Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

«ΨΩΛΙΑΣ» ὑπὸ Πέους Πριαπίδου







ΨΩΛΙΑΣ ὑπὸ Πέους Πριαπίδου

Ἆσμα πρῶτο

Μὴ σᾶς φανεῖ παράξενο
ἂν στὰ γεράματά μου
νὰ ψάλλω ἀποφάσισα
τὸν πρῶτο ἔρωτά μου.
Εἶναι πολὺς πολὺς καιρὸς
ποὺ ἐπέρασε άπὸ τότες
κ' εἶναι μικρὴ εὐχαρίστηση
οἱ θύμησες οἱ πρώτες.

ς λέγει ὁ φράγκος ποιητὴς
πὼς εἶν' μεγάλη λύπη
τὸ πράμα νὰ ἐνθυμούμεθα
ποὺ σήμερα μᾶς λείπει
τὶς τρέλες τῆς νεότητος
ὅσες ἐπιθυμίες
ἐθέρμεναν τὸ αἷμα μου
τὶς μαῦρες ἀγρυπνίες
ποὺ ἕναν καιρὸν ἐπέρασα·
τὸ πρῶτο μου γαμήσι
γλυκὰ γλυκὰ ἡ Μούσα μου
τώρα θὰ τραγουδήσει.
Ἐμπρὸς λοιπόν! Σεμνότυφοι
βουλώστε τὰ αὐτιά σας!
Γιὰ σᾶς δὲν εἶναι οἱ στίχοι μου
κάνετε τὴ δουλειά σας!

μουνα εἴκοσι χρονῶν
καημένη ἡλικία
ποὺ θρέφεται μ' ὀνείρατα
μὲ πλάνες, μὲ μαγεία!
Γιατί, γιατί αἰώνια
στὴ γῆ νὰ μὴ βασταίνεις;
τοῦ κόσμου τὶς ἀπόλαυσες
πρὶν νιώσεις νὰ πεθαίνεις; 
Νόμος νεκρός! Ποιός ἐμπορεῖ
νὰ τὸν μεταρρυθμήσει;
Ἄ, πρέπει τὸ καφάλι μας
νὰ κλίνουμε στὴ φύση!
Νέοι, καλὰ σκεφτεῖτε το:
ὅσο εἶν' τὸ πανηγύρι
τῆς νιότης σᾶς ἀδειάζεται
τὸ ἡδονικὸ ποτήρι
ἕως τὸν πάτο. Μάταια
θὰ νὰ μετανοεῖτε
ἐάν τὶς εὐχαρίστισες
τῆς νιότης στερηθεῖτε.
Σὰν ἔρθουν τὰ γεράματα
ποιά πλέον σᾶς κοιτάζει;
άπὸ τὸ πεῖσμα ἡ καρδιὰ
στὰ στήθια σας θὰ βράζει.
Ὁ κόσμος θά 'ναι ἔρημος
διὰ ἐσᾶς καὶ ξένος
ὁ ποῦτζος σας θὰ κρέμεται
χλωμὸς καὶ γρυλιασμένος·
θὰ πάει ἡ κοκκινάδα του
ἡ δύναμή θὰ πάει...
εἶναι δροσιὰ ποὺ χάνεται
μὲ τὴν αὐγή τοῦ Μάη.
Νέοι καὶ νέες μάθετε
πὼς ἔχουνε άξία
δυὸ μοναχὲς θεότητες:
Βάκχος καὶ ἡ Παφία
τὰ ἄλλα κουραφέξελα
γερόντων παραμύθια!
Εἰς τὸ γαμήσι στὸ κρασὶ
βρίσκεται ἡ άλήθεια.
Γαμεῖτε καὶ γαμιόσαστε
τρώγεται καὶ μεθᾶτε
γιατὶ ὅταν θὰ γεράσετε
μακρυάθε θὰ κοιττε.




Πηγὴ

Πέους Πριαπίδου, ΨΩΛΙΑΣ. Ἀπόσπασμα ἐκ τοῦ πρώτου ἄσματος. Ἐκδόσεις τυπογραφεῖο «Ὁ Πρίαπος», Ἀθήνα 1984.


Καὶ δυὸ λόγια
Γιὰ τοὺς μὴ γνωρίζοντες, νὰ πῶ ὅτι τὸ κείμενο –γραμμένο τὸν 18ο αἰώνα, ὁλόκληρο σὲ ἔμμετρη μορφή- ἐκδόθηκε γιά πρώτη φορὰ τὸ 1878. Ἡ δεύτερη ἔκδοσή του ἔγινε μεταπολεμικά ἂν καὶ ἀχρονολόγητη. Ἐπανεκδόθηκε -βάσει τῆς μεταπολεμικῆς άχρονολόγητης ἔκδοσης ἀφοῦ ἡ πρώτη δὲν κατέστει δυνατὸν νὰ βρεθεῖ- ἀπὸ τὸν τυπογράφο καὶ συντάκτη, τὸν ἀείμνηστο Φίλιππο Βλάχο, τὸ 1984. Ἐπανεκτυπώθηκε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Λούπινα τὸ 2014.
Ὁ συγγραφέας του ποὺ ὑπογράφει μὲ τὸ ψευδώνυμο Πέος Πριαπίδης, μᾶς εἶναι παντελῶς ἄγνωστος, ἂν καὶ τόσο ἡ ἐμφανέστατη ἐπιρροὴ ἀπὸ τὰ δημοτικά μας γαμοτράγουδα ὅσο καὶ ἡ χρήση πλῆθος λέξεων ἑφτανησιωτικῆς λαλιᾶς μᾶς καταδυκνείουν -ὅπως ἔγραφε καὶ σὲ ἕνα μικρὸ προλογικὸ ὁ Φίλιππος Βλάχος- τὸν Ἀνδρέα Λασκαράτο. Τὴν ἀλήθεια βέβαια δὲ θὰ τὴν μάθουμε ποτέ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου