Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Four Letters from Oscar Wilde to Robbie Ross (Letter fourth)




  Rupert Everett (Οὐάιλντ) καὶ Colin Morgan ( Ντάκλας)
στὴν ταινία Ὁ εὐτυχσμένος πρίγκιπας (2018)



ΤΕΣΣΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ ΣΤΟΝ ΡΟΜΠΙ ΡΟΣ (ἐπιστολὴ τέταρτη)


Φυλακὴ τοῦ Ρῆντινγκ
6 Ἀπριλίου 1897
Ἐξέτασε τώρα τὴν πρότασή μου. Πιστεύω πὼς ἡ γυναίκα μου, ποὺ στὰ χρηματικὰ ζητήματα εἶναι ἀπόλυτα τίμια καὶ μὲ ἀνώτερη ἀντίληψη, θὰ καταβάλει τὶς ἑβδομῆντα πέντε λίρες ποὺ πληρωθήκανε γιὰ λογαριασμό μου. Δὲν ἀμφιβάλλω πὼς θὰ τὸ κάμει. Μοῦ φαίνεται ὅμως πὼς τὸ ποσὸ αὐτὸ θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ προσφέρει ἀπὸ μέρους μου καὶ πὼς ἐγὼ δὲν πρέπει νὰ δεχτῶ ἀπὸ κείνη τίποτα σὰν εἰσόδημα. Μπορῶ νὰ δεχτῶ ἐκεῖνο ποὺ μοῦ δίνεται ἀπὸ ἀγάπη καὶ στοργὴ δὲ θὰ μποροῦσα ὅμως νὰ δεχθῶ ἐκεῖνο ποὺ μοῦ παραχωροῦν ἀπρόθυμα ἢ μὲ ὅρους. Θὰ προτιμοῦσα ν᾿ ἀφήσω τὴ γυναίκα μου ἀπολύτως ἐλεύθερη. Μπορεῖ νὰ ξαναπαντρευτεῖ. Πιστεύω πάντως πώς, ἂν ἦταν ἐλεύθερη, θὰ μοῦ ἐπέτρεπε νὰ βλέπω τὰ παιδιά μου ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό. Αὐτὸ ἐπιθυμῶ. Πρέπει ὅμως πρῶτα νὰ τῆς άποδώσω τὴν έλευθερία της καὶ καλύτερα νὰ τὸ κάμω αὐτὸ σὰν καθὼς πρέπει ἄνθρωπος, σκύβωντας τὸ κεφάλι καὶ δεχόμενος τὰ πάντα. Πρέπει νὰ έξετάσεις τὸ ὅλο ζήτημα, ἀφοῦ ἡ δυσκολία προῆλθε ἀπὸ σένα καὶ ἀπὸ τὴν ἄστοχη ἐνέργειά σου. Γράψε μου τὶ ἰδέα ἔχετε γι᾿ αὐτὸ ἐσὺ καὶ οἱ ἄλλοι. Βέβαια, ἐσὺ ἐνέργησες γιὰ τὸ καλύτερο. Εἶχες ὅμως πάρει μιὰ στραβὴ ἄποψη. Μπορῶ νὰ πῶ μὲ κάθε εἰλικρίνεια, πὼς σιγὰ – σιγὰ φτάνω σ᾿ έκείνη τὴν πνευματικὴ ἰσορροπία ποὺ μὲ κάνει νὰ σκέπτομαι πὼς ὅ,τι γίνεται, γίνεται γιὰ τὸ καλύτερο. Ἴσως αὐτὸ νὰ εἶναι φιλοσοφία ἢ συντριμμένη καρδιά, ἢ στυγνὴ ἀπάθεια τῆς ἀπελπισίας. Ὅποια κι ἂν εἶναι ὅμως ἡ προέλευσή του, τὸ αἴσθημα αὐτὸ εἶναι δυνατὸ σὲ μένα. Θὰ εἶχα ἄδικο, ἂν κρατοῦσα τὴ γυναίκα μου δεμένη κοντά μου, ἐνάντια στὴ θέλησή της. Ἔχει ἀπόλυτο δικαίωμα στὴν ἐλευθερία της. Καὶ θὰ ἦταν γιὰ μένα εὐχαρίστηση νὰ μὴν τῆς εἶμαι βάρος. Τὸ νὰ συντηροῦμαι ἀπὸ κείνη, εἶναι μιὰ κατάσταση ἐξευτελιστική. Μίλησε γι᾿ αὐτὸ μὲ τὸν Μὸρ Ἄντεϋ. Ζήτησέ του νὰ σοῦ δείξει τὸ γράμμα ποὺ τοῦ ῾γραψα. Παρακάλεσε τὸν ἀδελφό σου τὸν Ἄλεκ νὰ μοῦ δώσει τὴ γνώμη του. Οἱ κρίσεις του εἶναι ἔξοχες.
Ἂς περάσουμε τώρα σ᾿ ἄλλα θέματα.
Δὲ μοῦ δώθηκε ἀκόμα ἡ εὐκαιρία νὰ σ᾿ εὐχαριστήσω γιὰ τὰ βιβλία. Μοῦ εἶναι εὐπρόσδεκτα. Ἡ ἀπαγόρευση τῶν περιοδικῶν ἦταν ἐξαιρετικὰ δυσάρεστη, τὸ μυθιστόρημα ὅμως τοῦ Μέρεντιθ μὲ γοήτεψε. Τί καλλιτέχνης γεμάτος ψυχικὴ ὑγεία! Ἔχει ἀπόλυτο δίκιο βεβαιώνοντας πὼς ἡ ὑγιὴς ἰσορροπία πρέπει ν᾿ ἀποτελεῖ τὸ οὐσιαστικότερο προτέρημα σὲ κάθε μυθιστόρημα. Ὅμως, ὥς τὰ σήμερα, μόνο τὸ ζῶο βρῆκε τρόπο νὰ ἐκφραστεῖ στὴ ζωὴ καὶ στὴ φιλολογία.1 Τὰ γράμματα τοῦ Ροσέττι εἶναι ἀπαίσια —φανερὸ πὼς εἶναι πλαστά, καμωμένα ἀπὸ τὸν ἀδελφό του. Ὡστόσο ἐνδιαφέρθηκα βλέποντας πὼς ὁ Μέλμοθ τοῦ παπποῦ μου2 καὶ ἡ Σιντόνια τῆς μητέρας μου ἦταν δύο ἀπὸ τὰ βιβλία ποὺ γοήτευσαν τὴ νιότη μου. Ὅσο γιὰ τὴ συνωμοσία ἐναντίον του, τὰ τελευταῖα τοῦτα χρόνια, πιστεύω πὼς αὐτὴ ἔγινε πραγματικὰ καὶ πὼς τὰ χρηματικὰ μέσα τὰ ἔδωσε ἡ Τράπεζα Χαίηκ.3 Αὐτὴ ὴ συνοδεία μιᾶς τσίχλας στὸ Σέην Γουὼκ μοῦ φαίνεται πολὺ ὕποπτη, ἂν καὶ ὁ Οὐίλιαμ Ροσέττι λέει: «Δὲν ξεχώριζα τίποτα τὸ ἀσυνήθιστο στὸ κελάδημα τῆς τσίχλας».
Τὰ γράμματα τοῦ Στήβενσον εἶναι κι αὐτὰ πολὺ ἀπογοητευτικὰ —βλέπω πὼς ἕνα ρομαντικὸ περιβάλλον εἶναι τὸ χειρότερο περιβάλλον ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει γιὰ ἕνα ρομαντικὸ συγγραφέα. Στὴν ὁδὸ Γκάουερ, ὁ Στήβενσον θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε γράψει ἕνα ἔργο σὰν τοὺς Τρεῖς Σωματοφύλακες. Στὴ Σαμόα4 ἔγραψε γράμματα στοὺς Τάιμς σχετικὰ μὲ τοὺς γερμανούς. Βλέπω άκόμη σ᾿ αὐτὰ σημάδια μιᾶς φοβερῆς προσπάθειας ποὺ ἔκανε, μὲ τὸ σκοπὸ νὰ ζήσει φυσικὴ ζωή. Γιὰ νὰ σκίσει κανεὶς ξύλα, ἱκανοποιητικὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ὠφέλιμα γιὰ τοὺς ἄλλους, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀνίκανος νὰ περιγράψει τὸν τρόπο ποὺ τὰ σχίζει.
Πραγματικά, φυσικὴ ζωὴ εἶναι ἡ ἀσυναίσθητη ζωή. Ὁ Στήβενσον μόνον ποὺ ἁπλώνει τὸ πεδίο τοῦ τεχνιτοῦ, διασκεδάζοντας μὲ χειρωνακτικὲς ἐργασίες. Ἡ ἴδια συλλογὴ μοῦ ἔδωσε κι ἕνα μάθημα. Ἂν περάσω τὴ μελλοντική μου ζωὴ διαβάζοντας Μπωντλαὶρ σ᾿ ἕνα καφενεῖο, θὰ κάνω ζωὴ πιὸ φυσική, παρὰ ἂν βαλθῶ νὰ κλαδεύω φυτεμένους φράχτες ἢ νὰ φυτεύω κακάο σὲ βάλτους.
Τὸ En Route τὸ ἔχουν ἔγκωμιάσει πολὺ παραπάνω ἀπ᾿ὅσο ἀξίζει. Εἶναι ἁπλὴ ἐφημεριδογραφία. Ποτὲ δὲν ἀκούει κανεὶς μιὰ νότα ἀπὸ τὴ μουσικὴ ποὺ περιγράφεται ἐκεῖ μέσα. Τὸ θέμα εἶναι χαριτωμένο, τὸ στὺλ ὅμως εἶναι φυσικὰ χωρὶς άξία, χαλαρὸ καὶ ἀκατάστατο. Τὰ γαλλικά του εἶναι χειρότερα καὶ ἀπὸ τοῦ Ὀνέ. Ὁ Ὀνὲ προσπαθεῖ νὰ γράφει μὲ κοινὸ τρόπο καὶ τὸ πετυχαίνει. Ὁ Χόισμανς5 προσπαθεῖ νὰ τὸ ἀποφύγει καὶ δὲν τὸ πετυχαίνει. Τὸ μυθιστόρημα τοῦ Χάρντυ εἶναι εὐχάριστο καὶ τὸ στύλ του εἶναι τέλειο· τὸ ἄλλο, τοῦ Χάρολντ Φρέντερικ πολὺ ἐνδιαφέρον στὴν ὑπόθεσή του. Ἀργότερα, ἐπειδὴ στὴ βιβλιοθήκη τῆς φυλακῆς δὲν ὑπάρχει κανένα μυθιστόρημα κατάλληλο γιὰ τοὺς φτωχοὺς συνδεσμῶτες ποὺ ζῶ μαζί τους, σκοπεύω νὰ προσφέρω στὴ βιβλιοθήκη μιὰ ντουζίνα καλὰ μυθιστορήματα: τὰ ἔργα τοῦ Στήβενσον —ἐδῶ ὑπάρχψει μόνον τὸ Μαῦρο βέλος— μερικὰ τοῦ Θάκεραιυ —δὲν ὑπάρχει κανένα ἐδῶ— τῆς Τζαίην Ὤστιν —κανένα κι ἀπ᾿ αὐτά— καὶ λίγα καλὰ βιβλία τοῦ εἴδους τοῦ Δουμᾶ πατέρα, γραμμένα ἂς ποῦμε ἀπὸ τὸν Στάνλεϋ Γουέιμαν ἢ ἀπὸ ὅποιον ἄλλο νέο συγγραφέα. Στὸ γράμμα σου ἀναφέρεις πὼς ὸ Χένλεϋ ἔχει ἕναν προστατευόμενο. Τὸ ἴδιο κι ἐκεῖνος ποὺ γράφει μὲ τ᾿ ὄνομα Ἄντονυ Χόουπ.6 Ὕστερ᾿ ἀπὸ τὸ Πάσχα θὰ μποροῦσες νὰ κάμεις ἕναν κατάλογο ἀπὸ δεκατέσσερες πάνω-κάτω τόμους καὶ νὰ ζητήσεις νὰ μοῦ τοὺς στείλεις. Θὰ ἄρεσαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ δὲ σκοτείζονται γιὰ τὸ Ζουρνὰλ ντὲ Γκονκούρ.7 Μὴν ξεχνᾶς πὼς θὰ τὰ πληρώσω ἐγώ.
Μὲ πιάνει φρίκη νὰ γυρίσω στόν κόσμο, χωρὶς νὰ ἔχω οὔτ᾿ ἕναν τόμο δικό μου.8 Ἀναρωτιέμαι ἂν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς φίλους μου, ὅπως ὁ Κόσμο Λέννοξ, ὁ Ρέτσι Τάρνερ, ὁ Τζίλμπρ Μπέρτζες, ὁ Μὰξ καὶ οἱ ἄλλοι, θὰ ἤθελαν νὰ μοῦ δώσουν μερικὰ βιβλία. Ξέρεις τί λογῆς βιβλία θέλω: Φλωμπέρ, Στήβενσον, Μπωντλαίρ, Μαίτερλινκ, Δουμὰ πατέρα, Κήτς, Μάρλοου, Τσάττερσον, Κόλεριτζ, Ἀνατὸλ Φράνς, Τεοφὶλ Γκωτιέ, Δάντη καὶ ὅλη τὴν Δαντικὴ φιλολογία, Γκαῖτε καὶ ὅλη τὴ σχετικὴ φιλιλογία, καὶ τὰ παρόμοια. Θὰ ἦταν γιὰ μένα μεγάλο φιλοφρόνημα ἂν ἤθελαν νὰ μὲ περιποιηθοῦν μὲ βιβλία καὶ ἴσως νὰ ὑπάρχουν μερικοὶ φίλοι ποὺ νὰ θελήσουν νὰ μοῦ δείξουν κάποια καλοσύνη. Νοιώθω πραγματικὰ μεγάλη εὐγνωμωσύνη, ἂν καὶ πολλὲς φορές, φοβᾶμαι, δὲν τὸ δείχνω. Μὴν ξεχνᾶς ὅμως πὼς εἶχα κι ἀδιάκοπα βάσανα, ξεχωριστὰ ἀπ᾿ αὐτὰ τῆς ζωῆς τῆς φυλακῆς.
Ἀπαντώντας σ᾿ αὐτὸ μπορεῖς νὰ μοῦ στείλεις ἕνα μακρὸ γράμμα, ὁλόκληρο σχετικὰ μὲ τὸ θέατρο καὶ μὲ τὰ βιβλία. Τὸ γράψιμό σου στὸ τελευταῖο σου γράμμα ἦταν τόσο φοβερό, ποὺ θά ῾λεγε κανεὶς ὅτι γράφεις τρίτομο μυθιστόρημα σχετικὰ μὲ τὴν ἐπίφοβη διάδοση τῶν κομμουνιστικῶν ἰδεῶν ἀνάμεσα στοὺς πλούσιους, ἢ ὅτι κακομαθαίνεις μὲ κανέναν ἄλλο τρόπο μιὰ νεολαία, ποὺ ἦταν καὶ θὰ μείνει πάντα γεμάτη ὑποσχέσεις. Ἂν σ᾿ἀδικῶ ἀποδίδοντας τὸ κακό σου γράψιμο σὲ παρόμοια αἰτία, θὰ ἔχεις τὴν καλοσύνη νὰ λάβεις ὑπ᾿ ὄψη σου τὴ νοσηρὴ διάθεση ποὺ μοῦ προκάλεσε μιὰ μακρόχρονη φυλάκιση. Ὅμως γράφε καθαρά, σὲ παρακαλῶ. Διαφορετικὰ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πιστέψει πὼς κάτι ἔχεις νὰ κρύψεις.
Ὑπάρχουν, ὑποθέτω, σ᾿ αὐτὸ τὸ γράμμα πολλὰ πράγματα ποὺ εἶναι φρικτά. Ἔπρεπε ὅμως νὰ σὲ κάμω νὰ αἰτιᾶσαι τὸν ἑαυτό σου καὶ ὄχι ἄλλους. Διάβασε τὸ γράμμα μου στὸν Μόρ. Ὁ Χάρρις θά ῾ρθει νὰ μὲ δεῖ τὸ Σάββατο, ἐλπίζω. Τοὺς χαιρετισμούς μου στὸν Ἄρθουρ Κλίφτον καὶ στὴ γυναίκα τοῦ Ροσέττι —τὰ ἴδια ὑπέροχα μαλλιά— ἀσφαλῶς ὅμως ἔχει πιὸ θελκτικὸ φυσικό, ἂν καὶ ἡ Μὶς Σίνταλ εἶναι γοητευτικὴ καὶ τὸ ποίημά της πρωτίστης τάξεως.
Πάντα δικός σου
ΟΣΚΑΡ







