Γιάννης
Τσαρούχης, Χειμώνας, © Ἵδρυμα Γιάννη
Τσαρουχη
Τὸν
χρόνο ἐκεῖνον βρέθηκε χωρὶς δουλειά·
καὶ συνεπῶς ζοῦσεν ἀπ’ τὰ χαρτιά,
ἀπὸ τὸ τάβλι, καὶ τὰ δανεικά.
Μιὰ θέσις, τριῶ λιρῶν τὸν μήνα, σὲ μικρὸ
χαρτοπωλεῖον τοῦ εἶχε προσφερθεῖ.
Μὰ τὴν ἀρνήθηκε, χωρὶς κανένα δισταγμό.
Δὲν ἔκανε. Δὲν ἤτανε μισθὸς γι’ αὐτόν,
νέον μὲ γράμματ’ ἀρκετά, καὶ εἴκοσι πέντ’ ἐτῶν.
Δυό, τρία σελίνια τὴν ἡμέρα κέρδιζε, δὲν κέρδιζε.
Ἀπὸ χαρτιὰ καὶ τάβλι τί νὰ βγάλει τὸ παιδί,
στὰ καφενεῖα τῆς σειρᾶς του, τὰ λαϊκά,
ὅσο κι ν ἔπαιζ’ ἔξυπνα, ὅσο κι ἂν διάλεγε κουτούς.
Τὰ δανεικά, αὐτὰ δὰ ἦσαν κ’ ἦσαν.
Σπάνια τὸ τάλληρο εὕρισκε, τὸ πιὸ συχνὰ μισό,
κάποτε ξέπεφτε καὶ στὸ σελίνι.
Καμιὰ ἐβδομάδα, ἐνίοτε πιὸ πολύ,
σὰν γλύτωνεν ἀπ’ τὸ φρικτὸ ξενύχτι,
δροσίζονταν στὰ μπάνια, στὸ κολύμβι τὸ πρωί.
Τὰ ροῦχα του εἶχαν ἕνα χάλι τρομερό.
Μιὰ φορεσιὰ τὴν ἴδια πάντοτ’ ἔβαζε, μιὰ φορεσιά
πολὺ ξεθωριασμένη κανελιά.
Ἂ μέρες τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ ἑννιακόσια ὀκτώ,
ἀπ’ τὸ εἴδωμά σας, καλαισθητικά,
ἔλειψ’ ἡ κανελιὰ ξεθωριασμένη φορεσιά.
Τὸ εἴδωμά σας τὸν ἐφύλαξε
ὅταν ποὺ τἄβγαζε, ποὺ τἄριχνε ἀπὸ πάνω του,
τ’ ἀνάξια ροῦχα, καὶ τὰ μπαλωμένα ἐσώρουχα.
Κ’ ἔμενε ὁλόγυμνος· ἄψογα ὡραῖος· ἕνα θαῦμα.
Ἀχτένιστα, ἀνασηκωμένα τὰ μαλλιά του·
τὰ μέλη του ἡλιοκαμένα λίγο
ἀπὸ τὴν γύμνια τοῦ πρωιοῦ στὰ μπάνια, καὶ στὴν παραλία.ραλία.
καὶ συνεπῶς ζοῦσεν ἀπ’ τὰ χαρτιά,
ἀπὸ τὸ τάβλι, καὶ τὰ δανεικά.
Μιὰ θέσις, τριῶ λιρῶν τὸν μήνα, σὲ μικρὸ
χαρτοπωλεῖον τοῦ εἶχε προσφερθεῖ.
Μὰ τὴν ἀρνήθηκε, χωρὶς κανένα δισταγμό.
Δὲν ἔκανε. Δὲν ἤτανε μισθὸς γι’ αὐτόν,
νέον μὲ γράμματ’ ἀρκετά, καὶ εἴκοσι πέντ’ ἐτῶν.
Δυό, τρία σελίνια τὴν ἡμέρα κέρδιζε, δὲν κέρδιζε.
Ἀπὸ χαρτιὰ καὶ τάβλι τί νὰ βγάλει τὸ παιδί,
στὰ καφενεῖα τῆς σειρᾶς του, τὰ λαϊκά,
ὅσο κι ν ἔπαιζ’ ἔξυπνα, ὅσο κι ἂν διάλεγε κουτούς.
Τὰ δανεικά, αὐτὰ δὰ ἦσαν κ’ ἦσαν.
Σπάνια τὸ τάλληρο εὕρισκε, τὸ πιὸ συχνὰ μισό,
κάποτε ξέπεφτε καὶ στὸ σελίνι.
Καμιὰ ἐβδομάδα, ἐνίοτε πιὸ πολύ,
σὰν γλύτωνεν ἀπ’ τὸ φρικτὸ ξενύχτι,
δροσίζονταν στὰ μπάνια, στὸ κολύμβι τὸ πρωί.
Τὰ ροῦχα του εἶχαν ἕνα χάλι τρομερό.
Μιὰ φορεσιὰ τὴν ἴδια πάντοτ’ ἔβαζε, μιὰ φορεσιά
πολὺ ξεθωριασμένη κανελιά.
Ἂ μέρες τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ ἑννιακόσια ὀκτώ,
ἀπ’ τὸ εἴδωμά σας, καλαισθητικά,
ἔλειψ’ ἡ κανελιὰ ξεθωριασμένη φορεσιά.
Τὸ εἴδωμά σας τὸν ἐφύλαξε
ὅταν ποὺ τἄβγαζε, ποὺ τἄριχνε ἀπὸ πάνω του,
τ’ ἀνάξια ροῦχα, καὶ τὰ μπαλωμένα ἐσώρουχα.
Κ’ ἔμενε ὁλόγυμνος· ἄψογα ὡραῖος· ἕνα θαῦμα.
Ἀχτένιστα, ἀνασηκωμένα τὰ μαλλιά του·
τὰ μέλη του ἡλιοκαμένα λίγο
ἀπὸ τὴν γύμνια τοῦ πρωιοῦ στὰ μπάνια, καὶ στὴν παραλία.ραλία.
Κ.Π.
Καβάφης, Ἄπαντα Ποιητικά,
Ἐκδόσεις Ὕψιλον,
Ἀθήνα 1990.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου