Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

"Edge Of Seventeen", a film by David Moreton, Η πορεία από την αμφιβολία στη γνώση





Edge Of Seventeen, μια ταινία του David Moreton
Μία από τις παγίδες που έχω βρεθεί, σχετικά με την αλλόκοτη ιστορία του κινηματογράφου, είναι η θλιβερή διαπίστωση ότι, μια ταινία που σκέφτηκα ότι ήταν τόσο πρωτοποριακή όταν την πρωτοείδα, μετά από μια δεκαετία, αρκετές φορές έχει παλιώσει και μάλιστα άσχημα. Ξαναβλέποντας πρόσφατα το "Edge Of Seventeen" (ελλ. τίτλος: "Το ξύπνημα της εφηβείας") του David Moreton, διαπίστωσα ότι κρατά την ομορφιά και την φρεσκάδα του.
Οχάιο 1984. Ο Eric (Chris Stafford) ένας εκκολαπτόμενος επαναστάτης έφηβος, και η καλύτερή του φίλη, η Μάγκι (Tina Holmes), αναζητούν και βρίσκουν μια θερινή εργασία σε ένα πάρκο ψυχαγωγίας, που διευθύνει η λεσβία Angie (Lea DeLaria). Οι αποδοχές βέβαια είναι χαμηλές, αλλά ποιος νοιάζεται, οι δύο νέοι θέλουν να περάσουν "το γαμημένο το καλοκαίρι της ζωής μας!" όπως λένε. Και για τον Eric σίγουρα αυτό το καλοκαίρι θα του μείνει αξέχαστο, αφού η συνάντησή του με τον Rod, θα σημάνει την αργή, επώδυνη, αλλά και καθοριστική γι’ αυτόν κατοχή της γνώσης, για τις περαιτέρω επιλογές στη ζωή του.


Ο Rod (Andersen Gabrych) είναι ένα χρόνο μεγαλύτερος από τον Eric και έχει όλα τα προσόντα για να συνεχίσει τις σπουδές του στο κολέγιο το φθινόπωρο. Γνωρίζονται λοιπόν, και ο Eric αρχίζει να φλερτάρει μαζί του διστάζοντας για κάτι περισσότερο. Ο Rod τον ρωτά αν η Μάγκι είναι κοπέλα του. Για να πάρει τη διφορούμενη απάντηση "Οχι, δεν είναι αλήθεια ... δεν ξέρω,". Η Μάγκι είναι σαφώς ερωτευμένη με τον Eric, και όταν αυτός συνειδητοποιεί την έλξη του για τον Rod, είναι αρκετά τρομοκρατημένος για να ανταποκριθεί.
Έτσι θα περάσει το καλοκαίρι τους συνεχίζοντας την ανταλλαγή βλεμμάτων, ώσπου την τελευταία ημέρα στην εργασία, ο Rod κάνει τελικά την κίνησή του ("Γεια σου αγοράκι ... Θέλεις να βγούμε;") και τα δύο παλικάρια συναντιούνται για ένα δείπνο και στη συνέχεια σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείουΜε έντονη την αμηχανία, με τα χαχανητά του Eric να πλημμυρίζουν το δωμάτιο, ο Rod σαν ιερέας σε μυστική τελετή, αρχίζει να γδύνει τον Eric. Το φοβισμένο μικρό αγόρι γίνεται γρήγορα ένας άνδρας, και αυτή είναι μια από τα πιο ρομαντικές - και πιο ζεστές - σκηνές πρώτης αγάπης που γυρίστηκε. "Θα είχα κάνει το πιο cool αγόρι" λέει ο Rod με ένα χαμόγελο, και η οθόνη σβήνει σε μαύρο.


Ο Rod πηγαίνει μακριά στο κολέγιό του, και ο Eric ξεκινά για την τελευταία του χρονιά στο σχολείο. Η εμπειρία του καλοκαιριού, την οποία κρατά για τον εαυτό του, έχει αφαιρέσει τις αναστολές του. Επισκέπτεται ένα τοπικό γκέι μπαρ το The Universal Fruit & Nut, που ανήκει συμπτωματικά στο πρώην αφεντικό του, την Angie.
Η σχέση μεταξύ του Έρικ και της μητέρα του είναι ένα από τα κεντρικά σημεία της ταινίας. Ο σκηνοθέτης όμορφα χειρίζεται τις εκατέρωθεν σχέσεις, αφού η μητέρα γνωρίζει, -έχει βρει μια κάρτα από το gay bar στην τσέπη του παλτού του- και στην ερώτηση που κάνει "είσαι ομοφυλόφιλος;" σχεδόν δεν περιμένει απάντηση. Έτσι ο Έρικ συνάπτει μια σιωπηλή ειρήνη με τη μητέρα του, μια πάρα πολύ ωραία και έξυπνη γυναίκα. Υπάρχουν γέλια και δάκρυα, και είναι αδύνατο να μην παρασυρθείς από αυτή την ταινία.


Ο Eric βιώνει τα συναισθήματα των ενηλίκων, αλλά είναι ακόμα ένα αγόρι. Αισθάνεται το δρόμο της ζωής να του ανοίγεται μπρος του, ένα δρόμο που δεν κατανοεί, αλλά που τόσο τον συναρπάζει, και τον τρομοκρατεί ταυτόχρονα.
Οι λόγοι που το "Edge Of Seventeen" είναι τόσο καλό είναι ότι ο Eric διαπράττει κάθε λάθος που μπορεί να καταστήσει δυνατή την έξοδό του από τη δίνη της αναζήτησης, και γνωρίζοντας πλέων, να διασχίσει το δρόμο που καλείται ζωή. Είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι ποτέ ο Eric δεν θα σκεφτόταν πριν από τη συνάντηση του με τον Rod, τη Maggie σαν κοπέλα. Για τίποτα δεν είναι σίγουρος. Είμαι ομοφυλόφιλος; αναρωτιέται και αυτό τον τρομοκρατεί. Του φαίνεται αδιανόητο και έτσι, για να αποδείξει τον ανδρισμού του, φιλά τη Μάγκι. Αγνοεί τι είναι συναίσθημα, της ζητά να τον συναντήσει στο gay bar της Angie. Ενώ την περιμένει συναντά ένα άλλο αγόρι. Είναι ο καινούριος DJs από τον ραδιοφωνικό σταθμό του κολεγίου, και δείχνει τόσο τέλειος στα μάτια του. Ο Eric θα σηκωθεί να χορέψει. Όταν η Maggie φτάνει, τους βλέπει να φιλιούνται, και το σκάει ξεσπώντας σε ποταμούς δακρύων. Ο Eric τρέχει πίσω της, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Εν τω μεταξύ, όλα στο κεφάλι του είναι τόσο μπερδεμένα, οι αναμνήσεις ενός ολόκληρου καλοκαιριού στριφογυρίζουν, σκέφτεται τον Rod, η ζωή που προβάλει μπρος του μοιάζει σαν μυθιστόρημα, και πορνό μαζί. Μαθαίνει ότι ο Rod είχε πάει ξανά στο ξενοδοχείο πριν το ραντεβού τους, μαζί με τον Ντόνι, ένα άλλο αγόρι. Η απογοήτευση του θα είναι μεγάλη όταν καθίσταται σαφές ότι ο Rod ήταν μαζί του απλά για να διασκεδάσει. Προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον ο Rod, ένα άλλο καυτό ραντεβού θα εμφανισθεί, αλλά στη συνέχεια ο Rod λέει στον Eric ότι θέλει να τον γαμήσει. Ο Eric, είναι ακόμη παρθένος, αλλά εκστασιάζεται που θα επιστρέψει ο Rod, και απρόθυμα συμφωνεί. Το βλέμμα στο πρόσωπό του όμως, καθιστά σαφές ότι δεν ήταν έτοιμος για αυτό ακόμη. Και έτσι σε μια τελευταία έκρηξη του γκέι πανικού, ζητεί από τη Μάγκι να κάνουν έρωτα. Της λέει ότι δεν είναι πραγματικά ομοφυλόφιλος, ήταν μπερδεμένος αυτό το καλοκαίρι, και θέλει να κάνει σεξ μαζί της, και να είναι πάντα μαζί. Το σεξ, είναι βεβαίως μια καταστροφή, και συνειδητοποιεί το μεγάλο του λάθος.


Το "Edge of Seventeen" αν και δεν έχει την τολμηρότητα άλλων ταινιών, είναι μια gay ταινία που πετυχαίνει σε όλα τα επίπεδα. Το κλίμα διασκέδασης που επικρατεί ξέρει πότε να επιβραδύνει και πότε να σοβαρεύει πραγματικά. Το soundtrack δεν μπορούσε παρά να έχει το ηχόχρωμα της δεκαετίας του '80, με τραγούδια που θυμίζουν απόλυτα την περίοδο όπως το "Obsession", "Destination Unknown" και "Politics of Dancing". Η Τίνα Χολμς είναι εξαιρετική ως Maggie. Το πρόσωπό της είναι ένας οδικός χάρτης λεπτών συγκινήσεων, καθώς προσπαθεί να ισοροπίσει τη σχέση της φιλίας της με τον Eric.
Με μεγάλη ευαισθησία, και πολύ χιούμορ, ο David Moretonτο με το "Edge of Seventeen" άγγιξε πολλές καρδιές, και συνεχίζει να συγκινεί ακόμη και σήμερα। Ωστόσο, ποτέ δεν βυθίζεται στο μελόδραμα, αν και θα μπορούσε εύκολα να πέσει σε αυτήν την παγίδα. Μας μιλά για το διαφορετικό, για την επίγνωση, την αναζήτηση, την γνωριμία με την αλήθεια όσο και αν αυτή τρομάζει, είναι η πορεία από την αθωότητα στη γνώση, από την ξεγνοιασιά στην ωριμότητα. Ένα είναι βέβαιο: Ο Eric έχοντας επίγνωση των ορίων του, και των προτιμήσεών του, ανακαλύπτοντας δηλαδή τον εαυτό του, θα ζήσει ευτυχισμένος με τον όποιο Rod θελήσει να μοιραστεί τις χαρές, άλλα και τις λύπες της ζωής.

Σημειώσεις

© κειμένου, www.gayekfansi.blogspot.com - με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.







Ιστοσελίδα για την ταινία στο imdb: http://www.imdb.com/title/tt0138414/

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

Σύριλ Κολλάρ (Cyril Collard): Οι άγριες νύχτες του Αγγέλου


 

…είχα την αίσθηση ότι μια λέξη κυριαρχούσε μέσα μου, βγαλμένη και συνοδευμένη από τη γλώσσα, που προχωρούσε μονάχη, στολισμένη μ’ ένα χρυσό και κεχριμπαρένιο φωτοστέφανο, η λέξη «θηρίο». Ο Σάμυ ήταν θηρίο. Και το φωτοστέφανο της λέξης υπέβαλλε την αγιότητα.

Δε σκέφτηκα τα μεγάλα θηρία με τα ψηλά πόδια. Τα θηρία τα δικά μου είναι μικρά, γερά, μυώδη, ακουμπισμένα σ’ έναν τοίχο, με το πόδι αναδιπλωμένο και το πέλμα να κοντράρει στο μπετόν, το κεφάλι ελαφρά στραμμένο, λιγάκι γερτό, σταθερό, το βλέμμα προς τα κάτω. Τα κορίτσια σπανίζουν μάλλον και είναι εν κινήσει. Απομακρύνονται από μένα, παγώνουν το περπάτημά τους στρέφουν το κεφάλι και πιάνω το βλέμμα τους ανάμεσα στις μπούκλες των μαλλιών τους που ακόμα σειούνται.

Η βιαιότητα των θηρίων είναι συγκρατημένη, βοστρυχωτή, μπερδεμένη, κροσσωτή, αναδιπλωμένη στον ίδιο της τον εαυτό. Έχουν τη χαίτη τους, εκεί μπορείς και να μαντέψεις τη δύναμή τους.

Μες στις αχνές απ’ το αλκοόλ και το σφυροκόπημα του χορού, από κάποια ποιητική διάθεση, είχα προσαρτήσει τη λέξη «θηρίο» στις οργιαστικές νύχτες μου.

Οι κάθοδοί μου στον Άδη ήταν απλά παιχνιδάκια σκιών. Τα κωλαράκια τα στήθη, τα σεξουαλικά όργανα, οι κοιλιές που ψηλαφίζεις, εκτός από κείνα που επιβάλλονταν και πρόσταζαν την άμεση ικανοποίηση μιας επιθυμίας. Για μένα οι άλλες λέξεις ηχούσαν ψεύτικες, παρωδίες των συζητήσεων που γίνονταν στην επιφάνεια.

Για να βρούμε ο ένας τον άλλον εκεί κάτω, σκιές μες στις σκιές, έπρεπε, πέρα από την οξυμμένη αίσθηση της αφής, να διακρίνουμε που βρισκόταν τα κορμιά μέσα στη σκοτεινιά του κολασμένου μέρους. Έπρεπε λοιπόν οι σκιές απ’ τα κορμιά μας να είναι πιο μαύρες κι απ’ τη νύχτα την ίδια. Δεν μπορούσε να είναι αλλιώς, γιατί ο καθένας έβλεπε στην πυκνή σκοτεινιά του ποθητού κορμιού που ξεχώριζε στο όχι και τόσο γεμάτο μαύρο της ατμόσφαιρας την προβολή του δικού του σώματος. Αλλά το ότι υπήρχε αυτή η προβαλλόμενη σκιά οφειλόταν στο γεγονός ότι υπήρχε και κάποια φωτεινή πηγή εκεί ψηλά, στην επιφάνεια. Το φως εκείνο, που για μένα ισοδυναμούσε με το φως του ήλιου, μας είχε δοθεί από τα θηρία. Ο Σάμυ και οι άλλοι της ράτσας του ακτινοβολούσαν. Ηλιογάβαλε, τους λατρεύω.

Όταν τα κίτρινα άστρα βασίλευαν, κουράζονταν ή απουσίαζαν, οι νύχτες της διαστροφής ξαναγύριζαν, ανακυκλούμενες. Εκείνοι όμως, ο Σάμυ και τα θηρία, είχαν άραγε κι αυτοί το δικό τους ίσκιο ή τη ζέστα στο φως που οι ίδιοι ακτινοβολούσαν και που εγώ το αντανακλούσα; Υπήρχε άραγε κάποιο σημείο φυγής προς το οποίο προχωρούσαν, μια κορυφή προς την οποία με παρέσερναν;

Σύριλ Κολλάρ, "Αγριες νύχτες", Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1993.



Το σχεδόν αυτοβιογραφικό βιβλίο που γύρισε ταινία ο ίδιος ο Κολλάρ παίζοντας μάλιστα και τον εαυτό του, βγήκε στις παρισινές αίθουσες στις 21 Οκτωβρίου του 1992 και έκανε μεγάλη αίσθηση. Διεκδικούσε μάλιστα με αξιώσεις πολλά Σεζάρ. Τρεις μέρες όμως πριν την απονομή των βραβείων και συγκεκριμένα το πρωί της Παρασκευής 5 Μαρτίου 1993, ο Σύριλ Κολλάρ πέθανε χτυπημένος από τη μάστιγα του αιώνα, το AIDS. Η βραδιά των Σεζάρ είναι αφιερωμένη στη μνήμη του. Η ταινία "Άγριες νύχτες" (Les nuits fauves) βραβεύτηκε με το Σεζάρ καλύτερης ταινίας, πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, καλύτερης ερμηνείας νεαρής ηθοποιού (Ρομάν Μπορινζέ), και μοντάζ.


Ο Σίριλ Κολλάρ γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1957 στο Παρίσι। Μεγάλωσε σε ένα φιλελεύθερο περιβάλλον στο σπίτι του μηχανικού πατέρα του όπου καθένας προσπαθούσε να σεβαστεί την προσωπικότητα του άλλου και είχε πάθος με τα σπορ। Μετά από ενάμιση χρόνο σπουδών εγκατέλειψε οριστικά την ιδέα να γίνει μηχανικός, παράτησε λοιπόν το σχολείο και πήγε στο Πόρτο Ρίκο για να συναντήσει τον πατέρα του. Εκεί ο Σίριλ θα νοιώσει το πρώτο μεγάλο σοκ της ζωής του ανακαλύπτοντας τον ήλιο, τη ζέστη, τη βία και τον άγριο ερωτισμό των νεαρών περιθωριακών. Ανακαλύπτει την καταπιεσμένη του ομοφυλοφιλία και αφήνεται στο πάθος του για τα αγόρια: " Εκεί, στο Πόρτο Ρίκο, γεννήθηκα για δεύτερη φορά", εξομολογείται. Επιστρέφοντας στο Παρίσι μέσο του πατέρα του γνωρίζει τον σκηνοθέτη Μορίς Πιαλά. Συνεργάζεται μαζί του ως ηθοποιός και βοηθός στις ταινίες : "Λουλού", "Για τους έρωτές μας", "Police" το 1981 σκηνοθετεί την πρώτη του ταινία μικρού μήκους "La Baule-Dakar" για να ακολουθήσουν οι "Le grand huit", "Alger la blanche" και η τηλεταινία, "Taggers".
 
Το 1987 κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του "Καταδικασμένος έρωτας" και το 1989 οι "Άγριες νύχτες", που ξεπέρασε τα 506.000 αντίτυπα, και οι "Άγριες νύχτες" τους 2.800.000 θεατές. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε στη Γαλλία το ημερολόγιό του με τον τίτλο, "Άγριος Άγγελος". Σκηνοθέτης μίας και μοναδικής ταινίας μεγάλου μήκους και δύο μυθιστορημάτων , και ιδρυτής ενός ροκ συγκροτήματος, ο Σύριλ Κολλάρ διακατεχόταν από μιαν ατέλειωτη ενέργεια δημιουργίας, θέλησης για ζωή, και πάθους για τον έρωτα. Γνωρίζοντας από το 1984 ότι ήταν φορέας του ιού δεν το έβαλε κάτω: "Η καλλιτεχνική μου τοποθέτηση είναι στο πλευρό της ζωής", έλεγε λίγους μήνες πριν πεθάνει.
 



Η ταινία στο imdb: Εδώ
Αφιέρωμα στον Σύριλ Κολλάρ: Εδώ


Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

"ΜΩΡΙΣ", μια ταινία του Τζέιμς Άιβορι ("Maurice", a film by James Ivory)


 

 Η αρνητική στάση πάνω στην ομοφυλοφιλία, είναι στην ουσία το συναίσθημα ενός πολιτισμού, που κληρονόμησε μια θρησκευτική απαγόρευση της ομοφυλοφιλίας, και εξαιτίας της κληρονομιάς αυτής, δεν έδειξε καμιά περιέργεια -εκτός πρόσφατα- γύρω από την ποικιλία των σεξουαλικών ερεθισμών που μπορούν να διεγείρουν το ίδιο πρόσωπο ή, γύρω από τη διαφορά ανάμεσα στο θεμελιώδη προσανατολισμό της προσωπικότητας, και στην περιστασιακή συμπεριφορά σε προσωπικό επίπεδο. Οι αρχαίοι Έλληνες ούτε κληρονόμησαν, ούτε ανέπτυξαν την πίστη, ότι μια θεία δύναμη έχει αποκαλύψει στην ανθρωπότητα έναν κώδικα νόμων για τη ρύθμιση της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Δε διέθεταν θρησκευτικούς θεσμούς με την εξουσία να επιβάλλουν σεξουαλικές απαγορεύσεις. Δεν υπήρχε δηλαδή εξ ουρανών εντολή, για καθορισμό προτύπου στον έρωτα, ούτε καλλιέργεια φόβου θείας τιμωρίας, σε περίπτωση ανυπακοής.
Για να αναφέρω το προφανές, στις αρχές του εικοστού αιώνα στην εδουαρδιανή Αγγλία δεν ήταν η καλύτερη στιγμή να είναι κανείς ομοφυλόφιλος (και πότε ήταν;). Το κλίμα ήταν τόσο κακό που ο μυθιστοριογράφος E.M. Φόρστερ όντας και ο ίδιος ομοφυλόφιλος άρχισε το 1913 να γράφει ένα βιβλίο με έναν ήρωα προσανατολισμένο ερωτικά, στο ίδιο του το φύλο, μυθιστόρημα που ποτέ δεν δημοσίευσε κατά τη διάρκεια της ζωής του, αλλά παρέμενε καλά κλειδωμένο στο συρτάρι του με τη σημείωση "έτοιμο αλλά δημοσιεύσιμο;" . Είδε το φως της ημέρας το 1971, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του σε ηλικία 91 ετών. Αυτό το βιβλίο βέβαια, είναι το Maurice (στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση Νίκου Βουδούρη). Το 1987, ο Τζέιμς Άιβορι (James Ivory) μετέφερε το βιβλίο στην μεγάλη οθόνη. Ήταν το δεύτερο μέρος της τριλογίας του πάνω στον Φόρστερ. Είχε προηγηθεί το Δωμάτιο με θέα (Α Room With A View, 1985) και ακολούθησε η Eπιστροφή στο Χάουαρντ Εντ (Xowards End, 1992).
 
 
Το Maurice είναι μια ιστορία εποχής, και ως εκ τούτου βλέπει τα πράγματα με το βλέμμα εκείνου του καιρού, όταν οι ταξικές διακρίσεις ήταν εντονότερες, και σαφώς οριοθετημένες, αλλά δεδομένη ήταν, όπως είναι, και η εχθρική στάση της εποχής απέναντι ομοφυλοφιλία. Η ταινία, είναι χαρακτηριστική της δουλειάς του Άιβορι και αποτελεί μια πλούσια τοιχογραφία της εποχής, με εξαιρετικές ερμηνείες, και μια σχολαστική προσοχή στη λεπτομέρεια για την περίοδο που αναφέρεται. Μια ξεχωριστή εμπειρία και μια από τις πιο όμορφες ταινίες του gay κινηματογράφου. Στο ρόλο του Μωρίς ο James Wilby είναι πιστικότατος.
Ο Μωρίς και ο Κλάιβ φοιτούν στο Βασιλικό Κολλέγιο του Cambridge το 1909. Ο Κλάιβ (Clive Durham) τον ερμηνεύει ο Χιού Γράντ (Hugh Grant), ένας νεαρός άνδρας που ανήκει σε ανώτερη κοινωνική θέση, ενώ ο Μωρίς στη μεσαία τάξη. Ο έρωτάς τους, αμοιβαίος, δυνατός, έτσι όπως είναι οι πρώτοι έρωτες, θα τους συνεπάρει. Ο Clive εισάγει τον Μωρίς στην γραμματεία των Ελλήνων, ιδιαίτερα του Πλάτωνα, και υπόσχεται αιώνια αγάπη. Και όλα αυτά σε ένα αυστηρό, ομοφοβικό, πουριτανικό, συντηρητικό περιβάλλον. Τα δύο παλικάρια θα μοιραστούν έναν αγνό έρωτα, που κρατιέται κρυφό από τα άλλα σχολιαρόπαιδα. Και όπως λέει και ο Ζενέ "ο έρωτας που έκαναν δεν αναγνωριζόταν από τον κόσμο, έτσι δεν τους επέτρεπε να νοιώσουν τα φυσικά του αποτελέσματα” . Οι υψηλές φιλοδοξίες του Κλάιβ, και η ενασχόλησή του με την πολιτική τον κάνουν να "ανανήψει", ανταποκρινόμενος στο ρόλο που περιμένουν από αυτόν, έτσι εγκαταλείπει τον Μωρίς, παντρεύεται, και ενσωματώνεται στο εδουαρδικό πουριτανικό περιβάλλον του 1908-10. 
 

Ο Μωρίς, μόνος πλέον, θα ακολουθήσει το δρόμο της καρδιάς του, αφού ταλαντευτεί και περάσει από σαράντα κύματα, ένα εκ των οποίων θα είναι η επίσκεψη σε γιατρό, αφού του περνάει από το μυαλό, ότι μπορεί να "θεραπεύσει" την ερωτική του έλξη για το ίδιο του το φύλο, και αυτό κάθε άλλο παρά δική του ιδέα είναι. Η ιστορία της ιατρικής έχει και αυτή να επιδείξει τις μαύρες σελίδες της, αφού πρότεινε θεραπείες θεωρώντας την ομοφυλοφιλία ασθένεια. Και αυτό έως και σήμερα, δυστυχώς. Το κάλεσμα της φύσης όμως είναι επιτακτικό. Έτσι στη ζωή του θα μπει απροσδόκητα ο Άλεκ (Alec Scudder), τον ερμηνεύει ο Rupert Graves, που τον ξυπνά από τον εφιάλτη του καθοσπρεπισμού, και ένα βράδυ ανεβαίνει στο παράθυρο του, και... περνούν τη νύχτα μαζί. Από εδώ και πέρα ο Μωρίς ξέρει τι να κάνει. Έχοντας συνειδητοποιήσει πλέον την φύση του και αποφασισμένος να μην της αντισταθεί όπως ο δειλός Κλάιβ, θα ακολουθήσει την καρδιά του....Το θέμα της υπέροχης αυτής ταινίας (όπως και του βιβλίου) είναι η δύσκολη, αργή, επώδυνη συνειδητοποίηση ενός κοινού ανθρώπου ότι είναι ομοφυλόφιλος και, συνεπώς, απορρίπτεται από το κοινωνικό σύνολο, είναι επίσης η ιστορία της προσωπικής μας απελευθέρωσης, από τη σωρεύουσα σκόνη των κοινωνικών συμβάσεων. Έργο βαθύτατα ηθικό, είναι η αντιπαράθεση συμβατικότητας και αλήθειας, σύγχυσης και συνείδησης, αυταπάτης και ειλικρίνειας.
Οι βικτωριανοί Εγγλέζοι που πρόσεχαν πολύ τις εκφράσεις τους ονόμασαν την ομοφυλοφιλία "ακατονόμαστον ελληνικόν πάθος". Λοιπόν η ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα δεν ήταν πάθος, περισσότερο δεν ήταν ακατονόμαστο, γιατί ήταν όχι μόνο μια κοινότατη κατάσταση, αλλά ένα κοινωνικό γεγονός απόλυτα ενσωματωμένο στα καθημερινά ήθη της εποχής ( γι' αυτό σε προσεχές κείμενο).
Σημειώσεις

© κειμένου: www.gayekfansi.blogspot.com - με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.








Ιστοσελίδα για την ταινία στο imbd: http://www.imdb.com/title/tt0093512/