ΤΟ
ΣΥΝΤΡΙΒΑΝΙ
Στὸν
μουχλιασμένο κῆπο
ξανακυλάει
τὸ νερὸ
ἀπ'
τὸ πέτρινο στόμα τοῦ Ποσειδώνα
καὶ
τὸ βατράχι ἀήττητο
νέα
γενιὰ ἐτοιμάζει.
πάνω
σὲ βλοσυρὰ ἀπολιθώματα.
Ἄ,
ναί, τὸ ἴδιο ἀπροσδόκητα
ἡ
γλύκα ξεχειλίζει
τὸ
συντριβάνι ἀνατέλει
τοὺς
νερένιους ἥλιους του ξανὰ
ἐνῶ
ἡ ψυχή μου
νυφίτσ'
ἀπροετοίμαστη
σκιάζεται
στὴ φουντωτὴ μόνη της.
Κι
ὅπως τὸ πάρκο ἀνασαλεύει ἀργὰ
κι
ἀναγαλιάζουν οἱ κουκουβάγιες
στὰ
σκοτεινὰ γραφεῖα τους
κι
ἀκούγονται οἱ πίδακες βροντεροὶ
μέσ'
ἀπ' τὶς σιωπηλὲς πέτρες
τῆς
κλειστῆς κατοικίας
ἔτσι
κι ἡ ἔπαυλη-ζωή μου
ζωντανεύει
ξανὰ
ἀπὸ
τὰ γάργαρα νερὰ
ποὺ
μοῦ 'χυσες στὸ στόμα.
Πηγή
Κατερίνα
Ἀγγελάκη-Ρούκ, ἀπὸ τὴ συλλογή, Ἐνάντιος
ἔρωτας, ἐκδόσεις Κέδρος, Ἀθήνα, 1982.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου