William
Turner,
Moonlight
with shipping,
1820-30, (πηγή)
Αυγουστιάτικο
φεγγάρι
Πέρα
από τους κίτρινους λόφους, πέρα από τα
σύννεφα
είναι η θάλασσα. Όμως ανάμεσα στη θάλασσα και σε σένα
υπάρχουν μέρες φοβερές, λόφοι που κυματίζουν και υψώνονται
είναι η θάλασσα. Όμως ανάμεσα στη θάλασσα και σε σένα
υπάρχουν μέρες φοβερές, λόφοι που κυματίζουν και υψώνονται
στον
ουρανό,
παρεμβάλλονται πριν από τη θάλασσα. Εδώ πάνω στο λόφο
παρεμβάλλονται πριν από τη θάλασσα. Εδώ πάνω στο λόφο
υπάρχει
η ελιά
και το πηγάδι, τόσο μικρό που δεν μπορείς να καθρεφτιστείς,
και οι καλαμιές, οι καλαμιές, που ποτέ δεν ησυχάζουν.
και το πηγάδι, τόσο μικρό που δεν μπορείς να καθρεφτιστείς,
και οι καλαμιές, οι καλαμιές, που ποτέ δεν ησυχάζουν.
Και
το φεγγάρι, ανεβαίνει. Ο σύζυγός της
είναι ξαπλωμένος
σ' ένα χωράφι, με το κρανίο κομματιασμένο από τον ήλιο
- μια γυναίκα δεν μπορεί να τραβήξει ένα σώμα
σαν να ήταν σακί. Υψώνεται το φεγγάρι που ρίχνει μια μικρή σκιά
κάτω από τα στριφτά κλαριά. Η γυναίκα στη σκιά
κοιτάζει προς τα πάνω, μ' ένα μειδίαμα τρόμου
σ' αυτό το τεράστιο πρόσωπο, το με αίμα
που πήζει και πλημμυρίζει κάθε γωνιά των λόφων.
Το ξαπλωμένο σώμα στα χωράφια δεν κουνιέται
ούτε η γυναίκα στη σκιά. Μόνο το ματωμένο
μάτι μοιάζει να γνέφει σε κάποιον και να του δείχνει το δρόμο.
σ' ένα χωράφι, με το κρανίο κομματιασμένο από τον ήλιο
- μια γυναίκα δεν μπορεί να τραβήξει ένα σώμα
σαν να ήταν σακί. Υψώνεται το φεγγάρι που ρίχνει μια μικρή σκιά
κάτω από τα στριφτά κλαριά. Η γυναίκα στη σκιά
κοιτάζει προς τα πάνω, μ' ένα μειδίαμα τρόμου
σ' αυτό το τεράστιο πρόσωπο, το με αίμα
που πήζει και πλημμυρίζει κάθε γωνιά των λόφων.
Το ξαπλωμένο σώμα στα χωράφια δεν κουνιέται
ούτε η γυναίκα στη σκιά. Μόνο το ματωμένο
μάτι μοιάζει να γνέφει σε κάποιον και να του δείχνει το δρόμο.
Έρχονται
μεγάλες ανατριχίλες στους γυμνούς
λόφους
από μακριά, και η γυναίκα τις νιώθει στην πλάτη της,
όπως τότε που τρέχανε σ' αυτή τη σταρένια θάλασσα.
Και τα φύλλα της ελιάς, χαμένα σ' αυτή τη θάλασσα
από φεγγαρόφωτο, θροΐζουν - ακόμα και η σκιά του δέντρου
αρχίζει να σκοτεινιάζει, να μεγαλώνει και να την καταπίνει.
από μακριά, και η γυναίκα τις νιώθει στην πλάτη της,
όπως τότε που τρέχανε σ' αυτή τη σταρένια θάλασσα.
Και τα φύλλα της ελιάς, χαμένα σ' αυτή τη θάλασσα
από φεγγαρόφωτο, θροΐζουν - ακόμα και η σκιά του δέντρου
αρχίζει να σκοτεινιάζει, να μεγαλώνει και να την καταπίνει.
Τρέχει
έξω, στον φεγγαρένιο τρόμο,
και την ακολουθεί το θρόισμα της αύρας πάνω στους βράχους
και μια λεπτή σιλουέτα που της δαγκώνει τα γυμνά της πόδια,
τα φυτά, και τον πόνο στην κοιλιά. Έπειτα κρύβεται στη σκιά
γέρνοντας στους βράχους δαγκώνοντας τα χείλη της.
Κάτω, η γη στο σκοτάδι, κολυμπάει στο αίμα.
και την ακολουθεί το θρόισμα της αύρας πάνω στους βράχους
και μια λεπτή σιλουέτα που της δαγκώνει τα γυμνά της πόδια,
τα φυτά, και τον πόνο στην κοιλιά. Έπειτα κρύβεται στη σκιά
γέρνοντας στους βράχους δαγκώνοντας τα χείλη της.
Κάτω, η γη στο σκοτάδι, κολυμπάει στο αίμα.
Αύγουστος
1935
Τσέζαρε Παβέζε, «Αυγουστιάτικο φεγγάρι», από τη συλλογή, Η δουλειά κουράζει. Από τον τόμο, CESARE PAVESE, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, μετφ. Γιάννης Η. Παππάς, εκδόσεις PRINTA, Αθήνα, 2004.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου