«Στὴν κλίμακα τοῦ γκρίζου», μιὰ ταινία τοῦ Claudio Marcone
Τὰ τρία βασικὰ χρώματα στὴ ζωγραφικὴ εἶναι τὸ μπλέ, τὸ κίτρινο καὶ τὸ κόκκινο. Ὑπάρχει βέβαια τὸ ἄσπρο καὶ τὸ μαῦρο ἀλλὰ αὐτὰ δὲν νοοῦνται ὡς χρώματα μιὰ καὶ εἶναι οὐδέτερα —καὶ ἔτσι χαρακτηρίζονται—, ἀφοῦ τὸ λευκὸ εἶναι ἀπουσία χρώματος ἐνῷ τὸ μαῦρο δὲν εἶναι παρὰ τὰ τρία βασικὰ χρώματα ἀναμεμιγμένα στὶς ἴδιες ποσότητες! Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα χρώματα ποὺ βλέπουμε καὶ θαυμάζουμε σὲ ἕναν ζωγραφικὸ πίνακα, ἀλλὰ καὶ γύρω μας, προέρχονται ἀπὸ τὶς ἀναμίξεις αὐτῶν τῶν τριῶν βασικῶν χρωμάτων.
Τὸ πράσινο, γιὰ παράδειγμα, προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀνάμιξη τοῦ κίτρινου καὶ τοῦ μπλέ. Καὶ ἀναμιγνύοντας τὸ μπλέ μὲ τὸ πράσινο τί μᾶς μένει ἀπὸ τὰ βασικὰ χρώματα; Μᾶς μένει τὸ κόκκινο ποὺ στὴν περίπτωσή μας εἶναι τὸ συμπληρωματικὸ χρῶμα τοῦ πράσινου ποὺ φτιάξαμε μὲ τὰ ἄλλα δύο. Ἀναμιγνύοντας ὅμως τώρα τὰ δυὸ συπληρωματικὰ χρώματα, τὸ πράσινο καὶ τὸ κόκκινο, φτιάχνεις ἕνα ὡραιότατο γκρίζο χρῶμα. Ἀλλὰ γκρίζο φτιάχνεις ἀναμιγνύοντας καὶ τὰ δυὸ οὐδέτερα χρώματα, τὸ λευκὸ καὶ τὸ μαῦρο, –ποὺ ὅπως εἴπαμε, εἶναι ὅλα τὰ χρώματα μαζί– καὶ βέβαια ἀνάλογα μὲ τὶς ποσότητες ποὺ τὸ κάθε χρῶμα λαμβάνει μέρος στὴν ἀνάμειξη παίρνουμε καὶ τοὺς διάφορους τόνους.
Οὐσιαστικά, ἕνας πίνακας δὲν εἶναι παρὰ μιὰ σειρὰ ἀπὸ ἀναμεμιγμένα χρώματα μεταξύ τους, τοποθετημένα σὲ καθορισμένα ἀπὸ τὸν καλλιτέχνη σημεῖα! Ἐδῶ πρέπει νὰ προσθέσουμε πὼς τὸ κίνημα τῶν φωβιστῶν (Fauvisme) χρησιμοποιοῦσε τὰ χρώματα αὐτούσια, χωρὶς νὰ τὰ ἀναμιγνύει. Ὅλη λοιπὸν ἡ ζωγραφικὴ δὲν εἶναι παρὰ μιὰ ἀμάμειξη, ἕνα ἀνακάτεμα χρωμάτων τοποθετημένα ἁρμονικά, ἢ ὄχι, πάνω σὲ ἕνα τελάρο.
Τὸ γκρίζο, μάλιστα, μὲ ὅλες τὶς κλιμακωτὲς ἀποχρώσεις του, ἀποτελεῖ γιὰ χρόνια ἕνα ἀγαπημένο χρῶμα γιὰ πολλοὺς ζωγράφους. Στὴ ζωὴ ὅμως τὸ γκρίζο χρῶμα δὲν συμβολίζει παρὰ τὸν ἄχαρο καὶ ἄχρωμο βίο, ἕνα σκοτεινό, μουντό, νεφελώδη καὶ ἀνήλιο οὐρανό, καὶ γενικὰ ἀντιπροσωπεύει καὶ ἐκφράζει τὶς δύσκολες καταστάσεις ποὺ μπορεῖ νὰ βιώνει κανείς — ἐξάλλου τὸ πολύχρωμο εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναζητᾶμε στὴ ζωὴ καὶ ὄχι τὸ γκρίζο. Δεῖτε γιὰ παράδειγμα πῶς ὁ παλιὸς ἄνθρωπος περίμενε τὸ τέλος τοῦ μολυβένιου, γκρίζου χειμώνα καὶ τὴν εἴσοδο τῆς πολύχρωμης λουλουδιασμένης ἄνοιξης καὶ ἐόρταζε μὲ πλῆθος δρωμένων τὸ χαρούμενο γεγονός.
Αὐτὸ ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ σὲ τούτη τὴν ταινία τοῦ Claudio Marcone ποὺ φέρει τὸν τίτλο Στὴν κλίμακα τοῦ γκρίζου (En la Gama de los Grises) καὶ ποὺ στάθηκε ἡ ἀφορμὴ νὰ ἀναφέρουμε τὰ παραπάνω. Τὰ χρώματα στὴ ζωὴ τοῦ Bruno (Francisco Celhay) ἔχουν ἐξαφανιστεῖ γιὰ νὰ ἐπικρατήσει ἕνα σκοτεινό, γκρίζο χρῶμα. Ὁ Μπροῦνο (Francisco Celhay) μόλις ἔχει ἀφήσει τὴν οἰκογένεια ποὺ ὁ ἴδιος ἔφτιαξε καὶ ποὺ γιὰ ἔντεκα χρόνια τῆς δόθηκε, χωρὶς ὅμως νὰ κατορθώσει νὰ βάλει χρῶμα στὴ ρουτινιάρικη οἰκογενειακή του ζωή. Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ δημιούργημά του δὲν κατάφερε νὰ τοῦ φέρει τὴν εὐτυχία ποὺ ἀνέμενε. Ἔτσι ἐγκατέλειψε τὴ γυναίκα του Soledad καὶ τὸν ἐντεκάχρονο γιό του γιὰ νὰ ἐγκατασταθεῖ προχείρως στὸ ξυλουργικὸ ἐργαστήρι τοῦ παπποῦ του. Εἰσῆλθε δηλαδὴ σὲ ἄλλον ἕνα τόνο τοῦ γκρίζου, περισσότερο σκοτεινοῦ!
Ὁ ἥρωάς μας εἶναι ἀρχιτέκτονας καὶ δουλεύει πάνω στὴν ἰδέα νὰ σχεδιάσει ἕνα κτήριο, τὴν ὀμορφιὰ τοῦ ὁποίου θὰ μποροῦσε κανεὶς εὔκολα νὰ ἐκτιμήσει· ἕνα κτίριο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ χωρέσει στὸ συλλογικὸ ἀσυνείδητο· ἕνα ἔργο τόσο σημαντικὸ ποὺ δύσκολα θὰ μποροῦσες νὰ παρακάμψεις, ὅπως χαρακτηριστικὰ τοῦ λέει καὶ ὁ ἐργοδότης του ὁ ὁποῖος καὶ τοῦ ἀναθέτει τὸ ἔργο. Ὅμως ὁ Μπροῦνο θὰ ἀνακαλύψει πὼς αὐτὸ τὸ χτίριο ὑπάρχει, καὶ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ μιὰ γέφυρα τοῦ 18ου αἰώνα ποὺ ἔχτισαν οἱ ἄποικοι καὶ ποὺ τώρα πιὰ δὲν σώζεται παρὰ μόνο λίγοι ἀπὸ τοὺς θεμελιακούς της λίθους, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀποτελοῦν ἀξιοθεατο τῆς πόλης.
