Ο Κρίστοφερ Ίσεργουντ (Christopher Isherwood) γεννήθηκε στις 26 Αυγούστου του 1904, στο Χάι Λέιν του Τσεσάιρ. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός και είχε πολεμήσει στον πόλεμο των Μπόερς κι επίσης ένας ταλαντούχος μουσικός, ερασιτέχνης ηθοποιός και ακουαρελίστας. Ο Ίσεργουντ πέρασε τα παιδικά του χρόνια ακολουθώντας μαζί με την οικογένειά του, τον πατέρα του στις μεταθέσεις του, πρώτα κοντά στο Γιορκ, μετά στο Άλντερσοτ και τέλος στην Ιρλανδία.
Το 1914 τον έβαλαν σε ένα οικοτροφείο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ουίσταν Χιου Ώντεν (Wystan Hugh Auden), τον μελλοντικό μεγάλο ποιητή κι αυτή η φιλία θα σημαδέψει τη ζωή του τόσο σαν ανθρώπου όσο και σαν καλλιτέχνη.
Το 1919 μπήκε στο Ρέπτον Σκουλ και το 1924 γράφτηκε στο Κόρπους Κρίστι Κόλετζ του Καίμπριτζ, αλλά δεν τελείωσε τις σπουδές του σ’ αυτή την «πολιτεία του αιώνιου σκοταδιού… τη χώρα θανάτου», όπως αποκαλεί ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα Λιοντάρια και Σκιές.
Βρίσκει δουλειά σαν ιδιαίτερος γραμματέας του Αντρέ Μανζό, του Γάλλου βιολονίστα, και παράλληλα αρχίζει να παραδίδει ιδιωτικά μαθήματα.
Ίσεργουντ (αρ.) και Ουίσταν Χιου Ώντεν (WH Auden), Δυτική Γερμανία
Ε. Μ. Φόρστερ (E.M. Forster) και Κ. Ίσεργουντ, 14 Μαρτίου 1970
Από
αρ. W.H. Auden, Christopher Isherwood, Sir Stephen Harold Spender
Το 1925 πηγαίνει στο Βερολίνο να συναντήσει τον Ώντεν και τελικά παραμένει «σ’ αυτή την πρωτεύουσα την τόσο εκπληκτικά βιτσιόζα και συνάμα τόσο σεβαστή στην ουσία, όπου ακόμα και η νυχτερινή ζωή είχε μια ζεστή οικογενειακή ατμόσφαιρα κι όπου τα φιλμς ήταν τα καλύτερα της Ευρώπης».
Έμεινε στο Βερολίνο ως το Μάιο του 1933. Ζούσε δίνοντας μαθήματα αγγλικών και συμπλήρωνε το εισόδημά του με κάποια συγγραφικά δικαιώματα.
Η παραμονή του στο Βερολίνο του πρόσφερε το υλικό για τα μυθιστορήματά του: Το Μνημείο, Ο κύριος Νόρις αλλάζει τραίνα, και τα : Σάλυ Μπόουλς, Οι Νόβακ και Οι Λαντάουερ, που εκδόθηκαν το 1939 με γενικό τίτλο Αντίο στο Βερολίνο, βιβλίο στο οποίο βασίζεται και η ταινία Καμπαρέ που γνώρισε τεράστια επιτυχία.
Γυρίζοντας στην Αγγλία καταπιάστηκε με το θέατρο. Σε συνεργασία με τον Ώντεν έγραψε τα θεατρικά έργα: The Dog Beneath the Skin, Ascent of F7, On the Frontier, έργα πρωτοποριακά και ποητικο-φιλοσοφικά με πολλά στοιχεία από το μιούζικ χολ και το καμπαρέ, επηρεασμένα από το βερολινέζικο εξπρεσιονισμό. Ύστερα, μαζί με τον Ώντεν πάντα, ταξίδεψε στην Κίνα· προϊόν του ταξιδιού τους είναι το ταξιδιωτικό βιβλίο Journey to a War που το έγραψαν κι αυτό από κοινού. Μετά απ’ αυτό ο Ίσεργουντ μπαίνει στο χώρο του κινηματόγραφου. Μας περιγράφει αυτό το ντεμπούτο του στη Βιολέτα του Πράτερ που εκδόθηκε το 1946. Τέλος το 1939 φεύγει για τις ΗΠΑ, εγκαθίσταται μόνιμα κοντά στο Χόλυγουντ και δουλεύει πια για τον κινηματογράφο. Γράφει τους διαλόγους πολλών σεναρίων.
Το 1953, γνώρισε στην παραλία της Σάντα Μόνικα τον έφηβο Don Bachardy. Η διαφορά της ηλικίας τους δεν τους εμπόδισε να αναπτυχθεί μεταξύ τους μια σχέση που παρά τις κατά καιρούς διαφωνίες τους, κράτησε μέχρι το θάνατο του Ίσεργουντ. Ο Don Bachardy θα ασχοληθεί με τη ζωγραφική, πολλά δε από τα θέματά των έργων του είναι οι γνωστές προσωπογραφίες του Ίσεργουντ.
Την εποχή αυτή συνδέεται με τον Άλντους Χάξλεϋ, μελετάει τη Αιώνια Φιλοσοφία του και μεταφράζει την Μπαγκαβάτ Γκιτά καθώς και αρκετά βιβλία για την γιόγκα σε συνεργασία μ’ ένα Σουάμι. Τα έργα που γράφτηκαν από δω και πέρα –όπως τα: Lions and Shadows, Kathleen and Frank, Christopher and his Kind (αυτοβιογραφικά), και τα The World in the Evening, Down there on a Visit και A Single Man- έχουν για βασικά θέματα την ομοφυλοφιλία και τη γιόγκα.
Ο
Κρίστοφερ Ίσεργουντ πέρα από το συγγραφικό του έργο υπήρξε δραστήριο
μέλος του κινήματος για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων στην Αμερική.
Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην τύχει ιδιαίτερης
αντιμετώπισης από τους κριτικούς οι οποίοι επέμεναν πως τα καλύτερα έργα
του είναι αυτά της νεανικής του εποχής και μάλιστα εκείνα που ανήκουν
στο «βερολινέζικο κύκλο», εποχή που ο σεμνός άγγλος Ίσεργουντ δεν είχε
δηλώσει ανοιχτά την σεξουαλική του προτίμηση, και τα έργα του δεν είχαν
σαν κυρίως θέμα την ομοφυλοφιλία. Αντιθέτως με το έργο του ο Ίσεργουντ
κέρδισε το θαυμασμό ομότεχνών του όπως, της Βιρτζίνια Γουλφ του Τένεσι
Γουίλιαμς, του Γ.X. Όντεν, του E. M. Φόρστερ, του Τρούμαν Καπότε, του
Γκορ Βιντάλ, του Γ. Σόμερσετ Μομ και του Γκράχαμ Γκριν.
Ο
Κρίστοφερ Ίσεργουντ πέθανε στις 4 Ιανουαρίου 1986 σε ηλικία 81 ετών,
από καρκίνο του προστάτη στη Σάντα Μόνικα στην Καλιφόρνια όπου διέμενε
με τον σύντροφό του Don Bachardy.1- All the Conspirators 1928
- The Memorial 1932
- The Dance of Death, 1933, ( παρέα με τον W. H. Auden)
- Mr Norris Changes Trains 1935
- The Dog Beneath the Skin 1935, ( παρέα με τον W. H. Auden)
- The Ascent of F6 1937, (παρέα με τον W.H. Auden)
- Sally Bowles, 1937
- On the Frontier 1938 (παρέα με τον W.H. Auden)
- Lions and Shadows 1938, (αυτοβιογραφία)
- Goodbye to Berlin 1939
- Journey to a War 1939 (παρέα με τον W.H. Auden)
- Prater Violet 1945
- The Condor and the Cows 1949
- What Vedanta Means to Me 1951
- The World in the Evening 1954
- Down There on a Visit 1962
- An Approach to Vedanta 1963
- A Single Man 1964
- Ramakrishna and His Disciples 1965
- A Meeting by the River 1967
- Essentials of Vedanta 1969
- Kathleen and Frank 1971
- Christopher and His Kind 1976, (αυτοβιογραφία)
- My Guru and His Disciple 1980
- October 1980 (παρέα με τον Don Bachardy)
- The Mortmere Stories (1994) (παρέα με τον Edward Upward)
- Isherwood on Writing 2007
- Charles Baudelaire, Intimate Journals 1930
- The Song of God: Bhagavad-Gita 1944
- Shankara's Crest-Jewel of Discrimination, 1947
- How to Know God: The Yoga Aphorisms of Patanjali 1953
- Little Friend, 1934
- The Ascent of F6, 1938 (τηλεταινία)
- Rage in Heaven, 1941
- Forever and a Day, 1943
- Adventure in Baltimore, 1949
- The Great Sinner, 1949 (screenplay)
- I Am a Camera, 1955 (βασισμένο στο βιβλίο του Αντίο Βερολίνο)
- Diane, 1956
- The Loved One, 1965 (screenplay)
- The Sailor from Gibraltar, 1967
- Cabaret, 1972 (βασισμένο στο βιβλίο του Αντίο Βερολίνο)
- Frankenstein: The True Story, 1973 (τηλεταινία)
- A Single Man, 2009 (βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του)
- Christopher and His Kind, 2011 (τηλεταινία)
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΣΕΡΓΟΥΝΤ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ:
Ο Κύριος Νόρις αλλάζει τραίνα (Mr Norris Changes Trains)
Στο Ο κύριος Νόρις αλλάζει τραίνα, όπως και σ’ όλα τα μυθιστορήματα αυτής της περιόδου, ζούμε την ατμόσφαιρα της προχιτλερικής Γερμανίας που παρ’ όλο που κλωσάει στους κόλπους της την τραγωδία που θ’ αφανίσει τη γέρικη Ευρώπη, εξασκεί επάνω μας μια εντελώς ιδιαίτερη γοητεία.
Ο αφηγητής είναι ο ίδιος ο Ίσεργουντ κάτω από το όνομα Μπράνσοου (στη Βιολέτα του Πράτερ μας παρουσιάζεται με το πραγματικό του όνομα). Π Μπράνσοου-Ίσεργουντ γνωρίζει τον αλλόκοτο, ανεκδιήγητο τυχοδιώκτη Νόρις σ’ ένα τρένο που πλησιάζει τα γερμανικά σύνορα. Από κει και πέρα μας δίνει το χρονικό της φιλίας του μ’ αυτόν το μυστηριώδη τύπο· βήμα με βήμα ο αναγνώστης ανακαλύπτει τον εκκεντρικό κύριο Νόρις ταυτόχρονα με τον αφηγητή: τις περίεργες δοσοληψίες του, τις επαφές του με το κομμουνιστικό κόμμα, τα σεξουαλικά του βίτσια, την παλαιομοδίτικη ευγένειά του, την ανησυχαστική πονηριά του.
Μέσω
του Νόρις ο Μπράνσοου γνωρίζει, επίσης, διάφορες πόρνες που εξυπηρετούν
τις μαζοχιστικές ορέξεις του φίλου του, νταβατζήδες, κομμουνιστές,
κεφαλαιοκράτες. Καθώς κι έναν άλλο γραφικότατο τύπο: Τον πάμπλουτο,
ομοφυλόφιλο βαρόνο Κούνο Πρέγκνιτζ.
Ο αφηγητής βρίσκεται ανακατεμένος σ’ όλα και συνάμα μένει αποστασιοποιημένος απ’ όλα.
«Είμαι
μια κάμερα απόλυτα παθητική που καταγράφει τα πάντα και δε σκέπτεται»,
επιμένει ο Ίσεργουντ. Κι έτσι αφήνει τα γεγονότα να μιλάνε από μόνα
τους. Και τα γεγονότα κυλάνε αβίαστα, γεννώντας στον αναγνώστη πολλές
εκπλήξεις και ξεσπάσματα γέλιου, δίχως μήτε μια στιγμή να διαφαίνεται
πίσω τους η προπαρασκευαστική εργασία του τεχνίτη που τα επέλεξε, τα
συγκέντρωσε και τα κατέγραψε με μια τέτοια φαινομενική απλότητα.
Και μέσα στη δίνη όλων αυτών των γεγονότων, μέσα σ’ όλες αυτές τις αλλοπρόσαλλες, «ανορθόδοξες» παρέες ο Μπράνσοου-Ίσεργουντ παραμένει πάντα ο ντροπαλός νεαρός εγγλέζος που αντιμετωπίζει από μια θέση ουδετερότητας κάθε ερωτική ιδιομορφία. Εξάλλου είναι πολύ μακριά ακόμα η εποχή που ο Ίσεργουντ θα διακηρύξει τη σεξουαλική του ιδιαιτερότητα τόσο στα γραπτά του όσο και σαν μέλος του Γκέι Λιμπερέισον.2
«Στις αρχές Μάρτη, μετά τις εκλογές, ο καιρός μαλάκωσε ξαφνικά και άρχισαν οι ζέστες. «Ο Χίτλερ έφερε καλοκαιρία», έλεγε η γυναίκα του θυρωρού· και ο γιος της παρατηρούσε στ’ αστεία πως έπρεπε να ευγνωμονούμε τον Βαν Ντερ Λουμπ, επειδή με τη φωτιά στο Ράιχσταγκ έλιωσε το χιόνι. «Πολύ όμορφο αγόρι», παρατηρούσε η Φροϊλάιν Σρέντερ, με έναν αναστεναγμό. «Πως πήγε κι έκανε ένα τόσο τρομερό πράγμα;» Η γυναίκα του θυρωρού ξεφυσούσε περιφρονητικά.
Ο δρόμος μας φαινόταν πολύ γιορταστικός με όλες εκείνες τις μαύρο-άσπρο-κόκκινες σημαίες που κρέμονταν ακίνητες απ’ τα παράθυρα κάτω απ’ το γαλανό ανοιξιάτικο ουρανό. Στο Νόλεντορφπλατς οι άνθρωποι κάθονταν με τα παλτά έξω στα καφενεία και διάβαζαν για το πραξικόπημα στη Βαυαρία. Ο Γκαίρινγκ μιλούσε από το μεγάφωνο της γωνίας. Η Γερμανία ξύπνησε, έλεγε. Ένα παγωτατζίδικο ήταν ανοιχτό. Ναζήδες με στολή βημάτιζαν πέρα δώθε με σοβαρά, παγωμένα πρόσωπα, σαν να εκτελούσαν βαρυσήμαντες παραγγελίες. Οι αναγνώστες των εφημερίδων από το καφενείο σήκωναν τα κεφάλια τους για να τους δουν να περνάνε και χαμογελούσαν ευχαριστημένοι…
Χαμογελούσαν και επιδοκίμαζαν αυτούς τους νεαρούς με τις ψηλές, αλαζονικές μπότες που έμελλε να πατήσουν τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Ήταν ευχαριστημένοι γιατί έφτανε το καλοκαίρι, γιατί ο Χίτλερ τους είχε υποσχεθεί ότι θα προστατεύσει τους μικροεμπόρους, γιατί οι εφημερίδες τους τούς πληροφορούσαν ότι έρχονται καλύτερες μέρες. Ξαφνικά ένιωσαν περηφάνια που ήταν ξανθοί. Και ανατρίχιασαν από μια φευγαλέα ικανοποίηση σαν μαθητούδια, γιατί οι Εβραίοι, οι ανταγωνιστές τους στις επιχειρήσεις και οι μαρξιστές, μια ακαθόριστη μειοψηφία που δεν τους απασχολούσε, είχαν κριθεί ένοχοι της ήττας και του πληθωρισμού…»3
Το
Αντίο Βερολίνο είναι μια σειρά από νουβέλες που έγραψε, αντί
ημερολογίου ο Ίσεργουντ στη διάρκεια της παραμονής του στο Βερολίνο. Στο
Βερολίνο του μεσοπολέμου λίγα χρόνια πριν την άνοδο του Ναζισμού στην
εξουσία.
Ο
συναρπαστικός τρόπος που προσεγγίζει τα θέματά του, η ποιότητα του
χιούμορ, η ειρωνεία, η ακρίβεια της παρατήρησης όταν αφορά ανθρώπινες
αδυναμίες, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καθιέρωση του στο ευρύτερα
αναγνωστικό κοινό.
Να
θυμίσουμε εδώ ότι βασισμένο στο Αντίο Βερολίνο είναι το επιτυχημένο
θεατρικό έργο I Am a Camera, καθώς και το κινηματογραφικό μιούζικαλ
Cabaret, που βραβεύτηκε με Όσκαρ το 1972, με τη Λίζα Μιννέλλι στο ρόλο
της Σάλλυ Μπόουλς και τον Μάικ Γιόρκ ως Χερ Ισσύβοου.
«[…]
Σήμερα το πρωί είμασταν όλοι στο δωμάτιό μου, έτοιμοι να φύγουμε για
μπάνιο. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη, γιατί ο Πήτερ και ο Όττο
συνέχιζαν έναν καυγά που άρχισαν πριν από το πρόγευμα, στο δωμάτιό τους.
Ξεφύλλιζα ένα βιβλίο χωρίς να τους πολυ-δίνω σημασία. Ξαφνικά ο Πήτερ
χαστούκισε δυνατά τον Όττο και στα δυο του μάγουλα. Πιάστηκαν στα χέρια
αναποδογυρίζοντας τις καρέκλες που έβρισκαν μπροστά τους. Φρόντισα όσο
γινόταν να φύγω από το δρόμο τους. Ήταν αστείο δυσάρεστο ταυτόχρονα,
διότι ο θυμός είχε αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους· τα
είχε κάνει παράξενα και άσχημα. Ο Όττο έρριξε τον Πήτερ στο πάτωμα και
του έστριψε το χέρι: «Δεν σου φτάνει;» τον ρωτούσε διαρκώς. Χαμογελούσε
ειρωνικά: είχε γίνει πολύ κακός απεχθείς. Ήξερα ότι χαιρόταν για την
παρουσία μου, διότι συνέβαλα στον επιπρόσθετο εξευτελισμό του Πήτερ.
Έβαλα κι εγώ τα γέλια, λες και επρόκειτο για κάποιο αστείο κι έφυγα από
το δωμάτιο. Περπάτησα μέσα από το δάσος στο Μπάαμπε κι έκανα μπάνιο στην
παραλία από κάτω. Δεν ήθελα να δω κανένα τους για μερικές ώρες.
Αν
ο Όττο επιδιώκει την ταπείνωση του Πήτερ, και ο Πήτερ τον ίδιο στόχο
έχει, απλώς ακολουθεί διαφορετική μέθοδο. Θέλει να τον εξαναγκάσει σε
κάποιου είδους υποταγή στη θέλησή του, πράγμα που ο Όττο ενστικτωδώς
αρνείται να κάνει. Ο Όττο είναι από φυσικού του εγωιστής, με υγιή τρόπο,
όπως ένα ζώο. Αν υπάρχουν δυο καρέκλες σ’ ένα δωμάτιο, θ’ αρπάξει χωρίς
δισταγμό την πιο αναπαυτική, γιατί δεν μπορεί καν να διανοηθεί ότι ίσως
να τη θέλει κι ο Πήτερ. Ο εγωισμός του Πήτερ είναι πολύ λιγότερο
ειλικρινής, είναι πιο πολιτισμένος, πιο διεστραμμένος. Αν τον
αντιμετωπίσεις με τον κατάλληλο τρόπο, μπορεί να υποχωρήσει, να
θυσιαστεί, ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχει λόγος. Όταν όμως ο Όττο καθίσει
στην καλή πολυθρόνα λες και είναι αυτονόητο δικαίωμά του, ο Πήτερ
διαβλέπει μια πρόκληση που δεν τολμάει να αρνηθεί. Υποθέτω ότι –με
δοσμένη τη φύση τους- δεν υπάρχει διέξοδος από την κατάσταση. Ο Πήτερ θα
πολεμάει για την υποταγή του Όττο στις θελήσεις του. Κι όταν τελικά θα
σταματήσει να το κάνει, θα έχει χάσει και κάθε ενδιαφέρον για τον Όττο.
Το
καταστροφικό στοιχείο στις σχέση τους, είναι η πλήξη. Είναι φυσικό ο
Πήτερ να αισθάνεται συχνά πλήξη με τον Όττο –δεν έχουν ούτε ένα σημείο
κοινό- αλλά ο Πήτερ, για λόγους συναισθηματικούς, δεν θα το παραδεχτεί
ποτέ. Ενώ ο Όττο που δεν γνωρίζει να προσποιείται, λέει: «Είναι τόσο
βαρετά εδώ μέσα!» Βλέπω τότε το πρόσωπο του Πήτερ να συσπάται, νε
δείχνει πληγωμένος. Κι όμως ο Όττο βαριέται πολύ περισσότερο από τον
Πήτερ· βρίσκει την συντροφιά του διασκεδαστική και είναι ευχαριστημένος
που περνάει την περισσότερη μέρα μαζί του. Όταν ο Όττο, φλυαρεί, συχνά
ακατάσχετα επί ώρα, βλέπω τον Πήτερ που εύχεται να το βουλώσει και να
φύγει. Να το παραδεχτεί όμως θα το θεωρούσε, πλήρη αποτυχία του, έτσι
γελάει, τρίβει τα χέρια του και ζητάει τη συνδρομή μου, προσποιούμενος
ότι βρίσκει τον Όττο θαυμάσιο και διασκεδαστικό…»4
Γραμμένο στα 1962 το Ένας άνδρας μόνος, έργο σχεδόν αυτοβιογραφικό, ένας εσωτερικός μονόλογος του Ίσεργουντ, που αναδεικνύει το μεγάλο πρόβλημα της μοναξιάς στη ζωή ενός ομοφυλόφιλου άνδρα σε μεγάλη ηλικία. Και αυτό το επιτυγχάνει περιγράφοντας μια ημέρα από τη ζωή του ήρωά του, μιλώντας γι’ αυτή την αναπόσπαστη πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης: τη μοναξιά. Εδώ ο ήρωάς του Τζορτζ, ψάχνει να βρει τη χαμένη του αγάπη στα ψήγματα ενδιαφέροντος απλών καθημερινών ανθρώπων, που δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να επιβεβαιώνουν τη μοναχικότητά του.
Στο έργο αυτό της ωριμότητάς του, ο Isherwood, δείχνει τη ζωή στην πιο απτή, απροκάλυπτη και καθημερινή της όψη..
Είναι η μοναξιά του Ευρωπαίου που, έχοντας διαλέξει να ζει στην Καλιφόρνια, παύει να ανήκει στον παλιό κόσμο χωρίς ωστόσο να ενδίδει στον νέο, η μοναξιά του άγρυπνου πνευματικού ανθρώπου μπρος στα εφησυχασμένα πλήθη των φοιτητών του, η μοναξιά του μεσήλικα που έχει επίγνωση πια της ανθρώπινης μοίρας. Είναι, τέλος, η μοναξιά του διαφορετικού, που έχασε το σύντροφό του στη ζωή, και ρίχνει το διεισδυτικό αυτοσαρκαστικό αλλά και ήπιο βλέμμα του στην καρδιά των πραγμάτων.
«[…] Με ρώτησες για την πείρα. Σου απάντησα. Η πείρα δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Κι όμως, από μια άλλη πλευρά, πρέπει να υπάρχει. Μακάρι να μην ήμασταν όλοι τόσο θλιβερά ανόητοι, σεμνότυφοι και δειλοί. Ναι, και συ αγόρι μου –μην τολμήσεις να το αρνηθείς! Αυτά που είπα μόλις για το κρεβάτι στο γραφείο μου… σε σοκάρισαν. Γιατί ήμουν προετοιμασμένος να σοκαριστείς. Αρνήθηκες απόλυτα να καταλάβεις τα κίνητρά μου. Ω, θεοί, το βλέπεις λοιπόν; Αυτό το κρεβάτι… ό,τι σημαίνει αυτό το κρεβάτι… αυτό είναι η εμπειρία!
Σκηνές
από την ταινία Ένας
άντρας μόνος
(A Single Man, 2009) του Τομ Φορντ.©
THE
WEINSTEIN
COMPANY
«[…] Με ρώτησες για την πείρα. Σου απάντησα. Η πείρα δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Κι όμως, από μια άλλη πλευρά, πρέπει να υπάρχει. Μακάρι να μην ήμασταν όλοι τόσο θλιβερά ανόητοι, σεμνότυφοι και δειλοί. Ναι, και συ αγόρι μου –μην τολμήσεις να το αρνηθείς! Αυτά που είπα μόλις για το κρεβάτι στο γραφείο μου… σε σοκάρισαν. Γιατί ήμουν προετοιμασμένος να σοκαριστείς. Αρνήθηκες απόλυτα να καταλάβεις τα κίνητρά μου. Ω, θεοί, το βλέπεις λοιπόν; Αυτό το κρεβάτι… ό,τι σημαίνει αυτό το κρεβάτι… αυτό είναι η εμπειρία!
Δεν σε κατηγορώ, βέβαια. Θ’ αποτελούσε πραγματικά θαύμα αν καταλάβαινες. Δεν πειράζει. Ξέχασέ το. Να’ μαστε οι δυο μας. Εγώ εδώ κι εσύ εκεί, τυλιγμένος σ’ αυτή τη βρωμοκουβέρτα. Να πάρει η οργή, γατί δεν την πετάς από πάνω σου; Τι μ’ έκανε να το πω αυτό; Να υποθέσω πως θα το παρεξηγήσεις και τούτο; Αν ναι δεν με νοιάζει καθόλου. Το θέμα είναι πως εγώ είμαι δω, κι εσύ εκέι, και πως για πρώτη φορά δεν υπάρχει κανένας να μας ενοχλήσει. Πρόκειται για κάτι που μπορεί να μην μας ξανασυμβεί ποτέ. Μιλάω κυριολεκτικά. Και ο χρόνος είναι απελπιστικά βραχύς. Εντάξει, ας ανοίξουμε τα χαρτιά μας. Γιατί βρίσκεσαι σ’ αυτό το δωμάτιο αυτή τη στιγμή; Γιατί θέλεις να σου πω κάτι! Αυτός είναι ο λόγος που ήρθες από την πόλη απόψε. Πιθανόν να πίστεψες ειλικρινά ότι θα πλάγιαζες με τη Λόις. Πρόσεξε, δεν λέω ούτε λέξη εναντίον της. Είναι ένας αληθινός. Άγγελος. Δεν μπορείς όμως να ξεγελάσεις ένα βρωμόγερο σαν εμένα, που δεν συγκινείται απ’ αυτό που λέγεται Νεανικός Έρως. Ξέρει πόσο ακριβώς αξίζει –είναι σίγουρα κάτι σημαντικό, αλλά δεν είναι το παν. Όχι, αγαπητέ μου Κένυ. Ήρθες εδώ απόψε για να δεις εμένα –είτε το συνειδητοποιείς αυτό είτε όχι. Ένα μέρος του εαυτού σου ήξερε πολύ καλά ότι η Λόις θ’ αρνιόταν να ξαναπάει σε κείνο το μοτέλ, κι αυτό θ’ αποτελούσε ένα πρόσχημα για να τη στείλεις στο σπίτι της κι εσύ να καταλήξεις εδώ. […]
Σκηνές
από την ταινία Ένας
άντρας μόνος
(A Single Man, 2009) του Τομ Φορντ.©
THE
WEINSTEIN
COMPANY
Ξέφυγα όμως απ’ το θέμα. Και το θέμα είναι ότι ήρθες εδώ να με ρωτήσεις κάτι που είναι πραγματικά σημαντικό. Γιατί λοιπόν ντρέπεσαι και το αρνείσαι; Όπως βλέπεις σε ξέρω απέξω κι ανακατωτά. Ξέρω ακριβώς τι θέλεις. Θέλεις να σου πω ότι ξέρω.
Ω Κένεθ, Κένεθ, πίστεψέ με… δεν μπορώ να κάνω τίποτα! Θέλω όσο δεν
φαντάζεσαι να σου πω. Αλλά δεν μπορώ πραγματικά δεν μπορώ. Γιατί,
βλέπεις ό,τι ξέρω είναι ό,τι είμαι. Και δεν μπορώ να σου το πω αυτό. Θα
πρέπει να το βρεις μόνος σου. Είμαι σαν ένα βιβλίο που πρέπει να
διαβάσεις. Ένα βιβλίο δεν μπορεί να διαβάσει τον εαυτό του για
λογαριασμό σου. Δεν μπορεί καν να ξέρει γύρω από τι περιστρέφεται. Το
ίδιο και εγώ.
Εσύ θα μπορούσες να μάθεις. Θα μπορούσες. Αλλά δεν θέλεις να μπεις στον κόπο. Άκου κάτι: είσαι το μόνο αγόρι που γνωρίζω στο κολλέγιο και το οποίο πιστεύω πραγματικά πως θα μπορούσε. Αντί να προσπαθήσεις να μάθεις, διαπράττεις το ασυγχώρητο σφάλμα να πεις, “Είναι ένας βρωμόγερος”, και να μεταβάλεις αυτό το βράδυ, που θα μπορούσε να είναι το πιο πολύτιμο και αξέχαστο βράδυ της νεανικής σου ζωής, σε ένα είδος φλερτ! Δεν σου αρέσει η λέξη, έτσι δεν είναι; Αλλά είναι η πιο κατάλληλη. Η φοβερή τραγωδία της εποχής μας σε κάθε πεδίο είναι αυτή: το φλερτάρισμα, το κόρτε. Κόρτε αντί για γαμήσι –με συγχωρείς για την χυδαιότητά μου. Το μόνο που κάνετε όλοι σας είναι να φλερτάρετε, να φοράτε την κουβέρτα σας στον έναν ώμο και να παραπονιέστε για τα μοτέλ, χάνοντας έτσι το μόνο πράγμα που θα μπορούσε πραγματικά –και δεν το λέω αυτό τυχαία, Κένεθ- να μεταμορφώσει ολόκληρη τη ζωή σας…».
Σκηνές
από την ταινία Ένας
άντρας μόνος
(A Single Man, 2009) του Τομ Φορντ.©
THE
WEINSTEIN
COMPANY
[…] Στο μεταξύ έχουμε μπροστά μας αυτό το σώμα που γνωρίζουμε ότι ανήκει στον Τζώρτζ, που κοιμάται σ’ αυτό το κρεβάτι και που ροχαλίζει πολύ δυνατά. Η υγρασία του ωκεάνιου αέρα επηρεάζει τα ιγμόρειά του και, όπως και να ‘χει το πράγμα, ροχαλίζει ακόμη πιο δυνατά μετά το πιοτό. Ο Τζιμ συνήθιζε να ξυπνάει αυτό το σώμα, να το γυρίζει στο πλάι, και μερικές φορές σηκωνόταν έξω φρενών απ’ το κρεβάτι και πήγαινε να κοιμηθεί στο μπροστινό δωμάτιο.
Είναι όμως ολόκληρος ο Τζωρτζ παρών εδώ;
Λίγα μίλια πέρα απ’ την ακτή, στα βόρεια, σε μια μούδα από λάβα κάτω από τα’ απότομα βράχια, υπάρχουν ένα σωρό λιμνούλες πάνω στις πέτρες. Μπορείς να τις επισκεφτείς όταν αποσύρονται τα νερά. Κάθε λιμνούλα είναι ξεχωριστή και διαφορετική και, αν έχεις φαντασία, μπορεί να τους δώσεις ονόματα, όπως, ας πούμε, Τζωρτζ, Σαρλότ, Κένυ, κυρία Στρανκ. Ακριβώς όπως ο Τζωρτζ και οι άλλοι νοούνται, για ευκολία, σαν ατομικές οντότητες, έτσι μπορεί κανείς να συλλάβει μια λιμνούλα του βράχου σαν οντότητα, πράγμα που, βέβαια, δεν είναι. Τα νερά της αντιληπτικής της συνείδησης, ας πούμε, βρίθουν από αποδιωγμένες ανησυχίες, από ωμή απληστία, από αστραπιαίες διαισθήσεις, από παλιά αξερίζωτα πείσματα, από βαθιά ανεξερεύνητα μυστικά, από δυσοίωνους πρωτεϊκούς οργανισμούς που κινούνται μυστηριωδώς, προειδοποιητικά ίσως, προς το φως της επιφάνειας. Πως μπορεί μια τέτοια ποικιλία πλασμάτων να συνυπάρχουν μεταξύ τους; Μπορούν γιατί πρέπει. Ο βράχος και η λιμνούλα αποτελούν τον κόσμο τους. Και σ’ όλη τη διάρκεια της αμπώτιδος, δεν γνωρίζουν άλλον.
Αυτή όμως η μακρά μέρα τελειώνει, επιτέλους· παραχωρεί τη θέση της στην παλίρροια της νύχτας. Και όπως ακριβώς τα νερά του ωκεανού έρχονται πλημμυρίζοντας τα πάντα, σκοτεινιάζοντας τις λιμνούλες, έτσι και πάνω από τον Τζωτζ και τους άλλους που κοιμούνται, έρχονται τα νερά εκείνου του άλλου ωκεανού, εκείνης της συνείδησης που δεν είναι καμία συγκεκριμένη αλλά που περιέχει τους πάντες και τα πάντα –παρόν και μέλλον- και εκτείνεται αδιάσπαστη πέρα απ’ τα πιο μακρινά άστρα. Μπορούμε βέβαια να υποθέσουμε ότι, μέσα στη σκοτεινιά της πλημμύρας, κάποια απ’ αυτά τα πλάσματα ανασηκώνονται από τον πυθμένα της λιμνούλας και απομακρύνονται παρασυρμένα από τα βαθιά νερά. Άραγε επιστρέφουν ποτέ, όταν η άμπωτις επανέρχεται, κουβαλώντας μαζί τους κάποιο στοιχείο γνώσης; Μπορούν να μας μιλήσουν, μ’ οποιονδήποτε τρόπο, για το ταξίδι τους; Έχουν πράγματι κάτι άλλο να μας πουν, εκτός ότι τα νερά του ωκεανού δεν είναι στην πραγματικότητα διαφορετικά από τα νερά της λιμνούλας;»5
Να σημειώσουμε εδώ ότι το βιβλίο μεταφέρθηκε με εξαιρετική επιτυχία στην μεγάλη οθόνη από τον Τομ Φορντ (Tom Ford) το 2009 σε σενάριο δικό του, μουσική του Abel Korzeniowski και φωτογραφία του Eduard Grau.
Tους
βασικούς ρόλους ερμήνευαν οι: Κόλιν Φερθ (Colin Firth), Τζούλιαν Μουρ
(Julianne Moore), Μάθιου Γκουντ (Matthew Goode), Τζίνιφερ Γκούντγουιν
(Ginnifer Goodwin), Νίκολας Χουλτ (Nicholas Hoult) κ. α.
Το 2011 γυρίστηκε για λογαριασμό του BBC η τηλεταινία Christopher and His Kind, βασισμένη στο ομώνυμο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Isherwood. Ο Isherwood αφηγήται εδώ τη ζωή του στο Βερολίνο στις αρχές του 1930.
Το
βιβλίο προσαρμόστηκε σεναριακά από τον Kevin Elyot, τη σκηνοθεσία
υπογράφει ο Geoffrey Sax και πρωταγωνιστούν οι: Matt Smith, Toby Jones,
Alexander Doetsch Douglas Booth, Imogen Poots, Iddo Goldberg κ. α.
Σημειώσεις και πηγές του αφιερώματος:
1. Για το βιογραφικό σημείωμα του Κρίστοφερ Ίσεργουντ χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από τα βιβλία: Ο κύριος Νόρις αλλάζει τραίνα, μετ. Ματίνα Μάντζιου, εκδόσεις Αστάρτη, Αθήνα 1984, Ένας άντρας μόνος, μετ. Λουκάς θεοδωρακόπουλος, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993.
2. Ο κύριος Νόρις αλλάζει τραίνα, μετ. Ματίνα Μάντζιου, εκδόσεις Αστάρτη, Αθήνα 1984.
3. Όπως σημείωση 2.
4. Αντίο Βερολίνο, μετ. Ανδρέας Αποστολίδης, εκδόσεις Μέδουσα, Αθήνα 1987.
5. Ένας άντρας μόνος, μετ. Λουκάς θεοδωρακόπουλος, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου