Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Mala Noche, the first film of Gus Van Sant





Mala Noche, η πρώτη ταινία του Γκας Βαν Σαντ
Μala Noche στα ισπανικά θα πει κακή νύχτα, και όταν λέμε κακή νύχτα, εννοούμε μια ερωτικά κακή νύχτα.
Βρισκόμαστε στο Πόρτλαντ, είναι 1985 και ο Γκας Βαν Σαντ (Gus Van Sant) γυρνάει την πρώτη του ταινία. Εκεί λοιπόν στο Πόρτλαντ, τοποθετημένη στις κακόφημες περιοχές του (στον τόπο όπου εκτυλίσσεται και η επόμενη ταινία του Βαν Σαντ, Ντράγκστορ καουμπόι «Drugstore cowboy»), θα παρακολουθήσουμε το πάθος του Γουόλτ (Τιμ Στρίτερ) [Tim Streeter], ενός λευκού γκέι ιδιοκτήτη ενός μικρού παντοπωλείου, για τον 18χρονο παράνομο Μεξικανό μετανάστη Τζόνι (Νταγκ Κουγιέιτ) [Doug Cooeyate]. Ένα πάθος ανεκπλήρωτο που θα παραμείνει καθόλα μονομερές. Η ταινία γυρισμένη με έναν προϋπολογισμό μόλις 20.000$ και ερασιτέχνες ηθοποιούς, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν μια μπίτνικ ταινία.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.


Ο Walt Curtis, και εξώφυλλα του βιβλίου του


Το φιλμ βασίζεται στην ομώνυμη αυτοβιογραφική νουβέλα του Γουόλτ Κέρτις (Walt Curtis), ενός νεαρού ποιητή από το Πόρτλαντ -δεν έχει κυκλοφορήσει σε ελληνική μετάφραση. Γυρισμένη σε ασπρόμαυρο Super-8 (8 mm), με έντονο κοντράστ, αργό ρυθμό και περίεργες γωνίες λήψης, η ταινία είναι ένα μικρό ακατέργαστο διαμάντι του αμερικάνικου ανεξάρτητου σινεμά, που ούτως ή άλλως βρισκόταν στο απόγειό του εκείνην την περίοδο. Τα μελετημένα focus, η ατημέλητη φωτογραφία και άλλες ασήμαντες εκ πρώτης όψεως λεπτομέρειες, είναι που μαρτυρούν την υπεροχή αυτής της ταινίας και καθορίζουν την εξαιρετική ατμόσφαιρά της. Τούτοι οι πειραματισμοί και οι ιχνηλασίες του Γκας Βαν Σαντ είναι που προμηνύουν ένα λαμπρό κινηματογραφικό μέλλον που επάξια ακολούθησε.
Η ταινία μιλάει για πάθος, μοναξιά, επιθυμία, ερωτικό πόθο ανεξαρτήτως φύλου και προτίμησης, μιλάει για την πίκρα που φέρνει η απόρριψη, μιλάει για καθημερινούς ανθρώπους, εν τέλει για την ίδια τη ζωή...
Ο Γκας Βαν Σαντ χωρίς υπεκφυγές μας παρουσιάζει ανοιχτά και καθαρά τον ερωτικό πόθο του Γουόλτ για τον Τζόνι, πόθος που θα μείνει ανολοκλήρωτος αφού ο Ίμερος δεν θα εισβάλει εκατέρωθεν και να φέρει τα σώματα σε αναζήτηση στρώματος, για να... τρίξουν οι σουμιέδες. Κάπου μέσα στην ταινία ο Γουόλτ λέει «Θέλω να δείξω σε αυτό το μεξικάνικο παιδί ότι είμαι ομοφυλόφιλος γι 'αυτόν».
Το 1987 η ταινία τιμήθηκε με το «Independent/Experimental Film and Video Award», της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου του Λος Άντζελες και το 1988, κέρδισε το βραβείο της καλύτερης ταινίας στο «Gay and Lesbian» Φεστιβάλ του Τορίνο. Ξεχασμένη για πολλά χρόνια η ταινία συμμετείχε στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» του Φεστιβάλ των Καννών το 2006 και προβλήθηκε τελικά και στην Ελλάδα το 2007. Να σημειώσουμε ότι η ταινία έχει επεξεργαστεί με την ψηφιακή μέθοδο του high definition.
Μια ρομαντική ατμοσφαιρική ταινία, δοσμένη με τόλμη, ειλικρίνεια, φαντασία και πρωτοτυπία, που αξίζει να τις αφιερώσουμε τα 78 λεπτά της διάρκειάς της. Τουλάχιστον!




Ο Gus Van Sant δηλώνει σχετικά για την ταινία:
«Τον καιρό που έκανα το Μala Noche, λίγοι πίστεψαν (βάζω και τον εαυτό μου μέσα). Ήρθε σε μια εποχή που στην Αμερική το γκέι φιλμ, ήταν κάτι σαν ανέκδοτο. Υπήρχαν ξένες ταινίες με γκέι χαρακτήρες και θεματολογία, που έβλεπα κατά καιρούς. Το αμερικάνικο σινεμά μέχρι τότε, δεν τολμούσε να αρθρώσει με καθαρότητα, έστω μέρος της γκέι αισθητικής. Τότε υπήρχαν διεθνή γκέι φεστιβάλ, όπου μπορούσες να δεις 7 ή 8 ταινίες στο στυλ και την υφολογία του Τένεσι Γουίλιαμς. Αντίστοιχα δεν θυμάμαι να είχα δει κανένα παρόμοιο αμερικάνικο φιλμ, εκτός αν ήταν κάποιο "μοδάτο" γκέι πορνό. Αυτά πουλάνε εισιτήρια, και άγνοια βέβαια».
Και συνεχίζει:
«Θυμάμαι κρατούσα το βιβλίο του Walt Curtis μπροστά μου και σκεφτόμουν, να μια ιστορία που θα ήθελα να την είχα γράψει εγώ. Λάτρεψα τους χαρακτήρες. Ιδιαίτερα ο πρωταγωνιστής (Γουόλτ/Tim Streeter) μου έβγαζε μια αδίστακτη απελπισία, αν μπορώ να το πω έτσι. Η αυτοκαταστροφική εμμονή του Γουόλτ, μπορεί να αγγίξει κάλλιστα ευρύτατο κοινό, είτε είναι γκέι είτε όχι. Δεν είναι θέμα ταμπέλας, αλλά ζήτημα δόμησης αισθημάτων».
Σχετικά με τα γυρίσματα, αναφέρει:
«Η ταινία γυρίστηκε εξ’ ολοκλήρου στο Πόρτλαντ. Η σεναριακή προετοιμασία πήρε ένα χρόνο και άλλον μισό πήρε η εξασφάλιση των χρημάτων. Δούλευα σε μια διαφημιστική εταιρία και έπαιρνα καλά λεφτά. Δεν ήξερα πόσα χρειάζονται για να χρηματοδοτήσω την ταινία μου. Μόλις μάζεψα 20.000 δολάρια, είπα ‘Αυτό είναι!’ και παραιτήθηκα. Καιρός να κάνω ταινίες για τον εαυτό μου».
Αναφερόμενος στα προβλήματα που αντιμετώπισε ο Gus Van Sant, δηλώνει:
«Ένα από τα μεγάλα μου προβλήματα ήταν να βρω τον Τζόνι (Doug Cooeyate). Στο βιβλίο ήταν ένας χαρακτήρας 16 χρόνων, μεξικάνικης καταγωγής. Έψαξα και βρήκα πιτσιρικάδες στο δρόμο που ενδιαφέρονταν για το ρόλο. Αλλά όταν έπεφτε στο τραπέζι των «διαπραγματεύσεων» το θέμα της γκέι έλξης, οι περισσότεροι γίνονταν καπνός. Αυτό γινόταν λόγω του απόλυτου σεβασμού που έχει το σινεμά στην μεξικάνικη κουλτούρα. Είναι κάτι σαν εκκλησία. Αξεπέραστο. Για την ιστορία τον ρόλο τον πήρε ένα παιδί που ήταν μέλος μιας ινδιάνικης φυλής της Νοτίου Αμερικής». 

Πηγή

Δελτίο τύπου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, σημειώσεις για την παραγωγή.










ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ
[...] Ωστόσο είναι άξια θαυμασμού η ματιά του Βαν Σαντ στο θέμα, η ποίηση στους αντιθετικούς φωτισμούς και την ξενοιασιά των προαστίων του Όρεγκον, αλλά και μια πλήρης αίσθηση ελευθερίας στην ανέλιξη της πλοκής. Όλο του το μετέπειτα έργο ακουμπά στην ευαισθησία και τη θεματική της Κακιάς Νύχτας, όλοι του οι χαρακτήρες πηγάζουν από τα σκληρά και αγγελικά αντράκια που ζουν στο μεταίχμιο (την ανομία ή την παρανομία, την εξυπνάδα του πεζοδρομίου και τη συναισθηματική ωριμότητα) και έχουν ανάγκη από προσοχή, αγάπη και αγορίστικο φέρσιμο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, LIFO

***
Τυπικό πρωτόλειο της ανεξάρτητης αμερικάνικης κινηματογραφικής γραφής, και του φαίνεται, όπως εξάλλου και η απειρία του 33χρονου τότε πρώην υπαλλήλου διαφημιστικής εταιρείας που δεν ήξερε ακόμη από δραματική συνέπεια. Αντίθετα λοιπόν με τον απελπισμένα εμμονοληπτικό ήρωά του -έναν νεαρό γκέι παντοπώλη του Πόρτλαντ, που ποθεί τρελά έναν Μεξικάνο λαθρομετανάστη, για να καταλήξει τελικά στο κρεβάτι του κολλητού του τελευταίου- το Μala noche (η «κακή νύχτα», σωστότερα η «ακόλαστη», που επιζητεί μάταια ο νεαρός με το αντικείμενο του πόθου του) δεν έχει την παραμικρή δραματική ένταση.
Προδίδει όμως όλες τις πτυχές της προβληματικής -η πιάτσα του περιθωρίου, τα παραμελημένα νιάτα, η διαφορετικότητα, η μοναξιά- πάνω στις οποίες θα δομήσει γερά και με συνέπεια ο Βαν Σαντ το σινεμά του, αρχίζοντας αμέσως μετά το Drugstore cowboy και φτάνοντας μέχρι το Εlephant και το πιο πρόσφατο «Τελευταίες μέρες».
Ταυτόχρονα, σηματοδοτεί μια τολμηρή κινηματογραφική πρόταση σε μια εποχή που το αμερικάνικο σινεμά δίσταζε ακόμη να αρθρώσει έναν σαφή λόγο για την ομοφυλοφιλία.
ΕΘΝΟΣ, 3/5/2007

*** 
Έχοντας χτίσει το δικό της μύθο στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη της προβολή το 1985, η παρθενική ταινία του Γκας Bαν Σαντ επανέρχεται στο προσκήνιο για να αποδείξει ότι μερικά πράγματα δεν συμβαίνουν στην τύχη. Tο γεγονός, ας πούμε, ότι ο Bαν Σαντ προβάλλει εδώ και χρόνια σαν ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του σύγχρονου αμερικάνικου σινεμά (έστω και με μερικά στραβοπατήματα) είναι κάτι που εύκολα θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί, βλέποντας αυτή την ταινία 22 χρόνια πριν. H ιστορία του νεαρού Γουόλτ και του έρωτά του για ένα δεκαοχτάχρονο Μεξικανό λαθρομετανάστη, στους κακόφημους δρόμους του Πόρτλαντ, μοιάζει να συμπυκνώνει στο βρόμικο ασπρόμαυρο φιλμ όλες τις εμμονές του δημιουργού της. H έλξη του για το περιθώριο, οι καταραμένοι ήρωες, ο σκοτεινός ρομαντισμός, η αγάπη δίχως ανταπόδοση, όλα είναι εδώ και μαζί οι πρώτες εκλάμψεις του ταλέντου του, σε μια ταινία που, αν και χαλαρή σε μυθοπλαστικά υλικά, είναι ζωντανή, ηλεκτρισμένη, σάρκινη. Δυόμισι δεκαετίες μετά το Mala Noche δεν δείχνει καθόλου γερασμένο, ακόμη κι αν οι ατέλειές του διακρίνονται πιο εύκολα τώρα, όπως το ίδιο εύκολα διακρίνονται εκ των υστέρων πράγματα που τότε έδειχναν πρωτοποριακά, καινούργια, τολμηρά, επικίνδυνα, και που σήμερα αποτελούν κοινό τόπο. H φτωχική ταινία του Bαν Σαντ, βλέπετε, ήταν ανάμεσα σ' εκείνες που άνοιξαν το δρόμο όχι μόνο για το queer cinema, αλλά για το νέο αμερικάνικο ανεξάρτητο σινεμά - όμως, σε καμιά περίπτωση δεν οφείλετε να τη δείτε σαν ένα απλό κομμάτι κινηματογραφικής ιστορίας. H επιτυχία των αληθινά σπουδαίων ταινιών, άλλωστε, δεν έγκειται στο κατά πόσο κατόρθωσαν να αλλάξουν την τέχνη του κινηματογράφου, αλλά στο πόσο έχουν τη δύναμη να «αλλάζουν» το θεατή τους - κι αυτή η δύναμη μοιάζει να είναι εδώ ακόμη ισχυρή...
ΓIΩPΓOΣ KPAΣΣAKOΠOYΛOΣ, ATHENS VOICE, 3/5/2007

*** 
O Gus Van Sant (Γκας Βαν Σαντ) ο δημιουργός του Drugstore Cowboy και του My Own Private Idaho σκηνοθετεί την πρώτη του ταινία το Mala noche, ταινία που αργότερα και όχι μόνο λόγω της διαδρομής του σκηνοθέτη θα αποκτήσει cult status.
Γυρισμένο με μηδενικό budget και την απολύτως απαραίτητη τεχνική υποδομή, σε ένα ατμοσφαιρικό, υψηλού κοντράστ ασπρόμαυρο, το Mala noche («κακή νύχτα» στα ισπανικά) είναι το ιμπρεσιονιστικό πορτρέτο ενός κόσμου «στο περιθώριο». Σκηνικό του οι υγροί δρόμοι και τα παρακμιακά μοτέλ της μικρής, επαρχιακής πόλης του Πόρτλαντ στην πολιτεία του Όρεγκον, ήρωες του ο ταμίας ενός παντοπωλείου και το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου του, ένας νεαρός Μεξικανός μετανάστης που βρίσκεται παράνομα στη χώρα. Κοινωνικά απόκληροι και οι δύο, διασκεδάζουν το αδιέξοδο της μίζερης ύπαρξης τους σε ένα παιχνίδι εξουσίας, με τους ρόλους του εξουσιαστή και του εξουσιαζόμενου να εναλλάσσονται συνεχώς.
Ο Gus Van Sant προσεγγίζει τα πρόσωπα του με αμεσότητα, σκιαγραφώντας χαρακτήρες απτούς, γοητευτικά αυθεντικούς, και εικονογραφεί τις ζωές τους με διάθεση ποιητική, χωρίς όμως, σε καμία περίπτωση, να τις εξωραΐζει ή να τις αισθητικοποιεί. Η εικόνα του φιλμ είναι «καθαρή», γνήσια αντανάκλαση του κόσμου που καθρεφτίζει. Αυτή είναι η σπουδαιότερη αρετή και η μεγαλύτερη ομορφιά του.
Πηγή

Δελτίο τύπου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, σημειώσεις για την παραγωγή.





























Η ταινία στο imdb: Εδώ
Η ταινία στη Βικιπαίδεια: Εδώ
 
© φωτογραφιών της ταινίας: 1985, Janus Films 
 

2 σχόλια:

  1. πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση.
    τ΄τοιες ταινίες ανήκουν στη ιστορία.
    Ξενικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ισχύει, αλλά η εν λόγω ταινία δεν με ενθουσίασε κιόλας. Είμαι συγχρονισμένος απόλυτα με τα αφιερώματα του blog, και να είναι καλά και το web που υπάρχουν διαθέσιμες αυτές οι πρώτες ύλες του LGBT κινηματογράφου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή