Ρεμπώ
[φυλακισμένος] στο Μαζάς
(Αν καταφέρετε και με βγάλετε απ' τη φυλακή, θα με πάρετε στο Ντουαί, μαζί σας)

Πορτρέτο του Ρεμπώ από τον Βερλαίν.

Ο Ρεμπώ στον Ζωρζ Ιζαμπάρ
Σαρλβίλ 2 Νοεμβρίου 1870
Κύριε,
Ξαναγύρισα στη Σαρλβίλ, την επομένη που χωρίσαμε. Η μητέρα μου με υποδέχτηκε, και να 'μαι πάλι εδώ, τεμπελχανεύοντας. Η Μητέρα μου δεν θα με κλείσει σε οικοτροφείο πριν τον Γενάρη του 71.
Ε λοιπόν! Κράτησα την υπόσχεσή μου. Μ' εξουθενώνει, με διαλύει η αηδία, η ασχήμια, η μονοτονία. Τι τα θέλετε. Το 'χω βάλει φοβερό πείσμα να λατρέψω την απόλυτη ελευθερία, κι ένα σωρό άλλα πράγματα που «είναι για λύπηση», έτσι δεν είναι; Ήταν να ξαναφύγω. Σήμερα. Μπορούσα να φύγω: Είχα φορέσει τα καλά μου ρούχα, θα πούλαγα το ρολόι μου, και ζήτω η ελευθερία: -Όμως έμεινα! Έμεινα! Αν και θα 'θελα να ξαναφύγω.-Εμπρός βάλε το καπέλο, το πανωφόρι σου, και με τα χέρια στις τσέπες, δίνε του!- Αλλά θα μείνω, θα μείνω. [...] Πρέπει να κάνω κάτι για σας, θα πεθάνω για να το κάνω, -σας δίνω το λόγο μου-.- Έχω ακόμα ένα σωρό πράγματα να πω...
Αυτός ο «άκαρδος»
Αρθούρος Ρεμπώ

Ο Ρεμπώ, σχέδιο του Βερλαίν

Ο Ρεμπώ στον Ζωρζ Ιζαμπάρ
Σαρλβίλ 13 Μαΐου 1871
[...] Τώρα κυλιέμαι μέσα στο βούρκο. Γιατί; θέλω να είμαι ποιητής, και προετοιμάζομαι να γίνω Οραματιστής: Δεν θα καταλάβετε τίποτα, και 'γω πάλι δεν μπορώ να σας εξηγήσω. Πρέπει να φτάσουμε στο άγνωστο με την αποδιοργάνωση όλων των αισθήσεων. Οι οδύνες είναι τεράστιες, πρέπει όμως να είναι κανείς δυνατός, γεννημένος ποιητής, κι εγώ έχω βεβαιωθεί πως είμαι ποιητής. Δεν είναι δικό μου το λάθος. Δεν είναι σωστό να λέμε: Σκέφτομαι: θα έπρεπε να λέμε με σκέφτονται. - Συγγνώμη για το λογοπαίγνιο.
ΕΓΩ είμαι ένας άλλος. Τόσο το χειρότερο για το ξύλο που έγινε βιολί, και περιφρονεί τους αδαείς, που λογομαχούν για κάτι που το αγνοούν ολότελα. [...]
Σας καλημερίζω από τα βάθη της καρδιάς μου.
Aρ. Ρεμπώ


Ανρύ Φαντέν-Λατούρ (Henri Fantin-Latour) «Η άκρη του τραπεζιού» (1872), Μουσείο Ορσαί Παρίσι

Ο Ρεμπώ στον Paul Demany
Σαρλβίλ 15 Μαΐου 1871
[...] Η πρώτη διδαχή του ανθρώπου που θέλει να είναι ποιητής, είναι το απόλυτο γνώθι σ' αυτόν. Αναζητεί την ψυχή του, την περιεργάζεται, την δοκιμάζει, την μελετάει. Κι αφού την γνωρίσει, το χρέος του είναι να την καλλιεργήσει. Αυτό φαίνεται απλό: σε κάθε μυαλό επιτελείται μια φυσική εξέλιξη. Ένα σωρό εγωιστές αυτοανακηρύχνονται συγγραφείς. Άλλοι πάλι καυχώνται για την διανοητική τους πρόοδο. [...]
Λέω ότι πρέπει να είσαι οραματιστής, να γίνεις οραματιστής. Ο ποιητής γίνεται οραματιστής με μια μακροχρόνια, απέραντη και λελογισμένη αποδιοργάνωση όλων των αισθήσεων. Σ' όλες τις μορφές: Του έρωτα, της οδύνης, της τρέλας. Αναζητεί τον εαυτό του, εξαντλεί μέσα του όλα τα δηλητήρια, κρατώντας μονάχα την πεμπτουσία. Ανείπωτο βασανιστήριο, όπου έχει ανάγκη όλη την πίστη, όλη την υπεράνθρωπη δύναμη, για να γίνει ο μεγάλος ασθενής, ο μέγας εγκληματίας, ο μεγάλος καταραμένος, - και ο υπέρτατος Σοφός! - Γιατί φτάνει στο άγνωστο! Αφού καλλιέργησε την ψυχή του είναι τώρα πια πλούσιος, πλουσιότερος απ' όλους! Φτάνει στο άγνωστο κι όταν, ξετρελαμένος πια, κοντεύει θαρρείς να χάσει το νόημα των οραμάτων του, τότε τα βλέπει όλα πια! Ας συντριβεί μέσα στο άλμα του από ανήκουστα και ακατονόμαστα πράγματα. Άλλοι τρομεροί εργάτες θα ακολουθήσουν, ξεκινώντας απ' τους ορίζοντες όπου αυτός έχει βυθιστεί!! [...]
Λοιπόν ο ποιητής είναι στ' αλήθεια κλέφτης φωτιάς... Είναι φορτωμένος με την ανθρωπότητα, ακόμα και με τα ζώα. Πρέπει να βρει έναν τρόπο, ώστε οι άλλοι να αισθανθούν, ν' αγγίξουν, ν' ακούσουν αυτά που ανακάλυψε. Αν αυτό που ανασύρει από τα βάθη έχει μορφή, του δίνει και κείνος μορφή· αν είναι άμορφο, το αποδίδει άμορφο. Πρέπει να εφεύρει μια γλώσσα. Άλλωστε, αφού ο λόγος είναι και ιδέα, θά 'ρθει η εποχή μιας παγκόσμιας γλώσσα. [...]
Α. Ρεμπώ
 
Πορτρέτο του Ρεμπώ από τον Βερλαίν.

Ο Ρεμπώ στον Βερλαίν
Λονδίνο, Παρασκευή απόγευμα
[4 Ιουλίου 1873]
Γύρισε, γύρισε, ακριβέ φίλε, μοναδικέ φίλε, γύρισε. Στ' ορκίζομαι πως θα είμαι καλός. Αν υπήρξα γκρινιάρης μαζί σου δεν ήταν παρά ένα πεισματάρικο αστείο και μετανιώνω όσο δεν μπορείς να φανταστείς. Γύρισε, θα ξεχαστούν όλα γρήγορα. Τι δυστυχία να πιστέψεις σ' αυτό το αστείο. Δεν σταμάτησα να κλαίω εδώ και δυο μέρες. Γύρισε. Θάρρος, ακριβέ μου φίλε. Τίποτα δεν χάθηκε. Δεν έχεις παρά να ξανακάνεις το ταξίδι. Θα ξαναφτιάξουμε τη ζωή μας εδώ με θάρρος και υπομονή. Αχ! Σε ικετεύω. Είναι για το καλό σου άλλωστε. Γύρισε, θα ξαναβρείς εδώ όλα σου τα πράγματα. Ελπίζω να καταλαβαίνεις τώρα πως δεν υπήρχε τίποτα αληθινό στη συζήτησή μας. Ω, η φρικτή στιγμή! μα κι εσύ, σαν σου ‘κανα νόημα να κατεβείς απ΄το πλοίο, γιατί δεν ερχόσουνα; Zήσαμε δυο χρόνια μαζί για να φτάσουμε ως εδώ; Tι θα κάνεις; Αν δεν θέλεις να γυρίσεις, θέλεις μήπως να ‘ρθω να σε βρω εκεί όπου βρίσκεσαι;
Nαι, το λάθος ήτανε δικό μου.
Ε, δεν θα με ξεχάσεις, έτσι;
Όχι δεν μπορείς να με ξεχάσεις.
Εγώ, σ’ έχω πάντα εδώ.
Έλα, απάντησε στο φίλο σου, μήπως δεν πρέπει πια να ζούμε μαζί;
Θάρρος, απάντησέ μου γρήγορα.
Δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ πέρα.
Ν’ ακούσεις μοναχά αυτό που σου λέει η καρδιά σου.
Γρήγορα λέγε αν πρέπει νάρθω να σε βρω.
Δικός σου για όλη τη ζωή.
Ρεμπώ
Απάντησε γρήγορα, δεν μπορώ να μείνω εδώ αργότερα απ' τη Δευτέρα το βράδυ. Είμαι πάλι απένταρος, αυτό το γράμμα δεν μπορώ να το ταχυδρομήσω. Εμπιστεύτηκα στο Vermersch τα βιβλία και τα χειρόγραφά σου.
Αν είναι να μη σε ξαναδώ πια θα καταταγώ εθελοντής στο ναυτικό ή στο στρατό.
Ω γύρισε, κλαίω όλες τις ώρες. Πες να σε ξαναβρώ, και θα ‘ρθώ, πες μου το, τηλεγράφησέ μου. - Πρέπει να φύγω Δευτέρα βράδυ, πού πας, τι σκοπεύεις να κάνεις;
Πηγές:

 «Arthur Rimbaud-Paul Verlaine Αλληλογραφία 1871-1875», εκδόσεις Ερατώ, 1994.
«Γράμματα του Αρθούρου Ρεμπώ», εκδόσεις Νεφέλη, 1984.

Leonardo DiCaprio (Ρεμπώ) και David Thewlis (Βερλαίν) στην ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse, 1995) της Ανιέσκα Χόλαντ (Agnieszka Holland) 


Αρθούρος Ρεμπώ-Πωλ Βερλαίν, μια παθιασμένη σχέση
Ο Ρεμπώ στέλνει την πρώτη επιστολή στον Βερλαίν το 1971 σε ηλικία 17 ετών, αφού είναι ένας ποιητής τον οποίο θαυμάζει. «Έλα αγαπημένε, σε καλούμε και σε περιμένουμε»,1 θα του απαντήσει ο Βερλαίν. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1871 ο Βερλαίν συναντά τον έφηβο Αρθούρο Ρεμπώ. Ο ερχομός του Ρεμπώ στο Παρίσι βρίσκει τον Βερλαίν σε πολύ κακή στιγμή αφού, είναι παντρεμένος προ τριμήνου, μένει με τα πεθερικά του και περιμένει παιδί. 'Ετσι θα τον υποδεχθεί και θα τον φιλοξενήσει στο σπίτι του πεθερού του για δεκαπέντε μέρες. Φυσικά ο Βερλαίν δεν μπορεί να συνέλθει καθώς βλέπει τον μικρό ντροπαλό Αρθούρο με τα αγγελικά χαρακτηριστικά μπροστά του. Ο έρωτας είναι ακαριαίως. Η αρχική φιλία γρήγορα μετατρέπεται σε φλογερό δεσμό, μια σειρά φράσεων και υπονοούμενων στην επιστολή του Βερλαίν στον Ρεμπώ με ημερομηνία 2 Απριλίου 1872, το μαρτυρούν: «[...] Οπωσδήποτε θα ξαναειδωθούμε! Πότε; Ας περιμένουμε λίγο! Σκληρές αναγκαιότητες! Άχαρες περιστάσεις! -έστω! Και σκατά και στις μεν, σκατά και στις δε. Όπως σκατά και σε Μένα! - και σε Σένα! [...] Και ποτέ να μην περάσει η ιδέα από το μυαλό σου ότι θα σε εγκαταλέιψω. -Remember! Θυμητικό Δικός σου P.V. Και να μου γράψεις σύντομα! Και να μου στείλεις τους παλιούς σου στοίχους και τις καινούργιες προσευχές σου. - Εν τάξει Rimbaud;».2
 
Σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

Η όλη συμπεριφορά του Ρεμπώ θα αναγκάσει τους οικοδεσπότες του να τον διώξουν, έτσι ο Βερλάιν του νοικιάζει μια σοφίτα. Η εξεγερμένη, άρρυθμη, μποέμικη και ριψοκίνδυνη ζωή του Ρεμπώ γοητεύει τον Βερλαίν. Έτσι παίρνει την απόφαση να αφήσει γυναίκα και παιδί και να τον ακολουθήσει. Οι αντιδράσεις της γυναίκας του που του ζητά διαζύγιο, αναγκάζουν τον Ρεμπώ να γυρίσει πίσω στη Σαρλβίλλ τον Μάρτιο του 1872. Τα σχόλια των εφημερίδων και τα υπονοούμενα δίνουν και παίρνουν, ένα περιοδικό της εποχής αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ο ποιητής Βερλαίν εμφανίστηκε α λα μπρατσέτα με τη δεσποινίδα Ρεμπώ». Ο χωρισμός είναι οδυνηρός για τον Ρεμπώ όπως μαρτυρά η επιστολή που έστειλε στον Βερλαίν τον Απρίλιο. Ο Βεραίν εξακολουθεί να του γράφει και του συστήνει υπομονή: «[...] λοιπόν να μ' αγαπάς να φυλάγεσαι και έχεις εμπιστοσύνη. Όντας πολύ αδύναμος έχω μεγάλη ανάγκη από καλοσύνες. [...] Μα πότε διάβολε θα ξεκινήσουμε για κείνο το δρόμο του μαρτυρίου, ε; [...] μόλις φτάσεις να με σφίξεις αμέσως με τρόπο που να μην τραντάξω, - και θα τα καταφέρεις τόσο καλά! [...]»3


Σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

Στις 7 Ιουνίου του 1872 φεύγουν μαζί στο Βέλγιο. Η μποέμικη περιπέτεια έχει αρχίσει. Τον ίδιο μήνα η Ματθίλδη έρχεται στο Βέλγιο και επιχειρεί να συμφιλιωθεί μαζί του. Ο Βερλαίν την ακολουθεί μέχρι τα σύνορα αλλά εκεί την εγκαταλείπει και γυρνά στον Ρεμπώ. Οι δυο φίλοι εξακολουθούν να ζουν στις Βρυξέλλες, όπου, σύμφωνα με μιαν αστυνομική αναφορά, «χαίρονται φανερά τον έρωτά τους», μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου οπότε μπαρκάρουν από την Οστάνδη για το Λονδίνο. Εκεί οι ποιητές θα γίνουν θιασώτες μιας μποέμικης ζήσης με τρελλά μεθύσια. Η ζωή τους εξελίσσεται στην ουσία σε μια οργανωμένη και ηθελημένη φυγή από την πραγματικότητα. Εκεί όμως θα αρχίσουν και τα πρώτα ρήγματα στη σχέση του.
Τέλη Νοεμβρίου ο Ρεμπώ φεύγει για το Παρίσι και τη Σαρλβίλλ. Ο Βερλαίν μόνος στο Λονδίνο αρρωσταίνει νομίζει ότι θα πεθάνει και τον καλεί κοντά του. Ο Ρεμπώ επιστρέφει στις 2 Ιανουαρίου του 1873. Στις 4 Απριλίου αναχωρούν και οι δυο για το Βέλγιο. Ο Ρεμπώ πάει να δει τους δικούς του στη Ρος, εκεί θα αρχίσει τη συγγραφή του Μια εποχή στην κόλαση. Ο Βερλαίν μένει στη Ζεονβίλλ, στο βελγικό Λουξεμβούργο, απ’ όπου και στέλνει στον Lapelletier τα χειρόγραφα της συλλογής του Ρομάντζες χωρίς Λόγια, (Romances sans paroles) μαζί με την αφιέρωση στον Ρεμπώ: «[...] Επιμένω πολύ στην αφιέρωση στον Ρεμπώ. Κατ' αρχάς σαν διαμαρτυρία, έπειτα γιατί οι στίχοι αυτοί έγιναν όταν ήταν αυτός κοντά και με πίεζε πολύ να τους γράψω, προπάντων σαν ένδειξη ευγνωμοσύνης για την αφοσίωση και την στοργή που μου έδειξε πάντα και ειδικά όταν κόντευα να πεθάνω. Δεν πρέπει η δίκη αυτή να με κάνει αχάριστο. Κατάλαβες;».4
Στον Ρεμπώ γράφει: «Για την ώρα σε φιλώ πολύ και βασίζομαι σε μια πολύ προσεχή συνάντηση που μ' αφήνεις να ελπίζω γι' αυτή τη βδομάδα. Μόλις μου κάνεις νόημα θα τρέξω. Αδελφέ μου, (αδελφός – απλώς) ελπίζω. Όλα θα πάνε καλά θα ευχαριστηθείς. Σύντομα λοιπόν! Να γράψεις γρήγορα θα έχεις σύντομα τα αποσπάσματά σου. Είμαι το δικό σου (πάντα ανοιχτό μουνί), δεν έχω εδώ μπροστά μου τα ανώμαλά μου ρήματα [...]».5

Σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

Στις 25 Μαΐου, αναχωρούν πάλι για το Λονδίνο. Η συμβίωσή του πάλι είναι γεμάτη καυγάδες. Στις 3 Ιουλίου ο Βερλέν παίρνει το πρώτο πλοίο για την Αμβέρσα. Πάνω στο πλοίο γράφει στον Ρεμπώ για την φυγή του αναγγέλλοντάς του τη διάλυση του δεσμού τους. Απελπισμένος ο Ρεμπώ του γράφει: «Γύρνα, γύρνα ακριβέ μου φίλε, μοναδικέ φίλε γύρνα. Σου ορκίζομαι: θα είμαι καλός. Ήμουνα μαζί σου κατσούφης, γιατί πεισμάτωσα για ένα αστείο, και τώρα το χιλιομετανιώνω. Γύρνα, όλα θα ξεχαστούν γρήγορα. Τι δυστυχία να πιστέψεις σ' αυτό το αστείο. Δυο μέρες τώρα δεν κάνω άλλο παρά να κλαίω. Γύρνα. Δείξε θάρρος ακριβέ μου φίλε. Τίποτα δεν χάθηκε. [...] Ζήσαμε δυο χρόνια μαζί για να καταντήσουμε σ' αυτό το χάλι; Τι θα κάνεις; Αν δεν θες να έρθεις εδώ, θες να' ρθω να σε βρω εγώ εκεί που βρίσκεσαι; Ναι, εγώ είχα άδικο. Ω, δεν θα με ξεχάσεις. Εγώ σ' έχω πάντα κοντά μου. Μόλα αποκρίσου στο φίλο σου, μήπως δεν πρέπει πια να ζήσουμε μαζί; Και στην επιστολή με ημερομηνία 5 Ιουλίου 1873 του γράφει: [...] Η μόνη αληθινή κουβέντα είναι: γύρνα, θέλω να είμαι μαζί σου, σε αγαπώ. Άκουσέ με, δείξε θάρρος, και τότε θα φερθείς με ειλικρίνεια. Διαφορετικά σε οικτείρω. Αλλά, σ' αγαπώ, σε φιλώ, και θα ξαναειδωθούμε».6

Σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

Στις 8 Ιουλίου καλεί, με τηλεγράφημά του τον Ρεμπώ που φτάνει το ίδιο βράδυ. Ο Ρεμπώ του ανακοινώνει την απόφασή του να τον εγκαταλείψει και να εγκατασταθεί μόνιμα στο Παρίσι. Ο Βερλαίν αρνείται να τον αποχωριστεί προσπαθεί να τον πείσει να μείνει κοντά του, έτσι, κατά τη διάρκεια της ζωηρής λογομαχίας ο Βερλάιν πυροβολεί τον Ρεμπώ δύο φορές, τραυματίζοντάς τον ελαφρά στο χέρι. Ο Ρεμπώ αποκήρυξε κάθε ποινική δίωξη εναντίον του φίλου του. Αλλά ενώ ο Βερλαίν συνόδευε τον Ρεμπώ στο σταθμό απ’ όπου θα αναχωρούσε για το Παρίσι, παρεξηγώντας μια κίνηση του Βερλαίν και νομίζοντας ότι ήθελε να τον δολοφονήσει, άρχισε να καλεί σε βοήθεια, έτσι κάποιος αστυφύλακας τους οδήγησε στο τμήμα. Εκεί ο Ρεμπώ είπε για την προ ημερών απόπειρα του φίλου του εναντίον του. Ο Βερλαίν θα καταδικαστεί σε δυο χρόνια φυλακή, αφού οι δικαστές επέβαλαν το ανώτατο της ποινής, επιδιώκοντας να στιγματίσουν την απαράδεκτη για την εποχή ομοφυλοφιλία του. Ο Βερλαίν θα την εκτίσει στη Μονς. 

Σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

Δυο μήνες μετά ο Ρεμπώ εκδίδει το Μια Εποχή στην Κόλαση. Τον Μάιο του 1874 εκδίδονται οι Ρομάντζες χωρίς Λόγια του Βερλαίν χωρίς την αφιέρωση στον Ρεμπώ. Ο Βερλαίν μέσα στη φυλακή θα προσηλυτιστεί στον καθολικισμό. Όταν στις 16 Ιανουαρίου 1875 αποφυλακίζεται, περνά δυο μέρες στη Στουτγάρδη παρέα με τον Ρεμπώ. «Ο Βερλαίν έφτασε εδώ τις προάλλες, μ’ ένα κομπολόι προσευχής στα χέρια… Τρεις ώρες μετά απαρνήθηκε το Θεό και κάναμε να ματώσουν οι 98 πληγές του Ν.Σ. […]».7
Οι συζητήσεις τους για άλλη μια φορά είναι βίαιες, έτσι ο Ρεμπώ αναχωρεί για το Λονδίνο όπου θα μείνει για κάποιο διάστημα (Στικνεϋ, Λινκλσάι) και θα διδάξει.
Τον Δεκέμβριο, με επιστολή του στον Ρεμπώ, ο Βερλαίν, δίνει οριστικό τέλος στις σχέσεις τους. Οι δυο άντρες δεν θα ειδωθούν ποτέ ξανά.

Σημειώσεις:

1. Γράμμα του Βερλαίν στον Ρεμπώ, Arthur Rimbaud-Paul Verlaine «Αλληλογραφία 1871-1875», εκδόσεις Ερατώ, 1994.
2. Όπως προηγούμενο.
3. Όπως προηγούμενο.
4. Όπως προηγούμενο.
5. Γράμμα του Βερλαίν στον Ρεμπώ, οι λέξεις στις παρενθέσεις είναι στα αγγλικά, Arthur Rimbaud-Paul Verlaine «Αλληλογραφία 1871-1875», εκδόσεις Ερατώ, 1994.
6. Γράμμα του Ρεμπώ στον Βερλαίν, «Γράμματα του Αρθούρου Ρεμπώ», εκδόσεις Νεφέλη, 1984.
7. Γράμμα του Ρεμπώ στον Ernest Delahaye, «Arthur Rimbaud-Paul Verlaine Αλληλογραφία 1871-1875», εκδόσεις Ερατώ, 1994.


Πορτρέτο του Ρεμπώ από τον Paul Demany

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΟΥΡΟΥ ΡΕΜΠΩ
1854. 20 Οκτωβρίου: Ο Jean-Nicolas-Arthur Rimbaud γεννήθηκε στη Σαρλβίλ (Charleville), μια μικρή κωμόπολη στα βελγικά σύνορα (στις Αρδέννες). Είναι ο δευτερότοκος γιος του Frédéric Rimbaud, λοχαγού του πεζικού, και της Vitalie Cuif, κόρης ενός εύπορου αγρότη από τη Roche, κοντά στη Charleville μεγαλωμένη με αυστηρή ανατροφή. Ο πατέρας του μεταξύ άλλων είχε μεταφράσει το Κοράνι(!) στα γαλλικά πράγμα που χρησίμευε αργότερα στον Αρθούρο. Ο γάμος των γονιών του Rimbaud δεν ήταν πετυχημένος. Ο λοχαγός Rimbaud, που δεν συνεννοούνταν καλά με τη γυναίκα του, κάνει σύντομες εμφανίσεις στη Σαρλβίλ και παίρνει από νωρίς τη σύνταξή του στην Ντιζόν. Ο Αρθούρος έχει έναν αδελφό μεγαλύτερο κατά έναν χρόνο, τον Φρειδερίκο, και δύο νεότερες αδελφές: τη Βιταλία (γεννημένη το 1858) και την Ισαβέλλα (γεννημένη το 1860).
1862. Ο Rimbaud φοιτά χωρίς να είναι οικότροφος στα Εκπαιδευτήρια Rossat στη Σαρλβίλ. Εργάζεται επίμονα και αποκτά πολυάριθμα βραβεία. Κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς 1862-1863, γράφει ένα είδος «φαντασίας» που σώζεται και που πιστοποιεί την πρωιμότητά του και το ανεξάρτητο πνεύμα του.
1865. Ο Rimbaud μετά τις διακοπές του Πάσχα, μπαίνει στην έβδομη τάξη στο κολλέγιο της Σαρλβίλ και περνά στην έκτη τον Οκτώβριο. Λίγο αργότερα μετάλαβε για πρώτη φορά.

Ο Ρεμπώ στην πρώτη του κοινωνία.

1866. Τον Οκτώβριο δίνεται η άδεια στον Rimbaud, που η πνευματική του ωριμότητα εκπλήσσει τους καθηγητές του, να πηδήξει μια τάξη και μπαίνει απ’ ευθείας στην τετάρτη.
1868. Ο Rimbaud απευθύνει με μεγάλη μυστικότητα μια επιστολή με λατινικούς στίχους στον αυτοκρατορικό Πρίγκιπα με ευκαιρία της πρώτης μετάληψης του τελευταίου.
1869. Ο Σύμβουλος της μέσης Παιδείας δημοσιεύει διαδοχικά τρεις συνεργασίες του Rimbaud σε λατινικούς στοίχους: «Ver erat», «Ο Άγγελος και το παιδί», «Jugurtha». Η τελευταία δίνει στον συγγραφέα του το πρώτο βραβείο στον ακαδημαϊκό διαγωνισμό.
1970. Ιανουάριος: Η επιθεώρηση για όλους δημοσιεύει τους πρώτους γαλλικούς στοίχους που γνωρίζουμε του Rimbaud. «Τους μποναμάδες των ορφανών». Τον ίδιο μήνα φτάνει επίσης στη Σαρλβίλ ένας νέος καθηγητής της ρητορικής, ο Izambard, που θα γίνει έμπιστος φίλος του Rimbaud και που τον κάνει να διαβάσει Rabelais, Hugo, Banville
24 Μαΐου: Ο Rimbaud γράφει στον Banville και του στέλνει την «Αίσθηση», την «Οφηλία» και το (αργότερα το «Ήλιος και σάρκα») με την ελπίδα ότι μια απ’ αυτές τις συνεργασίες θα δημοσιευτεί στο δεύτερο τεύχος του Σύγχρονου Παρνασσούπροσδοκία που δεν θα πραγματοποιηθεί.

Ο Ρεμπώ στο κολέγιο, Οκτώβριος 1871.

Μάιος – Αύγουστος: Ο Rimbaud συνθέτει μερικά ποιήματα που διαβάζει στον Izambard. Τον Ιούλιο, μαθαίνοντας την κήρυξη του Πολέμου με την Πρωσσία, συνθέτει το «Νεκροί του ενενήντα δύο».
29 Αυγούστου: Πρώτη απόδραση του Rimbaud. Καθώς η απ’ ευθείας γραμμή είναι κομμένη, περνά από το Σαρλρουά, φτάνει στο Παρίσι, αλλά φυλακίζεται στο Μαζά (το εισιτήριο του σιδηροδρόμου δεν ίσχυε παρά μόνο μέχρι το Σαιν-Κουαντέν). Ο Izambard ενεργεί να αποφυλακιστεί ο Rimbaud μερικές μέρες αργότερα. Μένει δεκαπέντε μέρες στο Ντουαί στις θείες του Izambard, τις δεσποινίδες Gindre.
7 Οκτωβρίου: Δεύτερη απόδραση. Ο Rimbaud φεύγει για το Βέλγιο και φτάνει στο Σαρλρουά, όπου ελπίζει να βρει μια θέση δημοσιογράφου· συνθέτει μερικά ποιήματα. Οι ελπίδες του διαψεύδονται, πηγαίνει στις Βρυξέλλες, μετά στο Ντουαί.
20-30 Οκτωβρίου: Νέα διαδρομή στις δεσποινίδες Gindre· ο Rimbaud αντιγράφει τα 22 ποιήματα που έγραψε μέχρι τότε και εμπιστεύεται τη συλλογή στον Paul Demeny, έναν νέο ποιητή που του γνωρίζει ο Izambard.
1 Νοεμβρίου: Η κυρία Rimbaud, με τη βοήθεια της αστυνομίας, κάνει το γιό της να επιστρέψει στη Σαρλβίλ. Καθώς το κολλέγιο δεν έχει ανοίξει ξανά, μοιράζει το χρόνο του μεταξύ της βιβλιοθήκης της Σαρλβίλ και των περιπάτων με τον φιλόλογο Delahaye.
1871. Ιανουάριος: Κατοχή της Σαρλβίλ-Μιζιέρ από τους Γερμανούς.
25 Φεβρουαρίου: Τρίτη απόδραση του Rimbaud που πηγαίνει στο Παρίσι, περιπλανιέται στους δρόμους δίχως χρήματα, διαβάζει τις νέες εκδόσεις και ξαναφεύγει στις 10 Μαρτίου για τη Σαρλβίλ. Όπου επιστρέφει με τα πόδια. Ξαναρχίζει το διάβασμά του στη βιβλιοθήκη: διαβάζει ιστορικούς (Thiers, Michelet) τους σοσιαλιστές (Proudhon, Louis Blance) και (λέει ο Verlaine) πολλά παραμύθια ανατολίτικα και λιμπρέτα του Favart, όλα ανακατωμένα με ασαφή επιστημονικά βιβλία πολύ παλιά και πολύ σπάνια.

Ο Ρεμπώ, σχέδιο του Πικάσο.

18 Μαρτίου: Η Κομούνα εγκαθίσταται στο Παρίσι· ο Rimbaud μαθαίνει αυτή την είδηση με αγαλλίαση και εκδηλώνει αισθήματα πολύ θερμά γι’ αυτήν.
13 και 15 Μαΐου: Ο Rimbaud εκθέτει σε δύο βασικές επιστολές, στον Izambard και στον Demeny, τις νέες αισθητικές θεωρίες του και τη μέθοδό του, του μάγου.
10 Ιουνίου: Ο Rimbaud γράφει στον Demeny ζητώντας του να κάψει όλους τους στοίχους που του έδωσε τον Οκτώβριο του 1870 και του απευθύνει τους «Ποιητές των εφτά χρόνων», τους «Φτωχούς στην εκκλησία» και την «Καρδιά του Παλιάτσου» (αργότερα με τον τίτλο «Η καρδιά που έχει πετάξει»). Περνά τότε από μια βίαιη κρίση αντιχριστιανισμού, την οποία μαρτυρούν τα ποιήματα που γράφει.
15 Αυγούστου: Ο Rimbaud στέλνει στον Banville «Αυτά που λένε στον ποιητή για τα λουλούδια».
Τέλη Αυγούστου: Ο Rimbaud γράφει στον Verlaine και του στέλνει ποιήματα. Ο Verlaine, ενθουσιάζεται από τους στοίχους που έλαβε, τον προσκαλεί να έρθει στο Παρίσι.
Μέσα Σεπτεμβρίου: Ο Rimbaud παίρνοντας μαζί του το «Μεθυσμένο καράβι» που μόλις έγραψε για να το δείξει στους φίλους του Verlaine, αφήνει τη Σαρλβίλ για το Παρίσι.
Οκτώβριος-Δεκέμβριος: Ο Rimbaud γίνεται σε λίγο ανεπιθύμητος στα πεθερικά του Verlaine και κατοικεί διαδοχικά σε διάφορους φίλους του τελευταίου: Στον Charles Cros, στον Banville, κλπ. Συνεργάζεται στις απομιμήσεις του Album Zutigue (πειρατικό λεύκωμα), παραβρίσκεται στα γεύματα των «Κακόφημων Ανθρωπάκων», αλλά η σκυθρωπή και δύστροπη στάση του τον κάνει να τον βλέπουν παντού με κακό μάτι.

Χειρόγραφο του Βερλαίν της συλλογής Ρομάντζες χωρίς Λόγια, (Romances sans paroles) μαζί με την αφιέρωση στον Ρεμπώ διαγραμμένη (αρ).

1872. Ιανουάριος: Ο Verlaine και ο Rimbaud διάγουν μαζί μιαν άσωτη ζωή και συχνάζουν σε καφενεία. Βίαιες φιλονικίες ξεσπούν μεταξύ του Verlaine και της γυναίκας του.
Φεβρουάριος: Ο Rimbaud επιστρέφει στις Αρδέννες· αφήνει στον Verlaine τη δυνατότητα να δοκιμάσει να συμφιλιωθεί με τη γυναίκα του που απειλεί να καταθέσει μια αίτηση διαζυγίου. Εκεί γράφει τους στίχους του «Με τον τελευταίο τρόπο».
Μάιος: Ο Rimbaud επιστρέφει στο Παρίσι μετά από επίμονες παρακλήσεις του Verlaine. Συνεχίζει την ποιητική του εργασία.
7 Ιουλίου: Ο Verlaine εγκαταλείπει τη γυναίκα του και το παιδί του για ν’ ακολουθήσει τον Rimbaud στο Βέλγιο.
4 Σεπτεμβρίου: Οι δύο φίλοι μπαρκάρουν για την Αγγλία· μελετούν τα αγγλικά, κυκλοφορούν στην πόλη και στα προάστια του Λονδίνου και ζουν σε όλο και πιο μεγάλη αθλιότητα.
Δεκέμβριος: Ο Rimbaud επιστρέφει στη Σαρλβίλ όπου θα παραμείνει τρεις εβδομάδες.
Ιανουάριος: Καθώς ο Verlaine αρρωσταίνει, η μητέρα της κυρίας Verlaine και ο Rimbaud έρχονται να τον βρουν στο Λονδίνο.
11 Απριλίου. Την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής, ο Rimbaud φτάνει στο Ρος, στο αγρόκτημα που έχει η οικογένειά του κοντά στο Βουζιέ. Ζει οικογενειακά και αρχίζει να δίνει μια τελική μορφή στο Ασεβές βιβλίο ή Νέγρικο Βιβλίο, που θα γίνει το Μια εποχή στην κόλαση.
14 Μαΐου: Ο Rimbaud δέχεται να ξαναδεί τον Verlaine στην Μπουγιόν και ξαναφεύγει μαζί του για την Αγγλία. Ξαναρχίζουν μια ζωή αθλιότητας και φιλονικιών.
4 Ιουλίου: Μετά από νέα φιλονικία, ο Verlaine εγκαταλείπει τον Rimbaud και πηγαίνει στις Βρυξέλλες. Η μητέρα του και ο Rimbaud τον συναντούν εκεί: είναι πολύ εξημμένος και μιλά για αυτοκτονία.
10 Ιουλίου: Ο Verlaine βλέποντας ότι ο Rimbaud θέλει να ξαναφύγει για το Παρίσι, τον πυροβολεί και τον πληγώνει ελαφρά στο χέρι. Συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε φυλάκιση δύο ετών.
20 Ιουλίου: Ο Rimbaud φτάνει στη Ρος, δύσθυμος και απελπισμένος. Τον Ιούλιο με Αύγουστο, τελειώνει το Μια εποχή στην Κόλαση.
Οκτώβριος: Μην μπορώντας να πληρώσει τον τυπογράφο του, ο Rimbaud εγκαταλείπει την έκδοση του βιβλίου του αφού χάρισε μερικά αντίτυπα στους φίλους του.

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του Μια εποχή στην κόλαση (1873).

1874. Ιανουάριος Μάρτιος: Ο Rimbaud που ανανέωσε πρόσφατα τη γνωριμία του με τον Germain Nouveau, πήγε μαζί του στην Αγγλία. Παραδίδει μαθήματα γαλλικής. Ο Αρθούρος συμπληρώνει, ή αντιγράφει, τα ποιήματα των Εκλάμψεων.
Ιούλιος: Η κυρία Rimbaud και η κόρη της Βιταλία έρχονται να περάσουν το μήνα Ιούλιο στο Λονδίνο με τον Αρθούρο. Αυτός αναζητεί μια θέση και εγκαταλείπει το Λονδίνο στις 31 για να πάει να διδάξει στο Ρέντιν.
1875. Φεβρουάριος: Ο Rimbaud, που τον Ιανουάριο ήταν στη Σαρλβίλ, φεύγει για τη Γερμανία με την πρόθεση να μάθει τη γερμανική γλώσσα· εγκαθίσταται στη Στουτγάρδη.
Τέλη Φεβρουαρίου: Ο Verlaine, που πρόσφατα βγήκε από τη φυλακή, πηγαίνει να ξαναδεί το φίλο του στη Στουτγάρδη. Ο Rimbaud του δίνει το χειρόγραφο των Εκλάμψεων για να το εκδώσει.
Μάιος: Ο Rimbaud φεύγει από την Στουτγάρδη πεζός πηγαίνει στην Ιταλία και αρρωσταίνει στο Μιλάνο, όπου τον περιποιείται μια Ιταλίδα κυρία. Τον Ιούνιο, συνεχίζει το δρόμο του προς το νότο, και, άρρωστος, επαναπατρίζεται από τον πρόξενο της Γαλλίας στο Λιβούρνο.
Οκτώβριος-Δεκέμβριος: Επιστρέφοντας στη Σαρλβίλ, ο Rimbaud περνά το χειμώνα μελετώντας ξένες γλώσσες. Η αδελφή του Βιταλία πεθαίνει στις 18 Δεκεμβρίου.

Ο Ρεμπώ, γκραφίτι.

