Αντί προλόγου
Θα
σας προσφέρω κάποιες μεγάλες αλήθειες·
θα ακουστούν· θα γίνουν αντικείμενα
σκέψεις· κι αν όλες δεν αρκέσουν,
τουλάχιστο θα γίνουν αντικείμενο σκέψης·
κι αν όλες δεν αρέσουν, τουλάχιστον θα
μείνουν μερικές, θα έχω κι εγώ συνεισφέρει
κάτι στην πρόοδο της γνώσης και θα είμαι
ευχαριστημένος.
Μαρκήσιος
ντε Σαντ, 1795, Η φιλοσοφία στο Μπουντουάρ
Σημαίνει
ότι δεν αγαπάμε τους ανθρώπους αν τους
κρύβουμε τόσο βασικές αλήθειες, όποια
κι αν είναι τα αποτελέσματά τους.
Μαρκήσιος
ντε Σαντ, 1795, Ιουστίνη
Δεν είναι οι γνώμες ή τα βίτσια των ιδιωτών που βλάπτουν το κράτος· τα ήθη των πολιτικών είναι αυτά που το βλάπτουν.
Μαρκήσιος
ντε Σαντ, απόσπασμα από γράμμα του
Έχει εξάλλου
αποδειχθεί ότι αυτό που μας αρέσει όταν
γαμάμε είναι η φρίκη, η βρωμιά, το
αποτρόπαιο πράγμα. Η ομορφιά είναι το
απλό πράγμα, η ασχήμια είναι το ασυνήθιστο
πράγμα και όλες οι ζωηρές φαντασίες
προτιμούν αναμφίβολα πάντα το ασυνήθιστο
από το απλό πράγμα.
Όλα αυτά
τα πράγματα εξαρτώνται από τη διαμόρφωσή
μας, από τα όργανά μας, από τον τρόπο με
τον οποίο τα όργανά μας αυτά χρησιμοποιούνται
και δεν είμαστε εμείς αυτοί που τα
ορίζουμε ώστε να μπορούμε να αλλάξουμε
τις προτιμήσεις μας, όπως δεν ορίζουμε
και δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη μορφή
του σώματός μας.
Μαρκήσιος
ντε Σαντ, 1780 Εκατόν είκοσι μέρες στα
Σόδομα
Bad Boys of the Marquis de Sade. Photo by BIRON. Copyright Biron.
Μαρκήσιος ντε Σαντ και ομοφυλοφιλία
[...] Υπάρχει
κι ένας ακόμα τρόπος για να πραγματώσει
την παθητικότητά του: στη Μασσαλία ο
Σαντ «πηδιέται» από τον υπηρέτη του
Λατούρ, ο οποίος φαίνεται πολύ συνηθισμένος
να του προφέρει αυτού του είδους τις
υπηρεσίες· οι ήρωές του τον μιμούνται
πεισματικά· και ο ίδιος διακήρυξε
δημόσια, με πιο έντονους όρους απ’ ό,τι
εγώ αναφέρω, ότι το μάξιμουμ της απόλαυσης
πετυχαίνεται στο συνδυασμό ενεργητικής
και παθητικής ομοφυλοφιλίας. Για καμιάν
άλλη διαστροφή δε μιλάει τόσο συχνά,
ούτε με τόση ευχαρίστηση και με τόση
μάλιστα παθιασμένη ορμή.