Ὅμως μιὰ γέφυρα τί κάνει; Μιὰ γέφυρα ἑνώνει!! Ἑνώνει ἀνθρώπους, πολιτισμοὺς, κοινότητες, τόπους, χῶρες... Αὐτὸ ἀκριβῶς ἀναζητάει καὶ ὁ Μπροῦνο· μιὰ γέφυρα ποὺ θὰ τὸν περάσει πέρα ἀπὸ τὴ χώρα τοῦ γκρίζου, ποὺ θὰ τὸν φέρει στὴ χώρα τῶν χρωμάτων. Καὶ τὴ γέφυρα αὐτὴ τὴ βρίσκει στὸ πρόσωπο τοῦ ξεναγοῦ Fer (Emilio Edwards) μὲ τὸν ὁποῖο συνεργάζεται προκειμένου νὰ γνωρίσει καλύτερα τὴν πόλη του, καὶ νὰ ἐμπνευστεῖ, σχεδιάζοντας τὸ «ἀθάνατο» κτίριο.
Ἡ ἀμοιβαία ἔλξη τῶν δυὸ ἀνδρῶν θὰ τοὺς παρασύρει σὲ μιὰ σύντομη, ἀλλὰ βαθιὰ ἐρωτικὴ περιπέτεια. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ὁ Μπροῦνο δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ ἄχρωμου λευκοῦ στὴν ὁποῖα κατοικεῖ ἕντεκα χρόνια τώρα, καὶ περνώντας τὴ γέφυρα, νὰ φτάσει στὸν λαμπερό, ἡλιόλουστο καὶ γεμάτο χρώματα λιβάδι ποὺ τοῦ προτείνει ὁ τολμηρὸς Fer, καὶ μάλιστα τώρα ποὺ ἡ σχέση τους ἔχει γνωστοποιηθεῖ στὴν πρώην γυναίκα του καὶ στὸν γιό του.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὅμως, ὁ Fer δείχνει νὰ ἀγνοεῖ πὼς ἡ ζωὴ δὲν εἶναι ἄσπρο καὶ μαῦρο, –ὅπως πεισματικὰ ὑποστηρίζει– ἀλλὰ ἔχει καὶ γκρίζο, καὶ μάλιστα τοῦτο τὸ χρῶμα μὲ ὅλες του τὶς κλιμακωτὲς ἀποχρώσεις –ποὺ σημειωτέων, εἶναι χιλιάδες–, εἶναι ποὺ τὴν κάνει ἐνδιαφέρουσα καὶ τὴν ἀποκαθάρει ἀπὸ τὴν ἀνία, ὅπως ἐνδιαφέρουσα κάνει καὶ τὴ ζωγραφικὴ ποὺ πάνω του βασίζονται διάσημα ἀριστουρήματά της, καὶ κατ᾿ ἐπέκταση ἡ ἴδια ἡ Ζωή – τὸ Ζ κεφαλαῖο, παρακαλῶ!
Ὅμως ὁ Μπροῦνο δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει τὸ δίλημμα ποὺ τοῦ βάζει ὁ Fer. Τοῦτο τὸ δίκοπο μαχαίρι ποὺ τόσο αὐστηρὰ τοῦ προτείνει γιὰ νὰ διαλέξει πλευρά του, ξέρει πὼς εἶναι ἐξ᾿ ἴσου κοφτερὸ καὶ ἀπὸ τὶς δυό του λάμες. Ἔτσι φεύγοντας ἀπὸ τὸ ἀπόλυτο λευκὸ εἰσέρχεται στὴ κλίμακα τοῦ γκρίζου, ἀδυνατώντας νὰ περάσει τὴ γέφυρα καὶ νὰ φτάσει στὸ καθαρὸ χρῶμα!
Ὁ σκηνοθέτης Claudio Marcone μᾶς προσφέρει ἕνα ἀλληγορικό, στέρεα δομημένο δράμα, γιὰ τὶς γέφυρες ποὺ πρέπει νὰ διανύσουμε, ἀκόμα καὶ ἂν μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια ὁδηγούμαστε κάθε φορὰ σὲ λάθος μέρος. Ἐξάλλου, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν σπουδαῖο Ἀλεξανδρινό μας, ὁ μακρὺς δρόμος καὶ τ῾ὡραῖο ταξεῖδι ἔχει τὴν ἀξία καὶ ὄχι ὁ προορισμός!
©
κειμένου: www.gayekfansi.blogspot.com - μὲ τὴν
ἐπιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματος.
© φωτογραφιῶν: στὶς ἑταιρεῖες παραγωγῆς καὶ διανομῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου