Πορτρέτο
του Βίνκελμαν από τον φίλο του Anton Raphael
Mengs (μετά το 1755)
Γιόχαν
Γιόαχιμ Βίνκελμαν (9 Δεκεμβρίου 1717 - 8
Ιουνίου 1768), αφιέρωμα
Προλεγόμενα
O
Γερμανός αρχαιολόγος, αισθητικός,
ιστορικός της τέχνης, αλλά και θεολόγος
και βιβλιοθηκάριος Γιόχαν Γιόαχιμ
Βίνκελμαν, θεωρείται -και δίκαια- ο
πατέρας της Αρχαιολογίας και της Ιστορίας
της Τέχνης. Κάλλιστα μπορεί να του
αποδοθεί ο τίτλος του μεγαλύτερου
θεωρητικού του νεοκλασικισμού.
Ο
Βίνκελμαν είχε την ατυχία να γεννηθεί
και να ζήσει σε μια εποχή που και μόνο
η λέξη ομοφυλοφιλία όχι απλά διώκονταν,
αλλά προκαλούσε τέτοια ρίγη φόβου που
μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο και να
απειλήσει την ίδια τη ζωή σου. Οι νόμοι
ήταν πολλοί σκληροί, απάνθρωποι και οι
αντιλήψεις μεσαιωνικές. Ο Βίνκελμαν θα
δολοφονηθεί στην Τεργέστη από έναν
εραστή του, τον Φραντσέσκο Αρκάντζελι
τον Ιούνιο του 1768. Τούτη η ιστορία θυμίζει
έντονα το τραγικό τέλος ενός άλλου
μεγάλου δημιουργού, του Πιερ Πάολο
Παζολίνι. Φόρο τιμής λοιπόν στον μεγάλο
Γερμανό αρχαιολόγο που πρώτος αυτός
πρόβαλε με τόσο θαυμασμό σε όλον τον
κόσμο τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα των
προγόνων μας τούτο το αφιέρωμα.
Για
να δούμε όμως τα πράγματα πιο παραστατικά
και να κατανοήσουμε το πως αντιμετωπίζονταν
ένας ομοφυλόφιλος την περίοδο του
Βίνκελμαν παραθέτουμε ένα απόσπασμα
από το βιβλίο του Αλέξανδρου Ίσαρη,
Βίνκελμαν ή το πεπρωμένο, εκδόσεις
Κίχλη, Αθήνα 2010.
«Κατ'
αρχάς» είπε ο Αντώνιο «πρέπει
να σε ενημερώσω για την κατάσταση που
επικρατούσε τον 18ο αιώνα σε ό,τι αφορά
τους ομοφυλόφιλους. Την εποχή που έζησε
ο Βίνκελμαν, στην Πρωσία και την Αυστρία
έστελναν τους ομοφυλόφιλους στην πυρά.
Σύμφωνα με ένα νόμο που θέσπισε ο
Φρειδερίκος Γουλιέλμος, όλοι οι άντρες
που είχαν σχέσεις με άτομα του ίδιου
φύλου έπρεπε να καίγονται ζωντανοί.
Όμως ο γιος του, ο Φρειδερίκος ο Μέγας,
που ήταν και ο ίδιος ομοφυλόφιλος,
κατήργησε το νόμο αυτό, διακηρύσσοντας
ότι στα κράτη που κυβερνούσε ήταν
εξασφαλισμένη τόσο η ελευθερία της
συνείδησης όσο και του πέους! Έτσι το
1794 αντικατέστησε την ποινή του θανάτου
με ποινή φυλάκισης ενός έτους, που
συνοδευόταν από μαστίγωση κατά την
είσοδο και την έξοδο από την φυλακή.
Στη Βρετανία προτιμούσαν να κρεμούν
τους ομοφυλόφιλους, ενώ στις κάτω χώρες
τους στραγγάλιζαν ή τους έπνιγαν σε ένα
βαρέλι. Η αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία
στην Constitutio Criminalis Theresiana του 1768, δηλαδή
τη χρονιά που συνάντησε τον Βίνκελμαν,
διακήρυξε πως οι ομοφυλόφιλοι που
συλλαμβάνονται στην Αυστρία, την Ουγγαρία
και τη Βοημία, θα καταδικάζονταν στον
δια της πυράς θάνατο. Ο δε γιος της, ο
Ιωσήφ Β', συνέταξε το 1787 έναν νέο κώδικα
που όριζε ότι το να προσλάβει κανείς
την ανθρωπότητα μέσω της σεξουαλικής
σχέσης με το ίδιο φύλο αποτελούσε
πολιτικό έγκλημα, που επέσυρε τις ποινές
της φυλάκισης, των καταναγκαστικών
έργων και της μαστίγωσης. Στην Γερμανία,
και συγκεκριμένα στο Αμβούργο, η τελευταία
εκτέλεση ομοφυλόφιλου έγινε το 1726. Το
1762 ένας υφασματοποιός που ζούσε στο
Βύρτενμπεργκ αποκεφαλίστηκε, γιατί
είχε σεξουαλικές σχέσεις με τους
μαθητευόμενούς του!»
Πορτρέτο
του Βίνκελμαν από τον Anton von Maron, (1768).
Γνωρίζοντας
τον Γιόχαν Βίνκελμαν
Ο
Γερμανός αρχαιολόγος και αισθητικός,
Βίνκελμαν, Γιόχαν Γιόακιμ (Johann Joachim
Winckelmann), γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου του 1717 στην πόλη Στένταλ (Stendal)
της βόρειας Γερμανίας (Πρωσίας).
Σπούδασε
θεολογία και αρχαία φιλολογία στο
πανεπιστήμιο του Χάλε, καθώς επίσης
μαθηματικά και ιατρική στην Ιένα. Το
1741 διορίστηκε βιβλιοθηκάριος του κόμη
Μπίναου στη Δρέσδη, όπου μελέτησε σε
βάθος τον πολιτισμό της αρχαιότητας.
Εκεί θα γνωρίσει και τον πρώτο του έρωτα
όταν σε ηλικία είκοσι πέντε χρονών θα
γίνει παιδαγωγός του συνομηλίκου του
Φρήντριχ Βίλχελμ Λάμπρεχτ. Ο Βίνκελμαν
θα τον ερωτευτεί παράφορα και αργότερα
οι δυο τους θα φύγουν για το Ζέεχαουζεν,
όπου θα συγκατοικήσουν ως το 1746. Η
κατάληξη αυτής της σχέσης θα είναι
οδυνηρή για τον Βίνκελμαν αφού ο Λάμπρεχτ
θα τον εγκαταλείψει για να γίνει κρατικός
υπάλληλος, χωρίς να επιστρέψει ένα
μεγάλο ποσό που του είχε δανείσει ο
Βίνκελμαν. Την ίδια περίπου εποχή
εμφανίστηκε στη ζωή του ένας άλλος
νεαρός, ο Φρήντριχ φον Μπύλοβ, γιος ενός
πρώην πρέσβη στη Στοκχόλμη. Όταν χώρισαν,
ο Βίνκελμαν έγραψε: “Για μένα έχουν
χαθεί τα πάντα: η τιμή, η χαρά, η ησυχία,
η ευχαρίστηση’ και ολ’ αυτά επειδή δεν
μπορώ να σε βλέπω και να απολαμβάνω (…)
Τα μάτια μου δακρύζουν μόνο για σένα
(….) Θα σ’ αγαπώ όσο ζω (….)”.
Αργότερα
ο Βίνκελμαν εγκαταστάθηκε στη Ρώμη και
το 1763 έγινε έφορος αρχαιοτήτων. Εκεί
γνώρισε διάφορους αξιωματούχους της
Καθολικής Εκκλησίας και με τη βοήθειά
τους κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση
και να μελετήσει τα έργα της αρχαιότητας
που υπήρχαν στη συλλογή Άλμπανι του
Βατικανού, του Καπιτωλίου κ.ά. Καρπός
της διαμονής του στην Ιταλία είναι τα
βιβλία που έγραψε, εμπνευσμένα από τις
άμεσες παρατηρήσεις του. Με τον περίφημο
Απόλλωνα του Μπελβεντέρε εγκαινίασε
τη σειρά των Περιγραφών του.
Το
1755 κυκλοφόρησε το πρώτο του σύγγραμμα
με τίτλο Σκέψεις για τη μίμηση των
ελληνικών έργων στη ζωγραφική και τη
γλυπτική (Gedanken über die Nachahmung der
griechischen Werke in der Malerei und Bildhauerkunst). Εδώ ο
Βίνκελμαν θα εκφράσει για πρώτη φορά την
άποψη για την ανωτερότητα της αρχαίας
ελληνικής τέχνης και θα προτρέψει τους
καλλιτέχνες όχι μόνο να διδαχθούν από
αυτή αλλά και να τη μιμηθούν με μια
μίμηση που δεν έπρεπε να είναι μηχανική
αλλά δημιουργική, ώστε να αποφέρει
ουσιαστικούς καρπούς. Η φράση του για
την «ευγενική απλότητα και το ήρεμο
μεγαλείο» («edle Einfalt und stille Größe») των έργων
τέχνης της κλασικής αρχαιότητας παρέμεινε
παροιμιώδης. Τα ίδια θα υποστηρίξει και
στο Δοκίμιο για την ικανότητα αντίληψης
του ωραίου στην τέχνη, το 1763.
Το
1764 εκδόθηκε στη Δρέσδη η σπουδαία μελέτη
του με τίτλο Ιστορία της τέχνης της
Αρχαιότητας (Geschichte der Kunst des Alterthums),
ένα ώριμο έργο με το οποίο ταξινόμησε
την τεχνοτροπική (στυλιστική) εξέλιξη
των αρχαίων έργων τέχνης. Το σημαντικό
αυτό βιβλίο, που άνοιξε τον δρόμο στη
γέννηση και στην ανάπτυξη μιας ολόκληρης
επιστήμης, της αρχαιολογίας, ξεκίνησε
από τη συστηματική μελέτη της εξέλιξης
που παρουσιάζουν οι καλλιτεχνικοί
ρυθμοί και τα έργα τέχνης. Ο Βίνκελμαν
απέδωσε μεγάλη σημασία, όχι στα περιγραφικά
στοιχεία ή στις βιογραφικές λεπτομέρειες,
όπως γινόταν μέχρι τότε, αλλά στις
βαθύτερες αισθητικές και πνευματικές
αξίες που περικλείει η αρχαία ελληνική
τέχνη.
Ύστερα
από αυτό το θεμελιώδες βιβλίο, έγραψε
τα Αρχαία ανέκδοτα μνημεία (1767) ως
συμπλήρωμα και ολοκλήρωση της Ιστορίας
του. Σημαντική είναι η μελέτη του
Πραγματεία προκαταρκτική του σχεδίου
και του ωραίου, όπου ανέπτυσσε τις
αισθητικές θεωρίες του. Το 1760 δημοσίευσε
στα γαλλικά μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα
συλλογή σφραγιδόλιθων με τον τίτλο
Περιγραφή των σφραγιδόλιθων του
βαρόνου φον Στος.
Το
1762 ο Βίνκελμαν θα συνδεθεί με έναν νεαρό
θαυμαστή του από τη Ρίγα, τον βαρόνο
Φρήντριχ Ράιχολντ φον Μπεργκ, έναν
πλούσιο γαιοκτήμονα, για χάρη του οποίου
θα γράψει το εκτενές δοκίμιο με τον
τίτλο Πραγματεία
για την ικανότητα της αίσθησης του
Ωραίου στην τέχνη,
και θα του το αφιερώσει. “Το περιεχόμενο
της μελέτης μου το πήρα από σας”, του
έγραψε αργότερα. “Μόλις σας αντίκρισα
για πρώτη φορά, ένιωσα πόσο συμφωνούσαν
τα πνεύματά μας. Η μορφή σας με έκανε να
συμπεράνω αυτό που επιθυμούσα, και βρήκα
σ’ ένα ωραίο κορμί μια ψυχή καμωμένη
για την αρετή, προικισμένη με την αίσθηση
του Ωραίου”. Το ειδύλλιο διήρκεσε μόνο
μερικές εβδομάδες, αλλά ο Βίνκελμαν τον
ερωτεύτηκε παράφορα. Σε επιστολές του
ομολογεί πως είναι ερωτευμένος με έναν
Λεττονό! Όσο ήταν μαζί τον παρότρυνε να
διαβάσει Όμηρο, Πλούταρχο, τον Φαίδρο
του Πλάτωνα, αλλά και τον αναγεννησιακό
Μονταίνιο, του Αλεξάντερ Πόουπ και,
κυρίως, τον Κάουλυ». Η κατάληξη ήταν ή
ίδια, ο
Μπεργκ τον εγκατέλειψε για πάντα χωρίς
να τον ευχαριστήσει ποτέ για την αφιέρωση
του βιβλίου του, και αργότερα θα
παντρευτεί.
Ο
Βίνκελμαν με το κριτήριο και τις γνώσεις
του, κατόρθωσε, αν και δεν είχε υπόψη
του αρκετά ελληνικά έργα αλλά αντίγραφα
των κλασικών πρωτοτύπων του 4ου αι. όπως
ο Απόλλων του Belvedere και λίγα πρωτότυπα
της ελληνιστικής περιόδου, όπως το
σύμπλεγμα του Λαοκόοντα και των γιων
του, να αξιολογήσει την προσφορά των
αρχαίων Ελλήνων στην τέχνη και να
εκτιμήσει τη συμβολή της στη διαμόρφωση
της ρωμαϊκής τέχνης και γενικότερα του
πολιτισμού των μεταγενέστερων χρόνων.
Οι αντιλήψεις του θεωρείται ότι επηρέασαν
τους σύγχρονους και μεταγενέστερους
σπουδαστές της αρχαίας ελληνικής τέχνης
κυρίως στη Γερμανία αλλά και τα κείμενα
πολλών μεγάλων πνευματικών μορφών του
19ου αιώνα, όπως ο Γκαίτε, ο Σίλλερ και ο
Μπάυρον. Κατέχει επίσης αξιοσημείωτη
θέση στην ιστορία της γερμανικής
λογοτεχνίας με τα εμπνευσμένα κείμενά
του, ως δημιουργός ύφους αλλά και
επιστημονικής γλώσσας στην αισθητική
κριτική.
Ο
Βίνκελμαν δολοφονήθηκε στην Τεργέστη,
από τον κακοποιό και εραστή του Φραντσέσκο
Αρκάντζελι σε ένα ξενοδοχείο της πόλης
τον Ιούνιο του 1768. Δεν πρόλαβε να
πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στην Ελλάδα,
στη χώρα που τον πολιτισμό της τόσο
λάτρεψε και ανέδειξε. Η επέτειος των
γενεθλίων του (9 Δεκεμβρίου) γιορτάζεται
επίσημα κάθε χρόνο σε όλα τα γερμανικά
αρχαιολογικά ινστιτούτα του κόσμου.
Παραθέτουμε
εδώ άλλο ένα απόσπασμα από το βιβλίο
του Αλέξανδρου Ίσαρη, Βίνκελμαν ή το
πεπρωμένο, εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2010,
που αναφέρεται στη δολοφονία του
Βίνκελμαν:
Στις
8 Ιουνίου 1768 εμφανίστηκε ενώπιον του
Αυτοκρατορικού Ποινικού Δικαστηρίου
ο Μπαρτζέλλο Τζοβάννι Τζανάρντι και
ανέφερε πως πριν από λίγο διεπράχθη
φόνος στη Λοκάντα Γκράντε, που βρίσκεται
στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Το
δικαστήριο αποφάσισε να στείλει
υπαλλήλους στον τόπο του εγκλήματος
και να αναθέσει στον δικαστικό κλητήρα
Μπιάτζο Νταλμασόν να βρει επειγόντως
γιατρούς και χειρουργούς, και να τους
οδηγήσει αμέσως στη Λοκάντα Γκράντε.
Οι
εκπρόσωποι του Αυτοκρατορικού Ποινικού
Δικαστηρίου πήγαν στο πανδοχείο και
ανέβηκαν τη σκάλα που οδηγούσε στον
δεύτερο όροφο. Στο τέρμα του διαδρόμου,
μπροστά στο δωμάτιο 10, υπήρχε πολύς
κόσμος. Όταν μπήκαν μέσα, είδαν ξαπλωμένο
στο στρώμα έναν άντρα που ακουμπούσε
πάνω σε μαξιλάρια. Είχε πολύ κοντά γκρίζα
μαλλιά, ήταν ψηλός και αδύνατος, γύρω
στα πενήντα, με παραμορφωμένο, κάτωχρο
πρόσωπο. Τα μάτια του ήταν κλειστά και
βογκούσε ασταμάτητα. Φορούσε ένα ακριβό
φίνο πουκάμισο, που ήταν καταματωμένο,
και μαύρο δερμάτινο παντελόνι. Οι
παντόφλες του ήταν από λευκό λινό ύφασμα.
Στα δεξιά του στεκόταν ένας καπουτσίνος
μοναχός. Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο
δωμάτιο ένας ιερέας, κρατώντας τη θεία
μετάληψη.
Σε
λίγο κατέφτασαν ο χειρουργός Αντόνιο
Αλμπριτσι και ο υγειονόμος και ρώτησαν
τον χειρουργό Φλεκ αν μπορούσαν να δουν
τις πληγές του άγνωστου άντρα, αλλά
εκείνος είπε πως αυτό ήταν αδύνατον,
γιατί οι πληγές αιμορραγούσαν συνεχώς.
Είπε πως είχε εντοπίσει τρεις μαχαιριές
στο στήθος και δύο στην κοιλιά, όλες
πολύ βαθιές και θανατηφόρες. Επίσης
είχαν τραυματιστεί και τα δυο του χέρια.
Έτσι, η εξέταση των πληγών δεν
πραγματοποιήθηκε και προχώρησαν στην
κατάθεση του ετοιμοθάνατου. [...]
Το
απόγευμα της 15ης Ιουνίου 1768, ο Μπαρτζέλλο
Τζοβάννι Τζανάρτι κατέθεσε στο
Αυτοκρατορικό Ποινικό Δικαστήριο την
εξής γραπτή αναφορά: «Σήμερα το απόγευμα
στις 15.30 η Φρουρά της πόλεως της Τεργέστης
έλαβε τη διαταγή να παραλάβει τον άνθρωπο
που δολοφόνησε με αποτρόπαιο τρόπο τον
Τζοβάνι Βίνκελμαν στις 8 Ιουνίου του
ενεστώτος έτους. Ονομάζεται Φραντσέσκο
Αρκάντζελι και γεννήθηκε στο Τζαμπίλλι
της περιοχής της Φλωρεντίας. Ο δολοφόνος
οδηγήθηκε στο κελί 2 των φυλακών». Κατόπιν
τούτου, το δικαστήριο ζήτησε να προσαχθεί
αμέσως ο κατηγορούμενος ενώπιόν του.
Όταν
ο Αρκάντζελι οδηγήθηκε στο δικαστήριο,
είπε: «Κατάγομαι από το χωριό Τζαμπίλλι,
που βρίσκεται στην επαρχία της Φλωρεντίας.
Ο πατέρας μου ήταν μέτοχος τριών καραβιών
στο Λιβόρνο. Όταν φαλίρισε, επέστρεψε
στο Τζαμπίλλι και ασχολήθηκε με τα
κτήματά του. Ήμασταν πέντε παιδιά,
τέσσερα αγόρια κι ένα κορίτσι. Εγώ είμαι
τώρα τριάντα οκτώ χρονώ. Η γυναίκα μου
ονομάζεται Τζοάνα και ζει στη Βενετία.
Δεν έχουμε παιδιά. Το επάγγελμά μου
είναι μάγειρας και είμαι Καθολικός.
Ήρθα στην Τεργέστη με σκοπό να βρω
εργασία.
»Συνδέθηκα
φιλικά με τον κύριο Τζοβάννι, του οποίου
το επίθετο δεν γνωρίζω, ή, μάλλον, για
να πω την αλήθεια, δεν θυμάμαι. Επειδή
έμενε στην ίδια λοκάντα μ' εμένα, και
μάλιστα δίπλα στο δωμάτιό μου, βλεπόμασταν
συχνά. Τρώγαμε το μεσημέρι μαζί στην
τραπεζαρία και τα βράδια πάντα στο
δωμάτιό μου. Κάναμε πολλούς περιπάτους
και δυο-τρεις φορές την ημέρα πηγαίναμε
σε διάφορα καφενεία για να πιούμε καφέ.
Μετά συνέβη ό,τι συνέβη».
Όταν
τον ρώτησαν τι συνέβη ακριβώς, εκείνος
είπε: «Σας λέω την αλήθεια. Δεν επιδίωξα
εγώ να συνδεθώ μαζί του, αλλά εκείνος
ήθελε να γίνει φίλος μου. Κάποια μέρα
είχαμε βγει να κάνουμε έναν περίπατο,
και του είπα πως ο πανδοχέας με είχε
ρωτήσει ποιος ήταν. Ισχυρίστηκε πως
ήταν άνθρωπος με πολύ καλή φήμη. Μετά
γυρίσαμε στην οστερία. Σε λίγο ήρθε στο
δωμάτιό μου και μου έδειξε μια επιστολή
που απευθυνόταν σε κάποιους τραπεζίτες
της Βενετίας, που θα του ήταν χρήσιμοι
στη συνέχεια του ταξιδιού του. Κατόπιν
μου έδειξε ένα διαβατήριο που είχε
εκδοθεί στη Βιέννη, λέγοντάς μου ότι
μπορούσα να το διαβάσω, αλλά εγώ δεν το
διάβασα.
»Κάποια
στιγμή μου είπε πως θα μου έδειχνε κάτι
μετάλλια. Όντως, λίγο πριν πάμε για
φαγητό, μου έδειξε δύο χρυσά και δύο
ασημένια μετάλλια. Τον ρώτησα τι αξία
είχαν αυτά τα μετάλλια, κι εκείνος είπε
ένα ποσό».
Πρωτότυπα
εξώφυλλα έργων του Βίνκελμαν
Εργογραφία
του Βίνκελμαν
-
Gedanken
über die Nachahmung der griechischen Werke in der Malerei und
Bildhauerkunst ("Σκέψεις για τη μίμηση των
ελληνικών έργων στη ζωγραφική και τη
γλυπτική"), (1η έκδοση 50 αντ. 1755, 2η εκδ.
1756)
-
Description
des pierres gravées du feu Baron de Stosch (1760)
-
Anmerkungen
über die Baukunst der Alten (Παρατηρήσεις επί της
αρχιτεκτονικής των αρχαίων) (1762)
-
Sendschreiben
von den Herculanischen Entdeckungen (Επιστολή για τις
ανακαλύψεις στο Ερκουλάνεουμ) (1762)
-
Nachrichten
von den neuesten Herculanischen Entdeckungen (Αναφορά για
τις τελευταίες ανακαλύψεις στο
Ερκουλάνεουμ) (1764)
-
Geschichte
der Kunst des Alterthums (Ιστορία της τέχνης της
Αρχαιότητας) (1764)
-
Versuch
einer Allegorie (1766)
-
Monumenti
antichi inediti (1767-1768)
- Briefe
an Bianconi, κυκλοφόρησε 11 χρόνια μετά το
θάνατό του στο Antologia
romana.
Έργα
του Βίνκελμαν στα ελληνικά
-
Σκέψεις
για τη μίμηση των ελληνικών έργων στη
ζωγραφική και τη γλυπτική, Ίνδικτος,
Αθήνα 1996.
- Ιστορία
της αρχαίας τέχνης,
Gutenberg, Αθήνα, 2010.
Σκέψεις
για την μίμηση την ελληνικών έργων στη
ζωγραφική και γλυπτική1
Το
σύντομο αυτό δοκίμιο για την ελληνική
τέχνη του J. J. Winckelmann κυκλοφόρησε στη
Δρέσδη την άνοιξη του 1755 λίγο πριν από
την αναχώρηση του συγγραφέα, ενός
άγνωστου ακόμη τότε επαρχιακού
βιβλιοθηκάριου, για τη Ρώμη, όπου πήγαινε
για να σπουδάσει τα αρχαία μνημεία. Το
κείμενο αυτό, γραμμένο με νεανική φλόγα,
περιέχει σκέψεις και ιδέες που σημαδεύουν
την υπέρβαση της εποχής του μπαρόκ και
του ροκοκό όχι μόνο στο επίπεδο της
αισθητικής και της τέχνης αλλά και σε
αυτό της ζωής, ενώ συγχρόνως ανοίγουν
το δρόμο για τον κλασικισμό που θα
ακολουθούσε.
Ο
συγγραφέας απευθύνεται πρωτίστως στους
καλλιτέχνες αλλά και σε κάθε καλλιεργημένο
άνθρωπο της εποχής του για να υποστηρίξει
με πάθος προφητικό ότι ο μοναδικός
δρόμος για να γίνουμε σπουδαίοι και
κατά το δυνατόν αξεπέραστοι είναι να
μιμηθούμε τους Αρχαίους, να υποδειγματιστούμε,
δηλαδή, από αυτούς.
Μέσα
από τις γραμμές αυτού του γοητευτικού
κειμένου η Αρχαιότητα παύει να αποτελεί
αντικείμενο άψυχης λόγιας γνώσης ή
τυφλού συλλεκτικού πάθους, όπως ήταν
ως τότε για το τον αριστοκρατικό και
τον μορφωμένο κόσμο του 18 αιώνα, και
αναδεικνύεται σε αυτοσκοπό και μέτρο
απόλυτο· γιατί οι Έλληνες ξεπέρασαν τη
φυσική ομορφιά, καθώς συνέλαβαν με το
πνεύμα τους ένα ανώτατο αισθητικό
ιδεώδες, γενικό γνώρισμα του οποίου
είναι «η ευγενική απλότητα και το ήρεμο
μεγαλείο» -φράση που έμμελε να αποβεί
εμβληματική για την κλασική θεωρία της
τέχνης και συνάμα ήταν πολεμική αιχμή
κατά του Μπαρόκ, το οποίο τότε κυριαρχούσε
στον σαξωνικό περίγυρο του Βίνκελμαν.
Μίμηση
των Αρχαίων -πρωτίστως και κυρίως των
Ελλήνων- σημαίνει για τον Βίνκελμαν νέα
δημιουργία σαν εκείνη του Ραφαήλ: «Μια
τόσο ωραία ψυχή όπως η δική του σ' ένα
τόσο ωραίο σώμα ήταν κάτι απαραίτητο,
προκειμένου να αποκαλυφθεί για πρώτη
φορά στους νεώτερους καιρούς ο αληθινός
χαρακτήρας των Αρχαίων».
Σήμερα
είναι κοινός τόπος ότι οι Σκέψεις για
την μίμηση την ελληνικών έργων στη
ζωγραφική και γλυπτική είναι ένα
προγραμματικό έργο: σ' αυτό περιέχονται
in nuce οι αρχές που προσδιορίζουν το
κατοπινό έργο του Βίνκλεμαν, προπαντός
τη μνημειώδη Ιστορία της τέχνης της
Αρχαιότητας, γραμμένη
στη Ρώμη το 1764, όταν πια ο συγγραφέας
της ήταν πνευματική προσωπικότητα με
πανευρωπαϊκή ακτινοβολία- αρχές που
αποτέλεσαν τα άρθρα πίστεως για την
κλασισκιστική θεώρηση της τέχνης.
Οι
Σκέψεις για την μίμηση την ελληνικών
έργων παρουσιάζουν
και ορισμένες αδυναμίες οι οποίες
εντοπίζονται ιδίως στην ασαφή διάταξη
των διανοημάτων, τη συχνή μετατόπιση
τη προσοχής του συγγραφέα από τα αρχαία
στα νεώτερα καλλιτεχνήματα αλλά και
στο χειμαρρώδες ύφος που παρά τον
μακροπερίοδο λόγο ωστόσο τελικά
αποδεικνύεται απλό, σχεδόν λακωνικό
και εντελώς ανεπιτήδευτο.
Πηγές
και σύνδεσμοι
Για
την σύνταξη της βιογραφίας του Γιόχαν
Βίνκελμαν αντλήθηκαν στοιχεία από τις
παρακάτω πηγές:
Αλέξανδρου
Ίσαρη, Βίνκελμαν ή το πεπρωμένο,
εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2010.
Εγκυκλοπαίδεια
ΔΟΜΗ
Γιόχαν
Βίνκελμαν, Σκέψεις για τη μίμηση
των ελληνικών έργων στη ζωγραφική και
τη γλυπτική, Ίνδικτος,
Αθήνα 1996.
Γιόχαν
Βίνκελμαν, Ιστορία της αρχαίας
τέχνης, Gutenberg, Αθήνα,
2010.
Βικιπαίδεια
1. Ν.Μ.
Σκουτερόπουλος. Από το σημείωμά του στο
βιβλίο Σκέψεις για την μίμηση την
ελληνικών έργων στη ζωγραφική και τη
γλυπτική, εκδόσεις
Ίνδικτος, Αθήνα 1996.