«Ὁ ἄγνωστος τῆς λίμνης», μιὰ ταινία τοῦ Ἀλὲν Γκιροντὶ
Τὸ σὲξ θεωρεῖται γιὰ τὴν τρέχουσα κουλτούρα μας ὡς ἡ ἐπιτομὴ τῆς ἰδιωτικότητας, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ αὐτή, μόνο μέσα στοὺς τέσσερεις τοίχους τῆς κρεββατοκάμαρά σου μπορεῖς νὰ τὸ γευτεῖς, ἄντε καὶ στὰ ἄλλα δωμάτια ἂν στὸ σπίτι δὲν ὑπάρχουν ἄλλοι «συγκάτοικοι» — καὶ βέβαια μὲ τὶς κουρτίνες τραβηγμένες καὶ τὰ στόρια κατεβασμένα...
Ἡ μεταφορὰ τοῦ σὲξ σὲ ἕναν δημόσιο χῶρο δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀποτελεῖ προκλητικότατο σκάνδαλο· ἡ ἴδια δὲ ἡ ὀνομασία «δημόσιο σέξ», εἰδωμὲνη ἀπὸ τὴ συγκεκριμένη γωνία, εἶναι τελείως ἀντιφατική. Ἔτσι ὅταν σὲ μιὰ πλάτεία, ἕνα πάρκο ἤ, —ὅπως στὴν δική μας περίπτωση— στὴν ὄχθη μιᾶς λίμνης προσέρχονται ἄτομα κάθε ἡλικίας ποὺ ἐπιδίδονται στὴ διαδικασία ἀναζήτησης τοῦ σέξ, στὸ κοινῶς ἀποκαλούμενο «ψωνιστήρι» καὶ στὴν τελετουργία του, δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ βγάζουν τὸ σὲξ ἀπὸ τοὺς τέσσερεις τοίχους τοῦ ὑπνοδωματίου τους —ποὺ κατὰ μιὰ εὐρύτατα ἀποδεκτὴ ἄποψη ἀποτελεῖ καὶ τὸν μοναδικὸ χῶρο στὸν ὁποῖο εἶναι «κοινῶς ἀποδεκτὸ» καὶ ἐπιτρεπτὸ νὰ συμβαίνει— στὸ δημόσιο χῶρο...
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἀναλογίζεται κανεὶς πὼς ἡ ρουτίνα δὲν εἶναι παρὰ μιὰ βαρετὴ κατάσταση κατὰ τὴν ὁποία ἐπαναλαμβάνεις τὰ ἴδια πράματα, τὶς ἴδιες σχεδὸν κινήσεις, ἀκόμα καὶ ὅταν πρόκειται γιὰ κάτι ὅπως τὸ σέξ. Μὲ τὸν καιρό, ἀκόμα καὶ αὐτὸ θὰ γίνει —ἀπὸ τὴν ἀέναη ἐπανάληψή του— μιὰ παγερὴ ρουτίνα.
Στὴν ταινία ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ ἐδῶ καὶ ποὺ στάθηκε ἡ ἀφορμὴ νὰ κάνουμε τὴ παραπάνω μικρὴ ἀναφορά μας στὸ δημόσιο σέξ, οἱ λουόμενοι μιᾶς λίμνης δὲν κάνουν τίποτ᾿ ἄλλο παρὰ μιὰ ἀπρόσμενη ἀνάμιξη δημόσιων καὶ ἰδιωτικῶν στοιχείων, ἀποδομώντας τὶς ἴδιες τὶς κατηγορίες τοῦ «δημόσιου» καὶ τοῦ «ἰδιωτικοῦ».
Φανταστεῖτε λοιπὸν ἕνα ὡραῖο ἡλιόλουστο τοπίο στὶς ὄχθες μιᾶς λίμνης ποὺ οἱ γύρω ἄρρενες κάτοικοι ἀξιοποιοῦν ὡς ἄλλη παραλία, μιὰ καὶ ἡ πραγματικὴ παραλία βρίσκεται μακριά τους. Ἁλλὰ καὶ τοῦτο τὸ τοπίο δὲν στερεῖτε ὀμορφιᾶς καὶ δροσιᾶς, ἔτσι οἱ κοντινοὶ κάτοικοι καὶ παραθεριστὲς προσέρχονται κατὰ τοὺς καλοκαιρινοὺς μῆνες προκειμένου νὰ ἀπολαύσουν τὸ μπάνιο τους στὰ πράσινα δροσερὰ νερὰ τῆς λίμνης. Ἐπιπλέον, τὸ τοπίο αὐτὸ τοὺς προσφέρεται ὡς χῶρος σεξουαλικῆς ἀναζήτησης καὶ συνεύρεσης.
Πραγματικά, σὲ τοῦτο τὸ πανέμορφο τοπίο, ποὺ παραμένει βέβαια τὸ ἴδιο, οἱ καθημερινοὶ ἐπισκέπτες του προσπαθοῦν νὰ σπάσουν τὴν ἀνιαρὴ ρουτίνα ἀναζητώντας εὐκαιριακὲς ἐρωτικὲς συνευρέσεις. Οἱ συνευρέσεις αὐτὲς βέβαια γίνονται δημόσια, συχνὰ ὑπὸ τὰ βλέμματα τῶν ὑπολοίπων λουομένων.
Οἱ ὄχθες λοιπὸν μιᾶς λίμνης ποὺ βρίσκονται μπρὸς σὲ ἕνα ὡραῖο δάσος, μέσα στὸ ὁποῖο μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ ἐπιδοθεῖ κανεὶς σὲ στιγμιαῖες, εὐκαιριακὲς ἐρωτικὲς περιπτύξεις, ἀποτελοῦν καὶ τὸ φυσικὸ σκηνικὸ ποὺ ἐπιλέγει ὁ σκηνοθέτης μας προκειμένου νὰ στήσει καὶ νὰ γυρίσει τὸ δράμα του, δίνοντας ζωὴ στοὺς τρεῖς πρωταγωνιστές του.
Πραγματικά, σὲ τούτη τὴν ἀπόμερη ὄχθη ἕνας κόσμος ζεῖ καὶ κινεῖται καθημερινὰ τὶς ζεστὲς μέρες τοῦ θέρους. Σώματα γυμνά, ποὺ δὲν εἶναι παρὰ προέκταση τοῦ φυσικοῦ τοπίου, βουτοῦν στὸ νερό, λιάζονται καὶ ἐρωτοτροποῦν κρυμμένα στὶς σκιὲς τοῦ ἀπογεύματος καὶ στὶς πορτοκαλογκρίζες ἀποχρώσεις τοῦ δειλινοῦ. Ἕνας ὁλόκληρος κόσμος ποὺ ζεῖ, κινεῖται καὶ πηγαινοέρχεται σὲ αὐτὸ τὸ ὠρχοπράσινο, μυστικιστικὸ τοπίο.
Ὅμως αὐτὴ ἀκριβὼς ἡ ἐπιλογὴ τοῦ σκηνικοῦ ἀπὸ τὸν σκηνοθέτη εἶναι ποὺ καθορίζει τὴν ταινία του περισσότερο καὶ ἀπὸ τοὺς πρωταγωνιστές του ἢ τὴν ἱστορία ποὺ θέλει νὰ μᾶς ἀφηγηθεῖ, μιὰ καὶ ἡ φύση κινηματογραφεῖται μὲ ἕναν ἔντονο λυρισμό, κυρίαρχη, πρωταγωνίστρια· μιὰ φύση ποὺ οἱ θόρυβοί της ἀποτελοῦν καὶ τὴν ἠχητικὴ μπάντα τοῦ φίλμ, προσφέροντάς μας ἕνα σάουντρακ στὸ ὁποῖο ἡ μεγάλη αὐτὴ «ὀρχήστρα» ἀλλὰ καὶ καὶ οἱ «μουσικοί» της δίνουν ρεσιτὰλ ἑρνημείας σὲ τούτη τὴ «συμφωνία» ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι γραμμένη ἀπὸ ἕναν πολὺ μεγάλο μουσουργό...
Ρίχνοντας βέβαια μιὰ ματιὰ στὸ ἔργο τοῦ Ἀλὲν Γκιροντὶ δὲν δυσκολεύεται κανεὶς νὰ διακρίνει τὴν ἰδιαίτερη ματιὰ τοῦ δημιουργοῦ πάνω στὴν ὁμοφυλοφίλια ἀλλὰ καὶ πάνω στὴν ἐργατικὴ τάξη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὁμάδες ποὺ φαίνεται νὰ ἀποσχολοῦν καὶ νὰ τὸν θέλγουν. Δὲν θά μποροῦσε βέβαια ἡ παρούσα ταινία νὰ ξεφεύγει ἀπὸ αὐτὴ τὴ ματιά.
Ἡ ἀφηγηματική γραμμὴ τῆς ταινίας εἶναι, θὰ λέγαμε, λιτή, ἁπλή. Ὁ νεαρὸς Φράνκ, προσέρχεται σχεδὸν καθημερινὰ στὸ ὄμορφο αὐτὸ τοπίο μὲ σκοπὸ, πέρα ἀπὸ τὸ μπάνιο, τὴν ἀναζήτηση εὐκαιριακοῦ ἐρωτικοῦ συντρόφου. Ἐκεῖ θὰ γνωρίσει τὸν Ἀνρί, ἕναν μεσήλικα ποὺ ἀποτελεῖ ταχτικὸ θαμώνα τῆς ὄχθης· ἕναν θαμώνα μὲ διαφορετικὸ ὅμως σκοπό, ἀφοῦ αυτὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ ἐρχόμενος ἐδῶ, εἶναι νὰ ἠρεμήσει καὶ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὶς καθημερινὲς σκοτοῦρες κοιτώντας τὸ γαλήνιο τοπίο τῆς ἥρεμων νερῶν τῆς λίμνης, στὸ ὁποῖο καὶ βυθίζει γιὰ ὥρες τὸ βλέμμα του· καὶ πράγματι, δὲν θὰ τὸν δοῦμε ποτὲ νὰ κολυμπᾶ, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ ἐρωτοτροπεῖ, ἀφοῦ ξεκάθαρα δηλώνει στὸν Φρὰνκ πὼς ἡ ἐρωτικὴ του προτίμηση ἐπικεντρώνεται στὶς γυναῖκες ἁπὸ τὶς ὁποῖες προέρχονται καὶ τὰ βασικά του προβλήματα. Ὁ Ἀνρὶ εἶναι, προφανῶς, καὶ ὁ μόνος ἑτεροφυλόφιλος —ὁπότε καὶ διαφορετικός— ἐπισκέπτης αὐτοῦ τοῦ παραλίμνιου κόσμου.
Η ἐρωτικὴ ἀναζήτηση τοῦ Φράνκ, ποὺ δὲν ἐπικεντρώνεται βέβαια στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀνρί, βρίσκει τὸν στόχο της στὸ πρόσωπο τοῦ Μισέλ, ἑνὸς ὡραίου πρώην κολυμβητὴ καὶ στὸ πρόσωπο αὐτὸ θὰ στοχεύσει ὁ ἐρωτικὸς ἀγώνας του· ἕνας ἀγώνας ποὺ δὲν θὰ σταθεῖ καθόλου ἄγονος, μιὰ καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ προσεχῆ βράδια θὰ βρεθεῖ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ποθούμενου ἐρωτικοῦ ἀντικειμένου του, παραβλέποντας τὸ γεγονὸς πὼς τὸ προηγούμενο βράδυ τὸν παρακολούθησε μὲ τὰ ἴδια του τὰ μάτια νὰ πνίγει τὸν ἓως τότε ἔραστή του στὰ σκοτεινὰ νερὰ τῆς λίμνης!
Το πάθος καὶ ἡ ἐπιθυμία γιὰ ἔρωτα κινηματογραφοῦνται ἀπὸ τὸν Ἀλὲν Γκιροντὶ μὲ ντοκιμαντερίστικο σχεδὸν τρόπο, τὸ ἴδιο καὶ οἱ ἐρωτικὲς συνευρέσεις τῶν σωμάτων μέσα στὶς φυλλωσιές, στὰ σκιερὰ λημέρια τῆς στιγμιαίας ἀπόλαυσης. Τὰ πέη προβάλουν στὴν ἀπόλυτα φυσική τους κατάσταση καθὼς ὁ πόθος τὰ ὑπερυψώνει ἔτσι ποὺ ὀρθώνονται ἀγέροχα, ἀκριβῶς ὅπως τριγύρω τὰ πεύκα καὶ τὰ κυπαρίσσια, λὲς καὶ συνδέονται μαζί τους μὲ ἐκλεκτικὴ συγγένεια, ἀλλὰ ἡ κάμερα, καὶ κατ᾿ ἐπέκταση ὁ σκηνοθέτης, τὰ κινηματογραφεῖ καὶ νὰ προσφέρουν τὸν —κατὰ Ἐμπειρίκο— ἐρωτικὸ ὀπό τους...
Ὅμως στὸν Φράνκ, παρ᾿ ὅλ᾿ αὐτά, τὴν πραγματικὴ ἐπαφή, τὸ οὐσιαστικὸ πλησίασμα θὰ τοῦ τὸ προσφέρει ὁ Ἀνρί· ὅσο και ἂν αὐτὸ θὰ παραμείνει σὲ ἐπίπεδο νοητικὸ καὶ φιλοσοφικό, ἀφοῦ τὸ ἐρωικὸ του ἀντικείμενο ποὺ ἀκούει στὸ ὄνομα Μισέλ, θὰ παραμείνει γι᾿ αὐτὸν σκοτεινὸ καὶ ἀπόλυτα ἄγωστο. Αὐτὸ εἶναι, ἴσως, καὶ τὸ σημεῖο ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἐπικεντρωθεῖ κανείς — ἄλλο ἂν οἱ κριτικοὶ τὸ προσπέρασαν βαφτίζοντας τὴ σχέση «πλατωνική», ἕνας χαρακτηρισμὸς ἄστοχος μιὰ καὶ ὁ Πλάτων ποτὲ δὲν ἀπέρριψε τὴ σωματικὴ ἐπαφὴ, ἀλλὰ τὴ θεωροῦσε τὸ πρῶτο σκαλὶ στὴν ἀνύψωση γιὰ τὸν κόσμο τῶν ἱδεῶν.
Σὲ τούτη τὴν ἱερὴ ἔκταση ὁ Αλὲν Γκιροντὶ ἁπλώνει τὸν ἔρωτα, καὶ παράλληλα τὸν ἀναζητᾶ σὲ κάθε μορφή του, σὲ τούτη τὴν ἔκταση λοιπὸν τὸν μορφοποιεῖ δίνοντάς του σχῆμα, τὸν μπολιάζει μὲ τὸν θάνατο, μὲ τὸ μυστήριο τοῦ ἴδιου τοῦ κόσμου, καὶ ὡς ἄλλος ἱεροφάντης, καλεῖ τοὺς πιστούς του νὰ γίνουν μύστες στὰ ἀπόκρυφα μυστήριά του.
©
κειμένου: www.gayekfansi.blogspot.com - μὲ τὴν
ἐπιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματος.
© φωτογραφιῶν: στὶς ἑταιρεῖες παραγωγῆς καὶ διανομῆς.
Always a pleasure to see the wonderful beauty of French actor Pierre Deladonchamps !
ΑπάντησηΔιαγραφήIt is indeed a pleasure ....
ΔιαγραφήThank you for the comment.
You two was so sweet together
ΑπάντησηΔιαγραφή