Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Walt Whitman (1819 – 1892), a tribute



Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία: George Collins Cox. 1887.


Ανυπομονώ και τραγουδώ τον εαυτό μου.
Κι ό,τι απαιτώ κ' εσύ θα τ' απαιτήσεις.
Γιατί κάθε μόριο που μ' ανήκει, όμοια κ' εσέ σου ανήκει,

Κάθομαι αργός και προσκαλώ την ψυχή μου,
Γέρνω, ξαπλωμένος άνετα και ρίχνω τη ματιά σ' ένα βλαστάρι
χλόης καλοκαιρινής.

Με τη γλώσσα μου και με το κάθε μόριο του αίματός μου
καμωμένα από το χώμα ετούτο κι από τούτο τον αγέρα,
γεννημένος εδωπέρα από γονιούς γεννημένους εδωπέρα, οπού
οι γινίς τους το ίδιο κ' οι γονιοί των γονιών τους πάλι το ίδιο,
Περπατώντας στα τριανταεφά μου χρόνια τώρα, υγεία γιομάτος, αρχινώ,
Με την ελπίδα να μην πάψω ώσμε τον θάνατο,

Παρατώντας θρησκείες και σχολεία,
Κι αφήνοντάς τα πίσω μου – έχοντας ικανοποιηθεί για κάμποσο
καιρό από κείνο που είναι – μα χωρίς ποτέ να τα ξεχνώ,
Γίνομαι το λιμάνι του καλού και του κακού, κι αφήνω να μιλεί στην τύχη
Η Φύση, δίχως χαλινάρι, με την έμφυτην ορμή.

Σαν τι γυρεύεις έτσι δα στοχαστικός και σιωπηλός;
Σαν τι 'ναι που σου λείπει σύντροφε;
Αγαπημένο μου παιδί, θαρρείς πως ειν' η αγάπη;
Άκου, παιδί αγαπημένο μου, άκου Αμερική θυγατέρα είτε παιδί
Είναι βαρειός ο πόνος όντας αγαπάς παράφορα έναν άντρα ή
μια γυναίκα, κι όμως είναι τρανή ευδαιμονία, είναι μεγάλο πράγμα,
Μα είναι κι εν' άλλο ακόμα τρισμέγαλο, όπου τα πάντα σμίγει,
Κι όπου περίλαμπρον, επάνω από την ύλη και μ' ολοένα τα
χέρια του απλωμένα περνά και για τα πάντα προνοεί.
Φύλα Χλόης, μετ. Ν.ικος Προεστόπουλος, Βιβλιοπωλείον της Εστίας


Ουώλτ Ουίτμαν, (31 Μαΐου 1819 - 26 Μαρτίου 1892), αφιέρωμα
Προλεγόμενα
Ο Ουώλτ Ουίτμαν, που στις συμβατικές και «επίσημες» βιογραφίες θα βρείτε να τον αποκαλούν Αμερικανό ποιητή, δοκιμιογράφο, δημοσιογράφο, ουμανιστή, είναι κάτι παραπάνω από όλα αυτά. Αν και στην εποχή του το έργο του δεν θα έχει την αντιμετώπιση που του άξιζε, δεν θα αργήσει να πάρει την κορυφαία θέση στην Αμερικανική, αλλά και στην παγκόσμια ποίηση. Δίκαια λοιπόν θα πάρει τον τίτλο του «πατέρα του ελεύθερου στίχου», αλλά και του «πρώτου εθνικού ποιητή των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ο Ουίτμαν δεν θα σπουδάσει τίποτα. Δεν έχει δηλαδή στο βιογραφικό του κανέναν τίτλο σπουδών, κανένα μεταπτυχιακό, κανένα ντοκτορά, κανένα μάστερ, καμιά τέλος πάντων περγαμηνή σαν κι αυτή που ο σημερινός άνθρωπος τρέχει να συλλέξει, για να έχει να την κραδαίνει δοθείσης ευκαιρίας, να την τυπώνει σε ταμπέλες και σε σφραγίδες προκειμένου να δηλώσει το ποιος είναι –και με τη βούλα, που λένε.
Απλά, το 1855, θα τυπώσει, με δικά του έξοδα, τα Φύλλα Χλόης (Leaves of Grass). Το έργο θα κατηγορηθεί ως ανήθικο, λόγω της απροκάλυπτης σεξουαλικότητας που το διαπνέει. Ο Ουίτμαν όμως αδιαφορώντας για όλα αυτά, δεν θα σταματήσει -ακόμα και μετά την έκδοσή του- να το δουλεύει, να το επεκτείνει και να το βελτιώνει, μέχρι το θάνατό του το 1892.
Δεν ξέρω τώρα, εδώ, στην Ελλάδα, πόσοι γνωρίζουν το έργο του Ουίτμαν, μια και είχαμε την τύχη να μεταφραστεί ολόκληρο στη γλώσσα μας αρκετά νωρίς, από τον Νίκο Προεστόπουλο. Για τους ομοφυλόφιλους ούτε κουβέντα. Ελπίζω και εύχομαι να έρθουν σε επαφή με τούτο το έργο. Θα τους βοηθήσει να δουν και να καταλάβουν καλύτερα τα πράγματα. Γι’ αυτό κάθομαι και ταλαιπωρούμε να κάνω τα διάφορα αφιερώματα σε τούτο το blog. Για να τους πείσω πως μόνο το σέρβις στις βιβλιοθήκες μπορεί να μας βοηθήσει. Να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Γιατί αν η τέχνη δεν έχει αυτήν την παιδευτική δύναμη, να αλλάζει δηλαδή και να βελτιώνει –προς το καλύτερο- τους ανθρώπους, τότε απλά, δεν μας χρειάζεται! Και για να πείσω να διαβάσετε τον Ουίτμαν θα αναφέρω τα λόγια του Carl Sandburg που μιλώντας για το έργο του καταλήγει: «ξεκαθαρίζουμε, πως τα Φύλλα Χλόης είναι ένα βιβλίο, που πρέπει κανείς να το κάνει δικό του, να το διατηρήσει, να πολεμήσει γι’ αυτό, και να το διαβάζει ωσότου ξεχυλίσει απ’ αυτό, κι ωσότου φθαρεί υλικά στα χέρια του από την πολύχρονη χρήση».
Επανέρχομαι λοιπόν στον Ουίτμαν για να πω πως, ο Ουώλτ Ουίτμαν, με το θαρραλέο και εξαγγελικό βιβλίο του Φύλλα Χλόης, θα χαράξει τους πιο τολμηρούς δρόμους γύρω από την ποιητική μορφή και σκέψη, αδιαφορώντας απόλυτα για την παραδεγμένη ηθική και τις κοινωνικές συμβατικότητες, αφηγούμενος την ύπαρξή του σε στίχους ελεύθερους από κάθε μετρική.
Ρωμαλέα αισιόδοξος και μεγαλόψυχος, τραγουδάει τον ειδωλολατρικό του έρωτα προς το ανθρώπινο κορμί και διαλαλεί την μυστική του πίστη προς τον αμερικάνικο πολιτισμό, που πλάθονταν κι ακόμη τώρα πλάθεται. Ιδεαλιστής είναι ο Ουίτμαν, αλλά καθόλου ουτοπιστής. Ξέρει, παράλληλα με την ξάστερη πνευματική εισδυτικότητά του, να πατάει γερά με τα δυο πόδια του στη γη. Ο Ουίτμαν εκφράζει με ειλικρίνεια, λυρισμό και πεποίθηση όλες τις ελπίδες ενός κόσμου που προβαίνει αλματικά. Έτσι δεν αντιπροσωπεύει μονάχα μια δεδομένη χαρακτηριστική περίοδο της αμερικανικής ευαισθησίας, μα προχωρεί σ’ ένα λυρικό προσδιορισμό, από τους πιο στέρεα διαρκείς, αυτής της χαρακτηριστικής ευαισθησίας του Νέου Κόσμου.
Τα Φύλα Χλόης, είναι τα’ απαράμιλλα ποιήματα ενός πληθωρικού, γεμάτου περιπάθεια ανθρώπου, που αγάπησε την πατρίδα του κι έγραψε γι’ αυτήν όπως κανείς ως τώρα. Τραγουδιστής, στοχαστής, οραματιστής και πολίτης αταίριαστος είναι ο Ουώλτ Ουίτμαν. Τα Φύλλα Χλόης είναι η ανεξάντλητη κληρονομιά του προς μια χώρα που η ζωτικότητά της είναι η λυδία λίθος της μεγαλοφυΐας του.
Ο Ουώλτ Ουίτμαν, ένας γίγας ανάμεσα στους Ποιητές του Κόσμου, αγάπησε ένα σωρό πράγματα, αγάπησε τα πάντα άπληστα και τολμηρά. Αγάπησε τον τόπο του και κάθε άντρα και γυναίκα που τον διέπλασαν τέτοιος που είναι. Πίστεψε απεριόριστα στην ικανότητα του ανθρώπου να δημιουργήσει έναν καλύτερο κόσμο, και κατέχονταν από ακράδαντη πίστη για το μέλλον της δημοκρατίας.
Μα πάνω απ’ όλα αγάπησε την Ελευθερία. Σήμερα του Ουίτμαν το ξάστερο όραμα για έναν κόσμο ενωμένο αδελφικά, κάτω από τη σημαία της αγνής δημοκρατίας, λαμπιρίζει σαν πασίφωτος φάρος μέσα στην καταχνιά της παγκόσμιας σύγχυσης κι αβεβαιότητας. Και το μήνυμα που μας έρχεται από τα Φύλλα Χλόης δονεί σήμερα την οικουμένη ολοένα και πιο έντονα και πιο χαρούμενα παρά ποτέ άλλοτε.
Θα προχωρήσουμε λοιπόν σε ένα μικρό, αλλά συμπυκνωμένο αφιέρωμα στον ποιητή, που περιλαμβάνει -πέρα από το αναγκαίο βιογραφικό σημείωμα- ένα κείμενο του Τέλλου Άγρα και βέβαια την εισαγωγή του Άγγελου Σικελιανού στην ελληνική μετάφραση των Φύλλων Χλόης από τον Νίκο Προεστόπουλο.


 


Γνωρίζοντας τον Ουώλτ Ουίτμαν
Ο Ουίτμαν γεννήθηκε στις 31 Μαΐου του 1819 στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης. Ήταν ο δεύτερος γιος μιας πολυμελούς οικογένειας, που αριθμούσε συνολικά εννέα παιδιά. Ο πατέρας του, που εργάζονταν σαν μαραγκός, αναγκάζεται να πάρει την οικογένειά του το 1823 και να μετακομίσει στο Μπρούκλιν, πόλη όπου ο Ουίτμαν θα ξεκινήσει την μάθησή του, αφού για έξι χρόνια πηγαίνει στο εκεί δημοτικό σχολείο.
Από την ηλικία των δώδεκα ετών ο Ουίτμαν θα αρχίσει να εργάζεται. Αρχικά, θα εργαστεί σε δικηγορικό γραφείο ενώ στα δεκατέσσερά του τον βρίσκουμε μαθητευόμενο σε τυπογραφείο. Την περίοδο αυτή παίρνει τη σημαντική πρωτοβουλία, να εγγραφεί στο αναγνωστήριο κάποιας βιβλιοθήκης. Χαρακτηρίζουμε την πρωτοβουλία του αυτή σημαντική, γιατί θα του δώσει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή και να ανακαλύψει μεγάλο αριθμό από τους κλασικούς, αλλά και από τους νεότερους συγγραφείς.
Θα επιστρέψει στο Λονγκ-Άιλαντ το 1835 και θα εργαστεί ως δάσκαλος. Την ίδια περίοδο θα ιδρύσει την εφημερίδα Long-Islander, στην οποία έχει τον τριπλό ρόλο του διευθυντή, υπεύθυνου σύνταξης και βέβαια του τυπογράφου. Με το εκπαιδευτικό έργο θα τελειώσει σχετικά νωρίς μια και θα το ασκήσει τα καθήκοντα του δασκάλου ως το 1841, οπότε την χρονιά αυτή μετακομίζει στη Νέα Υόρκη. Εδώ ο Ουίτμαν θα εργαστεί ως στοιχειοθέτης σε τυπογραφείο αλλά και δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα (περιοδικά και εφημερίδες) της εποχής. Την περίοδο αυτή αρχίζει και η ενεργό του ανάμιξη στην πολιτική μια και συμμετέχει στην προεκλογική εκστρατεία του Δημοκρατικού Κόμματος. Είναι πια καιρός να εγκαταλείψει την δουλειά του ως στοιχειοθέτης, μια και τον απορροφά ο τύπος. Έτσι τον συναντάμε ως διευθυντή εφημερίδων, διαδοχικά στις Daily Aurora και Brooklyn Eagle.
Είναι η περίοδος που μια πληθώρα άρθρων, διαφόρων θεμάτων θα δουν το φως της δημοσιότητας. Άρθρα που συνδέονται συνήθως με την παγκόσμια ή την αμερικανική πολιτική επικαιρότητα. Αποχωρεί από τη διεύθυνση της Brooklyn Eagle το 1848, για να συνεχίσει ως συντάκτης της Crescent, για έναν μόλις χρόνο, αρκετό διάστημα όμως, κατά τη διάρκεια του οποίου θα ταξιδεύει συνέχεια και θα γνωρίσει τον Αμερικάνικο Νότο.
Αποφασίζει να εκδώσει την δική του εφημερίδα, έτσι το 1849, τον βρίσκει επικεφαλής ενός μικρού τυπογραφείου, να θέτει σε κυκλοφορία την εφημερίδα Freeman. Αίφνης αποφασίζει να αποχωρίσει από το πεδίο του τύπου και να ασχοληθεί ως μαραγκός –δουλειά που έχει μάθει από τον πατέρα του- με την κατασκευή σπιτιών που στη συνέχεια τα πουλάει. Θα σταματήσει οριστικά την αναζήτηση εργασίας, μάλλον το 1854, για να ασχοληθεί με την συγγραφή του έργου της ζωής του. Των Φύλλων Χλόης, συλλογή που θα κυκλοφορήσει το 1855 με δικά του έξοδα. Σε τούτη την πρώτη εκδοχή, το έργο αποτελείτε από δώδεκα εκτεταμένα άτιτλα ποιήματα. Οι κριτικές είναι αρνητικές –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- και οι πωλήσεις ανύπαρκτες. Πωλείται ένα όλο κι όλο αντίτυπο.
Ο Ουίτμαν ουδόλως πτοείται από την αντιμετώπιση της κριτικής και του κόσμου και ένα χρόνο αργότερα, θέτει σε κυκλοφορία μια δεύτερη έκδοση του έργου, που τώρα το συναντάμε εμπλουτισμένο με είκοσι επιπλέων ποιήματα, κάποιες διορθώσεις, τα ποιήματα έχουν τίτλους και γενικά παρατηρούμε μια σαφέστερη ταξινόμηση. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο Ουίτμαν προσθέτει σαν εισαγωγή του έργου, μια συγχαρητήρια επιστολή που είχε λάβει από τον Ραλφ Γουάλντο Έμερσον.
Ετούτη η δεύτερη έκδοση του έργου δεν θα έχει καμιά διαφορετική αντιμετώπιση από τους κριτικούς, μια και οι αντιδράσεις είναι σε γενικές γραμμές οι ίδιες. Το συντηρητικό κομμάτι της αμερικανικής κοινωνίας δεν διστάζει να χαρακτηρίσει το έργο ως πορνογράφημα και άσεμνο, έτσι με τον φόβο τυχόν δικαστικών διώξεων η συλλογή αποσύρεται, ενώ έχουν ήδη πωληθεί μερικές εκατοντάδες αντιτύπων. Ο καιρός περνάει και φτάνουμε στο έτος 1860. Χρονιά που ο εκδοτικός οίκος Thayer and Eldridge θα κυκλοφορήσει εκ νέου το έργο, αφού τα χρόνια που πέρασαν αν και μόλις πέντε,φαίνεται να έχει δημιουργηθεί σιγά-σιγά ένα ευνοϊκότερο κλίμα για τον Ουίτμαν.
Φτάνουμε την περίοδο που ο αμερικανικός εμφύλιος κατασπαράσσει τη χώρα. Ο Ουίτμαν θα εργαστεί ως εθελοντής νοσοκόμος περιθάλποντας τους τραυματισμένους στρατιώτες, κυρίως στην περιοχή της Ουάσινγκτον. Με το τέλος του αδελφοκτόνου πολέμου θα διοριστεί στο Υπουργείο Εσωτερικών, και μάλιστα θα εργαστεί στο τμήμα Υποθέσεων των Ινδιάνων. Δεν θα παραμείνει όμως για πολύ στη θέση αυτή, μια και λίγο αργότερα, ο νέος υπουργός Τζέιμς Χάρλαν (James Harlan), που το παλληκάρι ήταν πρώην ιεροκήρυκας των Μεθοδιστών, θα απολύσει τον Ουίτμαν. Ο λόγος; Μα είναι ο συγγραφέας τους έργου Φύλλα Χλόης! Ένα μήνα αργότερα όμως θα διοριστεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Το 1882 ο Ουίτμαν θα συναντηθεί με τον Όσκαρ Ουάιλντ, όταν ο δεύτερος θα κάνει το γνωστό ταξίδι του στην Αμερική για τις επίσης γνωστές διαλέξεις του.
Καλοκαίρι του 1866 και ο Ούίτμαν κατά την διάρκεια των διακοπών του, στο Μπρούκλιν, αρχίζει να ξαναδουλεύει πάνω στο έργο του. Θα επεξεργαστεί και θα εκδώσει για τέταρτη φορά τα Φύλλα Χλόης. Σε τούτη την έκδοση προσπαθεί να δώσει στο έργο μια ενότητα. Έτσι, διαφοροποιεί ορισμένους τίτλους και προχωρεί σε κάποια αρίθμηση. Τα ξαναδουλεμένα Φύλλα Χλόης κυκλοφορούν τελικά για τέταρτη φορά το 1867. Θα ακολουθήσουν άλλες τέσσερις εκδόσεις, με τελευταία αυτή του 1891, όπου ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σε μια ογκώδη συλλογή, που περιλαμβάνει περισσότερα από τετρακόσια ποιήματα. Με τούτη την οριστική εκδοχή τού έργου, ο Ουίτμαν τώρα πια χαίρει μιας ευρείας αποδοχής από κοινό και κριτική.
Ένα χρόνο μετά, το 1892, ο Ουίτμαν θα πεθάνει, αφού η υγεία του ήδη κλονιστεί σημαντικά από τις αρχές του 1970, που είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο τάφος του -που ο ίδιος σχεδίασε και πολλές φορές επισκέφτηκε για να παρακολουθήσει το φτιάξιμό του- βρίσκεται στο νεκροταφείο του Camden.


 
Ο Ουώλτ Ουίτμαν και ο Peter Doyle σε φωτογραφία του 1869.

Ουίτμαν και ομοφυλοφιλία
Η παράγραφος τούτη θα μπορούσε κάλλιστα να απουσιάζει από ένα αφιέρωμα στον Ουίτμαν, μια και πιστεύω απόλυτα, πως η σεξουαλική δραστηριότητα είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση και πρέπει να βγαίνει προς τα έξω μόνο αν ο ίδιος ο φέρον αυτή το επιθυμεί. Όλα τα άλλα, αποτελούν αυτό που απλοϊκά θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε, κουτσομπολιό. Γνωρίζοντας όμως ότι οι βιογράφοι του Ουίτμαν έχουν καταναλώσει σεβαστή ποσότητα μελανιού για το θέμα αυτό, θεωρούμε πως πρέπει να αναφέρουμε και εδώ δυο λόγια.
Η σεξουαλικότητα του Ουίτμαν είναι ένας γρίφος που έχει πονοκεφαλιάσει τους βιογράφους του. Κρίνοντας από την ποίησή του, αρκετοί, τον χαρακτηρίζουν ομοφυλόφιλο, αν και την εποχή που έζησε ο Ουίτμαν οι έννοιες ομοφυλόφιλος και ετεροφυλόφιλος δεν είχαν πάρει την σημερινή τους σημασία. Να θυμίσουμε ότι μόλις το 1868 επινοήθηκαν, και φυσικά δεν ήταν ευρέως γνωστές, δεν είχαν δηλαδή γίνει ακόμα κτήμα του κόσμου.
Οι κριτικές πάνω στο έργο του Ουίτμαν δεν είχαν να κάνουν με την κατηγορία του ομοφυλόφιλου έργου, ή τέλος πάντων, του έργου που προτρέπει και υμνεί τέτοιου είδους επιλογές. Αν και η μοναδική κριτική που διαβλέπει κάτι τέτοιο γράφτηκε πολύ νωρίς, στην πρώτη κιόλας έκδοση του έργου, δεν φαίνεται να επηρέασε και να ξεσήκωσε κάποιες αλυσιδωτές αντιδράσεις. Για την ιστορία να αναφέρουμε πως η κριτική αυτή γράφτηκε το Νοέμβριο του 1855, και φέρει την υπογραφή του Rufus Wilmot Griswold. Ο Griswold έγραφε τότε πως ο Ουίτμαν ήταν ένοχος για «εκείνο το φρικτό αμάρτημα και δεν πρέπει να αναφέρεται μεταξύ των Χριστιανών».
Το βέβαιο είναι πως ο Ουίτμαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του είχε έντονες φιλίες με πολλούς άνδρες. Μερικοί βιογράφοι του, βασιζόμενοι κυρίως σε επιστολές και ημερολογιακές σημειώσεις, μιλούν για ξεκάθαρη σεξουαλική σχέση του Ουίτμαν με αυτούς τους άντρες.
Πιο συγκεκριμένα, ο βιογράφος του Ουίτμαν, David S. Reynolds, αναφέρεται σε έναν άνδρα που φέρει το όνομα Peter Doyle. Σύμφωνα με τον Reynolds, ο Ουίτμαν συνάντησε τον Doyle σε κάποιο λεωφορείο το 1866, και με την πρώτη ματιά αναπτύχθηκε μια φλογερή σχέση μεταξύ των δύο αντρών. Μια σχέση που σημάδεψε τον Ουίτμαν και που –σύμφωνα με τον βιογράφο- ήταν ο έρωτας της ζωής του, μια και ήταν αχώριστοι για αρκετά χρόνια. Παραθέτει μάλιστα και συνέντευξη του Doyle, που δόθηκε το 1895, τρία χρόνια μετά το θάνατο του Ουίτμαν, στην οποία φαίνεται να είπε: «Ήμασταν εξοικειωμένοι και οι δυο, καταλάβαμε με τη μία. Κάθισε δίπλα μου, έβαλα το χέρι μου στο γόνατό του, αμέσως καταλάβαμε και οι δυο».
Μια άλλη πληροφορία προέρχεται από τον Όσκαρ Ουάιλντ, που συνάντησε τον Ουίτμαν το 1882 στην Αμερική. Σε επιστολή του στον ακτιβιστή των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων, George Cecil Ives, ο Ουάιλντ φαίνεται να έγραψε ότι δεν υπήρχε «καμία αμφιβολία» για το σεξουαλικό προσανατολισμό του μεγάλου Αμερικανού ποιητή - «Έχω το φιλί του Walt Whitman ακόμα στα χείλη μου», του έγραφε χαρακτηριστικά.
Ακόμα, το 1924, ο Gavin Arthur, πήρε συνέντευξη από κάποιον με το όνομα Edward Carpenter, γέρο πια, που του περιέγραψε λεπτομερώς μια ερωτική συνάντηση που είχε στα νιάτα του με τον Ουίτμαν. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό που διεύθυνε τότε ο Gavin Arthur.
Τελειώνουμε τούτη τη μικρή αναφορά στο σεξουαλικό προσανατολισμό του μεγάλου Αμερικανού ποιητή, λέγοντας πως όλες οι πληροφορίες που έχουμε είναι από δεύτερο χέρι. Δεν έχουμε δηλαδή καμιά αναφορά από τον ίδιον Ουίτμαν, που σε σχετική ερώτηση που του έγινε προς το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να απαντήσει, ενώ σε συνέντευξη στο New York Herald είπε «ποτέ δεν είχα μια ερωτική σχέση».


Ουώλτ Ουίτμαν. Χαρακτικό βασισμένο σε δαγεροτυπία του Gabriel Harrison (το πρωτότυπο έχει χαθεί). Δημοσιεύθηκε στην 1855 ως προμετωπίδα στην έκδοση των Φύλλων Χλόης


Walt Whitman
(του Άγγελου Σικελιανού)
Από τον εξώστη του Προεδρικού Σπιτιού ο Αβραάμ Λίνκολν παρακολουθούσε πάνω από μια ώρα, με το βλέμμα σαν υπνωτισμένο πια από αδιάκοπη ροή, το ανθρώπινο ποτάμι, που περνούσε κάτου από τα μάτια του για να τον χαιρετίσει, όταν άξαφνα άγγιξε τον διπλανό του και κοιτάζοντας ψηλά σ’ ένα σημείο μέσα στο πλήθος, ρώτησε:
- Ποιος είναι αυτός;
Ένας άνθρωπος μέσα σε κείνη την ανθωποθάλασσα ξεχώριζε μες σ’ όλους. Ένας άνθρωπος οπούμοιζε σα να ‘ταν ριζωμένος μες σ’ αυτό το πλήθος και μαζί σάμπως να ξέβγαινεν ολόκληρος απάνωθε απ’ αυτό. Με το κεφάλι ελαφρά ανασηκωμένο, ασημωμένο από τα χρόνια και την όψη φωτισμένη, φλογερή, μες τα’ άσπρα γένια, όπου μόλις εσκεπάζαν από τα’ ανοιχτό του το πουκάμισο τη «χλόη» του στήθους του, επροχωρούσε ταλαντεύοντας το πάτημά του, σα να ενσάρκωνε με τούτον τον ρυθμόν όπου κινούσε όλους εκείνους τους ανθρώπους, ή καλύτερα σα να ‘δινε την κίνηση στο σύνολον, αυτός. Κ’ οι ορίζοντες –αν σήκωνε κανείς τα μάτια του πάνω από το πλήθος- ήταν σάμπως να μετατοπίζονταν αδιάκοπα μαζί του.
Επροχωρούσε λοιπόν έτσι ο άνθρωπος αυτός ωσάν αργότερα απ’ τους άλλους, όπως ο μεσαίος μεγάλος ποταμός μιας χώρας, όπου προχωρεί βραδύτερα, γιατί αρμονίζει μέσα του κι αθροίζει όλα τα ρέμματα απ’ τα μακρινά κι’ από τα γύρα παραπόταμα μες στην πλατιά δική του κοίτη –ενώ η όψη του έσφυζε, αρτηρία πνευματική τεράστια, οπού ολοφάνερα έκλεινε σε κίνησην ασίγητη μαζί με τους τρανούς ρυθμούς του σύμπαντος, το ζωντανό παλμό και την πορεία ενός αμέτρητου τριγύρα του λαού.
Ένα μαζί του, όπως ο οργωτής ειν’ ένας με τη γη που οργώνει, ο θεριστής που με τα χωράφια που θερίζει, ο τρυγητής μ’ όλα τα’ αμπέλια που τρυγάει, φανερός μαζί και μυστικός όπως ο Διόνυσος στη μέση από τις ίδιες του «θεωρίες», όπου ο θύρσος του, ενώ κρατάει απόκρυφο το πνεύμα της πορείας του προς τον πόλο του δικού του απόρρητου οίστρου, όμως σύγχρονα, μ’ αυτό τον θύρσο, βάζει τάξη, σαν τσοπάνης, στο περπάτημα του κοπαδιού του, έτσι προχωρούσε, έτσι κινούνταν ο άνθρωπος αυτός –Ο Ουώλτ Ουίτμαν- μες στο λαό του.
Κι αν ο πλαγινός τού Λίνκολν δεν προλάβαινε να ψιθυρίσει τα’ όνομά του, λίγο ακόμα κι αυτό τ’ όνομα ίσως θα να ξέσπαζεν απ’ τα ίδια εκείνα πλήθη, σ’ ένα σύνθημα, ωσάν Παιάνας ή σαν Ίακχος μυστικός, και στην όχθη της πολυάνθωπης βοής, θ’ απόθετε, καθώς μια τρικυμία π’ αφήνει απά στην άμμο κάποιο σμαραγδένιο θαλασσόχορτο –την πανανθρώπινη, μα απλή ετούτη μελωδία:
«Ανυπομονώ και τραγουδώ τον εαυτό μου. Κι ό,τι Εγώ απαιτώ και Συ θα το απαιτήσεις. Γιατί κάθε μόριο που μου ανήκει, όμοια και σε σου ανήκει!».
Και θα να ‘φτανε ασφαλώς, το τόσο απλό μελωδικόν ετούτο σύνθημα, για ν’ ακουστεί προσεχτικότερα κατόπι, και για να ενορχηστρωθεί πιο φωτεινά στη σκέψη, η ιερή προσωπική μα και μαζί η ομαδική και πανανθρώπινη τεράστια συμφωνία, οπούναι η ίδια η Ποίηση του Ουώλτ Ουίτμαν, οπούναι η ίδια μυθική και καθαυτό «δυναμική αθάνατη» ύπαρξη του Ουώλτ Ουίτμαν.
Γιατί η πρόχειρη μετάφραση ετούτου του συνθήματος, κι όταν το ενσάρκωνεν ο ίδιος, υψούμενος απ’ το πνεύμα και την φύση του, ωσάν ηγέτης θεός μες στο λαό του, κι όταν τ’ ακούμε ακόμα σήμερα να φτάνει σαν η βοή ενός Κόχυλα, απάνω από το θάνατο κι απάνω από τον ωκεανό, στις ακοές μας, η πιο πρόχειρη μετάφραση ετούτου του συνθήματος, οπού ενορχηστρωμένο, όπως είπα, από την όλη ωκεάνεια ποίησή του, από την όλη ωκεάνεια ύπαρξή του, αγκαλιάζει και φιλιώνει στον παλμό του όλες τις ρίζες, όλες τις ουσίες, όλα τα φαινόμενα, όλους τους καιρούς, όλους του τόπους, όλες τις λαχτάρες, μες στην ίδια ερωτική «φιλιά» και μες στο ίδιο ερωτικό απροσμέτρητον αγκάλιασμα, δεν μπορεί να ‘ναι παρά τούτη:
«Ανυμνώ και τραγουδώ τον εαυτό μου, γιατί εγώ πλαταίνω αδιάκοπα μαζί Σας, σημερινοί κι αυριανοί μου σύντροφοι, τα σύνορά μου, γιατί εγώ δεν σταματώ στον εαυτό μου τους ορίζοντες του κόσμου και της ζωής, αλλά με μύρια μάτια, τα δικά Σας, με τα μύρια Σας κορμιά, σημερινές νέες γενεές, ζητώ να φτάσω το πλατύτερο και πλέον αγέρωχο όραμα του κόσμου, γιατί Εσείς είστ’ ο εαυτός μου και γιατί είμαι και θα νάμαι πάντα Εσείς».
Τέτοιος λοιπόν ο χορηγός μιας ιδεατής Δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας που δε στηρίζεται σε νόμους, αλλά στην πληθωρική βιοκοσμική συνείδηση του ίδιου της Ποιητή, ενός από τους μεγαλύτερους Ερωτικούς που γνώρισε ο κόσμος. Ενός κορυφαίου Ερωτικού, που στον γενεσιουργό παλμό του αναβαφτίζεται κι ανανεώνεται και ξαναγίνεται άμεσο, δυναμικό και ανθρώπινο το σύμπαν. Και που προχωρεί και σήμερα όπως την ημέρα όπου ο Λίνκολν μ’ ένα μύχιο κλονισμό τον εξεχώρισεν ανάμεσα στα πλήθη, τώρα πλέον ανάμεσα στα χρόνια, μα και σύγχρονα απάνω από τα χρόνια, σαν προφήτης τους, ποιμένας, αρχηγός.
                                                      *
Του ποιητικού αυτού γενάρχη ωστόσο, ελάχιστα τραγούδια του γνωρίζουμε στα ελληνικά. Για να ακουστεί ο τονικός του φθόγγος και στη γλώσσα μας, ο τονικός εκείνος φθόγγος πώχουνε τα δάση όταν φουσκώνουνε σαν κύμα από τον άνεμο της άνοιξης, την ώρα που σκορπίζουνε τα σύννεφα τη γύρη τους στον κόσμο, ο ανοιχτός ωκεανός, ή οι μυστικά ξεχειλισμένοι ποταμοί, εχρειαζόνταν ένα αίμα νέο που ν’ αφεθεί σ’ αυτό το φθόγγο με λατρεία και με διάρκεια, ως που να νιώσει σε μιαν απέραντη συνήχηση μαζί του.
Και ο Νίκος Προεστόπουλος, που για να μεταφράσει, όπως μετάφρασεν, ολόκληρο το έργο του Ουίτμαν, για δύο χρόνια ολόκληρα έδωσε το νέο του αίμα στο μεγάλον αυτό μόχθο, είναι βέβαιο πως κατώρθωσεν απόλυτα να φτάσει τη συνήχησην αυτή.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ




Walt Whitman
(του Τέλλου Άγρα)
Αποσπάσματα από το έργο του Ουίτμαν έτυχε να πρωτοδιαβάσω, στα γαλλικά, νέος, ακόμα – όταν διαβάζει κανείς τα βιβλία για να τα «περάσει»… Άστρο πολικό στην αισθητική μου συνείδηση κυριαρχούσε τότε ο Μωρεάς, εκείνος της τελευταίας περιόδου, της «σοφόκλειας» ο Μωρεάς των «Stances» και των τρομερών αφορισμών… Και λίγο πριν «περάσω» τον Ουίτμαν, ήξερα πως ο Μωρεάς είχε βάλει κι εκείνος κάποιον από τους μαθητές του αμερικανού ποιητή να του τον διαβάσει, να του τον εξηγήσει· αλλά δεν τον άφηκε να τελειώσει. «Καλύτερα να μασσήσω κοτρόνια» του είπε με τον δικό του τρόπο, και τον εσταμάτησε.
Έστω… Όμως μήπως ο ίδιος πάλι δεν είχε πη: «Υπάρχουν πολλές ομορφιές που δεν έχουν καμιά σχέση με την τελειότητα;»
Για να νοιώσω, αληθινά, τον Ουίτμαν, έπρεπε να περάσουν αρκετά, πολλά πες, χρόνια· να πάψω να διαβάζω μόνο σαν «άνθρωπος των γραμμάτων»· να γεννηθούν μέσα μου ρωτήματα πολλά –τραγικά- που να θέλουν απόκριση. Και ιδού τον τώρα, μεταφρασμένος ολόκληρος στα ελληνικά, από χέρι που ομολογώ πως –κάθε τόσο, κάθε λίγο- αναγνωρίζω ανεπιφύλαχτα και την πείρα και το γύμνασμά του. Ολόκληρος… Γιατί έτυχε βέβαια και στο μεταξύ πάλι να διαβάσω κάτι, κάπου, κομματιαστά· μα έτσι, δεν είναι τίποτα. Σήμερα μόνο έχω την πρώτην καθολικήν εντύπωση από το έργο του μακρινού προφήτη.
Λέγω «προφήτη». Ναι, καθώς τώρα μόλις νοιώθω τον Ουίτμαν, τώρα νοιώθω και τη σημασία του επιθέτου τούτου, όταν το χαρίζουν σε έναν ποιητή. Προφήτης –πως αλλιώς να τον πεις εκείνον που, εδώ κι εξήντα χρόνια, αποκρίθηκε στα ρωτήματά σου τα σημερινά, στις λαχτάρες των μεταγενέστερών του- εκείνος που δεν τον έννοιωσαν οι σύγχρονοί του;
Ο ποιητής θαρρείς πως δεν μοιάζει με κανένα. Πώς να τα ονομάσεις πρώτα-πρώτα τα τεράστια τούτα ποιήματα –μ’ αδιάπτωτη πάντα την πνοή- στροφές πάνω στις στροφές, σελίδες πίσω από σελίδες, «φύλλα χλόης που τ’ ανασπά από τον κόρφο του –και γράφει;».
Να τα πεις ωδές; Προ πολλού ξεπέρασαν τις μορφολογικές διαστάσεις της ωδής. Να τα πεις λοιπόν ψαλμούς. Αλήθεια, αν η μνήμη σου τρέξει ως τον Προφητάνακτα (πως και πάλι να μη τον πεις προφήτη;), μπορεί να βρεις μιαν αναλογία με τον αμερικανό -τη μία και μοναδική.
«Revé de David éclos au climat dAmérique» -έτσι, θυμούμενος κάποιο στίχο του Μπωντλαίρ και παραλλάζοντάς τον, θα μπορούσες να πεις για τον Ουίτμαν. (Και καλά θυμάται κανείς τον Μπωντλαίρ· γιατί σε μερικά από τα πρώτα ποιήματα των «Fleurs du mal», καθώς στη «Géante» και σ’ άλλα υπάρχει, αλήθεια το ίδιο παράξενο στοιχείο, μια πρώτη «προσλαμβάνουσα παράστασης» για τον αμερικανό ποιητή. Μα σ’ άλλον κανένα).
Και πάλι – ο Ουίτμαν δεν μοιάζει ούτε με τον Δαβίδ. Φόρμα και ουσία είναι γι’ αυτόν ένα- αλλά μ’ έναν τρόπο που δεν έχει κανείς άλλος.
«Επύργωσε ρήματα» κι ο Ουίτμαν, όπως κι ο Αισχύλος. Μα του Ουίτμαν τα «ρήματα» δεν είναι σαν του Αισχύλου εκείνα τα κυβικά – που ο όγκος τους, όσο κι αν ακόμη απέχει, περιέχει όμως ρητές τις αναλογίες που εξεφράσθηκαν αργότερα με την ιωνικήν ευγραμμία του Ευριπίδη. Ο Αισχύλος είναι, στο βάθος, ο λόγιος, ο αισθητικός. Ο Ουίτμαν είναι παντού ο άνθρωπος.
Τι κάνει; Περιγράφει; Όχι. Σκέπτεται; Ούτε. Δημιουργεί. Δημιουργεί έναν άλλο κόσμο: άλλην οικουμένη, άλλη σάρκα, άλλη νοοτροπία –άλλον άνθρωπο. Δεν έχει αυτός τίποτε να κάμει με τα αισθητικά. Δεν είναι μάρμαρο, όπως οι παρνασσικοί, όπως οι αρχαίοι. Είναι σώμα γιγάντιο, πρωτόγονο σώμα: κρέας και χυμοί. Φέγγει όπως ένα γυμνό κορμί στον ήλιο –κι αντί για ήλιος. Αυτή η παρουσία του κορμιού, παντού στα ποιήματά του! Είναι σάρκινος. Όχι σαρκικός. Δύναμις όχι νεύρα. Δεν είναι το γλύκισμα, ούτε το κρασί. Είναι το ψωμί –το ψωμί και το κρέας. Μεγαλόπρεπα σαρκικός. Ένας θεός –«θεός του εαυτού του»- που δεν χρειάζεται τίποτε.
Τον κατηγορούσαν στον καιρό του ότι δεν ξέρει τι θα πει «χιούμορ». Και μόνο τούτο; Δεν ξέρει καν τι θα πει «ερασμιότης» -το πρώτο στοιχείο για κάθε ποίηση. Μήτε αυτό δεν το έχει· δεν το ξέρει, δεν το φαντάσθηκε καν. Ειν’ ένας αλλοιώτικος μεγάλος.
Δε μοιάζει με τον Δαβίδ, γιατί εκείνος έψαλλε το Θεό -των Εβραίων. Ο Ουίτμαν ψάλλει το θείον. Ψάλλει τον Άνθρωπο αλλά (το ξαναλέω) έναν άνθρωπο όπως τον έχει πλάσει αυτός. Ένας σπλαχνιστής Τιτάν, ένας Κύκλωπας κήρυκας δυνάμεων που δεν είναι ανθρώπινες.
Πως μας απογοητεύει, μας εξαγριώνει, μας φαρμακώνει το θέαμα της ζωής: Οι αδικίες· οι αποτυχίες, που είναι κι αυτές αδικίες· οι στερήσεις, άδικες κι αυτές· οι τραγικές ειρωνείες· οι ματαιότητες· τ’ άκαιρα και τα παράκαιρα· τα’ αδύνατα· όλα τα φριχτά. Κατηγορηματική τότε άρνηση κυριεύει του ανθρώπου το εσωτερικό. «Αδύνατο! λέει τότε κι εκείνος. Το τυχαίο τούτο θέαμα δεν ημπορεί να είναι η πραγματικότητα! Δεν ημπορεί ν’ αποτύχω, ενώ ήμουν άξιος να πετύχω· δεν ημπορεί να στερηθώ, αφού δεν θέλω να στερηθώ. Υπάρχει κάποιος άλλος κόσμος, όπου εκεί γίνεται ό,τι θέλω –ό,τι πρέπει…».
Αλλ’ όταν διαβάζει κανείς τον Ουίτμαν, όλη αυτή η νοοτροπία αλλάζει. «Άνω σχώμεν τας καρδίας» είπε η εκκλησία. Ανάταση πνιγμένη στα δάκρυα… Ο Ουίτμαν υψώνεται ελεύθερα. Δεν ημπορείς να πεις «το κατορθώνει». Σ’ έχει φέρει πολύ ψηλά στο σύμπαν; Σ’ έχει κατεβάσει κιόλας πολύ βαθειά στην Ύλη; Δεν το ξέρει κανείς, αυτός μιλεί αλλιώς, αρχίζει απ’ αλλού, τα προσωπικά μας τα ζητούμενα, η Δικαιοσύνη, η Ηθική, η Τάξις, ο Θάνατος, του είναι ωσάν ανύπαρκτα. Δίχως να αισθανθούμε κανένα πόνο, ξερρίζωσε κιόλας από μέσα μας το εγώ. Μιλεί, σαν αν μιλεί όχι άνθρωπος, άλλ’ η Γη, η Φύσις. Εξερρίζωσε το εγώ μας; Ή το πλάτυνε για να γίνει ένα με το παν; Αφάνισε τις μικρές μας λύπες, ή τις μεγάλωσε ως το άπειρο, και τις έκανε αναίσθητες; Όποιος αχόρταγα γυρεύει τη «λύτρωση» από την τέχνη, στον Αμερικανό πατριάρχη θαύρει μια λύτρωση ανεξήγητη.
Amor fati? Να πω πως ο Ουίτμαν είναι ο αντίλαλος του Νίτσε; Ένας Νίτσε χωρίς λυρισμό, χωρίς πείσμα και χωρίς πάθος. Ο Νίτσε ποθεί τον Υπεράνθρωπο. Ο Ουίτμαν είναι. Ο Υπεργήινος. Ο Θεουργός και ο Θεός. Ο Άρρην.
Όλ’ αυτά ανακατεύονται, πλάθονται και βγαίνει το ποίημα, ο ψαλμός, αδιαίρετος σε περιεχόμενο και μορφή: απρόσιτος για την κριτική. Να μιλήσει κανείς, ύστερ’ απ’ αυτά, για «τεχνοτροπία», θα ήταν άσχετο, ασυμβίβαστο και γελοίο.
Με όσην ολύμπιαν ευκολία βγαίνει η φωνή του, μ’ άλλη τόσην απλότητα η φαντασία του προπορεύεται. Καινούργιος, μεγάλος και απλός, Στην καταπονημένη ποιητική φαντασία του λατίνου, σαν θαύματα παρουσιάζονται, σε κάθε στροφή, τα ευρήματα τα μεγάλα –και μαζί τ’ απλά, ευρήματα κοσμικά, πηγαία- όθε ημπορούν να πηγάσουν ένα σωρό άλλα. Το καθένα τους κι ένας θησαυρός· θάφθανε να δώσει στον λατίνο τις μισές μεταφορές μιανής συλλογής. Κι ο αμερικανός, τα γεννά και τα’ αφήνει για να γεννήσει άλλα. Βλέπεις κι ανοίγονται οι ορίζοντες του Λόγου, εκεί που τους φανταζόσουν τελικά κλειστούς. Καινούργια Αμερική όπως κι η χώρα του. Τα Φύλλα Χλόης μοιάζουν η Αμερική του λόγου του ποιητικού… Και θα σημειώσω, όχι βέβαια ολόκληρες εικόνες, αλλά κοσμητικά επίθετα μερικά, που κάτι μπορούν να μαρτυρήσουν –τη «λυγερή θύρα», τον «σγουρό καπνό», την «αθλητική Αμερική», το «πρεσβύτερο χέρι», τον « φιδωτό φράχτη», τα «χνουδάτα μούσκλια», τα « θρακιασμένα κούτσουρα», το «ανέφθαρτο χώμα», την «εύρωστη ψυχή», τα’ «ογρό αναφυλλητό», τη «μορφή τη μοσχοσαπουνισμένη», τον «κοκκινοτρίχη το σεΐζη», το «δραπέτην ήλιο»…
Η χάρη, το χιούμορ, η ερασμιότητα λείπουν (το είπαμε) από τον Ουίτμαν εντελώς. «Μη ζητάται ρόδα στην Ιρλανδία... λέγει κάποιος ποιητής. Μελαγχολία, πόνος, σπαραγμός, πάθος, πείσμα, ζηλοτυπία, ακόμη κ’ ο έρωτας· κι αυτά λείπουν.
Την Υγεία, αίσθηση «άχροη, άοσμη και άγευστη», όπως η αίσθηση του Εγώ, όπως η αίσθηση του νερού -αυτήν τραγουδάει ο Ουίτμαν. Κι αν ήθελε κανείς όχι απλώς να τον σπουδάσει, μα και ν’ αναζητήσει την αιτία γιατί να είναι αυτός που είναι, κι όχι σαν τους άλλους, θαύρισκε πως αυτή η Υγεία είναι μέρος της ζωής, μα για να τον κάνει ατάραχο κι απέναντι στο θάνατό του τον ίδιο.
Έρχεται έπειτα ο ενθουσιασμός. Ο ενθουσιασμός ιδού η «ποιητική διάθεση» του Ουίτμαν, σ’ όλες του τις αποχρώσεις, από την πιο ήμερη, την καθημερινή, ως την πανηγυρική. Ενθουσιάζεται όπως αναπνέει. Ενθουσιασμός ήρεμος, κανονικός, ακατάπαυστος, θα ‘λεγε κανείς «φυτικός». Και κάπου-κάπου, έξαρση, βροντές, τυμπανοκρουσίες… για τα έμψυχα, όσο και για τα άψυχα, για τους νικητές, μα «προ παντών για τους νικημένους». Νομίζεις πως την Πλάσην αυτή δεν την έπλασε ο Θεός, παρά αυτός ο ίδιος: τέτοιο ύφος έχει η χαρά κι ο ενθουσιασμός του που τη βλέπει. «Πάντα καλά λίαν», το είπε ο Ιεχωβά, το ξαναλέει κι ο Ουίτμαν, για λογαριασμό του.
Έρχεται η Φιλία. Θαυμάζει τους Εραστάς, όλους εκείνους που αγαπούν κάτι ωσάν τους πλέον μεμυημένους της ζωής. Αλλ’ ο ίδιος δεν είναι εραστής· γιατί δεν έχει πάθος. Ο έρωτάς του είναι τόσο μεγάλος, τόσον απρόσωπος, που γίνεται φιλία του Ηρακλή με την φύση, ύστερ’ από τους δώδεκα άθλους του.
Τέτοια περίπου είναι η πρώτη μου εντύπωση από το έργο του Ουίτμαν. Όσο για τη μετάφραση, βρίσκω κ’ εγώ, μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό, ότι «ο Νίκος Προεστόπουλος, που για δύο χρόνια έδωσε το νέο του αίμα στον μεγάλο μόχθο, είναι βέβαιο πως κατόρθωσεν απόλυτα να φτάσει τη συνήχησην αυτήν. Ο Ουίτμαν ολόκληρος στη νεοελληνική γλώσσα! Αμφιβάλω αν, στις ημέρες μας κι από τους σύγχρονούς μου, κάποιος άλλος θα ήταν άξιος να το κάμει. Γιατί ο Νίκος Προεστόπουλος δεν υπήρξεν απλώς ένας μελετητής του Αμερικανού ποιητού· αλλά της ζωής του περιστατικά τον είχαν φέρει να νοιώσει την αμερικανική ποίηση ζωντανά -ανάμεσα από ζωντανή ψυχή…
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ, 1936


Εξώφυλλο της θρυλικής μετάφρασης των Φύλλων Χλόης από τον Νίκο Προεστόπουλο


Λίγα λόγια για τα Φύλλα Χλόης
Από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του το βιβλίο του Ουώλτ Ουίτμαν Φύλλα Χλόης ξεχωρίζει και είναι το πιο ιδιόρρυθμο και άξιο μνημείο στα έργα της αμερικανικής λογοτεχνίας.
Σ’ έναν ευρύτερο και ολοένα επεκτεινόμενο κύκλο αναγνωστών και κριτικών, θεωρείται σαν το πιο πρωτότυπο βιβλίο, το πιο αποφασιστικά ατομικό, η πιο μεγαλειώδεις προσωπική δημιουργία στην αμερικανική λογοτεχνία.
Είναι το πλέον εγκωμιαζόμενο, αλλά και το βαριά καταδικασμένο βιβλίο, που βγήκε ποτέ από αμερικανικό τυπογραφείο, σαν έργο αμερικανού συγγραφέα. Κανένα άλλο βιβλίο δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό στις αμέτρητες δάφνες που του προσφέρουν διακεκριμένοι κριτικοί από την μια πλευρά, και στα επίσης άπειρα εχθρικά και ρυπαρά τούβλα που του εξεσφεντονίζουν εξίσου διακεκριμένοι κριτικοί από την άλλη πλευρά.
Είναι το πιο έντομα προσωπικό βιβλίο στην αμερικανική λογοτεχνία, που επιζεί με τρόπο μεγαλειώδη, σύμφωνα με την υποσχεμένη γραμμή του, «Όποιος αγγίξει το βιβλίο αυτό, έναν άνθρωπο αγγίζει», και ξεχύνει τις αναρίθμητες ομολογίες του με την παλληκαριά μιας κλάσεως αυτοβιογραφίας.
Το Φύλλα Χλόης, περιλαμβάνει, κάτω από το εξώφυλλό του, τη ζωή και τη σκέψη ενός ανθρώπου. Τυπώθηκε για πρώτη φορά όταν ο συγγραφέας του ήτανε 36 χρονών, και πραγματικά ποτέ δεν ξενάγραψε άλλο βιβλίο μ’ όλο πούζησε ως τα 73 του χρόνια. Το μόνο που τον απασχόλησε στο υπόλοιπο μέρος της ζωής του, αφού τύπωσε την έκδοση των Φύλλων Χλόης, ήτανε να ξαναγράψει και να επεκτείνει το πρώτο του αυτό βιβλίο.
Κανένας άλλος ποιητής, εκτός από τον Πόε, δεν εγνώρισε τη φήμη, τους φανατικούς θαυμαστές, μεσ’ στις δεκαετίες του χρόνου, και τη διεισδυτικήν επιρροή, που εγνώρισε ο Ουώλτ Ουίτμαν, ως αμερικανός συγγραφέας. Μια αμερικάνικη δύναμη στην Ευρώπη, στην Ασία, στην Αφρική, στην Αυστραλία, και στα διάφανα αρχιπελάγη.
Κανένα άλλο αμερικανικό βιβλίο δεν είχε τόσο σταθερό πλήθος φίλων, συνηγόρων και υποστηριχτών, σαν αυτό που γνώρισε από δεκαετία σε δεκαετία –κι εξακολουθεί να γνωρίζει και να είναι στην πρώτη γραμμή- σαν το Φύλλα Χλόης.
Είναι ο πιο πανηγυρικά διατρανωμένος επίσημος όρκος –από όσους γράφτηκαν ποτέ- πως η Αμερική κάτι σημαίνει, και κάπου πηγαίνει. Είναι η πιο κλασική αυτοδιαφήμηση της Αμερικής, όσον αναφορά τους σκοπούς της, τη μοίρα της, τα λάβαρά της και τους φάρους της.
Γι’ αυτό και ειδικά λόγω των παραπάνω επτά σημείων, που τονίσαμε, και ακόμα επιδή υπάρχουν και άλλα σημεία, στα οποία τα σχόλια μπορεί να είναι πλατύτερα, και γιατί ακόμα υπάρχουν μεγάλα και μυστικά σημεία επαφής με το έργο αυτό, που δεν μπορεί να τα περικλείσει μια πληροφοριακή αριθμητική καταγραφή, γι’ αυτό ξεκαθαρίζουμε, πως τα Φύλλα Χλόης είναι ένα βιβλίο, που πρέπει κανείς να το κάνει δικό του, να το διατηρήσει, να πολεμήσει γι’ αυτό, και να το διαβάζει ωσότου ξεχυλίσει απ’ αυτό, κι ωσότου φθαρεί υλικά στα χέρια του από την πολύχρονη χρήση.
CARL SANDBURG



 
Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία του 1878.


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ποίηση
  • Drum Taps (1865)
  • Good-Bye, My Fancy (1891)
  • Leaves of Grass (1855)
  • Leaves of Grass (1856)
  • Leaves of Grass (1860)
  • Leaves of Grass (1867)
  • Leaves of Grass (1870)
  • Leaves of Grass (1876)
  • Leaves of Grass (1881)
  • Leaves of Grass (1891)
  • Passage to India (1870)
  • Sequel to Drum Taps (1865)
Πεζά
  • Complete Prose Works (1892)
  • Democratic Vistas (1871)
  • Franklin Evans; or, The Inebriate (1842)
  • Memoranda During the War (1875)
  • November Boughs (1888)
  • Specimen Days and Collect (1881)


 
Μεταφράσεις του έργου του Ουίτμαν στα ελληνικά
Όπως προαναφέραμε, ολόκληρο το ποιητικό έργο του Ουώλτ Ουίτμαν με τίτλο Φύλλα Χλόης, κυκλοφόρησε αρκετά νωρίς στα ελληνικά -τη δεκαετία του '30- μεταφρασμένο από τον Νίκο Προεστόπουλο. Στα χρόνια που ακολούθησαν διάφοροι εκδοτικοί οίκοι κυκλοφόρησαν αποσπάσματα από την μετάφραση αυτή. Μετάφραση εξαντλημένη βέβαια προ πολλού, μια και κανένας εκδοτικός οίκος δεν φρόντισε να την επανατυπώσει τα τελευταία χρόνια -τελευταία ανατύπωση πρέπει να έγινε την δεκαετία του '50. Σήμερα στο εμπόριο κυκλοφορούν διάφορες αποσπασματικές μεταφράσεις από τα Φύλλα Χλόης. Οι ενδιαφερόμενοι για την συνολική μετάφραση των Φύλλων Χλόης από τον Προεστόπουλο, ας δοκιμάσουν την τύχη τους στα παλαιοβιβλιοπωλεία!!
  • Τέσσερα τραγούδια για το θεό και για το θάνατο, Paul Verlaine, George Gram Cook, Walt Whitman, Victor Hugo. Μεταφραστής: Νίκος Προεστόπουλος, Αθήνα: Σακελλάριος 1929
  • Ἐκλογή από τα φύλλα χλόης. Μετάφραση: Νίκου Προεστόπουλου. Πεχλιβανίδης [1958]
  • Walt Whitman, μετάφραση εισαγωγής Γιώργος Σπανός. Μετάφραση ποιημάτων Χάρης Βλαβιανός, Αθήνα: Πλέθρον 1986
  • Επιλογή ποιημάτων, μετάφραση: Δημήτρης Χορόσκελης, Θεσσαλονίκη: Εκδοτική 2006
  • Το τραγούδι του εαυτού μου, μετάφραση: Ζωή Ν. Νικολοπούλου. Πρόλογος: Κώστας Γεωργουσόπουλος. Αθήνα: Ηριδανός 2006
  • Αφιερώματα; Ξεκινώντας από το Πωμανόκ: Ποιήματα, μετάφραση: Ζωή Ν. Νικολοπούλου. Αθήνα: Ηριδανός 2007
  • Στη γαλάζια όχθη της Οντάριο, μετάφραση: Γιάννης Βαρβέρης, Αθήνα: Ύψιλον, 1999.
  • Παιδιά του Αδάμ. Κάλαμος, μετάφραση: Τόνια Κοβαλένκο. Αθήνα: Ηριδανός 2009.



© κειμένων, gayekfansi.blogspot.gr, με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.


Ο Ουώλτ Ουίτμαν και ο Warren "Warry" Fritzinger (1866-1899) στις αποβάθρες του Camden, 1890.


Ουώλτ Ουίτμαν και Harry Stafford.


Ο Ουώλτ Ουίτμαν και ο Peter Doyle σε φωτογραφία του 1869.


Ουώλτ Ουίτμαν και Bill Duckett. Φωτογραφία του 1886.


Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία του Michals Salute




Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία: George Collins Cox. 1887.


Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία του Thomas Eakins. 1885


Ο Ουώλτ Ουίτμαν. Φωτογραφία του 1848 στη Νέα Ορλεάνη.


 
Ο Ουώλτ Ουίτμαν φωτογραφημένος από τον Thomas Eakins. 1885.


Υπογραφή του Ουώλτ Ουίτμαν