1. Ὅλο τὸ χωρίο αὐτὸ είναι γεμάτο πικρόχολο σαρκασμὸ γιὰ τὸν διάσημο Ἄγγλο μυθιστοριογράφο Τζ. Μέρεντιθ. Καὶ τοῦτο γιατὶ αὐτός, τρέφοντας πολὺ μικρὴ ἐκτίμηση γιὰ τὴν ἠθικὴ προπάντων ὑπόσταση τοῦ Οὐάιντ, εἶχε ἀρνηθεῖ νὰ ὑπογράψει αἴτηση ποὺ τοῦ παρουσίασε ὁ Φρὰνκ Χάρρις, γιὰ τὸ μετριασμὸ τῆς ποινῆς τοῦ κατάδικου Ποιητῆ.
2. Ὁ Μέλμοθ εἶναι ἕνα άπὸ τὰ μυθισρτορήματα τοῦ Ἰρλανδοῦ Τσ. Ρ. Ματούριν (1782-1824). Τὸ ὄνομα Μέλμοθ τὸ πῆρε ὁ Οὐάιλντ γιὰ ψευδώνυμο ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκισή του.
3. Εἰρωνεύεται τὸν Ἔγκμοντ Χαίηκ, συγγραφέα τοῦ Free Trade Capital, ποὺ ἕνα καινούργιο τραπεζικὸ σύστημα ποὺ πρότεινε, τὸ εὕρισκε διασκεδαστικὸ ὁ Οὐάιλντ.
4. Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ φημισμένος Ἄγγλος μυθιστοριογράφος Ρ. Λ. Στήβενσον τὰ πέρασε στὴ Σαμόα, στὸ Ν. Εἰρηνικό, ὅπου καὶ πέθανε τὸ 1894.
5. Ὁ Γάλλος συγγραφέας τοῦ En Route, Λὰ-μπὰ κλπ. Ὁ Ζὼρζ Ὀνὲ εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ Ἀρχισιδηρουργοῦ.
6. Ὅλοι ὅσοι ἀναφέρονται έδῶ, ἦταν στὴν ἐποχὴ τοῦ Οὐάιλντ ἢ ἔγιναν ἀργότερα ξακουστοὶ στὴν Ἀγγλικὴ λογοτεχνία. Ὁ Οὐ. Μ. Θάκεραιϋ (1811-1863), ἡ Τζαίην Ὄστιν (1775-1817), ὁ Στ. Τζ. Γουέιμαν _1855-1928), ὁ Οὐ. Ε. Χένλεϋ (1849-1903) καὶ ὁ Σὲρ Ἄντονυ Χῶκινς. Προστατευόμενο τοῦ Χάνλεϋ ὀνομάζει ὁ Οὐάιλντ πιθανόν τὸν κατόπιν διάσημο Χέρμπερτ Τζ. Οὐέλς.
7. Ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ βιβλία ποὺ ὁ Οὐάλντ ἔβαλε στὴ φυλακή.
8. Ὅλα τὰ βιβλία ποὺ ὁ Οὐάιλντ εἶχε στὴν κατοχή του πουλήθηκαν σὲ πλειστηριασμὸ ἀπὸ τοὺς πιστωτές του, ὕστερα ἀπὸ τὴ φυλάκισή του πρὸς ἀποπληρωμὴ τῶν χρεῶν του.


Πρώτη ἐπιστολή: Κλικ ἐδῶ
Δεύτερη ἐπιστολή: Κλικ ἐδῶ
Τρίτη ἐπιστολή: Κλὶκ ἐδῶ
Ἀφιέρωμα στὸν Ὄσκαρ Οὐάιλντ: Κλὶκ ἐδῶ



Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019

«Ἡ κλεμμένη καρδιά», ἕνα ποίημα τοῦ Ἀρθούρου Ρεμπὼ







Η ΚΛΕΜΜΕΝΗ ΚΑΡΔΙΑ

Ἡ ἄμοιρη καρδιὰ ξερνᾶ στὴν πρύμνα,
καρδιὰ ποὺ τὴν πλακώνει ὁ δεκανέας.
Τῆς πετοῦν ξεπλύματα σούπας,
ἡ ἄμοιρη καρδιὰ ξερνᾶ στὴν πρύμνα,
κὰτω άπὸ τὰ πειράγματα τοῦ λόχου
ποὺ ξεκαρδίζεται πέρα ὥς πέρα,
ἡ ἄμοιρη καρδιὰ ξερνᾶ στὴν πρύμνα
καρδιὰ ποὺ τὴν πλακώνει ὁ δεκανέας.

Ἰθυφαλλικὰ καὶ φανταρίστικα
τὰ πειράγματα τὸν ἔχοπυνε διαφθείρει!
Στὸ τιμόνι βλεέπει ζωγραφιστὰ
ἰθυφαλλικὰ καὶ φανταρίστικα
ὦ κύματα ἀλαμπουρνέζικα,
τὴν καρδιά μου πάρτε καὶ ξεπλύντε την!
Ἰθυφαλλικὰ καὶ φανταρίστικα
τὰ πειράγματα τὸν ἔχουνε διαφθείρει!

Καὶ σὰν στερέψουν τὰ καμώματά τους,
τί θὰ κάνεις κλεμμένη πιὰ καρδιά;
θά ῾χεις τὸ λόξυγγα τοῦ Βάκχου,
σὰν στερέψουν τὰ καμώματά τους:
Θά ῾χω στομαχικὲς ἀναγούλες,
ἐγώ, ἂν ἡ καρδιὰ ταπεινωθεῖ:
Σὰν στεράψουν τὰ καμώματά τους
τί θὰ κὰνεις κλεμμένη καρδιά;
Μάιος 1871







Ἀπὸ τὸν τόμο, Ρεμπώ, μετ. Γιῶργος Σπανός, Ἐκδόσεις Πλέθρον, Ἀθήνα 1984.

Ἀφιέρωμα στὸν Ἀρθούρο Ρεμπώ: Κλὶκ ἐδῶ



Πέμπτη 7 Μαρτίου 2019

Καλὴ Ἀποκριὰ μὲ δυὸ Γαμοτράγουδα....





Ἀσπασμὸς φαλλοῦ στὸ Μπουρανὶ στὸν Τύρναβο. Φωτογραφία τοῦ 1952.



Λέτι, λέτι, λέτι λέτι
ψουλουκεφαλὲς ν’ ἀρμέτι.
(Σάμος)

Καλῶς τον τὸ Νικόλα μας
πού ̔χει ψωλὴ μεγάλη
δυὸ πῆχες εἶναι μακριὰ
καὶ χώρια τὸ κεφάλι.
Καὶ τοῦ Γιάννη μας ἡ πούτσα
κάν’ γιὰ τ’ (ν) ἀχλαδιὰ ἀγκούτσα.
Τοῦ κόκουρα εἶνι μικρὴ
τοῦ γάιδαρου μεγάλη
δοκίμασε τοῦ Γιώργη μας
νὰ σοῦ ̔ρθει μιὰ ἡ ἄλλη.
(Σάμος)

Ὁ ποῦτσος του εἶχε σηκωθεῖ
ἥτανε σὰν ἀτσάλι
παντζάρι κατακόκκινο
ἥτανε τὸ κεφάλι.
Μὲ χάιδευε μὲ ἔγλειφε
μὲ χίλια δυὸ παιχνίδια
καὶ τὸν ἐπαρακάλεσα:
Βάλε μου καὶ τ’ ἀρχίδια.
(Ἁγιάννα Εὔβοιας)







Τά τραγούδια ἀντλθηκαν ἀπὸ τὴν ὑπέροχη συλλογὴ τοῦ Παναγιώτη Καρώνη Πριάπεια & Σατυρικὰ- Δημοτικὰ Γαμοτράγουδα, Ἐκδόσεις τὸ Δόντι, Πάτρα 2016.
Ἡ φωτὸ ἀντλήθηκε ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Θάνου Μουραῆ - Βελλούδιου, Εὐγονία,  Ἐκδόσεις Ἄγρα, Ἀθήνα 1991


Δευτέρα 4 Μαρτίου 2019

Four Letters from Oscar Wilde to Robbie Ross (Letter third)




Stephen Fry (Οὐάιλντ) & Jude Law (λόρδος Ντάκλας) στὴν ταινία Wilde (1997)



ΤΕΣΣΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ ΣΤΟΝ ΡΟΜΠΙ ΡΟΣ (ἐπιστολὴ τρίτη)
Φυλακὴ τοῦ Ρῆντινγκ
(χωρὶς ἡμερομηνία)
Ἀγαπητέ μου Ρόμπι,
Σύγχρονα μ᾿ αὐτό μου τὸ γράμμα σοῦ στέλνω ξεχωριστὰ κι ἕνα χειρόγραφο, ποὺ ἐλπίζω νὰ φτάσει στὰ χέρια σου μὲ ἀσφάλεια. Ἀμέσως μόλις τὸ διαβάσεις, ἐπιθυμῶ νὰ φροντίσεις ν᾿ ἀντιγραφεῖ προσεχτικά· καὶ ὑπάρχουν μερικοὶ λόγοι ποὺ μὲ κάνουν νὰ τὸ ἐπιθυμῶ· φτάνει νὰ σοῦ πῷ ἕναν. Θέλω, στὴν περίπτωση ποὺ θὰ πέθαινα, νὰ εἶσαι έσὺ φιλολογικός μου κληρονόμος καὶ νὰ ἔχεις τὸν ἀπόλυτο ἔλεγχο τῶν θεατρικῶν μου ἔργων, τῶν βιβλίων μου καὶ τῶν χαρτιῶν μου. Μόλις ποκτήσω νόμιμο δικαίωμα νὰ συντάξω διαθήκη, θὰ τὸ κάμω. Ἡ γυναίκα μου δὲ νοιώθει τὴν τέχνη μου· δὲ μπορεῖ κανεὶς νὰ περιμένει νὰ ἐνδιαφερθεῖ ἐκείνη γι᾿ αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ ὁ Κύριλλος εἶναι παιδί. Γι᾿ αὐτὸ στρέφομαι φυσικὰ σὲ σένα, ὅπως, γιὰ νὰ πῶ τὴν ἀλήθεια, τὸ κάνω γιὰ κάθε τι, καὶ θέλω νὰ ἔχεις ἐσὺ ὅλα μου τὰ ἕργα. Τὸ κέρδος ἀπὸ τὶς πωλήσεις τους θὰ πρέπει νὰ κατατεθεῖ σὲ πίστωση τοῦ Κύριλλου καὶ τοῦ Βίβιαν. Ἂν λοιπὸν θὰ εἶσαι ὁ φιλολογικὸς κληρονόμος μου, πρέπει νὰ ἔχεις στὴν κατοχή σου τὸ μόνο ἔγγραφο ποὺ δίνει μιὰ ἐξήγηση τῆς ἀσυνήθιστης διαγωγῆς μου.
ταν θὰ ἔχεις διαβάσει ἐκεῖνο τὸ γράμμα, θὰ δεῖς τὴν ψυχολογικὴ ἐξήγηση ἑνὸς τρόπου διαγωγῆς, ποὺ ἐξωτερικὰ φαίνεται σὰν συνδιασμὸς βλακείας καὶ χυδαίας ὑπεροψίας. Κάποια μέρα πρέπει νὰ γίνει γνωστὴ ἡ ἀλήθεια —ὄχι ἀναγκαστικὰ ὅσο ἐγὼ βρίσκομαι στὴ ζωή... δὲ σκοπεύω ὅμως νὰ μείνω γιὰ πάντα κουρνιασμένος στὸ χοντροκαμωμένο ἰκρίωμα, ὅπου μ᾿ ἔχουν τοποθετήσει γιὰ νὰ μὲ βλέπει ὁ κόσμος· κι αὐτὸ γιὰ τὸν ἁπλούστατο λόγο ὅτι κληρονόμησα ἀπὸ τὸν πατερα κι ἀπὸ τὴ μητέρα μου ἕνα ὄνομα πολὺ διακεκριμένο στὴ φιλολογία καὶ στὴν τέχνη καὶ δὲ μπορῶ νὰ ἐπιτρέψω νὰ ἐξευτελίξεται αἰώνια αὐτὸ τὸ ὄνομα. Δὲν ὑπερασπίζω τὴ διαγωγή μου· τὴν ἐξηγῶ. Τὸ γράμμα μου περιέχει καὶ μερικὰ χωρία ποὺ πραγματεύονται τὴ διανοητική μου ἐξέλιξη στὴ φυλακὴ καὶ τὴν ἀναπόφευκτη μεταβολὴ ποὺ σημειώθηκε στὸ χαρακτήρα μου καὶ στὴν πνευματική μου στάση ἀπέναντι στὴ ζωή. Καὶ θέλω ἐσὺ καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ μείνατε κοντά μου καὶ μοῦ διατηρήσατε τὴ στοργή σας νὰ ξέρετε ἀκριβῶς μὲ ποιὰ κατάσταση πνεύματος καὶ μὲ ποιὸν τρόπο ἐλπίζω ν᾿ ἀντιμετωπίσω τὸν κόσμο. Ἀπὸ μιὰν ἄποψη βέβαια, ξέρω πὼς τὴν ἡμέρα τῆς ἀπελευθέρωσής μου θὰ περάσω ἁπλούστατα ἀπὸ μιὰ φυλακὴ σὲ μιὰν ἄλλη καὶ ὑπάρχουν στιγμὲς ποὺ ὁ κόσμος ὁλόκληρος μοῦ φαίνεται τόσο στενὸς ὅσο τὸ κελί μου κι ἄλλο τόσο γεμᾶτο ἀπὸ τρομάρες. Πιστεύω ὅμως πὼς στὴν ἀρχὴ ὁ Θεὸς ἔπλασε ἕναν ξεχωριστὸ κόσμο γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, ποὺ βρίσκεται μέσα μας, πρέπει νὰ ζητάει κανεὶς νὰ ζήσει. Πάντως, αὐτὰ τὰ κομμάτια τῆς ἐπιστολῆς μου θὰ τὰ διαβάσεις μὲ λιγότερο ἠθικὸ κόπο ἀπὸ τ᾿ ἄλλα. Δὲ χρειάζεται βέβαια νὰ σοῦ θυμίσω πόσο ρευστὸ εἶναι γιὰ μένα γιὰ ὅλους μαςκάτι ποὺ σκεφτήκαμε κι ἀπὸ ποιὰ πτητικὴ οὐσία εἶναι καμωμένες οἱ συγκινήσεις μας. Ξεχωρίζω ὡστόσο τὴ δυνατότητα κάποιας λογῆς σκοποῦ, ποὺ μὲ τὴν τέχνη μπορῶ νὰ κατευθύνω πρὸς τὸ μέρος μου. Εἶναι πιθανὸ νὰ μπορέσεις νὰ μὲ βοηθείσεις σ᾿ αὐτό.
Ὅσο γιὰ τὸ εἶδος τοῦ ἀντίγραφου ποὺ πρέπει νὰ κάμεις, νά οἱ προθέσεις μου: τὸ χειρόγραφο εἶναι φυσικὰ πολὺ μακρό, γιὰ νὰ καταπιαστεῖ μ᾿ αὐτὸ ἕνας γραμματέας, κι ὁ δικός σου ὁ γραφικὸς χαρακτήρας, ἀγαπητέ μου Ρόμπι, στὸ τελευταῖο σου γράμμα, φαίνεται εἰδικὰ προορισμένος νὰ μοῦ θυμίσει πὼς τὸ καθῆκον αὐτὸ δὲ θὰ μποροῦσε νὰ σοῦ νατεθεῖ. Νομίζω πὼς τὸ μόνο ποὺ πομένει νὰ γίνει, εἶναι νὰ φανεῖ κανεὶς ἐντελῶς μοντέρνος καὶ νὰ δακτυλογραφήσει τὸ χειρόγραφο πού, δὲ χρειάζεται νὰ τὸ πῶ, δὲν πρέπει νὰ φύγει ἀπὸ κοντά σου. Δὲ θὰ μποροῦσες τάχα νὰ πετύχεις ἀπὸ τὴν κυρία Μάρσαλ νὰ σοῦ στείλει μιὰ ἀπὸ τὶς δακτυλογράφους της στὶς γυναῖκες μπορεῖ νὰ ὑπολογίζει κανεὶς περισσότερο, γιατὶ δὲν ἔχουν μνήμη γιὰ τὰ σοβαρὰ πράγματανὰ σοῦ τὴ στείλει στὴν ὁδὸ Χόρντον ἢ στοὺς Φίλλιμορ Γκάρντενς, γιὰ νὰ κάμει τὸ ἀντίγραφο αὐτὸ μὲ τὴν ἐπίβλεψή σου; Σὲ βεβαιώνω πὼς ἡ γραφομηχανή, ἅμα κανεὶς τὴ δουλεύει μὲ ἔκφραση, δὲν εἶναι περισσότερο νιαρὴ ἀπὸ τὸ πιάνο ποὺ τὸ παίζει ἡ δελφή μας ἢ κάποια κοντινὴ συγγενής μας. Γιὰ νὰ πῶ τὴν λήθεια, πολλοὶ ἀπὸ κείνους, ποὺ εἶναι περισσότερο προσκολλημένοι στὸ σπιτικό τους, τὴν προτιμοῦν.
Ἐπιθυμῶ τὸ ἀντίγραφο νὰ γίνει ὄχι σὲ λεπτὸ χαρτί, ἀλλὰ σὲ χαρτὶ καλό, σὰν αὐτὸ ποὺ χρησιμεύει γιὰ τὴν ντιγραφὴ τῶν ρόλων θεατρικοῦ ἔργου, καὶ ν᾿ ἀφήσουν πλατὺ περιθώριο γιὰ τὶς διορθώσεις... Ἂν τὸ ἀντίγραφο γίνει στν ὁδὸ Χόρντον, ἡ κυρία δακτυλογράφος θὰ μποροῦσε νὰ λαμβάνει τὰ γεύματά της νάμεσα πὸ ἕνα δυκτιωτὸ ἄνοιγμα καμωμένο στὴν πόρτα, ὅπως οἱ καρδινάλιοι ὅταν ἐκλέγουν Πάπα, κι αὐτὸ ὥσπου νὰ παρουσιαστεῖ στὸ μπαλκόνι καὶ ν᾿ ἀναγγείλει στὸν κόσμο: Habet Mundus Epistolam, γιατὶ ἀληθινὰ γιὰ ἐγκύκλιο πρόκειται καί, καθὼς οἱ βοῦλλες τῶν ἁγίων πατέρων χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὶς ἀρχικές τους λέξεις, θὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ χαρακτηρίσει τὸ δικό μου τὸ γράμμα: Epistola in carcere et vinculis...
Ἀλήθεια, Ρόμπι, ἡ ζωὴ τῆς φυλακῆς σὲ κάνει νὰ βλέπεις τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πράματα ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Γι᾿ αὐτὸ σ᾿ πωλιθώνει...
Τὰ ὄντα ποὺ εἶναι ἀπέξω γελιῶνται πὸ τὶς ψευδαισθήσεις μιᾶς ζωῆς ποὺ βρίσκεται σὲ διαρκῆ κίνηση. Γυρίζουν μαζὶ μὲ τὴ ζωὴ καὶ συμβάλλουν κι αὐτὰ στὴν ἔλλειψη πραγματικότητας ποὺ τὴ χαρακτηρίζει. Ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε ἀκίνητοι, βλέπουμε καὶ καταλαβαίνουμε. Εἶναι ἢ δὲν εἶναι καλὸ αὐτὸ τὸ γράμμα γιὰ τὶς στενοκέφαλες φύσεις καὶ τὰ καχεκτικὰ μυαλά, ἐμένα μοῦ ἔκαμε καλό.
«Ἐκαθάρισα τὴν καρδιά μου ἀπὸ μιὰ ἐπικίνδυνη σύγχυση», γιὰ νὰ δανειστῶ μιὰ φράση ἀπὸ τὸν ποιητὴ ποὺ ἐσὺ κι γὼ σκεφτήκαμε ἄλλοτε νὰ τὸν ἀποσπάσουμε πὸ τοὺς Φιλισταίους.
Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ σοῦ θυμήσω πὼς ἡ ἔκφραση εἶναι, μόνη αὐτή, γιὰ ἕναν καλλιτέχνη ὁ ὑπέρτατος καὶ μοναδικὸς τρόπος ζωῆς. Ζοῦμε γιατὶ ἐκφραζόμαστε. Ἀνάμεσα στὰ τόσα πράματα, ποὺ χρωστάω νὰ εὐχαριστήσω τὸ Διευθυντή, δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα ποὺ ἡ εὐγνωμοσύνη μου γι᾿ αὐτὸ νὰ εἶναι μεγαλύτερη ἀπ᾿ ὅσο γιὰ τὴν ἄδεια ποὺ μοῦ ἔδωσε νὰ γράφω κατὰ τὸ κέφι μου κι ὅσο θέλω. Δυὸ χρόνια σχεδόν, εἶχα μέσα μου ἕνα βάρος πὸ πίκρα ποὺ ὅλο μεγάλωνε, καὶ τώρα κατὰ μεγάλο μέρος παλλάχτηκα π᾿ αὐτό. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τοῦ τοίχου τῆς φυλακῆς ὑπάρχουν λίγα φτωχὰ δέντρα, μαυρισμένα ἀπὸ καπνιά, ποὺ τώρα ἀρχίζουν νὰ τὰ σκεπάζουν μάτια σὲ χρῶμα πράσινο, σχεδὸν χτυπητό. Ξέρω πάρα πολὺ καλὰ τί τοὺς συμβαίνει: βρίσκουν τὴν ἔκφρασή τους.
Πάντα δικός σου,
ΟΣΚΑΡ




Ἡ ἐπιστολὴ ἀντλήθηκε ἀπὸ τὴν ἔκδοση, Ὄσκαρ Οὐάιλντ, De Profundis, εἰσαγωγὴ - μετάφραση, Στάθης Σπηλιωτόπουλος, Ἔκδόσεις Παπύρου, Ἀθήνα 1974.

Πρώτη ἐπιστολή:  Κλὶκ ἐδῶ
Δεύτερη ἐπιστολή:  Κλὶκ ἐδῶ
Ἀφιέρωμα στὸν Ὄσκαρ Οὐάιλντ:  Κλὶκ ἐδῶ