1876. Απρίλιος: Ο Rimbaud πήγε στη Βιέννη (Αυστρία), έπεσε θύμα κλοπής, μετά απελάθηκε.
19 Μαΐου: Ο Rimbaud που βρίσκεται στην Ολλανδία, υπογράφει την στράτευσή του στον ολλανδικό αποικιακό στρατό· τον Ιούλιο, φτάνει στην Μπατάβια με το σώμα των κληρωτών· λιποταχτεί όμως τρεις εβδομάδες αργότερα και μπαρκάρει σ’ ένα εγγλέζικο ιστιοφόρο που επιστρέφει στην Ευρώπη. Φτάνει στη Σαρλβίλ τέλη Δεκεμβρίου.
1877. Ο Rimbaud πηγαίνει στη Βρέμη και στο Αμβούργο όπου προσλαμβάνεται ως διερμηνέας στο τσίρκο Λουασσέ: το συνοδεύει στη Σουηδία και στη Δανία.
Σεπτέμβριος: Πλαστή αναχώρηση για την Αλεξάνδρεια. Ο Αρθούρος, άρρωστος, επιστρέφει στη Σαρλβίλ.
1878. Άνοιξη: Στο Αμβούργο, ο Rimbaud επιδιώκει να προσληφθεί σ’ έναν Οίκο αποικιακών προϊόντων για να πάει στην Ανατολή· δεν το επιτυγχάνει και υποχρεωνεται να επιστρέψει στη Σαρλβίλ. Τον είδαν το Πάσχα στο Παρίσι.
Οκτώβριος: Διασχίζει τα όρη Βοζ πεζός, μετά την Ελβετία, πηγαίνει στη Γένουα, μετά στην Αλεξάνδρεια. Το Δεκέμβριο, εργάζεται στην Κύπρο ως επιστάτης λατομείου για λογαριασμό ενός γαλλικού Οίκου.
1879. Ο Rimbaud αρρωσταίνει επιστρέφει στη Ρος και κρεβατώνεται με τυφοειδή πυρετό, αλλά θεραπεύεται αρκετά γρήγορα και εργάζεται στο αγρόκτημα. Όταν ο Delahaye τον επισκέπτεται και τον ρωτά αν ασχολείται πάντα με τη λογοτεχνία, του απαντά: «Δεν την σκέφτομαι καν».
1880. Την άνοιξη, ο Rimbaud επιστρέφει στην Κύπρο, μετά μπαρκάρει για την Αίγηπτο και φτάνει στο Άντεν τον Αύγουστο. Βρίσκει απασχόληση σ’ ένα υποκατάστημα του Χαρράρ, όπου φτάνει το Δεκέμβριο.
1881. Ο Rimbaud συνεχίζει να εργάζεται στον Οίκο Μπάρντεϋ.
Πλήττει και ονειρεύεται να φύγει σε αποστολή. Κέρδισε μερικά κεφάλαια που τα εμπιστεύεται στην οικογένειά του.

Φωτογραφία του Ρεμπώ στο Χαρράρ (1883).

1882-1883. Ο Rimbaud εξερευνά περιοχές της Ογκαδίνης ακόμη άγνωστες, και στις 10 Δεκεμβρίου 1883 απευθύνει μιαν έκθεση στη Γεωγραφική Εταιρεία που θα την δημοσιεύσει.
1998. 22 Οκτωβρίου: Ο Rimbaud αναγγέλλει στην οικογένειά του την αναχώρησή του για την Κόα: έχει πρόθεση να ξεπουλήσει στον Ménélik μερικές χιλιάδες όπλα που του έρχονται από την Ευρώπη. Αγνοεί ότι η Φήμη δημοσίευσε, την ίδια χρονιά, στίχους του και το μεγαλύτερο μέρος των Εκλάμψεων.
1887. Ο Ménélik παραλαμβάνει τα όπλα αλλά αρνείται να πληρώσει στη συμφωνημένη τιμή. Ο Rimbaud ξανάρχεται στο Χαρράρ, μετά στο Άντεν. Καθώς είναι πολύ καταπονημένος, πηγαίνει να αναπαυθεί μερικές μέρες στο Κάιρο.
1888-1891. Ο Rimbaud διευθύνει ένα εμπορικό πρακτορείο στο Χαρράρ και κάνει εμπορικές εργασίες με τον Οίκο Σεζάρ Τιάν, του Άντεν. Φαίνεται αμφίβολο ότι έχει ασχοληθεί όπως πίστεψαν, με το δουλεμπόριο.

Ο Ρεμπώ πληγωμένος, στις Βρυξέλλες, πίνακας του ζωγράφου Ζεφ Ροσμάν.

1891. Στις 20 Φεβρουαρίου ο Rimbaud παραπονιέται για πόνους στο δεξί πόδι. Ο πόνος μεγαλώνει και στις 15 Μαρτίου ο Rimbaud, που έχει όγκο στο γόνατο (όγκο καρκινώδη ρευματικής προελεύσεως, αλλά που επιδεινώθηκε από μια παλιά σύφιλη), δεν μπορεί πια να σηκωθεί. Τον μεταφέρουν με φορείο στη Ζέλα, απ’ όπου μπαρκάρει για το Άντεν. Στις 9 Μαΐου, επαναπατρίζεται. Στις 22, βρίσκεται στο νοσοκομείο της Μασσαλίας· λίγε μέρες αργότερα οι γιατροί τον ακρωτηριάζουν.
Ιούλιος. Ο Rimbaud επιστέφει στο Ρος· αλλά σε λίγο, η κατάστασή του χειροτερεύει.
25 Αυγούστου. Ξαναφεύγει για τη Μασσαλία συνοδευόμενος από την αδελφή του Ισαβέλλα και επιστρέφει στο νοσοκομείο Κονσεψιόν. Η κατάστασή του συνεχίζει να χειροτερεύει· απελπίζεται.
28 Οκτωβρίου. Αρνείται να εξομολογηθεί καθώς και την τελευταία κοινωνία των καθολικών, απαιτώντας στη θέση της ένα λαχταριστό ποτήρι κρασί. Η Ισαβέλλα γράφει ψέματα στη μητέρα της ότι ο Αρθούρος δέχθηκε να εξομολογηθεί και να λάβει τις άγιες ευχαριστίες.
10 Νοεμβρίου: Ο Rimbaud πεθαίνει σε ηλικία τριάντα εφτά χρονών.
Πηγή:  

Arthur Rimbaud ΕΚΛΑΜΨΕΙΣ, μετ. Αλέξης Αλσάνογλου, εκδόσεις Ηριδανός, 1981.

Ο τάφος του Ρεμπώ στη Σαρλβίλ.

Πωλ Βερλαίν και Αρθούρος Ρεμπώ, γραμματόσημο Βελγίου 2010.


Σκηνές από την ταινία Καταραμένη σχέση (Total Eclipse) της Ανιέσκα Χόλαντ.

(αρ.) Φωτογραφίες των Ρεμπώ-Βερλαίν, (δε.) σκηνή από την ταινία Καταραμένη σχέση.

Ιστοσελίδα του Μουσείου Ρεμπώ στη Σαρλβίλ: Εδώ