Τεννεσή
Ουίλιαμς ©
Billy Rose
Theater Collection NYPL
Τεννεσή (ή Τεννεσσή) Ουίλιαμς. Αφιέρωμα
Γράφτηκαν
πολλά για τον μεγαλύτερο ίσως θεατρικό
συγγραφέα της σύγχρονης Αμερικής και
-πολλοί το ισχυρίζονται-, του κόσμου
ολόκληρου. Μετά από τον Ευγένιο Ο' Νήλ,
δε φάνηκε ίσως άλλο ανάστημα που να
μπορεί να συγκριθεί μαζί του, από την
άποψη της μεγαλοφυούς από σκηνής
ανασύνθεση της ζωής. Ο Άρθουρ Μίλλερ κι
ο Έντουαρντ Άλμπυ είναι ίσως οι μόνοι
που εκτός απ' αυτόν με συνέπεια ανιχνεύουν
τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, οι μόνοι
που ανατέμνουν με μια άμεμπτη διαλεκτική
της κοινωνικές αντιφάσεις μιας συμβατικής
μορφής ζωής, οι μόνοι που ευρύνουν ως
το έσχατο όριο τις ικανότητες του
πανηγυρικού ταλέντου τους. Οι σκοπιές
από τις οποίες επιχειρεί ο καθένας τη
δική του ανίχνευση είναι τόσο διαφορετικές,
όσο και η ιδιοσυγκρασία τους. Μα το
αντικείμενο και στους τρις είναι πάντα
το ίδιο. Το απομονωμένο σε έναν απάνθρωπο
περίγυρο άτομο, οι συμβάσεις που του
αλυσοδένουν με προκαταλήψεις τη ζωή,
και η αδυναμία να ονειρευτεί σε μια
κοινωνία, όπου η κάθε απόπειρα για
δραπέτευση ισοδυναμεί με καταστροφή,
είναι το κοινό ρεύμα που διαπερνάει και
των τριών το έργο.
Μα
ο κόσμος που συνέθεσε ο Τεννεσή Ουίλιαμς (Tennessee
Williams),
γρήγορα απομονώνεται στη δική του
σφαίρα. Με μαεστρία ρίχνεται το αόρατο
δίχτυ της μαγείας, και ο συγγραφέας,
μεθυσμένος και αυτός, πάντα παρόν μας
οδηγεί στον πιο παράξενο κόσμο που έγινε
ποτέ. Γυναίκε2 αλκοολικές, γυναίκες
μόνες, άνθρωποι με πληγωμένο εγώ,
διεστραμμένοι άνθρωποι της βίας και
άνθρωποι του ονείρου μπλέκονται σε μια
καταχνιά και γίνονται στοιχεία ενός
αλλοπρόσαλλου κόσμου έτσι όπως μονάχα
αυτός, ο Τεννεσή Ουίλιαμς, κατόρθωσε να
αποδώσει. Ο
Ορφέας στον Άδη
ο Γυάλινος
κόσμος
το Λεωφορείων
ο Πόθος, Η νύχτα της Ιγκουάνα, το
Ξαφνικά
πέρυσι το καλοκαίρι, Η λυσσασμένη γάτα
κλπ. ανήκουν στα ζοφερά και γεμάτα
παράξενη ποίηση θεατρικά έργα του
Αμερικανού συγγραφέα, μοιραία σφραγίδα
της κοσμοθεωρίας του που τόσο παρεξηγήθηκε,
καταδικάστηκε μα και ταυτόχρονα
λατρεύτηκε. Δεν είναι το πάθος το
επίκεντρό του· δεν εξαντλεί στο πάθος
τα ανθρώπινα όριά του. «Οι δημιουργοί,
οι καλλιτέχνες -θα πει ο ίδιος- μοιάζουν
με το νευρικό σύστημα μιας εποχής ή μιας
χώρας. Αν το νευρικό σύστημα προσβληθεί
από τις συνθήκες που το περιβάλλουν, θα
αντανακλά αναπόφευκτα αυτή την ανωμαλία,
άλλοτε με έμμεσο τρόπο και άλλοτε με
την αμεσότητα της βίας».
Πεζά του Τεννεσή Ουίλιαμς
Οι
Νουβέλες του Τρεις
σ' ένα καλοκαιρινό παιχνίδι, Τι συνέβη
στην Ισαβέλλα Χόλλυ
και Δυο
πουλιά σ' ένα πέταγμα,
μεταφρασμένες από τον Φώντα Κονδύλη
κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα
το 1969 (εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος).
Ανήκουν στην περίοδο που ο συγγραφέας
αναζητά και βρίσκει τα πρώτα στοιχεία
ανθρωπιάς που θα χρησιμοποιήσει αργότερα
με τόση ευστοχία στα θεατρικά του έργα.
Πηγή:
Από
την εισαγωγή στο βιβλίο Η
Ρωμαϊκή άνοιξη της Κας Στόουν,
εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ.Ι. Αθήνα 1969.
Γυάλινος κόσμος, πρώτη παράσταση στην Ελλάδα, 1946, (Κάρολος Κουν και Έλλη Λαμπέτη)
Το παράλληλο ή συμπληρωματικό έργο ενός καλλιτέχνη φωτίζει καλύτερα την κύρια ιδιότητά του και βοηθάει το κοινό να κατανοήσει πληρέστερα την –όποια- προσφορά του στον τομέα που διακρίθηκε.
Συνήθως
έρχονται στο φως τα «Ημερολόγια» των
καλλιτεχνών, όπου –συνηθέστατα- το
παρελθόν χαλκεύεται ενόψει ενός οιονεί
ρόδινου μέλλοντος, όπου τουλάχιστον το
φαντάζεται ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Διότι
ημερολόγιο ειλικρινές είναι πολύ δύσκολο
να γραφτεί, αφού είναι φύσει αδύνατον
να καταγραφούν εν ψυχρώ βράζοντα
συναισθήματα και ηφαιστειώδεις
καταστάσεις με μόνο σκοπό την ανάκλαση
της θερμότητός τους, μέσω του χαρτιού
και μετά από χρόνια, σε αναγνώστες οι
οποίοι, αφού δεν γνωρίζουν τόσο καλά
πρόσωπα και καταστάσεις, θα εισπράξουν
μόνο επιτήδευση του γράφοντος και θα
εξαργυρώσουν μόνο φράσεις που διατηρούν
ακόμα κάποια λάμψη.
Το παράλληλο
ή συμπληρωματικό έργο ενός καλλιτέχνη
μας δείχνει εξίσου φορτισμένες από τον
ίδιο τον δημιουργό εκλάμψεις, στις
οποίες όμως δεν διακρίθηκε ισάξια. Γιατί
να μην δούμε λοιπόν κι αυτόν τον καθρέφτη
όπου κατοπτριζόταν –ίσως και η μεγαλύτερη
αγωνία για το είδωλο- η ψυχή του καλλιτέχνη.
Πάντως,
όλα τα διηγήματα του Ουίλλιαμς και όχι
μόνο όσα περιλαμβάνονται στο βιβλίο
αυτό, αντιφεγγίζουν το ζοφερό κόσμο που
τεχνουργούσε η ψυχή του.
Κι
ο Τεννεσσή Ουίλλιαμς θα κερδίζει όσο
οι θεατές βγαίνουν από παράσταση έργου
του και την άλλη μέρα πάνε και αγοράζουνε
τα διηγήματά του ή, αντίστροφα, οι
αναγνώστες κλείνουν το βιβλίο με τα
διηγήματα και αδημονούν να δουν θεατρικό
έργο του.
Εύχομαι
να συμβούν και τα δύο.
Πηγή:
ΕΡΡΙΚΟΣ
ΜΠΕΛΙΕΣ, από την εισαγωγή στο βιβλίο
Διηγήματα,
εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1996.
Ο Τεννεσή
Ουίλιαμς με την Κατίνα Παξινού τη στιγμή που της δίνει το έργο του Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, το οποίο δεν πρόλαβε να παίξει.
Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης για τον Τεννεσί Ουίλιαμς
Απ’
όλους τους σύγχρονους θεατρικούς
συγγραφείς, εκείνος που ‘χει αφήσει
πιο έντονη τη σφραγίδα του πάνω στη
μεταπολεμική περίοδο, είναι σίγουρα ο
Τεννεσή Ουίλιαμς. Όχι γιατί καταπιάστηκε
ποτέ με επίκαιρα πολιτικοκοινωνικά
θέματα, αλλά γιατί κατόρθωσε να συλλάβει
το ψυχολογικό κλίμα της εποχής του με
τόση αλήθεια και διαπεραστική φαντασία,
ώστε να συνεπαίρνει απόλυτα το θεατή.
Μπορεί ένα έργο του να μας αρέσει ή να
μην μας αρέσει, αλλά είναι αδύνατο να
μείνουμε αμέτοχοι. Το θέατρό του
λειτουργεί σαν αλχημεία. Τρυπώνει λες
μεσ’ από τους πόρους μας και γίνεται
ένα με το αίμα μας.
Ο
Ουίλιαμς είναι τόσο ποιητής όσο είναι
και ρεαλιστής. Δύσκολο να ζυγίσει κανένας
τις αναλογίες της διπλής του αυτής
ιδιότητας, ή να τις διαχωρίσει. Απ’ τη
μια, υποβάλλει τους χαρακτήρες του σ’
ένα αμείλικτο χειρουργικό θα ‘λεγα
τεμαχισμό. Το νυστέρι του όμως δεν
τεμαχίζει πτώματα αλλά ζωντανές ψυχές.
Κι’ επειδή είναι ποιητής, όσο πιο βαθειά
σκαλίζει τόσο πιο πολύ πάσχει, ξεσκεπάζοντας
τα πάθη και τις αδυναμίες τους. Έτσι οι
χαρακτήρες του παίρνουν μια διάσταση
που ξεπερνάει την ασκήμια και τη μιζέρια
της ζωής τους. Χωρίς να τους ωραιοποιεί,
μας βοηθάει να τους δούμε με τα υγρά,
λαμπερά μάτια της δικής του, βαθύτατης,
συμπόνιας. Η ποιητική αυτή λάμψη
διαπερνάει όλο του το έργο, παντρεύοντας
την πραγματικότητα με το όραμα.
Αυτό
εξηγεί και την πρωταρχική σημασία του
οπτικού στοιχείου στο Θέατρο του
Ουίλιαμς, σε αντίθεση με τους ως τότε
συγγραφείς, οι οποίοι έριχναν το βάρος
κυρίως στο λόγο. Συνέπεια έχουμε την
αίσθηση ότι «βλέπει» τους χαρακτήρες
του, μέσα σε χώρους που είναι έντονα
ατμοσφαιρικοί, φορτωμένοι με μνήμες ή
εφιάλτες. Κάθε λεπτομέρεια είναι
σημαντική στα μάτια του, γι’ αυτό και
περιγράφει σκηνικά, κοστούμια, ήχους,
φωτισμούς με σχολαστική ακρίβεια, χωρίς
ποτέ να αιχμαλωτίζεται μέσα στο ρεαλισμό
τους. Με όση ευκολία προβάλει ένα σκηνικό
στοιχείο, με άλλη τόση το σβήνει για να
ζωντανέψει κάποιο άλλο, ανάλογα με το
ψυχολογικό κλίμα της δράσης.
Αυτή
η οπτική ελευθερία είναι που τον κάνει
τον κατ’ εξοχήν θεατρικό τεχνίτη του
καιρού μας. Μεγαλωμένος την εποχή του
κινηματογράφου, δέχτηκε τη μαγεία του
και την ενσωμάτωσε στα δράματά του με
τον πιο οργανικό τρόπο.
Ο
Γυάλινος
Κόσμος
είναι το πιο προσωπικό απ’ όλα τα έργα
του. Δεν λέω αυτοβιογραφικό (κι’ ας
είναι Τομ το πραγματικό του όνομα) γιατί
αυτό θα το στένευε. Αναμφισβήτητα, στο
ξεκίνημά του ο Ουίλιαμς άντλησε –τι το
θεμιτώτερο για ένα καλλιτέχνη- από τα
δικά του σπαραχτικά βιώματα. Ειδικά
όμως στην περίπτωση του Γυάλινου
Κόσμου
είναι έτσι μετουσιωμένα από τη μνήμη,
ώστε να γίνονται πανανθρώπινα. Τι
μεγαλύτερη αλχημεία από το να παρακολουθείς
τη ζωή μιας έντονα Αμερικανικής
οικογένειας σ’ ένα σοκάκι του Σαιντ-Λούις…
και πιστεύεις πως ακούς τη γλώσσα της
δική σου.
Πηγή:
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ, από το σημείωμα στο πρόγραμμα
του Γυάλινου
Κόσμου
που ανέβηκε σε σκηνοθεσία δική του το
Μάρτιο του 1978 από το Εθνικό Θέατρο.
Η μητέρα του Τεννεσή Ουίλιαμς μιλάει για το γιο της
Με
τον τίτλο Θυμίστε
με στον Τομ,
κυκλοφόρησε στην Αμερική μια πολύ
ενδιαφέρουσα αυτοβιογραφία της μητέρας
του μεγάλου αμερικανού συγγραφέα Τέννεσή
Ουίλιαμς.
«Ο
Τομ, πάντα έτσι τον λέω, δεν μπορώ να τον
συνηθίσω Τεννεσή, γεννήθηκε με μάτια
ολάνοιχτα σ’ έναν κόσμο που τον γοήτευε.
Στο Κολόμπους της πολιτείας Μισσισιπή,
στις 26 Μαρτίου 1911, Κυριακή των Βαΐων.
Δυο χρόνια νωρίτερα είχα φέρει στον
κόσμο την κόρη μου την Ρόουζ. Κατοικούσα
με τους γονείς μου, γιατί ο άντρας μου
Κορνήλιος Ουίλιαμς, ήταν πλανόδιος
πλασιέ ειδών ανδρικού ρουχισμού ταξίδευε
πολύ και γι’ αυτό έλειπε από κοντά μας
τον περισσότερο καιρό. Μας επισκεπτόταν
κάθε δυο βδομάδες χρησιμοποιώντας το
σπίτι του πατέρα μου σαν ορμητήριο των
εμπορικών του εργασιών. Ο πατέρας μου
ήταν κληρικός, ο αιδεσιμότατος Ντάκιν,
κι έτσι ο Τομ τα πρώτα του χρόνια τα
πέρασε στο Πρεσβυτέριο, στην πετρώδη
αυλή του γνώρισε τα πρώτα του παιχνίδια.
Ο Τομ λάτρευε τον παππού του και τον
ακολουθούσε παντού, ακόμη και στις
επισκέψεις των ασθενών ενοριτών του.
Όταν
ο Τομ ήταν πέντε χρονών –μέναμε τότε
στο Κλαρκσντέηλ- κοντέψαμε να τον χάσουμε
από διφθερίτη. Εκείνο τον καιρό δεν
υπήρχαν τα κατάλληλα μέσα, γι’ αυτό
περιποιόμαστε όπως μπορούσαμε τον μικρό
μα άρρωστο στο σπίτι. Κοιμόμουνα μαζί
του εννιά μέρες για να του αλλάζω την
κύστη με τον πάγο που του έβαζα στο
λαιμό, σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού
για να μην πνιγεί.
Ο
διφθερίτης είχε δυσάρεστες συνέπειες
για το παιδί μου… Δύο ολόκληρα χρόνια
υπέφερε από παράλυση των κάτω άκρων και
δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα πόδια
του. Δεν έπαιζε πια με τα’ άλλα παιδιά
έξω και γι’ αυτό προσπαθούσαμε, να τον
διασκεδάσουμε, εφευρίσκοντας παιχνίδια
του σπιτιού, ενώ εγώ δοκίμαζα να του
διηγούμαι ιστορίες γεμάτες από ενδιαφέρον,
πάθος και περιπέτεια. Στο μεταξύ, ο
άντρας μου διορίστηκε εντελώς απροσδόκητα
προϊστάμενος της Διεθνούς Εταιρείας
Υποδηματοποιίας Φρήντμαν-Σέλμπυ στο
Σαιντ Λιούις. Αυτό εσήμαινε, ότι επιτέλους,
για πρώτη φορά μετά το γάμο μας, θα
ζούσαμε μαζί και θ’ ανοίγαμε σπίτι.
Έτσι τα παιδιά θα είχαν το σπίτι τους,
αν κι ο Τομ είπε κάποτε ότι “σπίτι σου
είναι εκεί που περνάς τα παιδικά σου
χρόνια”.
Στη θάλασσα με έναν φίλο του.
Ήταν τότε ο πόλεμος του 1918. Και αποκτήσαμε το διαμέρισμά μας. Αυτό που στάθηκε το πρότυπο του Γυάλινου Κόσμου. Πράγματι ήταν μελαγχολικό, θεοσκότεινο, το ηλεκτρικό έκαιγε όλη την ημέρα, αλλά δεν ήταν τρώγλη. Στο Σαιντ Λιούις, δεν άργησα ν’ αποκτήσω και το τρίτο παιδί μου, ένα αγόρι, τον Ντάκιν.
Η
Ρόουζ και ο Τομ ποτέ δεν αγάπησαν το
Σαιντ Λιούις. Είχαν μεταφυτευτεί σε μια
πολυθόρυβη πόλη, όπου κανείς δεν τους
ήξερε ή δεν τους έδινε σημασία, όπως
άλλοτε που τους γνώριζαν όλοι και τους
σέβονταν σαν τα “εγγόνια του αιδεσιμότατου”.
Είχαν χάσει τους παλιούς παιδικούς τους
φίλους κι ήταν δύσκολο ν’ αποκτήσουν
καινούργιους. Έτσι τα παιδιά μου
συνδέθηκαν πολύ στενά μεταξύ τους,
έγιναν σύμμαχοι σ’ έναν ξένο, άγνωστο
κόσμο. Τα παιδιά στο σχολείο πείραζαν
τον Τομ για την προφορά του, που ήταν η
προφορά του Νότου, και τον φώναζαν
“μαλθακό” γιατί δεν έπαιρνε μέρος στα
βάναυσα σπορ και ντρεπόταν όπως φαίνεται
να τους ομολογήσει ότι μόλις είχε αρχίσει
να περπατάει μετά από την καταραμένη
εκείνη παράλυση. Ξαναθυμάται εκείνα τα
χρόνια και μας εμπιστεύεται ότι “Φοβότανε
μέχρι θανάτου τους πάντες και τα πάντα”.
“Περισσότερο απ’ όλους όμως, λέει,
φοβόμουν τα παιδιά στο σχολείο, τους
δασκάλους και προπαντός τις αυστηρές
αρχές που επικρατούσαν εκεί. Αυτό το
όνομα Δημόσιο σχολείο με βασάνιζε για
χρόνια και μου ερχόταν ακόμη και μεγάλος
πια να βάλω τα κλάματα μ’ εκείνη τη
φρικτή ανάμνηση .”
Σήμερα
ο Τον σπανίως μ’ επισκέπτεται. Εγώ
πηγαίνω και τον βλέπω. Πικρές παιδικές
αναμνήσεις τον εμποδίζουν όπως φαίνεται
να ξαναδεί το Σαιντ Λιούις κι όχι η ψυχρή
αυτή πόλη αυτή καθ’ αυτή.
Αλλά ας γυρίσω στα περασμένα εκείνα χρόνια.
Ο
άντρας μου ήταν ένας τίμιος άνθρωπος,
αφοσιωμένος με ζήλο στη δουλειά του,
καρτερικός ακέραιος. Είχε όμως και
ελαττώματα. Έπινε κι έπαιζε χαρτιά.
Κάποτε ξεχνιόταν στο πόκερ ένα ολόκληρο
Σαββατοκύριακο. Του είχα απαγορεύσει
να παίζει χαρτιά με τους φίλους του στο
σπίτι, γιατί ενοχλούσαν τα παιδιά, κι
έτσι πήρε το δρόμο για τις Λέσχες και
τα ξενοδοχεία όπου η πόκα έδινε κι
έπαιρνε. Ήταν και πολύ νευρικός, τόσο
που δεν τολμούσα ποτέ να τον ρωτήσω τι
είχε. Έμαθα να μην τον ρωτώ. Και επιπλέων
διέθετε ελάχιστα χρήματα για το σπίτι.
Το χαρτοπαίγνιο απορροφούσε τόσα! Με
καυγάδες προσπαθούσα να του αποσπώ
λίγες πεντάρες για το φαγητό μας. Ο Τομ
ήταν διαρκώς σε συνεχείς προστριβές με
τον πατέρα του. Ο Κορνήλιος δεν συμπάθησε
κατά βάθος ποτέ τον Τομ, ίσως γιατί
προτιμούσε να γράφει, να διαβάζει και
να πηγαίνει στον κινηματογράφο, παρά
να παίζει Μπέιζ μπώλ και ποδόσφαιρο.
“Αγόρι είσαι συ, του φώναζε, εσύ έπρεπε
να φοράς φουστάνια”.
Κι
έτσι δεν έκανε τίποτ’ άλλο παρά να τον
πικραίνει, σχεδόν όσο κι οι συμμαθητές
του στο σχολείο, επειδή ήταν ασθενικός
και φυσικά δεν έφταιγε γι’ αυτό καθόλου
ο ίδιος.
Ανήκα
στην Επισκοπιανή εκκλησία κι έτσι ούτε
γι’ αστείο δεν μπορούσα να σκεφτώ το
διαζύγιο. Άλλωστε τι θ’ απογίνονταν τα
παιδιά, αν εγκατέλειπα το σύζυγό μου;
Ήθελα να αισθάνομαι ότι μπορούσαν να
υπολογίζουν στον ένα τουλάχιστον απ’
τους δύο γονείς τους.
Από
πολύ νωρίς ο Τομ άρχισε να γράφει. Το
γράψιμο φαίνεται ότι απασχολούσε τον
περισσότερο καιρό του. Ήταν το ταλέντο
του. Όταν ήταν έντεκα χρονών σκέφτηκα
να του αγοράσω μια γραφομηχανή για να
τον διευκολύνω. Ήθελα πάντα τα παιδιά
μου να αποκτούν ότι εποθυμούσαν».
Πηγή:
Εντιβίνα
Ουίλιαμς, Θυμίστε
με στον Τομ.
Από το πρόγραμμα της παράστασης Γυάλινος
Κόσμος
που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο τον Μάρτιο
του 1978 σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη.
Tennessee
Williams, 1956, φωτογραφία του Yousuf Karsh
Χρονολόγιο του Τεννεσή Ουίλιαμς
1911.
Γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου. Κυριακή των
Βαΐων, στο Κολόμπους της πολιτείας του
Μισσισιπή. Σπούδασε δημοσιογραφία στο
πανεπιστήμιο του Μισσούρι στην Κολούμπια
και θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο
Ουάσινγκτον στο Σαιντ Λιούις, όπου
υπήρχε και μια ημιεπαγγελματική θεατρική
ομάδα με το όνομα «Mummers
of
Saint
Louis».
Εκεί παρουσιάστηκαν και τα πρώτα του
έργα. Ο Τεννεσή Ουίλιαμς, ώσπου να
γνωρίσει την επιτυχία, έκανε πολλά
επαγγέλματα: Εργάτης σε εργοστάσιο
υποδημάτων, πορτιέρης ξενοδοχείου,
γκαρσόνι, κλπ. Απεφοίτησε από το
Πανεπιστήμιο της Αιόβα το 1938.
1935.
Γράφει το πρώτο του έργο Κάιρο-Σαγκάη-Βομβάη.
1936.
Κεριά
στον Ήλιο.
1937.
Φυγάς.
Αργότερα το επεξεργάζεται και του δίνει
τον τελικό τίτλο Ορφέας
στον Άδη.
1938.
Ανοιξιάτικο
τραγούδι.
1939.
Αμέρικαν
μπλουζ,
μονόπρακτα. Παίρνουν το βραβείο του
Group
Theatre.
1940.
Μάχη
των αγγέλων,
Theatre
Guild
στη Βοστώνη.
1941.
Σκαλοπάτια
για την οροφή.
1943.
Το
πρώτο χάδι.
Το ‘γραψε μαζί με τον Ντόναλντ Ουίντμαν
και πρωτοπαίχτηκε το 1945
στη Νέα Υόρκη.
1944.
Ο
γυάλινος κόσμος.
Ανεβαίνει για πρώτη φορά στο Θέατρο
Civic
το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου κι έπειτα
στο Θέατρο Playhouse
της Νέας Υόρκης τον Μάρτιο του 1945. Γίνεται
αμέσως παγκόσμια επιτυχία. Παίρνει το
βραβείο των κριτικών της Νέας Υόρκης
και καθιερώνει τον Ουίλιαμς σαν ένα από
τους πιο σημαντικούς θεατρικούς
συγγραφείς. Η ερμηνεία της Λωρές Ταίηλορ
στο ρόλο της Αμάντας θεωρήθηκε ιστορικό
γεγονός. Παίχτηκε αργότερα από μεγάλες
πρωταγωνίστριες όπως την Έλεν Χαίης,
την Γκέρτρουντ Λώρενς, την Κάθρην
Χέρμπουρν, στο θέατρο, στον κινηματογράφο
και στην τηλεόραση.
1946-47.
Το
πορτρέτο της Μαντόνας,
μεγάλο μονόπρακτο.
1947.
Λεωφορείον
ο πόθος.
Γνωρίζει τεράστια επιτυχία και
ξανακερδίζει το βραβείο των κριτικών
της Νέας Υόρκης καθώς και το βραβείο
Πούλιντζερ. Παρουσιάστηκε στην Νέα
Υόρκη σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν και τον
Μάρλον Μπράντο στον πρώτο ανδρικό ρόλο.
Στην ταινία πάλι του Καζάν με τον Μπράντο,
η Βίβιαν Λη ήταν μια αξέχαστη Μπλανς.
1951.
Τριαντάφυλλο
στο στήθος.
Νέα διεθνής επιτυχία. Πρωτοπαίχτηκε
στη Νέα Υόρκη με την Μ. Στάπλετον και
τον Ε. Ουώλαχ. Γυρίστικε σε ταινία με
την Άννα Μανιάνι (που γι’ αυτήν γράφτηκε
και που τιμήθηκε με το Όσκαρ) και με τον
Μπαρτ Λάνγκαστερ το 1956.
Εξώφυλλο
του Λεωφορείον
ο Πόθος,
με τον Μάρλον Μπράντο σε σκηνή από την
ομώνυμη ταινία σε σκηνοθεσία του Ελία
Καζάν
1953. Καμίλο Ρεάλ. Παρουσιάστηκε στο National Theatre της Νέας Υόρκης.
1955.
Η
λυσσασμένη γάτα.
Παίρνει το βραβείο κριτικών της Νέας
Υόρκης και το βραβείο Πούλιντζερ. Έγινε
και αυτό κινηματογραφική επιτυχία με
την Ελίζαμπεθ Ταίηλορ στον κεντρικό
ρόλο.
1957.
Ορφέας
στον Άδη.
Παρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη με την Μωρήν
Στάπλετον, τον Κλιφφ Ρόμπερτσον και την
Λόις Σμιθ. Γυρίστηκε σε ταινία με τον
τίτλο Ο φυγάς με την Άννα Μανιάνι τον
Μάρλον Μπράντο και την Τζόαν Γούντγουωρντ
το 1959.
1958.
Ξαφνικά
πέρσι το καλοκαίρι.
York
Playhouse.
Έγινε ταινία με την Κάθρην Χέρμπουρν,
την Ελίζαμπεθ Ταίηλορ και τον Μοντγκόμερυ
Κλιφτ.
1959.
Γλυκό
πουλί της νιότης.
Ανέβηκε στην Νέα Υόρκη με την Τζέραλντιν
Πέητζ και τον Πωλ Νιούμαν.
1960.
Περίοδος
προσαρμογής. Θέατρο Helen
Hayes,
Νέα Υόρκη.
1961.
Η
νύχτα της ιγκουάνα.
Θέατρο Royale
Νέα Υόρκη, με την Μάργκαρετ Λέιτον, την
Μπέτυ Νταιβίς και τον Πάτρικ Ο’ Νηλ.
Γυρίστηκε σε ταινία από τον Τζων Χιούστον
με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, την Άβα Γκάρντνερ
και την Ντέμπορα Κερ το 1964.
1963.
Το
τραίνο με το γάλα δεν σταματά πια εδώ.
Έγινε ταινία με τον τίτλο Μπλουμ
με την Ελίζαμπεθ Ταίηλορ και τον Ρίτσαρντ
Μπάρτον.
1966.
Τραγική
αρλεκινάδα.
1967.
Οι
επτά κατήφοροι της μυρτιάς που
παρουσιάστηκε με τον τίτλο Βασίλειο
πάνω στη γη.
1969.
Στο
μπαρ ενός ξενοδοχείου του Τόκιο.
Παίχτηκε στο Θέατρο Eastside
Playhouse
της Νέας Υόρκης.
1972.
Μικρές
έξυπνες προειδοποιήσεις.
1973.
Κραυγή.
1975.
Το
σινιάλο της μπαταρίας του κόκκινου
διαβόλου.
Παρουσιάστηκε στο θέατρο Shubert
της Βοστώνης.
1976.
Αυτό
είναι διασκέδαση.
Πρόεδρος του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ
τω Καννών.
1977.
Vieux
Carré.
1978.
Ουρά
τίγρης.
1979.
Μια
υπέροχη Κυριακή για εκδρομή.
1980.
Ρούχα
για καλοκαιρινό ξενοδοχείο
και Τα
ημερολόγια του Τριγκόριν.
1981.
Something
Cloudy,
Something
Clear.
1982.
Ετοιμόρροπο
σπίτι, Προς κατεδάφιση, Χαιρετισμούς
από την Μπέρτα, Υπόθεση Μιμόζες, Άμερικαν
Μπλουζ, Η αδέσμευτη, Σκοτεινό δωμάτιο.
1983.
25 Φεβρουαρίου. Ο Τεννεσή Ουίλιαμς
πεθαίνει μόνος σε ένα διαμέρισμα
ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης.
Το χρονολόγιο του Τεννεσή Ουίλιαμς ως το 1975 είναι από το πρόγραμμα της παράστασης Γυάλινος Κόσμος που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο τον Μάρτιο του 1978 σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη.
Πηγή:
Το χρονολόγιο του Τεννεσή Ουίλιαμς ως το 1975 είναι από το πρόγραμμα της παράστασης Γυάλινος Κόσμος που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο τον Μάρτιο του 1978 σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη.
Έργα του Τέννεση Ουίλιαμς στα ελληνικά
- Αναμνήσεις, εκδόσεις Ίνδικτος, 2003
- Γλυκό πουλί της νιότης, εκδόσεις Δωδώνη, 1990
- Γυάλινος κόσμος, εκδόσεις Δωδώνη, 1987
- Γυάλινος κόσμος, εκδόσεις Κέδρος, 2001
- Μια γυναίκα που την έλεγαν Μωυσή, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., 1991
- Διηγήματα, εκδόσεις Πατάκης, 1996
- Είκοσι εφτά βαγόνια γεμάτα μπαμπάκι, εκδόσεις Πατάκης, 1997
- Καλοκαίρι και καταχνιά, εκδόσεις Δωδώνη, 1996
- Καλοκαίρι και καταχνιά, εκδόσεις Κέδρος, 2004
- Καμίνο Ρεάλ, εκδόσεις Δωδώνη, 1995
- Λεωφορείο ο πόθος, εκδόσεις Γκοβόστης, 1973
- Λεωφορείον ο πόθος, εκδόσεις Καστανιώτης, 1998
- Λεωφορείο ο πόθος, εκδόσεις Κέδρος, 2002
- Λυσσασμένη γάτα, μτφ. Ερρίκος Μπελιές, εκδόσεις Κέδρος, 2003
- Μια υπέροχη Κυριακή για εκδρομή, εκδόσεις Κέδρος, 2001
- Μονόπρακτα, εκδόσεις Κέδρος, 2002. (Περιέχει τα μονόπρακτα: Η λαίδη Φθειροζόλ, Η αδέσμευτη, Πορτρέτο μιας Μαντόνας, Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου, Χαιρετίσματα από τη Μπέρθα, Το σκοτεινό δωμάτιο, Προς κατεδάφιση, Κάτι που δε λέγεται)
- Μονόπρακτα, εκδόσεις Πατάκης, 2005
- Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, εκδόσεις Δωδώνη, 1990
- Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, εκδόσεις Κέδρος, 1999
- Ο Ορφέας στον Άδη, εκδόσεις Δωδώνη, 1977
- Η ρωμαϊκή άνοιξη της κας Στόουν, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., 1969
- Ο τελευταίος επισκέπτης. εκδόσεις Κέδρος, 2004
- Το τέλος του κόσμου, εκδόσεις Κέδρος, 2000
- Τριαντάφυλλο στο στήθος, εκδόσεις Κέδρος, 1999
- Vieux carre, εκδόσεις Καστανιώτης, εκδόσεις 2001
- Η κραυγή, εκδόσεις Σοκόλη-Κουλεδάκη 2011
- Ο γυάλινος κόσμος, εκδόσεις Δωδώνη, 1987
- Καλοκαίρι και καταχνιά, εκδόσεις Δωδώνη, 1996
- Λεωφορείο ο πόθος και έξι μονόπρακτα, εκδόσεις Γκοβόστης
Tennessee Williams και Frank Merlo
Από αρ. Joe Hazan, Tennessee Williams, Ethel Elkovsky, Walter Hollander και ένας άγνωστος φίλος τους (περ. 1940) φωτογραφία παραχωρημένη από τον Joe Hazan
Από αρ. Joe Hazan, Tennessee Williams, Ethel Elkovsky, Walter Hollander και ένας άγνωστος φίλος τους (περ. 1940) φωτογραφία παραχωρημένη από τον Joe Hazan
Tennessee
Williams και Pancho Rodriquez
Από
αρ. Frank Merlo, Elia Kazan, Tennessee Williams, Charles Feldman
Με
τον συγγραφέα Gore Vidal (1948)
Tennessee
Williams και Paul Newman
famous post ! we like too TW !
ΑπάντησηΔιαγραφή