Σε όποιον
αρέσκεται να κολλάει στα άτομα εντελώς
καθορισμένες ταμπέλες, αμέσως,
δημιουργούνται δύο ερωτήματα: ήταν
λοιπόν ο Σαντ ομοφυλόφιλος; Μήπως κατά
βάθος ήταν μαζοχιστής. Όσον αναφορά την
ομοφυλοφιλία του, το φυσικό παρουσιαστικό
του, ο ρόλος που έβαζε τους υπηρέτες του
να παίζουν, η παρουσία στην Ακτή του
ωραίου αγράμματου γραμματέα, η τεράστια
σημασία την οποία στα γραπτά του ο Σαντ
αποδίδει σ’ αυτού του είδους την επιθυμία
και το πάθος με το οποίο την υποστηρίζει,
όλο βεβαιώνουν ότι αποτελεί μια από τις
βασικότερες πλευρές της σεξουαλικότητάς
του. Σίγουρα οι γυναίκες έπαιξαν μεγάλο
ρόλο στη ζωή του, όπως και στο έργο του·
γνώρισε πάρα πολλές κοπέλες, είχε δεσμό
με την Μποβουαζέν και με άλλες μαιτρέσσες
μικρότερης γι’ αυτόν σημασίας, αποπλάνησε
την κουνιάδα του, μάζεψε νεαρές γυναίκες
και κοριτσάκια στον πύργο της Ακτής,
χαριεντιζόταν με τη δεσποινίδα Ρουσσέ
και τελείωσε τη ζωή του στο πλευρό της
κυρίας Κενσέ· χωρίς να αναφερθούμε στα
δεσμά που τον ενώνουν με την κυρία Σαντ,
τα οποία του είχε μεν επιβάλει η κοινωνία,
αλλά ο ίδιος είχε αναπλάσει με το δικό
του τρόπο. Αλλά τι είδους ήταν οι σχέσεις
του μ' αυτές τις γυναίκες. Είναι
αξιοσημείωτο ότι στις δύο μοναδικές
μαρτυρίες που υπάρχουν για τη σεξουαλική
δραστηριότητά του δε βλέπουμε το Σαντ
να «ήρθε σε επαφή» φυσιολογικά με τις
συντρόφισσές του· στην περίπτωση της
Ροζ Κέλερ, ικανοποιήθηκε μαστιγώνοντάς
την, δεν την άγγιξε· στο κορίτσι της
Μασσαλίας πρότεινε «να έρθει σε επαφή
από πίσω» με τον υπηρέτη του ή αν δε
θέλει μ’ εκείνον· καθώς αυτή αρνήθηκε,
αρκέστηκε σε μερικά χάδια, ενώ «τον
πηδούσε» ο Λατούρ. Οι ήρωές του διασκεδάζουν
πολύ διακορεύοντας κοριτσάκια: αυτή η
αιματηρή και βέβηλη βιαιότητα διεγείρει
τη φαντασία του Σαντ· αλλά ακόμα και
όταν καταφέρνουν μια παρθένα, συνήθως
προτιμούν να τη μεταχειριστούν σαν
αγόρι παρά να κάνουν το αίμα της να
τρέξει· αρκετοί από τους ήρωες του Σαντ
αισθάνονται βαθιά αποστροφή για το
«μπροστινό» των γυναικών· άλλοι είναι
πιο εκλεκτικοί· αλλά οι προτιμήσεις
τους είναι ξεκάθαρες· ο Σαντ ποτέ δεν
εξύμνησε αυτό το τμήμα του γυναικείου
σώματος που τόσο χαρούμενα εγκωμιάζουν
οι Χίλιες και μια νύχτες αντίθετα, μόνο
περιφρόνηση εκδηλώνει για τους
κακομοίρηδες τους θυλυκωτούς που
έρχονται σε επαφή με τη γυναίκα τους με
φυσιολογικό τρόπο· είδαμε μέσα σε ποιες
συνθήκες έκανε παιδιά ο Σαντ· και με
τις περίεργες παρτούζες που γίνονταν
στην Ακτή, ποιος μπορεί να αποδείξει
ότι ήταν αυτός που γκάστρωσε τη Νανόν;
Από
τις 100 γκραβούρες του 1797 που εικονογραφούν
το βιβλίο του Σαντ: Η νέα Ιουστίνη ή Τα
παθήματα της αρετής.
Βέβαια δε θα
έπρεπε να αποδώσουμε στο Σαντ σαν δικές
του τις απόψεις που εκφράζουν στα
μυθιστορήματά του οι ειδικευμένοι
παιδεραστές· αλλά το επιχείρημα που
βάζει στο στόμα του επισκόπου στο Ημέρες
των Σοδόμων είναι αρκετά κοντινό του
ώστε να μπορούμε να το θεωρήσουμε σαν
ομολογία· ο επίσκοπος λέει για την
ικανοποίηση: Το αγόρι αξίζει περισσότερο
από ένα κορίτσι· εξετάστε το από τη
σκοπιά του κακού που αποτελεί σχεδόν
πάντα την πραγματική έλξη της ικανοποίησης·
το έγκλημα θα σας φανεί μεγαλύτερο όταν
αφορά ένα άτομο ακριβώς του ίδιου είδους
με σας παρά κάποιο διαφορετικό και απ’
τη στιγμή αυτήν η ηδονή διπλασιάζεται.
Όσο κι αν ο Σαντ γράφει στην κυρία ντε
Σαντ ότι το μοναδικό λάθος του ήταν ότι
αγάπησε πολύ τις γυναίκες, εδώ έχουμε
επίσημο και υποκριτικό γράμμα· και η
ουτοπική διαλεκτική του είναι αυτή που
τον κάνει να τις παραχωρεί στα βιβλία
του τους πιο θριαμβευτικούς ρόλους: η
κακία σ’ αυτές δημιουργεί μια γοητευτική
αντίθεση με την παραδοσιακή γλυκύτητα
του φύλου τους· όταν μέσα από το έγκλημα
κατορθώνουν να ξεπεράσουν τη φυσική
ταπεινότητά τους, αποδεικνύουν πιο
ξεκάθαρα από έναν άντρα ότι καμιά
κατάσταση δε θα μπορούσε να
εμποδίσει την ορμή μιας τολμηρής ψυχής·
αλλά αν στη φαντασία τους γίνονται οι
πιο θαυμάσιοι τύραννοι, αυτό συμβαίνει
γιατί στην πραγματικότητα είναι
γεννημένες θύματα: δουλοπρεπείς,
κλαψιάρες, απατεώνισσες, παθητικές· η
περιφρόνηση και η απέχθεια που στην
πραγματικότητα ο Σαντ ένιωθε γι' αυτές
διαπερνά όλο το έργο του. Μήπως μέσα από
τις γυναίκες μισούσε τη μητέρα του; Θα
μπορούσε επίσης κανείς να αναρωτηθεί
μήπως ο Σαντ μισεί αυτό το φύλο γιατί
σ' αυτό βλέπει όχι το συμπλήρωμά του,
αλλά το είδωλό του κι έτσι δεν μπορεί
τίποτα να πάρει απ' αυτό· οι μεγάλες
κακούργες των έργων του Σαντ έχουν
περισσότερη ζεστασιά και ζωή από τους
ήρωές του, όχι μόνο για αισθητικούς
λόγους αλλά γιατί είναι πιο κοντινές
σ' αυτόν.
Από
τις 100 γκραβούρες του 1797 που εικονογραφούν
το βιβλίο του Σαντ: Η νέα Ιουστίνη ή Τα
παθήματα της αρετής.
Δεν πιστεύω
καθόλου ότι περιγράφει τον εαυτό του
σ' αυτό το πρόβατο την Ιουστίνα, όπως
έχουν ισχυριστεί ορισμένοι· αλλά σίγουρα
μπορούμε να τον αναγνωρίσουμε στην
Ιουλιέτα που έχει την ίδια μεταχείριση
με την αδελφή της, υπομένοντάς την με
περιφάνεια και ευχαρίστηση. Ο Σαντ
αισθάνεται γυναίκα και τα βάζει με τις
γυναίκες επειδή δεν είναι το αρσενικό
που επιθυμεί: την πιο σπουδαία και την
πιο περίεργη απ' όλες, την Ντυράν, την
εξοπλίζει με μια γιγάντια κλειτορίδα
που τις επιτρέπει να συμπεριφέρεται
σεξουαλικά σαν άντρας.
Είναι αδύνατο
να προσδιορίσουμε σε πιο μέτρο οι
γυναίκες υπήρξαν για το Σαντ κάτι άλλο
από υποκατάστατα ή παιχνίδια· αυτό
μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι η
σεξουαλικότητά του είναι βασικά πρωκτική.
Η προσήλωση του Σαντ στο χρήμα το
βεβαιώνει· οι ιστορίες επινόησης
τεχνασμάτων για να ωφεληθεί από
κληρονομιές έπαιξαν τεράστιο ρόλο στη
ζωή του· η κλεψιά εμφανίζεται στο έργο
του σαν σεξουαλική πράξη η επίκληση της
οποίας αρκεί για αν προκαλέσει τον
οργασμό. Αυτό που τον χαρακτηρίζει
ιδιαίτερα είναι είναι η ένταση μιας
θέλησης για πραγμάτωση της ηδονικής
σάρκας χωρίς αυτό να σημαίνει εγκατάλειψη
σ' αυτήν. Στη Μασσαλία βάζει να τον
μαστιγώσουν, αλλά κατά διαστήματα ορμά
προς την καμινάδα και χαράσσει με μαχαίρι
πάνω στο σωλήνα τον αριθμό των χτυπημάτων
που δέχτηκε με τον τρόπο αυτό η ταπείνωση
μετατρέπεται άμεσα σε καυχησιολογία·
όταν «τον πηδάει» κάποιος άντρας, συνήθως
αυτός μαστιγώνει μια κοπέλα· αυτή είναι
μια από τις αγαπημένες του φαντασιώσεις:
όταν τον χτυπούν και του «βάζουν», να
χτυπάει ταυτόχρονα και αυτός και να
«βάζει» σ' ένα υποταγμένο θύμα. [...]
Από
τις 100 γκραβούρες του 1797 που εικονογραφούν
το βιβλίο του Σαντ: Η νέα Ιουστίνη ή Τα
παθήματα της αρετής.
Οι ακολασίες
τις οποίες ο Σαντ φέρνει στο προσκήνιο
περισσότερο καλύπτουν συστηματικά τις
ανατομικές δυνατότητες του ανθρώπινου
σώματος παρά ανακαλύπτουν ιδιόμορφα
συγκινησιακά συμπλέγματα. Όπως, παρόλο
ότι δεν κατάφερε να τις καλύψει με μιαν
αισθητική πραγματικότητα, ο Σαντ μάντεψε
σεξουαλικές στάσεις που κανείς μέχρι
τότε δεν τις είχε υποψιαστεί, πιο
συγκεκριμένα αυτήν που συνδυάζει: μίσος
της μητέρας – ανικανότητα – εγκεφαλικότητα
– παθητική ομοφυλοφιλία – απανθρωπιά.
Κανείς άλλος δεν τόνισε με τόσο θάρρος
τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στη
φαντασία και σ' αυτό που ονομάζουμε
βίτσιο· και σε ορισμένες στιγμές μας
οδηγεί στην ανακάλυψη ότι η σεξουαλικότητα
του ατόμου συνδέεται με τα βαθιά πιστεύω
του. Πρέπει λοιπόν να τον θαυμάζουμε
σαν πραγματικό νεωτεριστή στον τομέα
της ψυχολογίας; Δεν είναι εύκολο να
αποφασίσουμε. Σ' έναν πρωτοπόρο
αναγνωρίζουμε πάντα υπερβολική ή καθόλου
αξία· πως να μετρήσουμε την αξία μιας
αλήθειας που, σύμφωνα με την ορολογία
του Χέγκελ, δεν είναι γίγνεσθαί; Μια
ιδέα αποκτά την αξία της από την εμπειρία
που συνοψίζει και από τη μέθοδο που
εγκαινιάζει· αλλά δεν μπορούμε να
είμαστε σίγουροι για το κύρος μιας
διατύπωσης που, αν και μας γοητεύει η
πρωτοτυπία της, καμιά επαλήθευση δε μας
επιβεβαιώνει· θα μπούμε στον πειρασμό
είτε να τη μεγεθύνουμε, με όλη τη σημασία
με την οποία εκ των υστέρων έχει
εμπλουτιστεί, είτε, αντίθετα, να
ελαχιστοποιήσουμε το ήδη δεδομένο της
αποτέλεσμα. Έτσι μπροστά στο Σαντ ο
αμερόληπτος αναγνώστης διστάζει συχνά
στο γύρισμα μιας σελίδας συναντά μια
απρόσμενη φράση που μοιάζει να ανοίγει
παρθένους δρόμους: αλλά αμέσως η σκέψη
στενεύει· αντί για τη ζωντανή και
ιδιόμορφη φωνή δεν ακούει κανείς πια
παρά την κοινότυπη φλυαρία του Λόλμπαχ
και του Λαμετρί. Για παράδειγμα, είναι
αξιοσημείωτο ότι το 1795 στο Η φιλοσοφία
στο μπουντουάρ, ο Σαντ γράφει: Η
επίτευξη της ηδονής είναι ένα πάθος που
ομολογώ ότι υποτάσσει όλα τα άλλα· αλλά
ταυτόχρονα τα συγκεντρώνει. Στο πρώτο
μέρος αυτού του κειμένου όχι μόνο
προαισθάνεται αυτό που αργότερα
ονομάστηκε «πανσεξουαλισμός» του
Φρόιντ, αλλά παρουσιάζει τον ερωτισμό
σαν το πρωταρχικό ελατήριο της ανθρώπινης
συμπεριφοράς· στο δεύτερο μέρος, εκτός
των άλλων βάζει ότι η σεξουαλικότητα
είναι επιφορτισμένη με έννοιες που την
ξεπερνούν· η λίμπιντο βρίσκεται παντού
και είναι πάντα πολύ περισσότερη από
τον ίδιο τον εαυτό της: ο Σαντ χωρίς
καμιά αμφιβολία προαισθάνθηκε αυτή την
μεγάλη αλήθεια. Ξέρει ότι οι «διαστροφές»
τις οποίες ο όχλος θεωρεί σαν ηθικές
τερατωδίες ή φυσιολογικά μειονεκτήματα,
περιέχουν αυτό που σήμερα θα ονόμαζε
κανείς; σκοπιμότητα. [...]
Πηγή:
Σιμον ντε
Μποβουάρ, Μήπως πρέπει να κάψουμε τον
Μαρκήσιο ντε Σαντ;, μτφ. Εβελίνα
Χατζηδάκη, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1980
Ο
Daniel Auteuil στο ρόλο του Σαντ
στην ταινία SADE (2000)
του Benoît Jacquot.
Δεν υπάρχει αυθεντικό πορτρέτο του Μαρκήσιου ντε Σαντ. Το παρόν είναι εμπνευσμένο από μια περιγραφή της εποχής του που αναφέρεται στη μακρόχρονη φυλάκισή του.