Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΥΣΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΥΣΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΡΑΟΥΝΑΚΗΣ: «Lorca Duende - Τα τραγούδια»






ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΡΑΟΥΝΑΚΗΣ: «Lorca Duende - Τα τραγούδια» (βιβλίο + CD)
Υπό τον τίτλο Lorca Duende τα τραγούδια, το εμβληματικό κείμενο του Λόρκα επιτυχημένα ανέβηκε με τα φτερά μιας μουσικής λειτουργίας, παντρεμένο με δέκα μελοποιημένα ποιήματα του Ισπανού ποιητή σε μετάφραση Ανδρέα Αγγελάκη τον περασμένο Απρίλιο και Μάιο στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν. Ο όρος Duende προέρχεται από την διάλεξη που έδωσε ο Λόρκα τον Οκτώβριο του 1934 στο Μπουένος Άιρες, κατά την διάρκεια της περιοδείας που έκανε τότε ο θιάσός του στη Λατινική Αμερική.
Το Ντουέντε είναι μια από κείνες τις λέξεις που παγώνουν τις πένες των μεταφραστών πολύ δε περισσότερο των λεξικογράφων καὶ των φιλοσόφων, και αυτό γιατί όχι μόνο είναι αμετάφραστες αλλά και δυσκολοπροσδιόριστες σε άλλη γλώσσα.
Παρ᾿ όλ᾿ αυτά η ποιήτρια Ολυμπίας Καράγιωργα έδωσε μια εμπνευσμένη μετάφραση της διάλεξης του Λορκα στη γλώσσα μας (Εκδόσεις Εστία), αποσπάσματα της οποίας ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει στο βιβλίο που συνοδεύει τον υψηλής αισθητικής δίσκο. Δίσκο τον οποίο και προτείνουμε ανεπιφύλαχτα.
Παρουσιάζουμε λοιπόν εδώ, στη συνέχεια -ελλείψει χρόνου για ένα δικό μας- το κείμενο της φιλολόγου Ανθούλας Δανιήλ.

gayekfansi.blogspot.com

 

 



«Σταμάτης Κραουνάκης: “Lorca Duende”»
της Ανθούλας Δανιήλ1
«Ανέκαθεν εξυφαινόταν μια συνωμοσία ενάντια στην ποίηση, ενάντια στη λευτεριά!» έλεγε ο Φλομπέρ και «είθισται να δολοφονούν τους ποιητάς», έλεγε ο Νίκος Εγγονόπουλος στο ποίημά του το αφιερωμένο στον Λόρκα, ρίχνοντας το ανάθεμα στους φασίστες που σκότωσαν τον ποιητή και στους αργόσχολους γραφιάδες φασίστες από τους οποίους υπέφερε ο ίδιος. Κι αυτή η acciόn vil y disgraciado συνέβη το 1936 στην Ισπανία. Στα 38 του χρόνια, σ’ ένα χαντάκι του Καμίνο ντε λα Φουέντε, άγνωστο πού ακόμα, μαζί με άλλους σαν κι αυτόν, ή σχεδόν σαν κι αυτόν, επέπρωτο να τελειώσει τη ζωή του ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του αιώνα του, στην Ισπανία και στον κόσμο όλο.
Δεν ευτύχησε να δει την απήχηση του έργου του, το οποίο όμως είχε αγγίξει την κορυφή και τις καρδιές του κοινού. Στην Ελλάδα, ποιος μπορεί να ξεχάσει τον θρήνο της μάνας στον Ματωμένο γάμο με την Κατίνα Παξινού, τη στείρα Γέρμα στο Ηρώδειο, τα ανομολόγητα καταπιεσμένα ερωτικά ένστικτα των κοριτσιών στο Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα; Και στα τραγούδια, ποιος μπορεί να ξεχάσει την επιβλητική φωνή του Μάνου Κατράκη στην απαγγελία στο Θάνατο του Ιγνάθιο, σε μελοποίηση του Σταύρου Ξαρχάκου: «Πέντε η ώρα που βραδιάζει […] κι ήτανε πέντε σ’ όλα τα ρολόγια». Αλλά και τα τραγούδια του Ματωμένου γάμου από τον Χατζιδάκι –«Γύρνα φτερωτή του μύλου να περάσει το νερό»– κι αμέσως εικόνες εξοχής, ήχοι νερών και μουσικές εξαίσιες και φωνές μάς πάνε πίσω, σε χρόνια που σήμερα μας μοιάζουν μυθικά. Κι εκεί που όλα ζουν στον μύθο, ξαφνικά μια νέα «δουλειά», ένας σύγχρονος συνθέτης και φωνές φρέσκες: ο πολυτάλαντος Σταμάτης Κραουνάκης και οι άξιοι συνεργάτες του –Χρήστος Γεροντίδης και Κώστας Μπουγιώτης– λες και πιάνουν το νήμα εκεί που το είχε αφήσει ο Χατζιδάκις, ζωντανεύουν ό,τι κοιμήθηκε ή χάθηκε ή μπλέχτηκε στον θόρυβο της καθημερινής ζωής. Η φτερωτή γυρίζει και το νερό στο αυλάκι τρέχει με ένα duende, που διαπερνά και οιστρηλατεί δέκα τραγούδια και «Η θάλασσα χαμογελάει από μακριά/ Δόντια από αφρό,/ χείλια ουρανό».
Το ελληνικό κοινό, που αγάπησε τον Λόρκα, θα νιώσει ακούγοντας την παρούσα δουλειά του Κραουνάκη τη διονυσιακή έκσταση.
Στο βιβλίο που συνοδεύει το υπέροχο CD, ο Marcos G. Breuer προσπαθεί να μας εξηγήσει τι είναι το duende (ντουέντε). Ο Λόρκα έγραψε ένα δοκίμιο για το duende, που το παρουσίασε στην Αργεντινή το 1934, για να δώσει τα χαρακτηριστικά του. Αυτό, ωστόσο, αντιστέκεται σε κάθε περιοριστικό ορισμό. Εμείς το απολαμβάνουμε στην εμπνευσμένη μετάφραση της ποιήτριας Ολυμπίας Καράγιωργα.
Ο Breuer διακρίνει στην ποίηση του Λόρκα «ερωτισμό», «φλόγα μπροστά στη ζεστή παρουσία του άλλου σώματος», πόθο που δεν ολοκληρώνεται, έρωτα και θάνατο. Κι εδώ θα κάνω μια παρέκβαση για να θυμίσω ότι η μεγαλύτερη αδικία στη ζωή είναι το παιδί που δεν έπαιξε και η κόρη που δεν έσμιξε με τον άντρα που ήθελε, όπως λέει ο Ελύτης, που είναι ένας από τους μεταφραστές του Λόρκα στην Ελλάδα. Κι ακόμα ο Breuer συνδέει το duende με το «δαιμόνιο» που κινούσε τον Σωκράτη. Το duende που βρίσκεται βαθιά στη ρίζα του Ισπανού κι αυτό αποτελεί τη σφραγίδα του, που δεν πρέπει να παραχαραχτεί από την επικοινωνία του με τους άλλους Ευρωπαίους.
Duende, λοιπόν, έρωτας και θάνατος, πόνος, πόθος, πάθος, που ίσως, επειδή δεν ολοκληρώνεται, εξιδανικεύεται και, ακόμα, αυθεντικότητα, ισπανικότητα, μεράκι, καημός αθεράπευτος.
Στο βιβλίο ακολουθεί ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα του Λόρκα, στη συνέχεια ένα κείμενο του Σαλβαντόρ Νταλί, του εκκεντρικού ζωγράφου, φίλου του: «Ο άμοιρος ποιητής Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα! Όλε!». Έτσι, με ένα «Όλε!» σαν να παρακολουθεί ταυρομαχία ή σαν να χορεύει φλαμέγκο, υποδέχτηκε τον θάνατο του Λόρκα ο Νταλί. Ο Λόρκα μιλούσε συνέχεια για τον θάνατό του, τον σκηνοθετούσε, τον χορογραφούσε, ήταν έτοιμος από καιρό. «Ο ποταμός Γουαδαλκιβίρ έχει τα γένια του άλικα/ έχει η Γρανάδα δυο ποτάμια/ το ’να είναι από δάκρυα/ τ’ άλλο αίμα». Αν ο Λόρκα είχε δεχτεί την πρόσκληση του Νταλί να πάει στην Ιταλία, θα είχε γλιτώσει την εκτέλεση, δεν θα είχε δει «το φεγγάρι στην Κιντάνα των νεκρών». Ο Κραουνάκης και τα εξαπτέρυγά του –Μπουγιώτης και Γεροντίδης– προσφέρουν ύμνο στον νεκρό: «Κοίτα εκείνο το άσπρο παλικάρι,/ το λιωμένο σώμα του για δες!/ Είναι το φεγγάρι που χορεύει/ στην Κιντάνα των νεκρών».
Είναι συγκλονιστική η αφήγηση του Νταλί για τον «τραγικό μύθο του Εσπερινού του Μιλέ», τη μουσική του Μπιζέ και την ανέκδοτη του Νίτσε –στα πρόθυρα της τρέλας– για ένα μπαλέτο που ετοίμαζε, αλλά δεν έγινε ποτέ. Ο Νταλί υποστηρίζει ότι ο Λόρκα ήταν «εξιλαστήριο θύμα ζητημάτων προσωπικών, υπερπροσωπικών και τοπικών και, πάνω απ’ όλα, το πιο αθώο θύμα της παντοδύναμης και κοσμικής σύγχυσης του ισπανικού εμφυλίου πολέμου».
Ο Γιώργος Σαμπατακάκης γράφει ότι ο Κραουνάκης «ήρθε στην ελληνική μουσική με το ντουέντε ενός Διονύσου», ανήκει σ’ αυτούς που «ανέταξαν την τοπιογραφία και την Ηθική της αθηναϊκής νύχτας», «είναι […] ο γνησιότερος επίγονος του Μάνου Χατζιδάκι» και θα έλεγα προς επίρρωσιν ότι έχει δίκιο (ούτως ή άλλως) γιατί όταν τον ακούμε, νιώθουμε κάπως σαν να ακούμε τον Χατζιδάκι και τα παλικάρια του, τότε, στους Όρνιθες ή στον Μεγάλο ερωτικό. Μα, τα τραγούδια αυτού του CD, «Σ’ αγαπάω σαν τον θάνατο, Ισπανία κόκκινο πανί», δεν είναι τραγούδια αλλά θεατροποιημένα ποιήματα.
Ο Δημήτρης Μανιάτης μας θυμίζει ότι το σώμα του δολοφονημένου Λόρκα δεν βρέθηκε ποτέ, το πνεύμα του όμως ίπταται στη Φρυνίχου, όπου ο Κραουνάκης και η ομάδα του δίνουν την παράστασή τους. Οι σπαρακτικές φωνές του Χρήστου Γεροντίδη και του Κώστα Μπουγιώτη είναι ντουέντε.
Η Αγγελική Κορδέλλου κάνει λόγο για «σκηνική μουσική» του Κραουνάκη, για το «εύρος αναφορών σε Έλληνες συνθέτες και έργα προηγούμενων δεκαετιών», καθώς και τη «διαμόρφωση μιας προσωπικής ταυτότητας», η οποία έχει αφομοιώσει όλο τον νεοελληνικό μουσικό θησαυρό.
Στο «Πέθανε την αυγή» μας ξεγελά για λίγο, σαν να αρχίζει εκείνο το «Νάνι νάνι» του Χατζιδάκι από τον Ματωμένο γάμο, ενώ στην εισαγωγή του «Γαζέλα απροσδόκητης αγάπης» κάπως σαν η μνήμη να έτρεξε στο All that Jazz του Μπομπ Φος.
Το ελληνικό κοινό, που αγάπησε τον Λόρκα, θα νιώσει ακούγοντας την παρούσα δουλειά του Κραουνάκη τη διονυσιακή έκσταση. Το ρίγος από τις «λέξεις που είναι σαν κραυγές πετεινών σε ανοιξιάτικους όρθρους».
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος επισημαίνει αντιστοιχίες του ντουέντε στον Επιτάφιο θρήνο (που είχε την ευτυχία να παρακολουθήσει στη Σικελία, στα λατινικά, ελληνικά και αλβανικά), στα ηπειρώτικα και μανιάτικα μοιρολόγια, στους Αρμένιους μονοφυσίτες και Σύριους χριστιανούς στα Ιεροσόλυμα. Ακόμα, ενημερωμένος από τον Μάνο Χατζιδάκι πάνω στο ντουέντε και τον Γιάννη Τσαρούχη πάνω στο ζεϊμπέκικο, το ανακαλύπτει στον πυρρίχιο των Ποντίων και τον πεντοζάλη των Κρητών, σαν να λέμε σε τραγούδια δημοτικά, πηγή του αισθήματος του θανάτου που εμπεριέχει η δυσκολομετάφραστη αυτή λέξη και που στα ελληνικά την αποδίδει, ίσως, η λέξη «χαρμολύπη». Ο Κραουνάκης, κατά τον Γεωργουσόπουλο, «ανέγνωσε με το ήθος βυζαντινού ψάλτη και εξ άμβωνος αναγνώστη του Ευαγγελίου» τον Λόρκα.
Κι εκεί που όλα ζουν στον μύθο, ξαφνικά μια νέα «δουλειά», ένας σύγχρονος συνθέτης και φωνές φρέσκες: ο πολυτάλαντος Σταμάτης Κραουνάκης και οι άξιοι συνεργάτες του –Χρήστος Γεροντίδης και Κώστας Μπουγιώτης– λες και πιάνουν το νήμα εκεί που το είχε αφήσει ο Χατζιδάκις, ζωντανεύουν ό,τι κοιμήθηκε ή χάθηκε ή μπλέχτηκε στον θόρυβο της καθημερινής ζωής.
Ο Γρηγόρης Ιωαννίδης γράφει ότι το ντουέντε «μας συμφιλιώνει με τον θάνατο, αλλά […] φεγγοβολάει ζωή και ενέργεια». Η Ναταλί Χατζηαντωνίου το περιγράφει σαν βουτιά στο ανθρώπινο υποσυνείδητο, «στον θάνατο που έρχεται ανοίγοντας διάπλατα παράθυρα “στα περιβόλια”, στον […] ανεξέλεγκτο πόθο μίας και μοναδικής στιγμής άνευ ορίων και χρόνου, στην παραφορά του έρωτα, στο τραγούδι που δε σε “ψυχαγωγεί” αλλά σε γδέρνει ζωντανό, ακολουθώντας ένα δαιμόνιο μη ελέγξιμο, μια δύναμη αρχετυπική».
Ο Βασίλης Μπουζιώτης λέει ότι το ντουέντε μιλάει για τον Θεό, τον Έρωτα, τη Ζωή και τον Θάνατο. Ο Αντώνης Μποσκοΐτης μιλάει για συνθέσεις με αύρα κλασικού, ότι ο Κραουνάκης έχει χατζιδακικό πνεύμα, ελληνικά τραγούδια, αγάπες και βιώματα. Ο Νίκος Ξένιος αισθάνεται ότι ο Κραουνάκης είναι μια άλλη εκδοχή του Λόρκα και ότι το ντουέντε που «εκλύεται από τους Έλληνες των βακχικών οργίων» περνά από τον συνθέτη στον ερμηνευτή. Ο Κραουνάκης «είναι ντουέντε». Ο Λέανδρος Πολενάκης κάνει λόγο για τον επικό και τραγικό πυρήνα της ποίησης του Λόρκα. Ο Λόρκα είναι «Διόνυσος και Χριστός μαζί, αφάνεια και επιφάνεια του ίδιου θεού, θάνατος και ανάσταση, απουσία και παρουσία αποτυπωμένη όχι διαλεκτικά».
Η ανάγνωση του βιβλίου είναι διείσδυση στα μυστικά του ντουέντε, ενώ τα τραγούδια το ξυπνάνε μέσα μας στην ελληνική του εκδοχή και συγκλονίζουν με το πάθος/βάθος τους.
«Ξυλοκόπε,/ κόψε μου τον ίσκιο./ Γλίτωσέ με απ’ το μαρτύριο/ να βλέπω τον εαυτό μου άκαρπο».






ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΣΚΟΥ
Μετάφραση ποιημάτων : Ανδρέας Αγγελάκης
Μετάφραση κειμένων: Ολυμπία Καράγιωργα
Μουσική σύνθεση: Σταμάτης Κραουνάκης
Πιάνο: Βασίλης Ντουμπρογιάννης
Τσέλο: Γιώργος Ταμιωλάκης
Ερμηνεύου: Χρήστος Γεροντίδης, Κώστας Μπουγιώτης, Σταμάτης Κραουνάκης
Εκδόσεις Άπαρσις, 80 σελ.
ISBN 978-618-5320-19-5

1. Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας.
Πηγή κειμένου: Κλικ ἐδώ


Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Ο ΓΕΝΝΑΡΗΣ ΤΟΥ 1904 (JANUARY 1904)









Ο ΓΕΝΝΑΡΗΣ ΤΟΥ 1904

Ἆ ἡ νύχταις τοῦ Γεννάρη αὐτουνοῦ,
πού κάθομαι καί ξαναπλάττω μέ τόν νοῦ
ἐκείνες ταίς στιγμές καί σ’ ἀνταμόνω,
κι' ἀκούω τά λόγια μας τά τελευταῖα κι' ἀκούω τά πρώτα.

Ἀπελπισμέναις νύχταις τοῦ Γενάρη αυτουνοῦ,
σάν φεύγ’ ἡ ὀπτασία καί μ’ αφίνει μόνο.
Πῶς φεύγει καί διαλύεται βιαστική —
πᾶνε τά δένδρα, πᾶνε οἱ δρόμοι, πᾶν τά σπίτια, πᾶν τά φῶτα·
σβήνει καί χάνετ’ ἡ μορφή σου ἡ ἐρωτική.

[1904]
Κ. Π. Καβάφης, παντα ποιητικά, ἐκδόσεις Ὑψιλον, Ἀθήνα 1990.




ΓΕΝΝΑΡΗΣ 1904
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ἐρμηνεία: Γιῶργος Μεράντζας
Ἀπὸ τὸ δίσκο, Ὁ γέρος τῆς Ἀλεξάνδρειας, CBS (Sony), 1983.


Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

«Magnus Eroticus», by Manos Hadjidakis, a tribute





 
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΡΩΤΙΚΟΣ του Μάνου Χατζιδάκι, αφιέρωμα
Προλεγόμενα
Να δηλώσουμε ευθύς εξ’ αρχής ότι μιλάμε για τον σημαντικότερο κύκλο τραγουδιών που γράφτηκε, ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε ως δίσκος σε τούτη τη χώρα. Σημαντικότερο από κάθε άποψη. Μια δουλειά που έμελλε να σφραγίσει το ελληνικό τραγούδι και να γίνει το μόνιμο σημείο αναφοράς του. Τούτος ο εσπερινός, όπως ευφυέστατα χαρακτηρίστηκε από τον ίδιο το δημιουργό του, περιλαμβάνει λόγια των εκλεκτότερων ποιητών μας, λόγια που υμνούν τον έρωτα ανά τους αιώνες.
Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 22 χρόνια από τη απώλεια του Μάνου. Ό,τι και να γράψει κανείς για αυτόν το δημιουργό πάντα φαντάζει λίγο και κατώτερο των προσδοκιών του. Έτσι, χωρίς πολλά λόγια, θα προχωρήσουμε σε ένα μικρό -στα πλαίσια των δυνατοτήτων μας- αφιέρωμα για τον Μεγάλο Ερωτικό του Μάνου Χατζιδάκι.



Ο Μεγάλος Ερωτικός
Ο Μεγάλος Ερωτικός, έργο 30 του Μάνου Χατζιδάκι, είναι ένας κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, Νίκου Γκάτσου, Κωνσταντίνου Καβάφη, Διονυσίου Σολωμού, Σαπφούς, Μυρτιώτισσας, Γιώργου Σαραντάρη, Νίκου Πρεβελάκη, Εμμανουήλ Χορτάτζη και Σολομώντος. Το έργο γράφτηκε για δύο φωνές, μικτή χορωδία, σύνολο εγχόρδων και νυκτών οργάνων.
Το έργο, κατά δήλωση του δημιουργού του, άρχισε να γράφεται στην Νέα Υόρκη τον Ιούνιο του 1972, περίοδο που ο Χατζιδάκις έμενε εκεί. Με τον ερχομό του στην Ελλάδα συνέχισε το έργο και το ολοκλήρωσε τον Οκτώβριο του 1972, ενώ είχαν ήδη γίνει οι πρώτες ηχογραφήσεις κάποιων τραγουδιών.
Η ηχογράφηση του έργου άρχισε στις 16 Σεπτεμβρίου για να ολοκληρωθεί το Νοέμβριο του 1972, στο θρυλικό στούντιο της Columbia, με ηχολήπτη τον Στέλιο Γιαννακόπουλο και βοηθούς τον Γιάννη Παπαϊωάννου και τον Μίμη Καννή. Στην ηχογράφηση έλαβαν μέρος 10 μουσικοί που οι περισσότεροι εκείνο το διάστημα απασχολούνταν σε κλασικές ορχήστρες.
Για ερμηνευτές ο Μάνος επέλεξε δυο ουσιαστικά πρωτοεμφανιζόμενους και άγνωστους στο ευρύ κοινό καλλιτέχνες. Τα ονόματά τους: Φλέρυ Νταντωνάκη και Δημήτρης Ψαριανός.
Η Φλέρυ Νταντωνάκη που ίσως είναι η μεγαλύτερη φωνή που έβγαλε ποτέ η χώρα μας, έκανε εδώ μια ανεπανάληπτη και κυριολεκτικά αξεπέραστη ερμηνεία των τραγουδιών που της εμπιστεύτηκε ο Μάνος. Ο Δημήτρη Ψαριανό, ο οποίος στα πρώτα του βήματα είχε ασχοληθεί με τη ροκ μουσική και δεν είχε συνηθίσει εκείνους που γνώριζαν τη δουλειά του σε τέτοιου είδους «απόπειρες» πρόσφερε τον καλύτερο εαυτό του. Αμφότεροι λοιπόν δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας σε σημείο μάλιστα που, ακόμη κι αν δεν εμφανίζονταν ποτέ ξανά έκτοτε, η συμμετοχή τους σ' αυτό το δίσκο θα ήταν αρκετή για να περάσουν στην αθανασία. Στην ερμηνεία δυο τραγουδιών, συμμετείχε χορωδία υπό τη διεύθυνση της Έλλης Νικολαΐδου.
Στο εσώφυλλο υπάρχει επεξηγηματικό σημείωμα του Μάνου Χατζιδάκι γραμμένο στις 28 Νοεμβρίου 1972, την ημέρα δηλαδή που ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις οι οποίες είχαν ξεκινήσει -όπως είπαμε- στις 16 Σεπτεμβρίου. Το υπέροχο εξώφυλλο είναι έργο του Γιάννη Μόραλη με τίτλο: Λαχειοπώλης τ' ουρανού.


 

Ο Μάνος Χατζιδάκις για τον Μεγάλο Ερωτικό
Ο Μεγάλος Ερωτικός είναι ένας λαϊκός θεός που ζει στη φαντασία μας απ' τη στιγμή που γεννιόμαστε ίσαμε να πεθάνουμε, όμορφος, εφηβικός και αδιάκοπα ζωντανός.
Ο Μεγάλος Ερωτικός δεν φοράει γραφικά τοπικά ρούχα. Φοράει δικά του που συνθέτουν δύσκολους συνδυασμούς ήχων, ανάλαφρων χρωμάτων και ποιητικών ονείρων. Δεν περιέχει μηνύματα που εύκολα τα σβήνουν οι βροχές. Δεν αντιστέκεται.
Ἀπὸ ἄσματος ἄρχεσθαι
καὶ ἐπὶ τῶν μελισμάτων αὐτοῦ
καὶ ἄδετε μέτ' ἐμοῦ.
Η σειρά που ακολουθούν τα ποιήματα αυτά των Ελλήνων ποιητών σχηματίζει έναν αδιάσπαστο κύκλο τραγουδιών, μια λειτουργία για τον Μεγάλο Ερωτικό, κάτι σαν τους εσπερινούς Αγίων σ' ερημοκκλήσια μακρινά με τη συμμετοχή φανταστικών αγγέλων, εραστών, παρθένων και εφήβων. Είναι μια λιτανεία περίεργη, όμως και τόσο φυσική, στη εσωτερική κι απόκρυφη ζωή μας.
Προσπάθησα να δημιουργήσω απλά τραγούδια αλλά όχι κι εύκολα. Γι' αυτό διάλεξα με προσοχή τους τραγουδιστές που θα τα ερμήνευαν.
Και πρώτα η Φλέρυ Νταντωνάκη, με πάθος, σπάνια φωνή κι εσωτερική ένταση και ο Δημήτρης Ψαριανός, απέριττος, νεανικός και γνήσια λαϊκός. Και οι δυο τους τραγουδώντας στον «Μεγάλο Ερωτικό» νομίζω ότι δίνουν μαθήματα ήθους, αλήθειας και μαγείας στο λαϊκό τραγούδι. Με τα τραγούδια αυτά αποτείνομαι στην πιο κρυφή ευαισθησία των νέων ανθρώπων κάθε ηλικίας κι όχι στους εφήμερους και ανεξέλεγκτους ερεθισμούς τους.
Τα τραγούδια αυτά δεν είναι αισθησιακά. Λειτουργούν πέρα απ' την πράξη, στο βαθύ αίσθημα που χαρακτηρίζει οποιαδήποτε σχέση, κάθε μορφής, αρκεί να περιέχει τις προϋποθέσεις για ανθρώπινη επικοινωνία.
Ο Μεγάλος Ερωτικός είναι μια σειρά από λαϊκά τραγούδια, που γράφτηκαν πρώτ' απ' όλα για να επικοινωνήσω εγώ ο ίδιος με όλα τα ελληνικά πρόσωπα που αγαπώ βαθιά, αυτά που γνώρισα, αυτά που θα γνωρίσω κι αυτά που δεν θα μπορέσω ποτέ μου να γνωρίσω. Κι ακόμη, μες απ' αυτά, να ενωθώ με την ψυχή του τόπου μου σε μια λειτουργία αθάνατη, ερωτική κι ελληνική.
Εκείνη την εποχή πολλοί απορήσανε που γύρισα στη διάρκεια της δικτατορίας και έκανα τον Μεγάλο ερωτικό. Τον έκανα από σκοπιμότητα γιατί είδα ότι εκείνο που έλειπε απ' τον τόπο μας δεν ήταν το σύνθημα. 'Έλειπαν οι μεγάλες ανθρώπινες αξίες που είχαν καταρρακωθεί. Και δικαιώθηκα εκ των υστέρων διότι τα συνθήματα παρήλθαν, ενώ οι έννοιες του Μεγάλου ερωτικού, εφ' όσον αποδείχτηκε ότι δεν επρόκειτο για απλά ερωτικά τραγούδια αλλά τραγούδια περί έρωτος, παρέμειναν. Όμως υπέστην την επίθεση αρκετών ανθρώπων τότε, που είπαν, αυτό ήρθε να μας δώσει το '72 μέσα στην δικτατορία; Εγώ έδωσα ακριβώς αυτό το οποίο είδα ότι έλειπε τότε. Κι ο Μεγάλος ερωτικός ήταν ακριβώς ο φορέας των βαθύτερων ανθρώπινων αισθημάτων που κόντευαν τότε να εξευτελιστούν.
Ο Μεγάλος ερωτικός έγινε από ένα αίσθημα ενοχής κι όχι από ερωτικούς λόγους. Μόνον οι ανόητοι φαντάζονται ότι όταν είσαι ερωτευμένος γράφεις ένα έργο σαν τον Μεγάλο ερωτικό. Τον Μεγάλο ερωτικό τον γράφεις όταν δεν ασχολείσαι με το αν είσαι ερωτευμένος ή όχι. Έχεις ξεκαθαρίσει τα θέματα και είσαι ελεύθερος να σκέπτεσαι.
Είχα ένα αίσθημα ενοχής απέναντι σε μια θαυμάσια γυναίκα, τη Μυρτιώτισσα, μητέρα του Γιώργου Παππά, του μεγάλου ηθοποιού, ο οποίος ήταν και πολύ στενός μου φίλος.
... Όταν πέθανε ο Γιώργος, έχασα τα ίχνη της, δεν είχα επαφή. Μια δεδομένη στιγμή, άρρωστη στο νοσοκομείο, μου στέλνει το «Σ΄ αγαπώ», το περίφημο ποίημά της για να κάνω μουσική, μαζί μ’ ένα πολύ συγκινητικό γράμμα. Τότες, είπα, θα πάω αμέσως να τη δω, αλλά δεν πήγα, και με την επιπολαιότητα που χαρακτηρίζει τους νέους, το ξέχασα. Βρέθηκα στην Αμερική, όπου διαβάζοντας ότι πέθανε η Μυρτιώτισσα μου ήρθε στο νου η παράλειψή μου, βρήκα το γράμμα της και το ποίημα και αισθάνθηκα όλες τις τύψεις ενός ανθρώπου που σαν νέος, κάνει τέτοιου είδους αστοχίες κι επιπολαιότητες. Θέλησα να γράψω μουσική εκ των υστέρων γι’ αυτό το ποίημα της Μυρτιώτισσας το τόσο γνωστό στις παλαιότερες γενιές. Για να το συμπεριλάβω όμως κάπου έπρεπε να κάνω έναν ολόκληρο Ερωτικό. Κι έτσι αποφάσισα να επιλέξω ποιήματα απ’ τη Σαπφώ μέχρι τις μέρες μας, για να συμπεριληφθεί και το «Σ΄ αγαπώ» της Μυρτιώτισσας. Κι έκανα τον «Μεγάλο Ερωτικό». Νομίζω ότι πέτυχα ένα ωραίο έργο και κατά βάθος, της ανήκει εξ’ ολοκλήρου. Αν ανήκει σε κάποιον Μεγάλο ερωτικό, δικαιωματικά ανήκει στη μνήμη της Μυρτιώτισσας.


Ο Δημήτρης Ψαριανός για το Μεγάλο Ερωτικό
Η πρώτη κρούση έγινε μέσω του Δημήτρη Βερνίκου, σκηνοθέτη και φίλου του Χατζιδάκι που με άκουσε στο "Κύτταρο" όπου εμφανιζόμουν. Ήρθε, λοιπόν, στο καμαρίνι και με ρώτησε: «Θέλεις να βρεθούμε με τον Χατζιδάκι που μόλις επέστρεψε από την Αμερική;». Φυσικά δέχτηκα. Έτσι τις επόμενες ημέρες βρέθηκα στο σπίτι του. Έπαιξα 2-3 κομμάτια στην κιθάρα και αμέσως μου λέει: «Δημήτρη, αποφασίζω να είσαι ο ερμηνευτής του Μεγάλου Ερωτικού».
Ήξερα με ποιον συναντιέμαι. Δεν ήμουν απαίδευτος. Μάλιστα ο Χατζιδάκις ήταν μεταξύ εκείνων που είχα σερβίρει στην μπουάτ του Λάκη Παππά, όπου μέχρι τότε είχα δουλέψει και γκαρσόνι.
Πολλές πρόβες δεν κάναμε. Ήμασταν ξεφτέρια με τη Φλέρυ και τα πήραμε αμέσως. Περισσότερο χρόνο περάσαμε στο στούντιο. Θα έλεγα πως ο Χατζιδάκις δεν είχε ξεμπερδέψει με τις παρτιτούρες, όταν αρχίσαμε ηχογραφήσεις. Συνεχώς δοκίμαζε νέα πράγματα, πρόσθετε, αφαιρούσε. Απολύτως βέβαιος ήταν, ωστόσο, για το μοίρασμα των κομματιών. Ήξερε εξαρχής ποια θα πω εγώ και ποια η Φλέρυ. Ούτε για μια στιγμή δεν δοκιμάσαμε ο ένας τραγούδι του άλλου. Όλα γενικά ήταν σε πολύ χαλαρό, χαρούμενο και γενναιόδωρο κλίμα. Σκεφτείτε πως οι μισοί μέσα μπορεί να έπαιζαν τα κομμάτια τους και οι υπόλοιποι παίζαμε μπάλα στους χώρους της Κολούμπια.
Ο,τι και να ζητούσε του το έδινα ενστικτωδώς κι όχι από εμπειρία. Θυμάμαι όταν άρχισα να λέω στο στούντιο το «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής» είχα κλείσει τα μάτια, με είχε συνεπάρει η μουσική, νόμιζα ότι σκίζω. Ξαφνικά ακούω: «Στοπ! Βρε Δημήτρη, βάλε λίγη υγρασία στη φωνή σου". Χωρίς να καταλαβαίνω τι εννοεί, ξαναπροσπάθησα και τα κατάφερα. Καταλάβαινα ότι κάνουμε κάτι σημαντικό, όμως δεν συνειδητοποιούσα το μεγαλείο. Έβλεπα κάποιες φορές τη Φλέρυ να έρχεται στην πρόβα με δύο λαμπάδες στο χέρι, με το υπέροχο καφτάνι της και με το μικρό μου μυαλό έλεγα "τους αρέσει να δημιουργούν ατμόσφαιρα, κάτι θα ξέρουν"».
Σήμερα, ανατρέχοντας στο 1972, τι απολογισμό κάνει; «Αυτός ο δίσκος ήταν η ευχή και κατάρα της ζωής μου. Ευχή γιατί υπήρξα σε αυτή τη θεία δημιουργία και κατάρα γιατί, όταν στα 20 ερμηνεύεις αυτά τα τραγούδια, η υπόλοιπη ζωή σου απλώς περνάει σε δεύτερη μοίρα. Ανέβηκα στην κορυφή των Ιμαλαΐων κι όταν μετά έκανα σημαντικές -αντικειμενικά- δουλειές όλοι μού λέγανε: «Καλή είναι, αλλά δεν είναι Μεγάλος Ερωτικός». Αυτό το αλλά είναι πολύ βαρύ». 

 

Ο κοντραμπασίστας Ανδρέας Ροδουσάκης για το Μεγάλο ερωτικό
Θυμάμαι τη μέρα που ο Μάνος μάς έδωσε τις παρτιτούρες. Ρίξαμε μια ματιά κι έπειτα αρχίσαμε να κοιταζόμαστε μεταξύ μας. Δεν φανταζόμαστε ότι θα ήταν τόσο τολμηρός: βιολί, κοντραμπάσο, βιολοντσέλο, έπαιζε με το συμφωνικό σχήμα, χωρίς, όμως, τον συμφωνικό όγκο. Οι περισσότεροι μουσικοί ήμασταν του κλασικού χώρου κι αυτό το πείραμα μας γοήτευε. Περισσότερο, όμως, γοήτευε τον ίδιο τον Μάνο... Τότε μιλούσε συχνά για «μαγεία» -του άρεσε αυτή η λέξη. Και μας έκανε πάντα να δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Νομίζαμε ότι αυτό είναι η μαγεία. Αλλά σήμερα, που λείπει, καταλαβαίνουμε πως ήταν ο ίδιος.


Τα τραγούδια του δίσκου
1. Με την πρώτη σταγόνα της βροχής (Οδ. Ελύτη) Δ. Ψαριανός
2. Σ' αγαπώ (Μυρτιώτισσας-Στη μνήμη του Γιώργου Παππά) Φλ. Νταντωνάκη
3. Μέρες του 1903 (Κ. Π. Καβάφη) Δ. Ψαριανός
4. Ποιος ειν' τρελός από έρωτα (Γ. Σαραντάρη) Φλ. Νταντωνάκη
5. Τα λιανοτράγουδα (Από τα δημοτικά τραγούδια) Δ. Ψαριανός-Φλ. Νταντωνάκη
6. Πέρα στο θολό ποτάμι (Ν. Γκάτσου από το θεατρικό έργο του Λόρκα «Περλιμπλίν και Μπελίσα) Φλ. Νταντωνάκη
7. Το όνειρο (Δ. Σολωμού) Δ. Ψαριανός
8. Κέλομαί σε Γογγύλα (Σαπφούς) Φλ. Νταντωνάκη
9. Έρωτα εσύ (Από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη σε μετάφραση Π. Πρεβελάκη -Αφιερωμένο στην Κατίνα Παξινού) Δ. Ψαριανός
10. Πάθη από τον έρωτα (Από την «Ερωφίλη» του Γ. Χορτάτζη) Φλ. Νταντωνάκη
11. Κραταιά ως θάνατος αγάπη (Από το «Άσμα ασμάτων» του Σολομώντα) Δ. Ψαριανός




Μεγάλος ερωτικός, ένας δίσκος στην μεγάλη οθόνη
Ο Παντελής Βούλγαρης για την ταινία του Μεγάλος ερωτικός
«Όλα ξεκίνησαν από την προβολή της ταινίας μου Το προξενιό της Άννας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο Χατζιδάκις ήταν μέλος της κριτικής επιτροπής και καθυστέρησε ν' ανέβει. Γι' αυτό έβλεπε μόνος τις ταινίες. Έμαθα πότε θα 'βλεπε τη δική μου και πήγα και του συστήθηκα έξω από το θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
Λίγον καιρό μετά ο Χατζιδάκις του τηλεφώνησε λέγοντας: «Έχω μια ιδέα για μια ταινία γύρω από την ηχογράφηση ενός καινούριου μου έργου. Ενδιαφέρεστε;» Η απάντηση ήταν προφανής κι έτσι ο Βούλγαρης έσπευσε στο πρώτο ραντεβού στον «Μαγεμένο αυλό». Αφού ξεπέρασαν τον σκόπελο της χρηματοδότησης -η ταινία τελικά πραγματοποιήθηκε με 200.000 δραχμές που πρόσφερε ο Δημήτρης Χορν- αρχίσανε γύρισμα στο στούντιο.
«Ο Μάνος έμοιαζε με σκηνοθέτη: δούλευε πολύ αργά και επίμονα. Το ψείρισμα της εκφοράς τον παίδευε πολύ. Φράση φράση, λέξη λέξη, ζητούσε την αισθηματική και εκφραστική υπογράμμιση των στίχων» θυμάται ο σκηνοθέτης. «Παρακολουθώντας τον, είχα την αίσθηση ότι είναι και ο ίδιος μουσική. Έχω συνεργαστεί και με άλλους σημαντικούς συνθέτες, αλλά μόνον αυτός είχε τη δυνατότητα να ακουμπά τα πλήκτρα του πιάνου και να δημιουργεί ένα θέμα αυτομάτως... Είχα την τύχη να κινηματογραφήσω ένα από τα ωραιότερα έργα του. Ο "Μεγάλος Ερωτικός" δείχνει όχι μόνο τη σπάνια μουσικότητα του Χατζιδάκι, αλλά και τη βαθιά του σχέση με την ποίηση. Στο στούντιο κινηματογραφήσαμε μόνο τρία τραγούδια, ενώ για τα υπόλοιπα γυρίσαμε ξεχωριστά σενάρια, που προσπάθησα να μην είναι εξαρτημένα από τις εικόνες στις οποίες παρέπεμπαν οι στίχοι. Ποτέ δεν με ρώτησε τι είχα κατά νου. Με άφησε τελείως ελεύθερο».
Κάμποσα χρόνια μετά, οι δρόμοι τους ξανασυναντήθηκαν: «Όταν ετοίμαζα τις Ήσυχες μέρες του Αυγούστου ήρθε, όπως μου είπε, η σειρά του να δημιουργήσει τραγούδια από τις εικόνες μου, όπως εγώ είχα φτιάξει τότε εικόνες από τα τραγούδια του. Αυτό ήταν το δώρο του, και κυριολεκτώ, αφού μου είπε ότι δεν θέλει αμοιβή, ούτε γι' αυτόν, ούτε για τους μουσικούς, παρά μόνο για τους βοηθούς του. Μιλούσαμε στο τηλέφωνο. Τον ευχαρίστησα από καρδιάς και τον ρώτησα ποια θα ήταν αυτή η αμοιβή.
- Τρία εκατομμύρια.
- «Μάνο μου», του είπα, «δεν έχω τόσα λεφτά».
- Πόσα έχεις;
- Γύρω στο ένα διακόσια.
- Καλά, κλείσε και πάρε με σ' ένα τέταρτο.
Όντως, τον πήρα, και τότε μου είπε:
- Δεν μου χρωστάς τίποτα.

Πηγές του αφιερώματος

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Επτά, 5/6/2011
Ένθετο του δίσκου Μεγάλος Ερωτικός
Μάνος Χατζιδάκις, Ο καθρέφτης και το Μαχαίρι, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα, 1990.







Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Pyotr Ilyich Tchaikovsky (1840 – 1893), a tribute



Πορτρέτο του Τσαϊκόφσκι από τον Nikolay Kuznetsov, 1893

 
ΠΙΟΤΡ ΙΛΙΤΣ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ (1840 – 1893). Μικρό αφιέρωμα σ' ένα μεγάλο συνθέτη
Αν μας ζητούσαν να σκιτσάρουμε με μια πινελιά το πορτρέτο του Τσαϊκόφσκι αυτή θα μπορούσε να λέει ότι: ο διάσημος τούτος συνθέτης της Ρωσίας, κατάφερε να εκφράσει με τη μουσική του τόσο συναίσθημα όσο δεν κατόρθωσε να ζήσει στην πραγματική του ζωή. Στην εποχή του, κάλλιστα, τούτος ο παράξενος και διαφορετικός άνθρωπος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εκκεντρικός. Η αλήθεια είναι ό,τι ο Τσαϊκόφσκι ήταν αρκετά διαφορετικός από τους σύγχρονούς του και δεν ταίριαζε σχεδόν με κανέναν. Σαν παράδειγμα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι ενώ σχετίστηκε με σπουδαίους μουσικούς της εποχής του, όπως ο Μποροντίν (Alexander Borodin), ο Μουσόργκσκι (Petrovich Modest Mussorgsky), ο Ρίμσκυ-Κόρσακωφ (Nikolay Rimsky-Korsakov), ποτέ όμως δεν έγινε μέλος της ομάδας τους. Εξάλλου, τα συνεχόμενα ταξίδια του μας δείχνουν ένα άνθρωπο που ασφυκτιούσε στο στενό και πουριτανικό περιβάλλον της Ρωσίας.
Ο Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι (Ρωσικά: Пётр Ильи́ч Чайко́вский), γεννήθηκε στο Βότνισκ στις 7 Μαΐου του 1840. Ήταν το δεύτερο παιδί του Ηλία Πέτροβιτς Τσαϊκόφσκι ιδιοκτήτη ορυχείου σιδήρου, και της Αλεξάνδρας Αντρέγιεβνα. Είχε προηγηθεί η γέννηση του πρώτου αγοριού της οικογένειας, του Νικολάι, στις 21 Μαΐου του 1838. Ακολούθησαν, η Αλεξάνδρα στις 9 Ιανουαρίου του 1842, ο Ιππόλυτος στις 22 Απριλίου του 1843, και, τέλος, οι δίδυμοι Μόδεστος και Ανατόλι, που αντίκρισαν το φως της μέρας στις 13 Μαΐου του 1850.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν αρκετά συμβατικά, τολμούμε να πούμε αντιμουσικά, αφού οι ανήκοντες στη μεσαία τάξη γονείς του, προγραμμάτιζαν τον νεαρό Πιοτρ Ίλιτς για νομικό και δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη μουσική παιδεία. Ο πρόωρος θάνατος της μητέρας του από χολέρα το 1854, θα προκαλέσει έναν συναισθηματικό ακρωτηριασμό στον Τσαϊκόφσκι, που θα τον αντιδιαστείλει συνεχίζοντας με πάθος τα μαθήματα πιάνου που είχε αρχίσει από την ηλικία των 5 ετών με τη Μαρία Μάρκοβνα Παλχίκοβα. Οι παράλληλες σπουδές του στο Πανεπιστήμιο θα συνεχιστούν βέβαια και το 1859, θα γίνει δεκτός στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με το βαθμό του εισηγητή Α’. Χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ τα μαθήματα της μουσικής μετά από ένα ταξίδι σε Γερμανία, Βέλγιο, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία, το 1961, θα παραιτηθεί από τη θέση του στο Υπουργείο, για να αφιερωθεί από εδώ και πέρα αποκλειστικά στη μουσική, αυτό γίνεται το 1863.

Ο Τσαϊκόφσκι με τον τσελίστα Anatoly Brandukov (1858-1930), το 1888.

Ο Τσαϊκόφσκι πάντα λαχταρούσε μια παθιασμένη σχέση, μια σχέση που ποτέ δεν ήρθε. Η γνωστή σχέση του με την χήρα Ναντέζντα φον Μεκ βασίζονταν σε αμοιβαία εκτίμηση αφού η Μαντάμ φον Μεκ ερωτεύτηκε τη μουσική του Πιοτρ Ίλιτς από την πρώτη στιγμή που της την παρουσίασε ο Νικολάι Ρουμπινστάιν, εργοδότης του Τσαϊκόφσκι. Η σχέση τους περιορίστηκε σε ανάλλαγες φλογερών γραμμάτων. Αντάλλαξαν περίπου 1100 γράμματα σε διάστημα 13 χρόνων, -μερικές φορές τρία και τέσσερα την ίδια μέρα. Η σχέση τους περιορίστηκε μόνο στο χαρτί και αυτό βόλευε τον Τσαϊκόφσκι, εξάλλου η φον Μεκ έθεσε στη διάθεση του συνθέτη ετήσιο εισόδημα 6.000 ρουβλιών –ποσό που ήταν αρκετό για μια άνετη ζωή- με την προϋπόθεση να μην συναντηθούν ποτέ. Το 1890 πεπεισμένη ότι είχε χρεοκοπήσει του διέκοψε το ετήσιο εισόδημα καθώς και την αλληλογραφία. Για τον Πιοτρ Ίλιτς, αυτό ήταν ένας ισχυρός κλονισμός.
Ο μεγάλος κόλαφος για τον Τσαϊκόφσκι όμως, ήρθε, όταν το 1877, σε ηλικία 37 ετών έλαβε μια ερωτική επιστολή από μια άγνωστη σε αυτόν γυναίκα, την 20άχρομη Αντωνίνα Ιβάνοβνα Μιλιούκοβα. Η Μιλιούκοβα σπούδαζε μουσική και –όπως του έγραφε- είχε ερωτευτεί το συναίσθημα που αυτός εξέφραζε με τη μουσική του. Η παθιασμένη αυτή θαυμάστρια δεν περιορίστηκε στο πρώτο γράμμα, αλλά άρχισε να τον βομβαρδίζει με επιστολές γεμάτες πάθος, απειλώντας τον μάλιστα ότι θα αυτοκτονήσει αν δεν δέχονταν να συναντηθούν. Αποτέλεσμα όλου αυτού του γελοίου παιχνιδιού ήταν να βρεθεί την ίδια χρονιά -6 Ιουλίου- παντρεμένος για να την εγκαταλείψει κατά τη διάρκεια του μήνα του μέλιτος στις 26 Ιουλίου δηλώνοντας ότι η φυσική επαφή μαζί της ήταν αποκρουστική. Έτσι όπως εξελίχθηκε το όλο σκηνικό, θα μπορούσε να πει κανείς ότι για τον Τσαϊκόφσκι ήταν μια καταστροφή, αφού οι νευρικοί κλονισμοί ήταν συνεχόμενοι. Θα συνεχίσει όμως να έχει μια αξιοζήλευτη συνθετική δραστηριότητα, αφού η μουσική είναι το μόνο του καταφύγιο. Θα λέγαμε ότι ήταν το κάστρο του, που το είχε υψώσει σταθερά γύρω του και δεν επέτρεπε σε κανέναν να κοιτάξει μέσα. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι: «η μούσα δεν έχει ωράριο», και πράγματι, από τις 9:30 κάθε πρωί βρισκόταν μπροστά στο πιάνο και εργαζόταν πυρετωδώς μέχρι το απόγευμα που έβγαινε για έναν μικρό περίπατο σκεφτόμενος την πρωινή δουλειά του. Επέστρεφε και συνέχιζε την εργασία διορθώνοντας τις παρτιτούρες της μέρας. Οτιδήποτε διέκοπτε αυτή του την ισορροπία μπορούσε να τον αναστάτωσει σε σημείο να χάνει τον ειρμό της μουσικής του σκέψης.
Ο Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι πέθανε το 1893 σε ηλικία μόλις 53 ετών. Επίσημα αναφέρετε ως αιτία θανάτου η χολέρα. Η αλήθεια όμως κρύβεται κάτω από μια βαθιά ερωτική προτίμηση και επιθυμία. Οι νεότεροι βιογράφοι του δεν παραλείπουν να αναφερθούν στην ομοερωτική έλξη του συνθέτη. Με άλλα λόγια, όλο αυτό το πάθος που καθρεπτίζεται στα έργα του, με αποκορύφωμα την 6 Συμφωνία την ονομαζόμενη και Παθητική, δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια δίψα για ζωή, μια ζωή που δεν μπόρεσε να ζήσει έτσι όπως ακριβώς τη λαχταρούσε και την ονειρευόταν. Καταπιέζοντας λοιπόν τα συναισθήματά του και τις προτιμήσεις του, ο Τσαϊκόφσκι, βρήκε ελεύθερη έκφραση γι’ αυτά στη γλώσσα της μουσικής. Εξάλλου στην ρώσικη κοινωνία -υψηλή ή μεσαία δεν έχει σημασία-, ο πουριτανισμός βοηθούμενος από τον χριστιανισμό περίσσευε, πνίγοντας κάθε ελεύθερη φωνή και διαφορετικότητα, καταδικάζοντας κάθε προοδευτικό πνεύμα σε μαρασμό. Η άλλη εκδοχή για το θάνατό του, η αληθινή, βρίσκεται ανάμεσα στην εκδοχή που τον θέλει να υποχρεώθηκε να δηλητηριαστεί για να μην ξεσπάσει σκάνδαλο γύρω από το ερωτικό του πάθος για τους άντρες, ή, να θέλησε μόνος του να βάλει ένα τέρμα σε μια ζωή αντίθετη των επιθυμιών του. Κάπου εδώ τελειώνει ο μύθος της ζωής του και αρχίζει ο μύθος του έργου του, ένα έργο σπουδαίο, που καθρεφτίζει πάθος, συναίσθημα και υψηλή ποίηση. 

  
Ο Τσαϊκόφσκι με τον αγαπημένο του ανιψιό Vladimir Lvovich Davïdov (1871/2-1906) 
Ήταν ο μεγάλος έρωτας για τον οποίο έγραψε την 6η Συμφωνία, την αποκαλόύμενη και Παθητική

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΙΟΤΡ ΙΛΙΤΣ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ
1840. 25 Μαΐου: Γέννηση του συνθέτη στο Βόντισκ, της επαρχίας Βιάτκα. Ο αδελφός του Νικολάι ήταν ήδη δύο ετών.
1842. Γέννηση της αδελφής του Αλεξάνδρας.
1844. Αρχίζει μαθήματα μουσικής με την γκουβερνάντα του, Φάννη Ντυρμπάχ. Γέννηση του αδελφού του Ιππόλυτου.
1845. Αρχίζει μαθήματα πιάνου με τη Μαρία Μάρκοβνα Παλχίκοβα.
1848. Η οικογένεια εγκαθίσταται στη Μόσχα, ύστερα από απόσπαση εκεί του πατέρα του. Λίγους μήνες αργότερα η οικογένεια φεύγει για την Αγία Πετρούπολη. Ο Πιότρ Ίλιτς γίνεται μαθητής του Φιλίπποβ.
1850. Γέννηση των δίδυμων αδελφών του Ανατόλι και Μοδέστου.
1851. Ο Πιότρ Ίλιτς εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολής.
1854. Η μητέρας του Πιοτρ Ίλιτς πεθαίνει από χολέρα.
1855. Παίρνει μαθήματα πιάνου από τον Ροδόλφο Κούντινγκερ ενώ σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο.
1859. Γίνεται δεκτός στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με το βαθμό του εισηγητή Α’.
1860. Συνεχίζει να μελετάει πιάνο και σύνθεση και παρακολουθεί όλες τις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται στην Αγία Πετρούπολη.
1861. Παίρνει άδεια από το Υπουργείο και φεύγει για πρώτη φορά από τη Ρωσία. Επισκέπτεται τη Γερμανία, το Βέλγιο, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία.
1862. Συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές δίπλα στον καθηγητή Ζαρέμπα, ενώ εργάζεται πάντα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Ο Τσαϊκόφσκι με τον τσελίστα Anatoly Brandukov (1858-1930). Παρίσι, 1888.

1863. Παραιτείται από τη θέση του και αφιερώνεται στη μουσική. Παίρνει μαθήματα σύνθεσης από τον Ν. Ρουμπινστάιν.
1864. Συνθέτει την εισαγωγή στο έργο του Οστρόφσκι «Η θύελλα».
1865. Ο Ν. Ρουμπινστάιν προσλαμβάνει τον Πιότρ Ίλιτς στη θέση του καθηγητή της αρμονίας στο νεοϊδρυθέν Ωδείο της Μόσχας.
1866. Συνθέτει την Πρώτη Συμφωνία σε σολ ελάσσονα. Τον Ιούλιο παθαίνει νευρικό κλονισμό και πηγαίνει να αναπαυθεί στο σπίτι της πεθεράς της αδελφής του.
1867. Συνθέτει την όπερα Βοεβόδας. Την άνοιξη επισκέπτεται την Φιλανδία. Το καλοκαίρι πηγαίνει στο Χάπσαλ, όπου συνθέτει τις Αναμνήσεις απ’ το Χάπσαλ (έργο για πιάνο). Το Δεκέμβριο συναντιέται με τον Έκτορα Μπερλιόζ στη Μόσχα.
1868. Πηγαίνει στη Αγία Πετρούπολη, όπου συναντιέται με τους Μπαλακίρεφ, Κούι, Νταργκομίζκι, Ρίμσκι-Κόρσακοφ και Στάβορ. Κάνει δεύτερο ταξίδι στο εξωτερικό και επισκέπτεται το Βερολίνο και το Παρίσι με το φίλο του Βλαδίμηρο Σιλόφσκι. Γνωρίζεται με την Ντεριζέ Αρτώ.
1869. Η Αρτώ παντρεύεται τον Μαριάνο Παντίγια Ράμος. Την ίδια χρονιά ανεβάζεται ο Βοεβόδας. Ο Πιοτρ Ίλιτς αρχίζει να συνθέτει την όπερα Οντίν, την φαντασία Ρωμαίος και Ιουλιέττα και τους Δώδεκα Ρώσικους Λαϊκούς Χορούς για πιάνο. Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς έχει τελειώσει τα Έξι τραγούδια opus 6, και το χορωδιακό μέρος της όπερας Μανδραγόρας.
1870. Πηγαίνει στο Μπαντ Ζόντεν με το φίλο του Σιλόφσκι και από εκεί στο Μανχάιμ, για να παρακολουθήσει το Φεστιβάλ για τα εκατό χρόνια απ’ τη γέννηση του Μπετόβεν. Επισκέπτεται κατόπιν το Νικολό Ρουμπινστάιν στο Βισμπάντεν. Στη συνέχεια πηγαίνει στο Ιντερλάκεν της Ελβετίας, στο Μόναχο και στη Βιέννη. Επιστρέφει στη Μόσχα περί τα τέλη Αυγούστου.
1871. Συνθέτει το πρώτο Κουαρτέτο Εγχόρδων σε ρε μείζονα opus 11. Συναντιέται με τον Τουργκένιεβ.
1872. Συνθέτει την Εορταστική Καντάτα για τα εγκαίνια της Έκθεσης που διοργανώνεται με την ευκαιρία της 200ης επετείου από τη γέννηση του Μεγάλου Πέτρου. Συνθέτει την Δεύτερη Συμφωνία σε ντο ελάσσονα opus 17.
1873. Επισκέπτεται πάλι τη Γερμανία, την Ελβετία και την Ιταλία. Συνθέτει την Φαντασία που είναι βασισμένη στο έργο Τρικυμία του Σαίξπηρ.
1874. Συνθέτει το δεύτερο Κουαρτέτο Εγχόρδων σε φα μείζονα opus 23, που αφιερώνει στον Χανς φον Μπύλοβ. Γυρίζει στην Ιταλία την Άνοιξη. Συνθέτει το Πρώτο Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα opus 23, που αφιερώνει στον Χανς φον Μπύβολ.
1875. Συνθέτει την Τρίτη Συμφωνία σε ρε μείζονα opus 29 και τη Λίμνη των Κύκνων. Στις 13 Οκτωβρίου παίζεται στη Βοστώνη το Πρώτο Κονσέρτο του για πιάνο με τον Χανς φον Μπύβολ.
1876. Πηγαίνει στο Παρίσι για να επισκεφτεί τον αδελφό του Μόδεστο. Γράφει το Τρίτο Κουαρτέτο Εγχόρδων σε μι ύφεση ελάσσονα opus 30. Τον Ιούλιο της ίδια χρονιάς πηγαίνει στο Βισύ, για ιαματικά λουτρά. Κατόπιν επισκέπτεται το Μπαϋρώυτ όπου συναντιέται με τον Φρανς Λιστ. Αναζητά τον Βάγκνερ αλλά αυτός αρνείται να τον συναντήσει. Συνθέτει την Φραντζέσκα ντα Ρίμινι. Στην Πετρούπολη συναντιέται με τον Τολστόι και αρχίζει να αλληλογραφεί με την φον Μεκ, η οποία είχε τότε χάσει το σύζυγό της και θαύμαζε τον Τσαϊκόφσκι. Συνθέτει τις Παραλλαγές σε ένα θέμα ροκοκό opus 33, για τσέλο και ορχήστρα.

 
Ο Τσαϊκόφσκι με τη σύζυγό του Antonina Miliukova
κατά τη διάρκεια του μήνα του μέλιτος τον Ιούλιο του 1877.
Ο Τσαϊκόφσκι θα την εγκαταλείψει 20 μέρες μετά το γάμο, 
δηλώνοντας ότι η φυσική επαφή μαζί της είναι αποκρουστική.

1877. Αρχίζει να συνθέτει την Τετάρτη συμφωνία σε φα ελάσσονα opus 36 και παράλληλα να εργάζεται πάνω στο έργο του Αλέξανδρου Πούσκιν Ευγένιος Ονέγκιν. Παντρεύεται την Αντωνίνα Ιβάνοβνα Μιλιούκοβα στις 6 Ιουλίου, την οποία εγκαταλείπει στις 26 Ιουλίου και πηγαίνει να μείνει στην Καμένκα. Το Σεπτέμβριο επιστρέφει στη γυναίκα του και επιχειρεί να αυτοκτονήσει. Χωρίζει τελικά και πηγαίνει στην Ελβετία με τον αδελφό του Ανατόλι. Η φον Μεκ του χορηγεί ετήσια ράντα 6.000 ρουβλίων. Τη ίδια χρονιά πηγαίνει στην Ιταλία και την Αυστρία.
1878. Μένει στο Σαν Ρέμο και στη Φλωρεντία και εργάζεται με πάθος, θέλοντας να τελειώσει την Τέταρτη Συμφωνία και τον Ευγένιο Ονέγκιν, πράγμα που το κατορθώνει. Την ίδια χρονιά συνθέτει το Κονσέρτο για βιολί και ορχήστρα opus 35 και αρχίζει να συνθέτει τη Σονάτα για πιάνο opus 37, και την Παρθένα της Ορλεάνης.
1879. Ανεβαίνει ο Ευγένιος Ονέγκιν στη Μόσχα με επιτυχία. Συνθέτει το Δεύτερο Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε σολ μείζονα opus.
1880. Πηγαίνει στην Ιταλία, όπου αρχίζει να συνθέτει το Ιταλικό Καπρίτσιο. Πεθαίνει ο πατέρας του, Ο Πίοτρ Ίλιτς γυρίζει στη Ρωσία. Συνθέτει διάφορα έργα μεταξύ των οποίων και τη Σερενάτα Εγχόρδων opus 48.
1881. Πηγαίνει στη Ρώμη και τη Φλωρεντία. Πεθαίνει ο Νικολάι Ρουμπινστάιν και του προτείνεται η θέση του διευθυντή στο Ωδείο της Μόσχας, την οποία δεν αποδέχεται.
1882. Παρουσιάζει την Εισαγωγή 1812 και το Τρίο opus 50 στη μνήμη του Ν. Ρουμπινστάιν.
1883. Επισκέπτεται το Βερολίνο και το Παρίσι. Συνθέτει τον Μαζέπα, που βασίζεται σ’ ένα ποίημα του Πούσκιν.
1884. Παίζεται ο Μαζέπα στη Μόσχα και στη Αγία Πετρούπολη. Συνθέτει την Τρίτη Σουίτα για ορχήστρα opus 55.
1885. Συνθέτει το συμφωνικό ποίημα Μάνφρεντ και αρχίζει να εργάζεται πάνω στη Μάγισσα.
1886. Φεύγει για το Παρίσι, όπου συναντάει τον Ντελίμπ, τον Φωρέ, τον Λαλό και την Πωλίν Βιαρντώ.
1887. Παίζεται η νέα διασκευή της όπεράς του Βάκουλα ο Σιδεράς. Επισκέπτεται τον αδελφό του Ανατόλι στην Τυφλίδα και συνθέτει τη Σουίτα Μοσταρτιάνα. Πηγαίνει στο Άαχεν, για να επισκεφτεί τον ετοιμοθάνατο φίλο του Κοντράτγιεφ. Γυρίζει περί τα τέλη Οκτωβρίου στην Αγία Πετρούπολη.
1888. Πηγαίνει στη Λειψία, όπου συναντιέται με τον Γιοχάννες Μπραμς και τον Εντβαρντ Γκρηγκ. Την ίδια χρονιά πηγαίνει στο Αμβούργο και στο Βερολίνο, όπου συναντιέται με τη Ντεζιρέ Αρτώ. Στην Πράγα συναντιέται με το Ντβόρζακ και κατόπιν στο Παρίσι με τον Γκουνώ και τον Μασνέ. Γυρίζει στη Ρωσία, όπου συνθέτει την Πέμπτη Συμφωνία σε μι ελάσσονα opus 64 και την Εισαγωγή του Άμλετ opus 67.
1889. Κάνει μουσική περιοδεία στην Κολωνία, Φραγκφούρτη, Δρέσδη, Γενεύη και Αμβούργο, όπου διευθύνει τις τοπικές ορχήστρες ερμηνεύοντας έργα του. Στο Λονδίνο παρουσιάζει τη μουσική μπαλέτου Η ωραία κοιμωμένη του δάσους.
1890. Στην Αγία Πετρούπολη παρουσιάζει την όπερά του Ντάμα Πίκα πάνω σ’ ένα λιμπρέτο γραμμένο από τον αδελφό του Μόδεστο, βασισμένο σε έργο του Πούσκιν. Έρχεται σε ρήξη με την Φον Μεκ.
1891. Εργάζεται πάνω στην όπερα Γιολάντα και τη σουίτα μπαλέτου Καρυοθραύστης. Πηγαίνει στο Παρίσι, ύστερα από νευρική κρίση, για να ηρεμήσει. Το Μάρτιο ταξιδεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διευθύνει τις ορχήστρες της Βαλτιμόρης, της Νέας Υόρκης και της Φιλαδέλφειας. Επιστρέφει στη Μόσχα στις 6 Νοεμβρίου. Παρουσιάζει τα έργα του Ευγένιος Ονέγκιν, Γιολάντα και Καρυοθραύστης με επιτυχία. Επισκέπτεται πάλι το Βισύ, το Σάλτσμπουργκ και τη Βιέννη.
1893. Συνθέτει την Έκτη Συμφωνία σε σι ελάσσονα opus 74 γνωστή και ως Παθητική, καθώς και πολλά τραγούδια και χορούς. Πεθαίνει στις 6 Νοεμβρίου, αν και στη μέρα του θανάτου του δεν συμφωνούν οι βιογράφοι, μιας και τα πράγματα δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένα γιατί η ημερομηνία κρατήθηκε μυστική, αφού ο συνθέτης οδηγήθηκε στην αυτοκτονία από την αριστοκρατία της Αγίας Πετρούπολης. Ως επίσημη αιτία βέβαια, αναφέρετε η χολέρα. Τα γεγονότα όμως δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο. Εξάλλου η επιδημία είχε παρουσιάσει ύφεση, ο Τσαϊκόφσκι δεν είχε καμιά επαφή με την περιοχή που είχε πληγεί, οι γιατροί ήταν ασαφείς σε αυτά που έλεγαν, αφού αρχικά μίλησαν για τυφοειδή πυρετό, μετά για λοίμωξη εντέρων και τέλος για χολέρα. Εξάλλου ο Τσαϊκόφσκι την προηγουμένη ήταν εντελώς καλά, και δεν δικαιολογείται θάνατος από τέτοια αιτία σε μόνο δύο μέρες. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι το σπίτι του συνθέτη δεν τέθηκε σε καραντίνα μετά την ταφή του, όπως γινόταν σε τέτοιες αιτίες θανάτου. Το 1920 ο Λεβ Μπέτρεσον, φίλος και γιατρός του συνθέτη ο οποίος είχε εξετάσει τον Τσαϊκόφσκι, εξομολογήθηκε στον Γκέοργκι Ορλώφ το μυστικό που ο συνθέτης πήρε στον τάφο του, ότι δηλαδή αυτοκτόνησε. Ο Γκέοργκι Ορλώφ ήταν ο σύζυγος της Αλεξάνδας Ορλόβα στην οποία χρωστάμε μια εξαιρετική βιογραφία που έριξε φως στη ζωή του συνθέτη και που μεταφράστικε στα Αγγλικά, όταν εγκατέλειψε τη Ρωσία και εγκαταστάθηκε στη Δύση. (εκδόσεις Oxfort University Press 1992).
Να πως έχουν τα πράγματα: Το βράδυ της 31 Οκτωβρίου 1893 ο Τσαϊκόφσκι δεν πήγε στο θέατρο να παρακολουθήσει τους Μακαβαίους του Άντον Ρουμπινστάιν, αλλά στο σπίτι του αντιεισαγγελέα της Αγίας Πετρούπολης, Τζάκομπι. Αυτός του ανακοίνωσε ότι ο κόμης Στένμποκ-Φέρμορ του είχε παραδώσει αναφορά με παράκληση να την κοινοποιήσει στον τσάρο, στην οποία κατονόμαζε τις ανήθικες προτάσεις που ο μουσικός είχε κάνει στον ανιψιό του. Ο Τζάκομπι χωρίς πολλά λόγια του είπε ότι αν αυτό γινόταν θα έπεφτε στη δυσμένεια του τσάρου, θα καταρρακωνόταν ηθικά και θα έπαιρνε το δρόμο για τα Ουράλια. Επίσης θα καταξευτέλιζε και τη Νομική Σχολή της Αγίας Πετρούπολης της οποίας παρόντες σ' εκείνο το «δικαστήριο» ήταν απόφοιτοι. Η σύζυγος του Τζάκομπι, Ελισάβεθ, τη βραδιά εκείνη ήταν στο διπλανό δωμάτιο και άκουσε όλα όσα ειπώθηκαν. Λέγοντάς το στον άντρα της εκείνος την όρκισε να μην πει τίποτα σε κανένα και εκείνη του είπε να μην παραδώσει την αναφορά στο τσάρο, αλλά τη διαβεβαίωσε ότι δεν έχει δικαίωμα να το κάνει. Η Κυρία Τζάκομπι, μίλησε για όλα αυτά λίγο πριν πεθάνει στην κόρη της Βέρα Κουζνέτσοβα. Έτσι σιγά σιγά το παζλ της αλήθειας για το θάνατο του Τσαϊκόφσκι συμπληρώθηκε.

 
Ο Τσαϊκόφσκι με τον πιανίστα Alexander Siloti, 1890.

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥΣ
Έργα για ορχήστρα
  • 1864, opus 76, Εισαγωγή στη «Θύελλα» του Οστρόφσκι.
  • 1866, opus 13, Συμφωνία Αρ. 1 σε σολ ελάσσονα.
  • 1866, opus 15, Εισαγωγή στο θέμα του Δανικού Εθνικού Ύμνου.
  • 1868, opus 13, Συμφωνικό Ποίημα «Fatum» (Φαντασία).
  • 1869, opus -, Ρωμαίος και Ιουλιέττα (συμφ. Φαντασία - εισαγωγή).
  • 1872, opus 17, Συμφωνία Αρ. 2 σε ντο ελάσσονα.
  • 1873, opus 18, Συμφωνική Φαντασία στο έργο «Τρικυμία».
  • 1875, opus 29, Συμφωνία Αρ. 3 σε ρε μείζονα.
  • 1876, opus 31, Σλαβικό Εμβατήριο ή Σλαβόνικο εμβατήριο.
  • 1876, opus 32, Φραντζέσκα ντα Ρίμινι (Συμφ. Φαντασία).
  • 1877, opus 36, Συμφωνία Αρ4. Σε φα ελάσσονα.
  • 1878/9, opus 43, Σουίτα Αρ. 1 σε ρε ελάσσονα.
  • 1880, opus 45, Ιταλικό Καπρίτσιο.
  • 1880, opus 49, Εισαγωγή 1812.
  • 1883, opus -, Το Εμβατήριο της Στέψης.
  • 1883, opus 53, Σουίτα Αρ. 2 σε ντο μείζονα.
  • 1884, opus 55, Σουίτα Αρ. 3 σε σολ μείζονα.
  • 1884/5, opus 58, Συμφωνία «Μάνφρεντ».
  • 1887, opus 61, Σουίτα Αρ. 4 «Μοτσαρτιάνα».
  • 1888, opus 64 Συμφωνία Αρ. 5 σε μι ελάσσονα.
  • 1888, opus, 67α, Εισαγωγή-Φαντασία «Άμλετ».
  • 1890/1, opus, Εισαγωγικό Ποίημα «Βοεβόδας».
  • 1892, opus 71α, Καρυοθραύστης (Σουίτα μπαλέτου).
  • 1893, opus 74, Συμφωνία Αρ. 6 σε σι ελάσσονα.
Μουσική μπαλέτου
  • 1875/6, opus 20, Η λίμνη των κύκνων.
  • 1888/9, opus 66, Η ωραία κοιμωμένη.
  • 1891/2, opus 71, Ο Καρυοθραύστης.
Περιστασιακή μουσική
  • 1873, opus 12, Η Χιονάτη.
  • 1891, opus 67b, Άμλετ.
Μουσική για ορχήστρα εγχόρδων
  • 1880, opus 48, Σερενάτα για ορχήστρα εγχόρδων σε ντο μείζονα.
Μουσική για ένα όγρανο και ορχήστρα
  • 1874/5, opus 23, Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα Αρ. 1 σε σι ύφεση ελάσσονα.
  • 1875, opus 26, Μελαγχολική Σερενάτα για βιολί και ορχήστρα.
  • 1876, opus 33, Παραλλαγές πάνω σ’ ένα θέμα ροκοκό για τσέλο και ορχήστρα.
  • 1877, opus 34, Βαλς-Σκέρτσο για βιολί και ορχήστρα.
  • 1877/8, opus 44, Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα Αρ. 2 σε σολ μείζονα.
  • 1884, opus 56, Φαντασία κονσέρτου για πιάνο και ορχήστρα.
  • 1887, opus 62, Καπριτσιόζο, κομμάτι για τσέλο και ορχήστρα.
  • 1893, opus 75, Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα Αρ. 3 σε σι ύφεση μείζονα (το πρώτο μέρος).
  • 1893, opus 79, Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα Αρ. 3 σε σι ύφεση μείζονα (Αντάντε και φινάλε) – Ενορχήστρωση Τανέγιεφ.
Μουσική δωματίου
  • 1871, opus 11, Κουαρτέτο εγχόρδων Αρ. 1 σε φα μείζονα.
  • 1874, opus 22, Κουαρτέτο εγχόρδων Αρ. σε φα μείζονα.
  • 1876, opus 30, Κουαρτέτο εγχόρδων Αρ. 3 σε σι ύφεση ελάσσονα.
  • 1881/2, opus 50, Τρίο για πιάνο βιολί τσέλο σε λα ελάσσονα.
Μουσική για βιολί και πιάνο
  • 1878, opus 42, Αναμνήσεις από ένα αγαπημένο τόπο.
Μουσική για πιάνο
  • 1865, opus 80, Σονάτα σε ντο δίεση μείζονα.
  • 1867, opus 1, «Σκέρτσο α λα ρους» και «Έμπρομτυ» σε μι ύφεση ελάσσονα.
  • 1867, opus 2, Αναμνήσεις απ’ το Χάπσαλ.
  • 1868, opus 4, Βαλς-Καπρίτσιο σε ρε μείζονα.
  • 1868, opus 5, Ρομάντζα σε φα ελάσσονα.
  • 1870, opus 7, Βαλς-Σκέρτσο σε λα μείζονα.
  • 1870, opus 8, Καπρίτσιο σε σολ ύφεση μείζονα.
  • 1870, opus 10, Νυχτερινό και Χιουμορέσκα.
  • 1873, opus 19, Έξι κομμάτια για πιάνο.
  • 1873, opus 21, Έξι κομμάτια για πιάνο πάνω στο ίδιο θέμα.
  • 1875/6, opus 37β, Οι Εποχές: Δώδεκα κομμάτια για πιάνο.
  • 1876/8, opus 40, Δώδεκα κομμάτια για πιάνο (λίγο δύσκολα).
  • 1878, opus 37, Σονάτα για πιάνο σε σολ μείζονα.
  • 1878, opus 39, Παιδικό Άλμπουμ: 24 εύκολα κομμάτια για πιάνο.
  • 1882, opus 51, Έξι κομμάτια για πιάνο.
  • 1886, opus 59, Ντούμκα, κομμάτι για πιάνο.
  • 1893, opus 72, Δεκαοχτώ κομμάτια για πιάνο.
Όπερες
  • 1867/8, opus 3, Βοεβόδας.
  • 1869, opus -, Οντίν.
  • 1870/2, opus -, Οπρίσνικ.
  • 1874, opus 14, Βάκουλα, ο σιδεράς.
  • 1885, opus -, Τσερεβίσκι (αναθεώρηση του Βάκουλα).
  • 1878, opus 24, Ευγένιος Ονέγκιν.
  • 1878/9, opus -, Η παρθένα της Ορλεάνης.
  • 1881/3, opus -, Μαζέπα.
  • 1885/7, opus -, Η μάγισσα.
  • 1890, opus 68, Ντάμα Πίκα.
  • 1891, opus 69, Γιολάντα.
Χορωδιακά έργα
  • 1865, opus -, Ωδή στη χαρά. Καντάτα για τέσσερις σολίστ, χορωδία και ορχήστρα.
  • 1872, opus -, Καντάτα για τα Εγκαίνια της Έκθεσης του Πολυτεχνείου της Μόσχας, για τενόρο, χορωδία και ορχήστρα.
  • 1883, opus -, Καντάτα της στέψεις για μέτζο-σοπράνο βαρύτονο, χορωδία και ορχήστρα.
  • 1889, opus -, Ευχές προς τον Άντον Ρουμπιστάιν. Καντάτα για μικτή χορωδία χωρίς συνοδεία.
Εκκλησιαστική μουσική
  • 1878, opus 41, Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου για τετράφωνη μικτή χορωδία.
  • 1881/2, opus 52, Εσπερινοί (δεκαοχτώ λειτουργικοί ύμνοι για μεικτή χορωδία).
Τραγούδια
  • 1869, opus 6, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1872, opus 16, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1875, opus 25, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1875, opus 27, Έξι τραγούδια αφιερωμένα στην Πριγκίπισσα Τσερτελέβαγια.
  • 1875, opus 28, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1878, opus 38, Έξι τραγούδια αφιερωμένα στον Α. Ι. Τσαϊκόφσκι.
  • 1880, opus 47, Επτά τραγούδια αφιερωμένα στην κυρία Πανάγιεβα.
  • 1881/2, opus 54, Δεκαέξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1884, opus 57, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1886, opus 60, Δώδεκα τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1887, opus 63, Έξι τραγούδια αφιερωμένα σε διάφορους.
  • 1888, opus 73, Έξι τραγούδια αφιερωμένα στον Νικολάι Φίγκερ.
Μουσική για δυο φωνές
  • 1880, opus 46, Έξι ντουέτα αφιερωμένα στην Τ.Λ. Νταβίντοβα.
Διασκευές για ορχήστρα
  • 1863, opus -, Μπετόβεν: Σονάτα για πιάνο opus 31, Αρ. 2 (Α’ μέρος).
  • 1863/4, opus -, Μπετόβεν: Σονάτα Κρώυτσερ (Α’ μέρος).
  • 1863/4, opus -, Γουνγκλ: Βαλς.
  • 1863/4, opus -, Σούμαν: Συμφωνικές σπουδές (Αντάτζιο και Αλέγκρο μπριγιάντε).
  • 1863/4, opus -, Βέμπερ: Σονάτα για πιάνο σε λα ύφεση μείζονα (Σκέτσο).
  • 1867, opus -, Κραλ: Θριαμβευτικό εμβατήριο.
  • 1869, opus -, Ντυμπούκ: Πόλκα (Μαρία-Ντάγμαρ).
  • 1870, opus -, Στραντέλλα: Άρια.
  • 1870, opus -, Τσιμαρόζα: Τρίο από το Μυστικό γάμο.
  • 1870, opus -, Ντραγκομίσκι: Τρίο «Το χρυσό σύννεφο».
  • 1874, opus -, Χάυδν: Αυστριακός Εθνικός Ύμνος.
  • 1874, opus -, Λιστ: Ο Βασιλιάς φον Τούλε.
  • 1874, opus -, Σούμαν: Μπαλάντα (Χαϊντεκνάμπεν).
  • 1888, opus 61, Μότσαρτ: Σουίτα Αρ. 4 «Μοτσαρτίνα».
  • 1888, opus -, Λαρός: Εισαγωγή-Φαντασία.
  • 1893, opus -, Μέντερ: Ουγγρικοί τσιγάνικοι χοροί.
Διασκευή για πιάνο
  • 1868, opus -, Ντυμπούκ: Ρομάντζα του Ταρνόφσκι.
  • 1868/9, opus -, Μέγιερμπερ: Ποτπουρί.
  • 1868/9, opus -, Άνον: Πενήντα λαϊκά ρώσικα τραγούδια.
  • 1869, opus -, Ρουμπινστάιν Α: Μουσική Εικόνα «Δον Κιχώτης».
  • 1870, opus -, Μαμόντοβα: Συνοδεία πιάνου παιδικών τραγουδιών. Ρωσικές και ουκρανικές μελωδίες (παιδικά τραγούδια).
  • 1877, opus -, Βέμπερ: Σονάτα για πιάνο opus 39 (Περπέτουουμ μόμπιλε, για αριστερό χέρι).
Διασκευές χορωδιακών έργων
  • 1886, opus -, Άνον: «Ας ευφρανθούμε λοιπόν» για ανδρική χορωδία.
  • 1883, opus -, Γκλίνκα: «Σλάβσιγια» απ’ τη «Ζωή για τον τσάρο», για μεγάλη χορωδία και ορχήστρα.
  • 1893, opus -, Μότσαρτ: «Νύκτα» κουαρτέτο για φωνές βασισμένο στη Φαντασία σε ντο ελάσσονα 1893, opus 475 (Ανταντίνο).

Ο Τσαϊκόφσκι σε φωτογραφία του 1860

ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ
Για τη ζωή και το έργο του συνθέτη έχουν γραφεί και κυκλοφορούν πέρα από τις βιογραφίες του και μυθιστορηματικές βιογραφίες τις οποίες και προτείνουμε ανεπιφύλακτα.
  - Ντομινικ Φερναντέζ: Δικαστήριο τιμής, η ζωή και ο θάνατος του Τσαϊκόφσκι, μτφρ. Ινώ Ρόζου, εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, 2002.
  - Κλάους Μαν: Παθητική συμφωνία, μτφρ. Μαρία Νικολάτου, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 1993.
  - Γεώργιος Ν. Δρόσος: Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι, η ζωή, το έργο, η εποχή, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 1993.
  - Νίνα Νικολάεβνα Μπερμπέροβα: Τσαικόβσκυ, Η ιστορία μιας μοναχικής ζωής, μτφρ. Γιώργος Π. Πλουμπίδης, εκδόσεις Μουσαίο, Αθήνα, 2009. 
Πηγές και σημειώσεις

Για το αφιέρωμα στον Τσαϊκόφσκι αντλήθηκαν στοιχεία από τις παρακάτω πηγές:
Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι, η ζωή, το έργο, η εποχή, Γεώργιος Ν. Δρόσος, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 1993.
Τσαικόβσκυ, Η ιστορία μιας μοναχικής ζωής, Νίνα Νικολάεβνα Μπερμπέροβα, μτφρ. Γιώργος Π. Πλουμπίδης, εκδόσεις Μουσαίο, Αθήνα, 2009.
Τσαϊκόφσκι, τα αριστουργήματα, από τη σειρά, Τα αριστουρήματα της κλασικής μουσικής, της MOS.
Λεξικό των συνθετών, Roland de Candé, μτφρ. Άλκης Παναγιωτόλουλος, εκδόσεις GUTENBERG, Αθήνα, 1991.

Ο Richard Chamberlain στο ρόλο του Τσαϊκόφσκι
στην ταινία THE MUSIC LOVERS (1971) του Ken Russell.


Η κλασική και συγχρόνως ανατρεπτική Λίμνη των Κύκνων
του Μάθιου Μπορν, ερμηνευμένη από γεροδεμένους χορευτές.


Ο Καρυοθραύστης από το Χοροθέατρο ΟΚΤΑΝΑ (2010),
σε χορογραφία Κωνσταντίνου Ρήγου (Πηγή).

Ο Καρυοθραύστης από το Χοροθέατρο ΟΚΤΑΝΑ (2010),
σε χορογραφία Κωνσταντίνου Ρήγου (Πηγή).

Ο Καρυοθραύστης από το Χοροθέατρο ΟΚΤΑΝΑ (2010),
σε χορογραφία Κωνσταντίνου Ρήγου (Πηγή).

Λίμνη των Κύκνων σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου.
Φωτογραφία Τάσος Βρετός (Πηγή).